in

Ινδιάνοι. Του Χρήστου Λάσκου

Κώστας Γαλανόπουλος, Ο κόσμος όλος ήταν Αμερική, πλήθος 2023, σελ. 340

Η αγριότητα ενός νεαρού ινδιάνου, που έλαβε κολεγιακή εκπαίδευση έχει εξαφανιστεί

Σάμουελ Στόουνχοουπ Σμιθ

Δεν ξέρω σε ποια συγκεκριμένη περίπτωση αναφέρεται ο Σμιθ από τον 18ο αιώνα. Η γενικευτική, ωστόσο, διατύπωση προσκρούει σε περιγραφές από την εποχή, οι οποίες όχι μόνο την αμφισβητούν, αλλά την διαλύουν.

Όπως σημειώνει ο, υπεράνω υποψίας για ανθρωπολογικό ρομαντισμό, Βενιαμίν Φραγκλίνος: «Όταν νεαροί λευκοί των δύο φύλων που αιχμαλωτίστηκαν από τους Ινδιάνους και έζησαν κάποιο διάστημα μαζί τους επέστρεφαν, με την πρώτη ευκαιρία το έσκαγαν ξανά στα δάση» (σελ. 33). Ή ο C. Colden, συγγραφέας μιας Ιστορίας των 5 Εθνών, της Κοινοπολιτείας, δηλαδή, των Ιροκέζων:  «Δεν υπάρχει νομίζω ούτε μια περίπτωση παιδιών Ινδιάνων που να παρέμειναν μαζί μας, παρά επέστρεψαν με τόσο χαρά στις φυλές τους και στον ινδιάνικο τρόπο ζωής όσο και αυτοί που δεν είχαν την παραμικρή γνώση του πολιτισμένου τρόπου ζωής».

Η πληροφορία του Σμιθ είναι μονήρης και χαμένη σε ένα πολύ μεγάλων πλήθος διαπιστώσεων, που επιβεβαιώνουν τον Φραγκλίνο και τον Κόλντεν. Όσοι είχαν βιώσει τον κόσμο των Ινδιάνων, ιθαγενείς ή ευρωπαίοι, δεν τον εγκατέλειπαν με τίποτε. Κάτι καλό συνέβαινε εκεί. Το οποίο, μάλιστα, ίσως εξηγεί και την τελική εξαφάνιση του.

Οι Ινδιάνοι, όπως πολλοί ταξιδιώτες, γείτονές τους «στο σύνορο» ή πρώιμοι «εθνολόγοι» μάς ενημερώνουν πληθωριστικά, υποδέχτηκαν καλά τους αποίκους και τους βοήθησαν να εγκατασταθούν στην νέα τους πατρίδα. Οι άγριοι, σε αντίθεση με τους πολιτισμένους, επέδειξαν βαθύτατο «ανθρωπισμό». Από την πρώτη, κιόλας, στιγμή, όπως λέει ο ίδιος ο Κολόμβος: είναι απλοϊκοί, καλοσυνάτοι και ειρηνικοί.

Μια περιγραφή, λοιπόν, ακριβώς στους αντίποδες των αιμοβόρων Απάτσι ή των Σιου, που  παρουσιάζουν τα συνήθη γουέστερν.

Είτε έτσι είτε αλλιώς, πάντως, δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία πως η Επαφή του Ευρωπαίου με τον Ινδιάνο, του χριστιανού με τον παγανιστή, από την Αναγέννηση κι έπειτα προκάλεσε κατάπληξη και στις δυο πλευρές. Ερέθισε, όσο τίποτε μέχρι εκείνη τη στιγμή, την φαντασία και επηρέασε καθοριστικά την εξέλιξη της σκέψης στην Ευρώπη, όπως και στην Αμερική, άλλωστε.

Υπήρξε, όμως, Ινδιάνικη «σκέψη»;

Όχι μόνο υπήρξε, αλλά οι περισσότερες μαρτυρίες επιβεβαιώνουν πως ήταν βαθιά, πλούσια και εμπνευσμένη. Στο δημόσιο χώρο δε εκφράζονταν με θαυμάσια, συχνά, ρητορική και ευγενή παρρησία.

Οι περίφημοι Διάλογοι με έναν άγριο του Λαχοντάν, που μας παραδίδουν τη συνομιλία του συγγραφέα με τον Ινδιάνο πολιτικό, φιλόσοφο, «άνθρωπο της σκέψης» Κανταριόνκ της φυλής των Χιουρόν, 300 και χρόνια πριν, είναι αποκαλυπτική. Μπήκε στις βιβλιοθήκες χιλιάδων σπιτιών και σίγουρα των περισσότερων στοχαστών δημιουργώντας κατάπληξη. Η κριτική του Κανταριόνκ στις ανελεύθερες ευρωπαϊκές πολιτικές δομές και τους καταπιεστικούς κοινωνικούς θεσμούς, οι εξαιρετικά σαφείς και προωθημένες απόψεις του σχετικά με τη φύση της ελευθερίας και της ισότητας, τον χαρακτήρα της λογικής και της αποκεκαλυμμένης θρησκείας, η ανάλυση των θεμάτων, που θα γινόταν αργότερα κεντρικά στη Διαφωτιστική πολιτική σκέψη, πείθουν πλήρως ότι η Ινδιάνικη οντολογία, γνωσιολογία, ανθρωπολογία και πολιτική φιλοσοφία -ποιος θα περίμενε τέτοιες λέξεις να αφορούν τη σκέψη ενός αγρίου;- δεν υπολείπονταν, ίσως, των αντίστοιχων του πολιτισμένου κόσμου.

Άλλωστε, όπως επισημαίνει ο Γαλανόπουλος, παραθέτοντας τον Γουέδερφορντ, «[η] ανακάλυψη νέων μορφών πολιτικής ζωής στην Αμερική απελευθέρωσε τη σκέψη των Ευρωπαίων στοχαστών προκειμένου να φανταστούν ουτοπίες, τον σοσιαλισμό, τον κομμουνισμό, τον αναρχισμό. Τούτη η ισχυρή πολιτική αφύπνιση προκλήθηκε κατά κύριο λόγο από τους Ινδιάνους» (σελ. 322). Ακόμα και ο Μαρξ έζησε μια τέτοια αφύπνιση, που άλλαξε, από κάποιες απόψεις, την ίδια τη σκέψη του για την επανάσταση.

Είναι χαρακτηριστική η άποψη του Λάιμπνιτς, πως οι Χιουρόν και οι Ιροκέζοι απέδειξαν ότι οι άνθρωποι μπορούν να ζουν δίχως άρχοντες χωρίς να καταφεύγουν στη βία -να ζουν, δηλαδή, σε μια προ-πολιτική κατάσταση (διαψεύδοντας τον Αριστοτέλη), που δεν χαρακτηρίζεται από τον φόβο (διαψεύδοντας τον Χομπς).

Ο Ινδιάνος, ως ο κατεξοχήν φυσικός άνθρωπος, διέλυε το σχήμα homo homini lupus -ο άνθρωπος λύκος για τον άνθρωπο- ως υποθετική περιγραφή της «πρωταρχικής κατάστασης». Όπως το έθεσε ο Μαρξ, σύμφωνα με τα δεδομένα από τις ινδιάνικες κοινωνίες, «ένα χωριό του Χομπς είναι αδιανόητο» (σελ. 330).

Ο Γαλανόπουλος μας χαρίζει με ένα κείμενο με σπουδαίες λογοτεχνικές αρετές, παρακολουθεί, σύντομα όσο και σε βάθος, τη συζήτηση στο πλαίσιο της πολιτικής φιλοσοφίας, που διαμόρφωσε τις σύγχρονες αντιλήψεις πάνω στη φύση και την προέλευση της πολιτικής κοινότητας.

Χομπς, Λοκ, Χιουμ, Άνταμ Σμιθ, Καντ, Γκόντγουϊν, Γουόλστονκραφτ, Πέιν, Μπερκ, Μονταίνιος, Βολταίρος, Ρουσσώ, Μιλ, Τοκβίλ, Μαρξ, βεβαίως, αναλύονται με γνώμονα τη συνάντηση με τον Ινδιάνο, σε θαυμαστό εύρος και βάθος.

Δείχνεται, ακόμα, πώς κινήθηκε, παράλληλα ο προβληματισμός, η ανησυχία ή η ελπίδα, που ενέπνεαν οι εγχώριοι «Ινδιάνοι», οι φτωχοί των ευρωπαϊκών μεγαλουπόλεων, οι επικίνδυνες -βρώμικες και ελεεινές για τους «καθεστωτικούς» στοχαστές, θεμέλιο του νέου εξισωτικού κόσμου για τους ριζοσπάστες- τάξεις.

Η συνάντηση με τον Ινδιάνο υπήρξε καθοριστική. Όπως είπε ο Λοκ, άλλωστε, τότε, «ο κόσμος όλος ήταν η Αμερική».

Φυσικά, οι ινδιάνικες κοινωνίες δεν ήταν «ιδανικές». Δεν έλειπε ο πόλεμος ανάμεσα σε φυλές, δεν ήταν άφαντα τα συμφέροντα. Μόνο που ήταν διαφορετικά από ό,τι τα ήξερε η Ευρώπη. Τα συμφέροντα, π.χ., ήταν συλλογικά, ποτέ ατομικά. Η ισότητα ήταν δεδομένη όσο και η ομορφιά της φύσης.

Σε ό,τι αφορά την πολιτική οργάνωση, ο Τζέφερσον έδωσε εξαιρετικές περιγραφές των ινδιάνικων ομοσπονδιών. «Οι σαχέμ, οι αρχηγοί, πρέπει να εκλέγονται με κριτήριο τη σωφροσύνη και τις πολιτικές ικανότητες, ενώ αυτοί που βρίσκονται επικεφαλής της ομοσπονδίας επιλέγονται κυκλικά από όλες τις φυλές. Επιπλέον, ο τρόπος διακυβέρνησης βασίζεται εξ ολοκλήρου στην πειθώ […] Γενικά, οι Ινδιάνοι δεν υπόκεινται σε καμιά Αρχή, δεν αναγνωρίζουν καμιά καταπιεστική εξουσία […] Ο έλεγχος των πράξεών τους επιτυγχάνεται μόνο μέσω των ποιοτήτων της φύσης τους. Όσοι αδικοπραγούν εισπράττουν μόνο την περιφρόνηση των άλλων και στη συνέχεια αποπέμπονται από την κοινότητα -μέσα τιμωρίας καθεαυτά αδύναμα που όμως παράγουν εξαιρετικά αποτελέσματα» (σελ. 306).

Το βιβλίο του Γαλανόπουλου είναι σπουδαία δουλειά, από έναν άνθρωπο, που, φανερά, ξέρει γράμματα. Ποιότητα καθόλου δεδομένη για τους πνευματικούς κήνσορες και θεράποντες της εποχής μας.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Η εργασία και η ζωή. Του Giorgio Agamben

Εμείς και ο καπιταλισμός. Του Enrico Palandri