in

Ιστορίες μαγικού ρεαλισμού. Της Ντίνας Παπούδα

Κωστής Ανετάκης Η Γλαύκη της ερημιάς. Ιστορίες μαγικού ρεαλισμού, Οδός Πανός 2025

Η συλλογή διηγημάτων του Κωστή Ανετάκη «H Γλαύκη της ερημιάς» έχει υπότιτλο «Iστορίες μαγικού ρεαλισμού». Με τον υπότιτλο αυτό μας βάζει στην ειδολογική καρδιά της συλλογής και συνδέεται ως ένας κρίκος στη διευρυνόμενη αλυσίδα κειμένων και graphic novels Ελλήνων δημιουργών που ερωτοτροπούν με τον μαγικό ρεαλισμό, το παραμύθι, τους θρύλους της υπαίθρου (μερικές φορές και των παρυφών των πόλεων), που αντλούν από τη γκόθικ και μαγική παράδοσή μας και μας δίνουν διαμαντάκια. Στην κατηγορία αυτή ανήκουν π.χ. η «Λυκοχαβιά» του Κ. Μπαμπάτση, το «Κακό Ανήλιο» του Κωνσταντίνου Δομηνίκ και άλλα. Όσοι από τους δημιουργούς ακουμπούν στην ελληνική παράδοση γενικά συνθέτουν, κατά τη γνώμη μου, μια νέα ηθογραφία, στιβαρή ως προς την προσέγγιση της παραδοσιακής ζωής, συνήθως του χωριού, και στη συγκεκριμένη εκδοχή, αυτήν του μαγικού, παράξενη, ανατρεπτική ως προς το είδος των ιστοριών που επιλέγουν να αφηγηθούν.

Στη συλλογή «Η Γλαύκη της ερημιάς», πιστός στο πνεύμα του μαγικού (αφού και το εννιά θεωρείται μαγικός αριθμός), ο συγγραφέας συμπεριλαμβάνει εννιά μικρές ή λίγο μεγαλύτερες ιστορίες με χρονική κλίμακα από το παρελθόν της υπαίθρου έωςκαι το τώρα των σύγχρονων δρόμων. Σε όλες υπάρχει ένα στοιχείο φανταστικό ή μαγικού ρεαλισμού, ανάλογα με το πόσο διαστέλλεται η πραγματικότητα και εισχωρεί σε άλλες διαστάσεις. Η ατμόσφαιρά τους είναι αυτή των σκιών και των ψιθύρων, της ερημιάς και του τρόμου.

«Κόντευε εφτά το απόγευμα, Απρίλη μήνα, και το δάσος είχε παραδοθεί στις σκιές. Η Βγενιώ του Νάστου, που’χε πάει για μανιτάρια, γύρισε στο χωριό με τα ρούχα σκισμένα, αναμαλλιασμένη, μ’ ένα σάλεμα στο βλέμμα σαν φοβισμένο αγρίμι. Δίχως να προσέχει τις χολερικές ματιές που την ξεψάχνιζαν, διέσχισε το χωριό και μπήκε στην αυλή του πατρικού της. Οι δούλες έτρεξαν να δουν τι’χε συμβεί, μα άκουσαν απ΄το στόμα της σκόρπιες κι ανάκατες κουβέντες. Το κουσκούσι σάρωσε το χωριό το ίδιο κιόλας βράδυ. Η Βγενιώ συναπάντησε, λέει, τον Δράκο που ζει κάτω απ’τα βουνά κι οι πλάκες της ράχης του σχηματίζουν τις κορφές τους».

Μεγάλο βάρος του στόρυ, ακόμα κι όταν ο αφηγητής είναι αγόρι ή ετεροδιηγητικός/παντογνώστης ή άντρες οι ήρωες, το σηκώνουν γυναίκες όλων των ηλικιών, ωσάν αυτές να συγκεντρώνουν και να αισθάνονται πιο εύκολα, ή πιο πολύ, το μη γνώσιμο, το μυστήριο του κόσμου αυτού.

Στα αφηγήματα υπάρχει η σπλαχνική ματιά του Ανετάκη απέναντι στα θύματα του έρωτα, του πολέμου, της προδοσίας ή μιας αναποδιάς που υπερβαίνει τα ανθρώπινα μέτρα και που κυριολεκτικά τα κατασπαράσσει. Αντιμετωπίζει τον κόσμο με την αποδοχή ενός άλλου τρόπου του υπάρχειν και ανοίγει εκείνο το παράθυρο στο αλλόκοτο που απλώνει εμπρός μας έναν κόσμο κατανόησης που υπερβαίνει τα όρια του επιστητού. Ο Μαρκ Φίσερ στο «Αλλόκοτο και το απόκοσμό» του, προσεγγίζοντας το αλλόκοτο με μεγάλη σοβαρότητα, ισχυρίζεται ότι αυτές οι εναλλακτικές οπτικές του κόσμου διευρύνουν τα όρια της βίωσής του από την ψυχική μονάδα, αναπτύσσοντας την ικανότητά της να βλέπει και εναλλακτικές του κόσμου αυτού και, άρα, την ικανότητά της να παλέψει για έναν καλύτερο κόσμο. Το παράθυρο που ανοίγει στο αλλόκοτο αποτελεί γνωστό σημείο στη λαϊκή φαντασία και φαίνεται ότι ο Κ. Ανετάκης στέκεται μπροστά του και βλέπει μέσα απ’ αυτό δράκους, θεριά, νεκρούς των οποίων το χέρι βγαίνει από τον τάφο και εκδικείται την προδοσία των ζωντανών και αφουγκράζεται κατάρες που πιάνουν. (Η αποδοχή του αλλόκοτου στις παραδοσιακές κοινωνίες είναι γνωστή και βιωμένη και ως μνήμη κι ανάμνηση είναι κοινή για καθέναν που μεγάλωσε σε χωριό μέχρι την δεκαετία του ‘80).

Στο μεταίχμιο μεταξύ των κόσμων των εννέα αφηγημάτων συναντιούνται ζωντανοί και πεθαμένοι, συνυπάρχουν για λίγο ή για περισσότερο από το λίγο διάστημα μέσα σε ατμόσφαιρα ανατριχιαστική, αλλά και απόδοσης δικαιοσύνης. Αυτή η απόδοση δικαιοσύνης, ένα πανάρχαιο αίτημα που οδήγησε τον Πλάτωνα στην ιστορία του Αρδιαίου, του πανάθλιου τύραννου, αποκαθιστά τη διασαλευθείσα τάξη του κόσμου και επαναφέρει μια ισορροπία που δεν είναι αυτή που ήταν πριν, αλλά αυτή που τουλάχιστον έχει αποδώσει τα χρωστούμενα. Όποτε συμβαίνει αυτό, βέβαια, γιατί η υπαρξιακή απίσχναση μπορεί να είναι τέτοια που δεν είναι δυνατή η αποκατάσταση. Η ιδιότητα αυτή του αλλόκοτου, που ακτινογραφεί το φυσιολογικό μέχρι μυελού οστέων, είναι που καθιστά το εγχείρημα αξιανάγνωστο, επιπλέον. Το ενδιαφέρον είναι ότι αυτό γίνεται σε μια γλώσσα που απηχεί εύστοχα ντοπιολαλιές και ιδιόλεκτα, ανακινώντας το ίζημα μιας γλωσσικής σούπας που έχει ιστορία χιλιάδων χρόνων. Η στενωσιά του είδους, διήγημα, δεν επιτρέπει την συγκρότηση ολοκληρωμένων χαρακτήρων, αλλά ο Ανετάκης προσπερνά αυτόν τον περιορισμό με άνεση, πλάθοντας ήρωες- σύμβολα. Η Ρηνιώ η Μιστριώτισσα αποτελεί ένα εμβληματικό σύμβολο της μάνας που υπερβαίνει κι αυτά ακόμα τα σύνορα του πραγματικού, για να φτάσει στο παιδί της που βρίσκεται πια στον άλλο κόσμο. Και το αγόρι που σκιάζεται από τις ιστορίες της γιαγιάς είναι κάθε παιδί που άκουσε για λάμιες και δράκους από την γιαγιά του.

Η «Γλάυκη της ερημιάς» του Κωστή Ανετάκη μας δίνει ένα όχημα δραπέτευσης και συνάμα ταξιδιού σ’έναν κόσμο, όπου οι πιθανές/λογικοφανείς ερμηνείες είναι υπονομευμένες εξαρχής. Στο χέρι μας είναι να αφεθούμε στην ευλογία της.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Οι λαοί και οι πόλεμοι ανάμεσα στα κράτη. Tου Raúl Zibechi