Καταγγελίες για περιστατικό ακραίας βίας και απάνθρωπης μεταχείρισης πρόσφυγα από συνοριοφύλακες μεταφέρει το Ράδιο Έβρος και ο δημοσιογράφος Νίκος Πατούνας. Το περιστατικό, όπως αναφέρει το ρεπορτάζ, συνέβη στον κάθετο άξονα Αρδανίου-Ορμενίου όταν λίγο πριν τις 08:00 π.μ. της Παρασκευής 16 Ιουνίου 2023, οδηγοί και επιβάτες οχημάτων που περνούσαν από το σημείο, λίγο μετά το χωριό Λύρα και οδεύοντας προς Ορεστιάδα, έγιναν μάρτυρες υπερβολικής και αναίτιας βίας δύο συνοριακών φυλάκων, ενάντια ενός πρόσφυγα. Οι μαρτυρίες, σύμφωνα με το δημοσίευμα, προέρχονται με τις ίδιες ακριβώς περιγραφές από δύο διαφορετικά άτομα, τα οποία δεν έχουν καμία σχέση μεταξύ τους και έτυχε να περνούν την ίδια στιγμή από το συγκεκριμένο σημείο. Υπάρχει παράλληλα και τρίτο άτομο που μαρτυρά μέρος των περιγραφών, συνεπώς αξιολογούνται ως διασταυρωμένες και αξιόπιστες.
Η πρώτη μαρτυρία αναφέρει συνοριοφύλακα να σέρνει από το χωράφι έναν άνθρωπο, να τον πετάει στην άσφαλτο και να του πατάει το κεφάλι με τις αρβύλες. Η δεύτερη αναφέρει την ύπαρξη δύο συνοριοφυλάκων που επίσης αρπάζουν τον πρόσφυγα και τον πετάνε στην άσφαλτο. Ο μάρτυρας αρχικά υπέθεσε πως γίνεται σύλληψη ωστόσο, όπως αναφέρει όταν είδε να του πατάει με την μπότα το κεφάλι σοκαρίστηκε. Και οι δύο μαρτυρίες αναφέρουν ότι ο πρόσφυγας έμοιαζε ταλαιπωρημένος και ανήμπορος να αντιδράσει, ήταν ήδη με τα χέρια σηκωμένα πίσω από το κεφάλι όταν τον έβγαλαν από το χωράφι και τον πέταξαν στην άσφαλτο.
Το Ράδιο Έβρος, όπως αναφέρεται στο δημοσίευμα, «επιχείρησε να λάβει συγκεκριμένη και επίσημη τοποθέτηση από τις αρχές, ή και απαντήσεις σε ερωτήματα, όπως αν έχει καταγραφεί περιστατικό απειλής ζωής συνοριοφύλακα από μετανάστη το πρωί της Παρασκευής στη συγκεκριμένη βάρδια, αν υπήρξε καταδίωξη και αντίσταση σε σύλληψη». «Από κύκλους των συνοριοφυλάκων πάντως διαψεύδεται το γεγονός, ενώ μάς μεταφέρθηκε, επίσης, πως σε καμία των περιπτώσεων δεν δικαιολογείται αυτής της μορφής η βία, να πατάει ο αστυνομικός με την μπότα το κεφάλι του συλληφθέντα στο έδαφος. Από την άλλη, σε επικοινωνία που είχαμε με τον Διοικητή του Τμήματος Συνοριακής Φύλαξης Σουφλίου, εδαφικής αρμοδιότητας του οποίου είναι το σημείο όπου οι μάρτυρες περιγράφουν το συμβάν, δηλώθηκε άγνοια του περιστατικού, πως δεν υπάρχει καμία σχετική αναφορά από τα στελέχη του Τμήματος και μάς διαβεβαίωσε πως θα διερευνήσει το θέμα υπηρεσιακά» αναφέρει συγκεκριμένα.
Στο δημοσίευμα υπενθυμίζεται ακόμη ότι σε παρόμοιο περιστατικό στο πρόσφατο παρελθόν, οι κατηγορίες που βάρυναν τους εμπλεκόμενους συνοριοφύλακες βασίστηκαν στην παράβαση των άρθρων του Ποινικού Κώδικα: – 139Α για βασανιστήρια και άλλες προσβλητικές για την ανθρώπινη αξιοπρέπεια πράξεις – 309 για επικίνδυνες σωματικές βλάβες – 82Α για έγκλημα με ρατσιστικά χαρακτηριστικά ενώ παράλληλα τονίζεται ότι ένας από τους μάρτυρες υποστηρίζει πως προτίθεται να κινηθεί νομικά, αφού το περιστατικό επηρέασε έντονα τον ίδιο και την κόρη του που επέβαινε στο όχημα και είδε μέρος των γεγονότων.
Ακολουθούν οι μαρτυρίες έτσι όπως καταγράφηκαν στο ρεπορτάζ του Ράδιο Έβρος:“Σήμερα στο δρόμο προς Δαδιά είδα συνοριοφύλακα να σέρνει από το χωράφι έναν άνθρωπο, να τον πετάει στην άσφαλτο και να του πατάει το κεφάλι με τις αρβύλες του“, αναφέρει η μία μαρτυρία. Πιο περιγραφική η άλλη: “Επέστρεφα από το αεροδρόμιο στην Ορεστιάδα και μετά τη Λύρα είδα τρία άτομα στην άκρη του δρόμου. Οι δύο νεαροί συνοριοφύλακες, ο τρίτος μάλλον πρόσφυγας, μεγαλύτερης ηλικίας. Τον άρπαξε ο ένας και τον πέταξε σαν τσουβάλι από το κάγκελο στην άσφαλτο και υπέθεσα πως γίνεται σύλληψη, πιθανόν διακινητή. Όμως όταν είδα να του πατάει με τη μπότα το κεφάλι σοκαρίστηκα. Δεν είδα επίσης να υπάρχει άλλο όχημα κοντά, παρά μόνο το αυτοκίνητο της αστυνομίας στην άκρη του δρόμου“, αναφέρει.
“Αυτό που μου έκανε εντύπωση ήταν ότι ο μετανάστης ήταν ένας, ενώ συνήθως είναι σε ομάδες. Οι συνοριοφύλακες δύο. Νεαρός πολύ φαινόταν αλλά δεν πρόλαβα να διακρίνω άλλες λεπτομέρειες, παρόλο που με κοίταξε αφού του πάτησε το κεφάλι“, συνεχίζει η πρώτη μαρτυρία. Οι μάρτυρες αναφέρουν πως ο συλληφθείς έμοιαζε ταλαιπωρημένος και ανήμπορος να αντιδράσει, ήταν άλλωστε ήδη με τα χέρια σηκωμένα πίσω απ’ το κεφάλι όταν τον έβγαλαν από το χωράφι και τον πέταξαν στην άσφαλτο.
Αξιοσημείωτη δε η παρατήρηση πως “ο συνοριοφύλακας σίγουρα δεν φαινόταν να κινδυνεύει από τον αβοήθητο άνθρωπο για να του φερθεί έτσι“. Σε ερώτηση και στους δύο, γιατί δεν σταμάτησαν να διαμαρτυρηθούν, η απάντηση παρόμοια: “Λυπάμαι που δεν σταμάτησα. Είχα σοκαριστεί. Έτρεμα ακόμα και στο γραφείο και δεν μπορούσα να δουλέψω. Μετάνιωσα που περιορίστηκα μόνο σε χειρονομία αγανάκτησης. Έπρεπε να σταματήσω να τον ρωτήσω ΓΙΑΤΙ; Μόνο αυτό“.