«Ανηφορίζοντας με χρώμα τα σκαλιά της Μαρασλή», είναι ο τίτλος της τελευταίας δράσης των Ατενίστας1 που προκάλεσε αντιδράσεις στους περίοικους. Δεν θα ασχοληθώ με το συγκεκριμένο γεγονός εδώ, αλλά με την ίδια την «ανοιχτή κοινότητα πολιτών», όπως αυτοπροσδιορίζονται στην επίσημη ιστοσελίδα τους, όπου μπορεί κανείς να βρει άφθονο υλικό από το έργο τους.
Γιατί οι Ατενίστας δεν φείδονται σε καταγραφή και προβολή των δράσεών τους, καθώς, όπως έχει προσφυώς γραφτεί στα σόσιαλ μίντια, «Πόσοι Ατενίστας χρειάζονται για να φυτέψουν ένα φυτό; Τέσσερις. Ένας θα το φυτέψει, δύο θα φωτογραφίζουν για το Flickr και ένας θα τουϊτάρει».2 Η λαϊκή -και να με συγχωρήσουν για τον πασσέ όρο- ρήση «κάνε το καλό και ρίξ’ το στο γιαλό», που υπενθυμίζει πως η αγαθοεργία χάνει το νόημά της όταν μετατρέπεται σε παράσταση αυτοδιαφήμισης, δεν αφορά τους χίπστερ ακτιβιστές, αφού προέχει ο ζήλος τους να προβληθεί το έργο τους και να εκτιμηθεί η κοινωνική προσφορά τους.
Πέρα όμως από την περίσσεια ναρκισσισμού που αντιστρατεύεται την ταπεινοφροσύνη, ως ιδεατό χαρακτηριστικό της ευεργεσίας, τίθεται ένα προηγούμενο, βασικό ερώτημα: Μπορεί να οριστεί ως «καλό» αυτό που προσφέρουν εθελοντικά οι Ατενίστας και τι συνεπάγεται αυτή η προσφορά; Η συγκεκριμένη «κοινότητα» διατηρεί ακροθιγώς μια αντίληψη νομής του δημόσιου χώρου, επιβάλλοντας τη δική της αισθητική έναντι των άλλων, θεωρώντας μάλιστα αυτονόητο πως υπερτερεί σε αξία. Η αντίληψη αυτή εδραιώνεται σε ένα υπόστρωμα που έχει τρία ενδιαφέροντα γνωρίσματα.
Από τη μία, προτάσσεται η λογική της καθαρότητας, της ευπρέπειας, της τάξης, μια αποστειρωμένη δηλαδή αντίληψη του τι συνιστά κουλτούρα, περιβάλλον, ομορφιά, η οποία μάλιστα προκρίνεται ως αδιαμφισβήτητη και επιδιώκει την κυριαρχία έναντι οποιασδήποτε άλλης αντίληψης. Με άλλα λόγια, προτάσσεται η «καθαρότητα της καθαρότητας», δηλαδή το νοικοκύρεμα του δημόσιου χώρου και ταυτόχρονα το συμβολικό ξεπάστρεμα των «αντιπάλων»: τέχνη (γκράφιτι, στένσιλ κ.λπ.) και τα πολιτικά μηνύματα (αφίσες, συνθήματα κ.λπ.) του δρόμου.3
Από την άλλη, οι ίδιες οι δράσεις των Ατενίστας γίνονται σε ένα φαινομενικά απολίτικο πλαίσιο, και μάλιστα με μια επίφαση αθωότητας και παιδικότητας, που θυμίζει αυτό που έγραφε ο Τζόναθαν Κόου στο «Σπίτι του ύπνου» αναφερόμενος στους Αμερικανούς, το «pathetic infantilism» (αξιολύπητος παιδισμός). Πρόκειται δηλαδή για μια θλιβερή παιδικότητα, που δεν έχει έρεισμα στην αθωότητα, αλλά σε μικροαστικά αντανακλαστικά περί ασφάλειας, ιδιοκτησίας και τάξης, που επιδιώκει την επιβολή της καθαρότητάς της, την κατίσχυση μιας στενοκέφαλης αντίληψης του αστικού περιβάλλοντος όπου ο «αντίπαλος» πρέπει να εξαλειφθεί.
Τέλος, ας δούμε την καλλιτεχνική πρόταση των Ατενίστας στο κοινωνικό συγκείμενο που αρθρώνεται. Σε μια υποθετική μελλοντική έκθεση για τον καλλιτεχνικό ακτιβισμό, που επιχειρούν στην παρούσα ιστορική συγκυρία, πώς θα φάνταζαν άραγε οι παρεμβάσεις των Ατενίστας; Επισκέφθηκα πρόσφατα μια έκθεση για τη γενιά του ’30, στο κτήριο της Πινακοθήκης Χατζηκυριάκου – Γκίκα του Μουσείου Μπενάκη.4 Ο ζόφος, η απόγνωση, η παράνοια της εποχής εύλογα αποτυπώνεται από τα χειρόγραφα του Κώστα Καρυωτάκη ώς τη χαρακτική του Τάσσου. Δεν υπάρχει γενιά ανεπηρέαστη από το κλίμα της εποχής της. Το τι αφήνει πίσω της, πόσο ήταν ικανή να βουτήξει στο συλλογικό ασυνείδητο, να συντονιστεί με το πνεύμα της εποχής και να το μεταβάλλει, αντί να το εξωραΐζει, είναι ένα ζήτημα.
1 Πρόκειται για κοινότητα ανθρώπων στα ιδεολογικά χνάρια της “κοινωνίας των πολιτών” που αναπτύσσονται στα ελληνικά αστικά κέντρα.
2 Ένα ενδεικτικό απάνθισμα της σάτιρας στους Ατενίστας από τα κοινωνικά μέσα δικτύωσης μπορεί να βρει κανείς στο http://history140.wordpress.com/2010/12/18/atenistas-1/
3 Παλιότερο κείμενό μου για τους Ατενίστας στο μπλογκ μου: «Η πολλή καθαριότητα βρομάει»
4 Η έκθεση έχει ελεύθερη είσοδο για το κοινό κάθε Πέμπτη.
* H Niemands Rose διατηρεί το ομώνυμο μπλογκ και είναι συγγραφέας του βιβλίου “Τα φώτα στο βάθος” (εκδόσεις Απόπειρα)
Πηγή: Αυγή