in ,

«Istanbul 2025: Πόλη σε κρίση, κοινωνίες σε κίνηση». Του Βαγγέλη Γκαγκέλη

Ένα πλανευτικό οδοιπορικό στην αθέατη χαρτογραφία της αυτοδιαχείρισης

Ο Βαγγέλης Γκαγκέλης είναι υποψήφιος διδάκτορας στο Τμήμα Πολιτικών Επιστημών του ΑΠΘ, με αντικείμενο έρευνας τα συνεργατικά και αυτοδιαχειριζόμενα εγχειρήματα σε Αθήνα και Istanbul.

Ιούνιος 2025, Istanbul. Η πόλη βιώνει μια κρίση που αντανακλά βαθύτερα ρήγματα της τουρκικής κοινωνίας. Μια κρίση που δεν περιορίζεται σε ένα μόνο πεδίο, αλλά είναι σύνθετη και διαμορφώνεται από αλλεπάλληλα κύματα έντασης: οικονομικές αναταράξεις, πολιτικές συγκρούσεις και μια κλιμακούμενη αμφισβήτηση της ανεξαρτησίας των θεσμών, οι οποίοι θεωρούνται πλέον απολύτως ενσωματωμένοι στον μηχανισμό της κυβερνητικής εξουσίας.

Αυτή η κατάσταση διαρκούς έντασης και αβεβαιότητας έχει βαθιές ιστορικές ρίζες, που εκτείνονται ως το στρατιωτικό πραξικόπημα του στρατηγού Kenan Evren το 1980, όταν επιβλήθηκε στη χώρα μια βίαιη νεοφιλελεύθερη αναδιάρθρωση. Το πείραμα αυτό, παρόμοιο με εκείνα των στρατιωτικών δικτατοριών στη Λατινική Αμερική τις δεκαετίες ’70 και ’80, επιταχύνθηκε μετά την οικονομική κατάρρευση του 2001. Ακολούθησαν η παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση του 2008, η αυταρχική στροφή του κυβερνώντος Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (AKP) μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα του 2016, και η νομισματική κρίση του 2018.  Κάθε κρίση προστίθεται στην επόμενη, σχηματίζοντας ένα παρόν που βιώνεται ως αδιάκοπη μεταβατικότητα.

Έχουν περάσει περισσότεροι από δύο μήνες από τη σύλληψη του Ekrem İmamoğlu, δημάρχου της Istanbul και ηγετικής φυσιογνωμίας της αντιπολίτευσης. Στις 23 Μαρτίου 2025, ενώ βρισκόταν ήδη υπό κράτηση, ο İmamoğlu αναδείχθηκε με ευρεία αποδοχή από τη βάση του CHP, μέσα από μια ανοιχτή και μαζική διαδικασία, ως υποψήφιος για τις επερχόμενες προεδρικές εκλογές, οι οποίες είναι προγραμματισμένες να διεξαχθούν το αργότερο έως τις 7 Μαΐου 2028. Η υποψηφιότητά του θεωρείται ιδιαίτερα ισχυρή, καθώς πριν από τη σύλληψή του, οι δημοσκοπήσεις τον έδειχναν ως έναν από τους πιο πιθανούς νικητές απέναντι στον Erdoğan. Το σύνθημα «Free İmamoğlu» διαπερνά διαφορετικές πολιτικές γεωγραφίες της πόλης οργανώσεις της αριστεράς, τοπικές συλλογικότητες, κινήματα βάσης. Δεν πρόκειται μόνο για στήριξη σε ένα πρόσωπο, αλλά για έκφραση μιας διαρκούς απαίτησης για θεσμική αξιοπρέπεια, κοινωνική συμμετοχή και πολιτικό χώρο.

Πέρα από την πολιτική αστάθεια, η οικονομική κρίση διαχέεται σε κάθε πτυχή της καθημερινότητας. Δεν περιορίζεται σε αφηρημένους δείκτες αλλά εκδηλώνεται στις πρακτικές της καθημερινότητας, στον διαρκή υπολογισμό των εξόδων, στο παζάρι της γειτονιάς, στα σοκάκια. Ο πληθωρισμός, το κόστος ζωής, οι αυξανόμενες οφειλές και η εργασιακή αστάθεια συγκροτούν ένα βίωμα που διαπερνά το υλικό, το κοινωνικό και το ψυχολογικό επίπεδο. Πρόκειται για μια κατάσταση που διαμορφώνει τις σχέσεις, τις επιθυμίες, τις αντιστάσεις.

Κι όμως, μέσα σε αυτή τη ρευστή και επιβαρυμένη πραγματικότητα, αναδύονται εναλλακτικές μορφές συλλογικής ζωής και καθημερινής επινόησης, άλλοι τρόποι παραγωγής, συνεργασίας και συνύπαρξης. Μεταξύ αυτών, οι συνεταιρισμοί που συναντήσαμε στην Istanbul δεν επιτελούν απλώς έναν εναλλακτικό ρόλο στην αγορά· συγκροτούν εστίες επιθυμίας, σχέσεων, πειραματισμού. Εκεί, η εργασία νοηματοδοτείται ξανά, ως τρόπος ύπαρξης μέσα στην κοινότητα. Η αλληλεγγύη, η οριζόντια οργάνωση, η δημιουργία, όλα αυτά είναι ταυτόχρονα στρατηγικές επιβίωσης και αξίες που ενσαρκώνονται στην πράξη. Μια συλλογική και κυτταρική απάντηση στη καπιταλιστική αναδιάρθρωση.

Ξεκινώντας από τον Beyoğlu, την καρδιά της σύγχρονης Istanbul, και κατηφορίζοντας προς το Karaköy, το ιστορικό εμπορικό λιμάνι, το πρώτο ένστικτο ήταν να παρατηρήσουμε προσεκτικά την ατμόσφαιρα. Η μνήμη της πόλης δεν είναι ουδέτερη. Οι μέρες συμπίπτουν με την επέτειο της εξέγερσης στο Gezi. Σε ένα περίπτερο, μισοκρυμμένο πίσω από άλλα έντυπα, διακρίνω το εξώφυλλο της Bir Gün, της ιστορικής σοσιαλιστικής εφημερίδας. Ο τίτλος λέει: «Ήρθε η ώρα να ολοκληρώσουμε την ημιτελή ιστορία». Στην κεντρική φωτογραφία, ένα πλήθος διαδηλωτών. Ένα πλακάτ στο κέντρο γράφει «GEZİ 2.0 LOADING…», σαν να φορτώνει μια νέα έκδοση της εξέγερσης του 2013. Η εφημερίδα μιλάει για κάτι που όλοι αισθάνονται αλλά δύσκολα να ειπωθεί σε λέξεις. Την αγοράζω διακριτικά.

Δώδεκα χρόνια μετά τις πρώτες συγκρούσεις στην İstiklal, εκείνη η γνώριμη ένταση επανέρχεται. Ένα αίσθημα στα όρια του προβλέψιμου. Παντού αστυνομία. Το κέντρο είναι γεμάτο χιλιάδες πάνοπλους αστυνομικούς. Η περιοχή είναι κλεισμένη με μεταλλικά κιγκλιδώματα. Για να περάσεις πρέπει να εξηγήσεις πού πηγαίνεις. Κάθε 100 με 150 μέτρα νέα μπλόκα, νέος έλεγχος. Περιφρουρούν την οργή. Ένας αστυνομικός με πολιτικά μας λέει: «Κατεβείτε στη θάλασσα, δείτε το ηλιοβασίλεμα και μέχρι να το δείτε θα τα έχουμε μαζέψει».

Λίγα μέτρα πιο πέρα ακούμε συνθήματα. Παρακάμπτουμε τα μπλόκα, μπαίνουμε σε ένα σοκάκι. Φτάνουμε σε απόσταση 40 μέτρων το πολύ. Κάπου 300 άτομα περικυκλωμένα. Τα όπλα με τις πλαστικές σφαίρες είναι γεμάτα. Συνθήματα με παλμό. Δύο drones πάνω από τα κεφάλια τους, ένα ελικόπτερο ακόμα πιο ψηλά. Προσπαθούμε να μπούμε σε ένα μαγαζί για να έχουμε εικόνα από το μπαλκόνι. Δεν μας αφήνουν να βγούμε. Παίρνουμε την απόφαση να φύγουμε. Καθώς απομακρυνόμαστε, τα συνθήματα ακούγονται πιο δυνατά.

 

Παίρνουμε το καραβάκι για το Kadıköy, στην ασιατική πλευρά της Istanbul. Τα τελευταία χρόνια, ένα σημαντικό κομμάτι του κινηματικού κόσμου έχει μετακινηθεί προς τα εδώ, όχι μόνο λόγω των υψηλών ενοικίων στο κέντρο της ευρωπαϊκής πλευράς, αλλά και επειδή το Kadıköy παραμένει μια περιοχή όπου εξακολουθούν να υπάρχουν περιθώρια ελευθερίας, πολιτικού χώρου και αυτοοργανωμένων πρακτικών. Το Kadıköy, όπως και πολλές άλλες συνοικίες τόσο στην ασιατική όσο και στην ευρωπαϊκή πλευρά του κέντρου, βρίσκεται στο επίκεντρο μιας έντονης διαδικασίας gentrification. Οι παλιές λαϊκές πολυκατοικίες με τα στενά σοκάκια και τις αυλές της δεκαετίας του ’60 και του ’70, συνυπάρχουν πια με boutique καφέ, concept stores και ενοίκια σε ραγδαία άνοδο. Το τοπίο θυμίζει μερικές φορές το Kreuzberg ή το Neukölln του Βερολίνου. Mια περιοχή ζωντανή, γεμάτη καλλιτεχνικές και πολιτικές πρωτοβουλίες, αλλά ταυτόχρονα κορεσμένη από εμπορευματοποίηση, μεταβολή χρήσεων και κοινωνική πίεση στους τοπικούς πληθυσμούς.

Μέσα σε αυτό το μεταβαλλόμενο τοπίο, αναδύονται εστίες αντίστασης και αυτοοργάνωσης. Ορισμένοι συνεταιρισμοί που επισκεφτήκαμε έχουν τις ρίζες τους αλλά και τις αναφορές τους στην εξέγερση του Gezi το 2013,  στη μαζική εκείνη στιγμή που άφησε πίσω της όχι μόνο έντονη πολιτική μνήμη, αλλά και ένα πλέγμα σχέσεων, κοινών εμπειριών και πρακτικών. Ό,τι γεννήθηκε τότε στους δρόμους και στα πάρκα, με τις συνελεύσεις, τις δομές αλληλεγγύης, τη φροντίδα ως πολιτική πράξη, επιβιώνει μέχρι σήμερα σε διάφορες μορφές  μέσα σε κοινωνικά κέντρα, σε πολιτιστικούς χώρους, σε συλλογικές κουζίνες. Μεταξύ άλλων, αποτυπώνεται και στους συνεταιρισμούς πάνω στους τοίχους τους, στα ράφια με συλλογικά προϊόντα, στις κουζίνες τους, όπου η καθημερινότητα οργανώνεται με βάση την αλληλεγγύη και τη συνεργασία. Σε έναν από αυτούς τους χώρους, το βλέμμα μας σταμάτησε σε μια αφίσα:

«Τα δέντρα που δεν μπορούσες να κόψεις κατά τη διάρκεια του Ταξιδιού, τώρα ανθίζουν παντού. Μέσα από το σκοτάδι, το Ταξίδι Μένει»

Στην ουσία, πολλά από αυτά τα εγχειρήματα γεννήθηκαν μέσα από τις πρακτικές των φόρουμ, ανοιχτών, αυτοοργανωμένων συνελεύσεων που αναδύθηκαν στη λαϊκή εξέγερση του Gezi. Παρότι τα φόρουμ εμφανίστηκαν τότε με νέα ένταση και μαζικότητα, η πρακτική τους έχει βαθιές ρίζες στην κινηματική ιστορία της Τουρκίας. Από τον λεγόμενο «τουρκικό Μάη» στα τέλη της δεκαετίας του ’60, μέχρι τις πανεπιστημιακές καταλήψεις και τις πολιτικές ζυμώσεις των φοιτητών εκείνης της εποχής. Κατά τη διάρκεια του Gezi και ιδιαίτερα μετά τη βίαιη καταστολή του, τα φόρουμ απέκτησαν αποκεντρωμένο χαρακτήρα, απλώνοντας τις διαδικασίες τους σε πάρκα και πλατείες όλης της Istanbul. Το φόρουμ του Kadıköy υπήρξε από τα πιο ενεργά και σταθερά, ένας τόπος συλλογικής σκέψης και πολιτικής ανασύνταξης.

Από εκεί ξεπήδησαν δύο εμβληματικά συνεταιριστικά παραδείγματα της πόλης: ο Συνεταιρισμός Kadıköy και ο Yerdeniz, που σημαίνει «Γη και Θάλασσα». Αν και δεν είναι σαφές αν πρόκειται για συνειδητή αναφορά, το όνομα ίσως παραπέμπει στη σειρά βιβλίων φαντασίας της Ursula K. Le Guin, «Earthsea», ένα λογοτεχνικό σύμπαν δομημένο πάνω σε αξίες όπως η ισορροπία, η γνώση και η αμοιβαιότητα. Η ίδια η Le Guin, με το ριζοσπαστικό φεμινιστικό και αναρχικό της βλέμμα, δεν έγραφε μόνο για κόσμους μακρινούς αλλά για εναλλακτικές μορφές συμβίωσης. Ακόμα κι αν η σύνδεση είναι συμπτωματική, η εικόνα της γης και της θάλασσας κουβαλά έναν υπόγειο συμβολισμό. Μια καθημερινότητα ριζωμένη, αλλά ανοιχτή στον ορίζοντα.

Και οι δύο συνεταιρισμοί λειτουργούν χωρίς ιεραρχίες και φιλοξενούν στους χώρους τους άλλα συνεργατικά σχήματα, συλλογικότητες, ομάδες και μικρούς παραγωγούς. Η επαφή με τη γειτονιά αποτελεί πυρήνα της ταυτότητάς τους. Από συλλογικές κουζίνες και ανταλλακτικά ράφια, μέχρι συνελεύσεις κατοίκων, μαθήματα, πολιτιστικά δρώμενα και πολιτικές εκδηλώσεις. Σε κάποιες περιπτώσεις, ακόμη και ασκήσεις ετοιμότητας για το ενδεχόμενο μεγάλου σεισμού, ένα σενάριο απολύτως υπαρκτό, καθώς το ρήγμα της θάλασσας του Μαρμαρά αναμένεται να δώσει έναν ισχυρό σεισμό τα επόμενα χρόνια.

Τις μέρες των επισκέψεών μας, ένας εργαζόμενος μας ενημέρωσε ότι κάποια μέλη του συνεταιρισμού συμμετείχαν στο Φεστιβάλ Περιβάλλοντος Kadıköy (Kadıköy Çevre Festivali), που διοργανώνεται τα τελευταία χρόνια στο ιστορικό Πάρκο Ελευθερίας, ανάμεσα στις συνοικίες Kadıköy και Göztepe — τον ίδιο χώρο όπου, κατά τη διάρκεια του Gezi, φιλοξενούνταν ανοιχτά φόρουμ και συνελεύσεις.

Το φεστιβάλ οργανώνεται από τον δήμο Kadıköy, έναν από τους 39 τοπικούς δήμους της Istanbul. Η αυτοδιοίκηση στην πόλη διαρθρώνεται σε τρία επίπεδα. Toν μητροπολιτικό δήμο (όπου δήμαρχος υπήρξε μέχρι πρόσφατα ο Ekrem İmamoğlu), τις νομαρχίες που διορίζονται απευθείας από την κυβέρνηση και τους τοπικούς δήμους, οι οποίοι εκλέγονται από τους κατοίκους. Ο δήμος Kadıköy, που ελέγχεται από το CHP, το κύριο κεμαλικό/σοσιαλδημοκρατικό κόμμα της αντιπολίτευσης, ακολουθεί μια σχετικά προοδευτική πολιτική γραμμή, ιδιαίτερα σε θέματα περιβάλλοντος, ισότητας και υποστήριξης συνεργατικών εγχειρημάτων.

Στο φεστιβάλ συμμετείχαν συνεταιρισμοί από διάφορες περιοχές της Τουρκίας, κυρίως από επαρχίες γύρω από την Istanbul. O Yırca Köyü, που στηρίζει γυναίκες παραγωγούς σε αγροτικές περιοχές· ο Defne, ένας γυναικείος συνεταιρισμός με βάση τη φροντίδα και την τοπική οικονομία· ο Ch*ulchan, που εισάγει καφέ από ζαπατιστικές κοινότητες στο Μεξικό· ο Apikoop, που δραστηριοποιείται στη μελισσοκομία· και ο Şile, που εστιάζει σε αρωματικά και φαρμακευτικά φυτά.

Όπως μας εξήγησαν κάποια μέλη, η συμμετοχή τους σε τέτοιες εκδηλώσεις δεν στοχεύει απλώς στην προώθηση των προϊόντων τους, αλλά κυρίως στην ενίσχυση των δικτύων αλληλεγγύης και στην ορατότητα των συνεργατικών εγχειρημάτων στον δημόσιο χώρο. Ομολογώ πως στην αρχή μου φάνηκε κάπως αντιφατικό. Συνεταιρισμοί, κάποιοι από τους οποίους έχουν έντονη κινηματική ή ριζοσπαστική ταυτότητα, να συμμετέχουν σε μια διοργάνωση ενός θεσμικού φορέα και μάλιστα ενός δήμου που εκπροσωπεί το CHP, ένα κόμμα με σαφή σοσιαλδημοκρατική αλλά και αυστηρά κρατικιστική παράδοση. Σύντομα όμως κατάλαβα πως, για πολλά από τα συμμετέχοντα εγχειρήματα, αυτή η συμμετοχή αποτελεί τακτική τοποθέτηση. Μια πρακτική αξιοποίησης των υπαρχόντων δημόσιων πλαισίων, όχι ως υποταγή σε αυτά, αλλά ως ευκαιρία για επαφή, διασύνδεση και παρουσία σε ένα κοινωνικό πεδίο όλο και πιο στενό. Σε αυτή τη συνθήκη, η θεσμική ορατότητα δεν αποκλείει τη ριζοσπαστική δράση μπορεί να λειτουργεί ως επέκτασή της.

Επιστρέφουμε στην ευρωπαϊκή πλευρά της πόλης. Παίρνουμε και πάλι το καραβάκι. Κάποιοι φίλοι μας μιλούν για έναν ακόμη συνεταιρισμό, αυτή τη φορά εκπαιδευτικού χαρακτήρα. Λειτουργεί, όπως λένε, σε λαϊκές γειτονιές όπως το Tarlabaşı, μια περιοχή στο κέντρο της Istanbul, εντός του Beyoğlu, γνωστή για τον πολυεθνοτικό και μεταναστευτικό της πληθυσμό, αλλά και για τις μακροχρόνιες πολιτικές υποβάθμισης.


Δεν γνώριζαν πολλές λεπτομέρειες, αλλά μας έδωσαν στοιχεία για έναν κοινωνικό χώρο που λειτουργεί ως καφέ, στην απέναντι πλευρά του Tarlabaşı Boulevard, του μεγάλου οδικού άξονα που χωρίζει σχεδόν φυσικά την τουριστική ζώνη του κέντρου από τις υποβαθμισμένες λαϊκές συνοικίες.
Εκεί, μερικές φορές την εβδομάδα, ο συνεταιρισμός οργανώνει μαθήματα για γυναίκες, παιδιά και μετανάστες.

Ψάχνουμε το σημείο μέσα στα σοκάκια. Το Google Map μας μπερδεύει, μας βγάζει αλλού. Τελικά το βρίσκουμε. Ένα μικρό αυλάκι. Μπαίνουμε. Τρεις άνθρωποι κάθονται στην αυλή και πίνουν τσάι. Μας λένε Merhaba. Τους χαιρετάμε. Καθόμαστε. Έρχεται μια κοπέλα και μας συστήνεται. Rojin που σημαίνει «ηλιαχτίδα», «το φως της ημέρας». Της παραγγέλνουμε. Όταν επιστρέφει με τα ποτήρια, της μιλάω και της λέω τι ψάχνουμε. Με κοιτάζει προσεκτικά. Με ακτινογραφεί. Μετρημένα, χωρίς εχθρότητα, αλλά με πλήρη συνείδηση.

 

Μπαίνω μέσα στον χώρο. Με ακολουθεί. Στο κεντρικό τοίχο βλέπω τον Gramsci. Σε άλλον τον Άρη Βελουχιώτη. Πιο πέρα έναν Lenin σκαλιστό. Ξαναβγαίνουμε έξω, καθόμαστε. Αρχίζει να μας μιλάει. Είναι 18 χρονών. Μας συστήνεται ως Κούρδισσα κομμουνίστρια. Με ρωτάει αν συμμετέχω σε συνεταιρισμό. Λέω ναι. «Τι σερβίρετε;» με ρωτάει. «Καφέ και μεζέδες», απαντάω. Κάνω το λάθος: λέω τουρκικό καφέ για να συνεννοηθούμε. Με διακόπτει, όχι εχθρικά αλλά σταθερά. Σχολιάζει τον προσδιορισμό «τουρκικό». Και δεν είναι τυχαίο. Για πολλούς Κούρδους στην Τουρκία, ακόμη και η ονομασία ενός καθημερινού πράγματος, όπως ο καφές, κουβαλά τη μνήμη της άρνησης. Οι λέξεις δεν είναι ουδέτερες. Είναι εθνικές επιβολές, ιστορικές διαγραφές με καθημερινούς αποκλεισμούς. Το να τις απορρίπτεις ή να τις διορθώνεις γίνεται μια πράξη αντίστασης απέναντι στην καταπίεση, στην ομογενοποίηση, στην διαγραφή της συλλογικής μνήμης. Ένα δικαίωμα στον αυτοπροσδιορισμό, ακόμη κι αν ξεκινά από ένα φλιτζάνι.

Η Rojin μας συμπαθεί. Παίρνει το κινητό, καλεί ένα μέλος του συνεταιρισμού που αναζητούμε. Μιλάει. Συνεχίζουμε τη συζήτηση. Μιλάει για την κατάσταση έτσι όπως την βιώνει. Zει με τη μητέρα της και τα τρία της αδέρφια, θέλει να πάει στην Ankara να σπουδάσει, αλλά το βλέπει δύσκολο. Μάτια γεμάτα πάθος, μάτια που καίνε. Πιο πέρα, μας δείχνει έναν άντρα γύρω στα εξήντα. Κάθεται μόνος, σκυμμένος πάνω από ένα βιβλίο. «Είναι μέλος σε συνεταιρισμό συλλογής χαρτιού», μου λέει. «Θεωρητικός». Διαβάζει Bloch. Η ίδια παραδέχεται πως δεν τον καταλαβαίνει. Εκείνος δεν σηκώνει το βλέμμα, δεν μας απευθύνεται, αλλά η παρουσία του γεμίζει τον χώρο. Τον παρατηρώ. Ζηλεύω τη συγκέντρωσή του. Το πώς βυθίζεται στο διάβασμα. Με γοητεύει. Η σιωπή του δεν είναι απόσταση· είναι συμμετοχή. Νομίζω ακούει. Καταλαβαίνει τι λέμε.

Πίνουμε το τσάι που μας προσφέρουν. Το κινητό της Rojin χτυπά ξανά. Είναι το μέλος του συνεταιρισμού. Έχει πάρει το ok για να μας δώσει την επαφή. Μας δίνει το τηλέφωνο του Baran, που το όνομά του σημαίνει βροχή. Στο τέλος λέμε ότι θα ξαναέρθουμε. Φεύγουμε με αγκαλιές.

Αργότερα, μιλάω με το μέλος του συνεταιρισμού. Ο Baran δεν βρίσκεται στην πόλη, αλλά κανονίζουμε ραντεβού για την επόμενη εβδομάδα.
«Αυτό που κάνουμε είναι ταξικό», μου λέει. «Προετοιμάζουμε την εργατική τάξη. Να έχει πρόσβαση στη γνώση». Προσθέτει πως, «οι μετανάστες αποτελούν το πιο περιθωριοποιημένο κομμάτι της κοινωνίας και ακριβώς γι’ αυτό πρέπει να βρεθούν στο κέντρο της μορφωτικής διαδικασίας».
Είναι Κούρδος και αυτός. Κάτι στον τόνο και στον τρόπο του μου θύμισε εκείνη την παλιά ηθική της ελληνικής αριστεράς της δεκαετίας του ’60 και του ’70, όταν, στο μεταπτυχιακό μου, έπαιρνα συνεντεύξεις από παλιούς αγωνιστές, που μιλούσαν για τα βιβλία όχι απλώς ως εργαλεία, αλλά ως προϋποθέσεις χειραφέτησης.
Μια ολόκληρη εικόνα για το πώς έπρεπε να είναι ο ανθρωπότυπος του αγωνιστή. Διαβασμένος, πειθαρχημένος, ηθικός.

Ο συνεταιρισμός έχει άμεση σχέση με  το Δημοκρατικό Λαϊκό Κόμμα (DEM), την πολιτική συμμαχία που συγκροτήθηκε στη θέση του «φιλοκουρδικού» Δημοκρατικού Κόμματος των Λαών (HDP), μετά τη συστηματική στοχοποίησή του από το κράτος και τον κίνδυνο απαγόρευσής του. Πρόκειται για έναν σχηματισμό με ισχυρή παρουσία στους κοινωνικούς αγώνες και βαθιές ρίζες σε λαϊκές κοινότητες.

Το DEM αποτελεί την τρίτη πολιτική δύναμη στη χώρα, συγκροτώντας έναν διακριτό πόλο απέναντι στον «ερντογανισμό» και τον «κεμαλισμό». Όχι μόνο ως κοινοβουλευτική δύναμη, αλλά ως ζωντανή, κινηματική πραγματικότητα, που δρα ταυτόχρονα μέσα και έξω από τους θεσμούς. Σε αυτό το πλαίσιο, η συμμετοχή του συνεταιρισμού αποτελεί έκφραση μιας ευρύτερης κουλτούρας αυτοοργάνωσης, αλληλεγγύης και συλλογικής δημιουργίας.

Καθώς περιπλανιόμαστε στα σοκάκια της πόλης, αναζητώ τους εργάτες της Özgür Kazova, του μοναδικού ανακτημένου εργοστασίου στην Τουρκία, ενεργού από το 2013, όταν τα αφεντικά εξαφανίστηκαν και οι εργαζόμενοι ανέλαβαν την παραγωγή. Δεν τους βρίσκω. Τους είχαμε γνωρίσει το 2016, στη Θεσσαλονίκη, στη ΒΙΟΜΕ, στη μεγάλη ευρωμεσογειακή συνάντηση των εργαζομένων. Είχαν έρθει μαζί με άλλες ανακτημένες επιχειρήσεις από την Αργεντινή, την Ισπανία, την Ιταλία. Θυμάμαι ακόμη τη συγκίνηση και την αποφασιστικότητά τους.

Πριν λίγες μέρες, διαβάζω ότι 32 άτομα συνελήφθησαν στην Istanbul, υπάλληλοι των δήμων Ataşehir, Maltepe, Sarıyer και Şişli, περιοχών που βρίσκονται κυρίως στην ασιατική και τη βόρεια ευρωπαϊκή πλευρά της πόλης και ελέγχονται από το CHP, στο πλαίσιο έρευνας με την κατηγορία ότι «παρείχαν χρηματοδότηση στο Επαναστατικό Λαϊκό Απελευθερωτικό Κόμμα-Μέτωπο (DHKP-C)», μια ένοπλη οργάνωση της τουρκικής αριστεράς, χαρακτηρισμένη ως τρομοκρατική από το τουρκικό κράτος, ΕΕ και ΗΠΑ.  Ανάμεσα στα στοιχεία που επικαλέστηκε η εισαγγελία, περιλαμβάνονται και οι συμβάσεις για ενδυμασία που είχαν συναφθεί με την Kazova. Ακόμα και η προμήθεια ρούχων για παιδιά παρουσιάστηκε ως ένδειξη ενοχής. Η υπόθεση εντάσσεται σε μια ευρύτερη τάση ποινικοποίησης της τοπικής αυτοδιοίκησης, ειδικά των δήμων της αντιπολίτευσης. Μια τάση που εντείνεται το τελευταίο διάστημα, ιδιαίτερα μετά τη σύλληψη του İmamoğlu.

Μέσα σε αυτό το περιβάλλον, μου βγάζει νόημα γιατί δεν μπορώ να βρω κάποιον εργαζόμενο να μου μιλήσει. Βρίσκονται σε δύσκολη φάση, όπως και πολλοί άλλοι συνεταιρισμοί που τα τελευταία χρόνια δοκιμάζονται από τις επιπτώσεις της πανδημίας, την ακρίβεια, την άνοδο των ενοικίων και τη διογκούμενη πίεση της καταστολής. Κάποιοι έχουν κλείσει. Άλλοι συνεχίζουν με περιορισμένη δράση. Σε κάθε περίπτωση, η απουσία τους αφήνει ένα κενό.

Και έπειτα ανεβαίνουμε στην πλατεία Taksim, κατευθυνόμαστε στο πάρκο Gezi. Μια εικόνα σχεδόν σουρεαλιστική μάς περιμένει καθώς ανεβαίνουμε τα σκαλιά. Μερικοί αστυνομικοί, που πριν λίγες μέρες είχαν κλείσει με κιγκλιδώματα ολόκληρο το κέντρο, έχουν τώρα τοποθετήσει κυκλιδώματα γύρω από τον εαυτό τους. Έχουν στήσει σκηνές και μένουν εκεί, περικυκλωμένοι για την «προστασία» τους. Σκέφτομαι ότι αυτή η εικόνα, της αυτοπερικύκλωσης, έχει κάτι το αμήχανα κωμικό, σχεδόν παράδοξο.

Καθόμαστε σε ένα παγκάκι, κάτω από ένα δέντρο. Ο ήλιος καίει δυνατά. Βάζω ακουστικά. Οι Social Waste έχουν κυκλοφορήσει νέο δίσκο. Ακούω προσεκτικά τους στίχους, τους αφήνω να κάτσουν πάνω στην εμπειρία των ημερών. Τελικά βγάζω τα ακουστικά και το βάζω από το κινητό, χαμηλά:

«Ερχόμαστε από παντού και από παντού χτυπάμε,

πειρατική έχουμε υψώσει παντιέρα και πάμε,

καραβέλα που γυρίζει σε ελεύθερες θάλασσες,

ξαναράψαμε και εκείνα τα πανιά που μου τα χάλασες…»

Σηκωνόμαστε και κατηφορίζουμε προς Kabataş, μήπως προλάβουμε τη δύση. Τελικά αποφασίζουμε να πάρουμε το καραβάκι για Üsküdar προς την ασιατική πλευρά, και μετά ξανά πίσω, μια κυκλική διαδρομή με το βλέμμα στραμμένο προς τον ορίζοντα. Η ζέστη αρχίζει να υποχωρεί. Ο  δροσερός αέρας κατεβαίνει από τα στενά του Βοσπόρου. Η μουσική του δρόμου μας ακολουθεί. Στο καραβάκι, κάποιοι παίζουν μουσική. Μου θυμίζουν εκείνη τη σκηνή από το ντοκιμαντέρ του Fatih Akin, «Οι Ήχοι της Πόλης». Οι Baba Zula, ένα ψυχεδελικό συγκρότημα από την Istanbul να παίζουν μέσα σε ένα καΐκι, να ταξιδεύουν στη θάλασσα του Μαρμαρά, να παίζουν μουσική στο Yerdeniz, στη γη και τη Θάλασσα.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Έκτακτες συγκεντρώσεις διαμαρτυρίας για τη σύλληψη του πληρώματος του Madleen