in

Ικτίνου: Η ανάγκη να συμβιώνουμε και μια ιστορία από τα παλιά

Ικτίνου: Η ανάγκη να συμβιώνουμε και μια ιστορία από τα παλιά

Η θεαματική επέμβαση των ΜΑΤ στην Ικτίνου την Τετάρτη τα ξημερώματα με δεκάδες προσαγωγές νεαρών που δεν είχαν ταυτότητα άνοιξε ξανά την συζήτηση σχετικά με  τους ελεύθερους δημόσιους χώρους, την επιταχυνόμενη εμπορευματοποίησή τους και τους τρόπους χρήσης τους από τους πολίτες. Την ίδια στιγμή αποκάλυψε και τον ρόλο ενός ισχυρού λόμπι καταστηματαρχών που εχθρεύεται φανερά ή κρυφά την δημόσια χρήση πεζοδρόμων ασκώντας πιέσεις στον Δήμο και την αστυνομία.

Παράλληλα προκάλεσε την έκπληξη όχι μόνο στην νεολαία που κάνει χρήση του δημόσιου χώρου, ως χώρου συνεύρεσης και διασκέδασης αλλά και στους μεγαλύτερους σε ηλικία φέρνοντας στο μυαλό εικόνες των επιχειρήσεων «Αρετή» που πραγματοποιούσε η αστυνομία την δεκαετία του `80 στα τότε στέκια της πόλης  με στόχο την αναβάθμιση των συγκεκριμένων δρόμων,  δηλαδή την μετατροπή τους σε μια σειρά εμπορικών καταστημάτων.

Την ίδια στιγμή οι κάτοικοι της οδού Ικτίνου και Ζεύξιδος εκφράζουν την δυσαρέσκειά τους τόσο για τα προβλήματα που προκύπτουν από την ύπαρξη τόσων πολλών  τραπεζοκαθισμάτων και τον συνεπαγόμενο θόρυβο που προκαλείται, όσο και για παραβατικές συμπεριφορές όπως και για ζητήματα καθαριότητας που εκδηλώθηκαν το προηγούμενο διάστημα από την ελεύθερη συνάθροιση της νεολαίας στα πεζούλια και τα παγκάκια.

Να υπενθυμίσουμε ότι το τελευταίο διάστημα με πρωτοβουλία των καταστηματαρχών συνελέγησαν υπογραφές με τα  δημοσιεύματα στον τύπο να μεγεθύνουν τα προβλήματα που προκύπτουν όταν πολλοί άνθρωποι συγκεντρώνονται σε ένα σημείο, περιγράφοντας την περιοχή ως …. «εστία ανομίας». Στην υπόθεση εμπλέκεται και η διοίκηση του Δήμου η οποία αφού άφησε ανεξέλεγκτο το φαινόμενο της κατάληψης των πεζοδρόμων της πόλης από τα τραπεζοκαθίσματα (αθετώντας τις προεκλογικές της δεσμεύσεις), δημοτικοί της σύμβουλοι  προανήγγειλαν ουσιαστικά την επέμβαση της αστυνομίας με σχετικές δηλώσεις στα μέσα, δηλαδή ότι η κατάσταση εκεί  χρήζει αστυνομικής αντιμετώπισης. Πάντως πλέον δεν προκαλεί έκπληξη δυστυχώς σε κανέναν  ότι όπου στην πόλη δημιουργείται πεζόδρομος εν είδει ανάπλασης π.χ. Αγ. Σοφίας γεμίζει πριν καν ολοκληρωθούν οι εργασίες με τραπεζοκαθίσματα  ολοένα και περισσότερων  καταστημάτων δημιουργώντας μια de facto κατάσταση.

Παρά τις δικαιολογημένες εκφράσεις ανησυχίας από τους περίοικους για τον θόρυβο από την συγκέντρωση των νέων,  η προχθεσινή εικόνα του πεζοδρόμου (μια μέρα μετά την επέμβαση)  με αστυνομικές δυνάμεις παρατεταγμένες να περιφρουρούν την συνάθροιση των νέων μόνο  θυμηδία μπορεί να προκαλέσει αλλά και πολλά  ερωτήματα σε τι αποσκοπεί. Η  ένταση που θα δημιουργηθεί  αν αυτό το «μέτρο» (;) συνεχιστεί είναι παραπάνω από δεδομένη πέρα από το ήδη καταπατημένο δικαίωμα των πολιτών να μην … «χρειάζονται» την αστυνομία για να συναντηθούν, να πιουν μια μπύρα και να μιλήσουν ελεύθερα.

Δημόσιος χώρος και επιχειρηματική δραστηριότητα

«Είναι αυτονόητο ότι όσο επεκτείνεται η επιχειρηματική δραστηριότητα τόσο μειώνεται ο δημόσιος χώρος, εμπορευματοποιείται γίνεται αντικείμενο κέρδους, το ένα λειτουργεί εις βάρος του άλλου» σημειώνει η Σάσα Λαδά, καθηγήτρια του τμήματος Αρχιτεκτόνων στο ΑΠΘ.

Η λύση στο πρόβλημα αυτό δεν έρχεται φυσικά από μόνη της αλλά είναι ζήτημα της πολιτείας και στην συγκεκριμένη περίπτωση και του Δήμου Θεσσαλονίκης για το πώς θα διαχειριστεί ή θα δημιουργήσει ελεύθερους χώρους στην πόλη μας έτσι ώστε σε καιρούς κρίσης η νεολαία- και όχι μόνο -να βρίσκει διεξόδους συνεύρεσης πέρα από την μεσολάβηση του χρήματος.

Το «δικαίωμα στην πόλη» για την Σάσα Λαδά θα μπορούσε να διεκδικηθεί και από κινήσεις εκ μέρους του Δήμου όπως π.χ. να δημιουργηθεί στοιχειώδης αστικός εξοπλισμός στους πεζοδρόμους, παγκάκια, τραπεζάκια, παροχή ρεύματος έτσι ώστε να μην περιμένουμε από κάποιον επιχειρηματία να «οργανώσει» την περιοχή. «Στο κάτω κάτω της γραφής για ποιον λόγο πληρώνουμε δημοτικά τέλη;» διερωτάται.

Αυτήν την στιγμή η πολιτική του Δήμου είναι να επεκτείνει την ιδιωτικοποίηση-περίφραξη των δημόσιων χώρων. Χαρακτηριστικό είναι ότι πολλές πλατείες όπως η Ναυαρίνου και η πλατεία Δικαστηρίων λειτουργούν με τις χορηγίες πολυεθνικών όπως π.χ. το Lidl.

Η  όχληση που προκύπτει από την συνάθροιση σε ελεύθερους χώρους  θέτει  ζητήματα συμβίωσης. «Υπάρχει φυσικά όριο στις συμπεριφορές αλλά  σίγουρα δεν λύνεται με προληπτική καταστολή» τονίζει η Σάσα Λαδά. Από την άλλη εξασφαλίζεται με λιγότερα τραπεζοκαθίσματα στα καταστήματα. Παράλληλα, όπως συμπληρώνει, «η διασπορά και η επέκταση των ελεύθερων χώρων στις γειτονιές και όχι μόνο στην παραλιακό  μέτωπο- όπου δόθηκαν και τα περισσότερα κονδύλια για τις αναπλάσεις- θα είχε ένα θετικό αποτέλεσμα και θα έδινε την δυνατότητα κάλυψης των καθημερινών αναγκών των νέων οι οποίοι αυτή την στιγμή δεν έχουν κάποιο μέρος να συναντηθούν χωρίς να πληρώσουν».

Μια ιστορία από όχι και τόσο παλιά

«Από το 80-81 το στέκι μας ήταν  στο πάρκο Τσιρογιάννη απέναντι από την Στρατιωτική Λέσχη. Από την Εθνικής Αμύνης μέχρι και την παραλιακή ζώνη  σύχναζε πολύς κόσμος επί το πλείστον πολιτικοποιημένος από την αριστερά και τους αυτόνομους αναρχικούς. Παλαιότερα ήταν στέκι κυρίως της αριστεράς και του κόσμου που είχε ξεπηδήσει από την αντίσταση στην δικτατορία. Η εποχή ήταν έντονα πολιτικοποιημένη» μας λέει ο Αργύρης και ο Γρηγόρης για την περίοδο εκείνη .

«Απέναντι γίνονταν το Φεστιβάλ κινηματογράφου, ήταν παράλληλα και η εποχή όπου αναπτύσσονταν μουσικά ρεύματα στην πόλη, το πανκ, τότε ήταν στα φόρτε τους και οι Τρύπες, ο Παπάζογλου κ.α. Δεν υπήρχαν πολλά μαγαζιά παρά ελάχιστα καφενεία το Ντορέ, ο Λευκός Πύργος, η Σελήνη, το Αχίλλειον, η Ρωξάνη και κάποια λίγα άλλα στην παραλία»

Το 1983-84 επί κυβερνήσεων ΠΑΣΟΚ  ξεκίνησαν οι επιχειρήσεις «σκούπα», οι επονομαζόμενες ως επιχειρήσεις «Αρετή». Οι αστυνομικές δυνάμεις προχωρούσαν σε  αθρόες προσαγωγές εκατοντάδων νέων  με πρόσχημα την εξακρίβωση στοιχείων και πραγματική αιτία την πρόθεση να αλλάξει το ύφος της περιοχής, να «αναβαθμιστεί».

«Μας το έλεγαν σχεδόν ξεκάθαρα και οι αστυνομικοί ότι οι επιχειρήσεις είχαν ως στόχο να διώξουν τη νεολαία από την περιοχή. Να σημειωθεί ότι όλο αυτό το διάστημα γίνονταν εκδηλώσεις και διαμαρτυρίες ενάντια στα ναρκωτικά και τους εμπόρους που συνήθως πηγαίνουν όπου υπάρχει πολύς  κόσμος, ο οποίος με τη σειρά του λειτουργούσε και ως καταφύγιο για τους χρήστες,  προκειμένου να μην συλληφθούν.  Τα στέκια στην συνέχεια εξαπλώθηκαν και στις οδούς Μητροπόλεως και Προξένου Κορομηλά  όπου είχαν ανοίξει κάποια μπαρ  που σύχναζε αρκετός κόσμος του χώρου» συνεχίζουν.

«Οι επιχειρήσεις Αρετή έγιναν πολύ συχνό φαινόμενο με αποτέλεσμα το καλοκαίρι του 1985 να διοργανωθεί μια μεγάλη πορεία ενάντια στην αστυνομοκρατία. Έγιναν επεισόδια υπήρξαν και 11 συλλήψεις. Ήταν η πρώτη πορεία που δέχθηκε τόσο μεγάλη καταστολή και ο κόσμος άρχισε να φοβάται. Οι εφημερίδες έβγαζαν πρωτοσέλιδα παραλληλίζοντας  το «φαινόμενο» με την περιοχή των Εξαρχείων, μας χαρακτήριζαν ως τα «μικρά Εξάρχεια». Το καλοκαίρι του `86 μετά και τα γεγονότα στην Φυσικομαθηματική και την απαγόρευση των πορειών επιβλήθηκε πλέον κλίμα τρομοκρατίας.  Τα παλιά καφενεία άρχισαν να κλείνουν και στην θέση τους άνοιγαν κυριλέ καταστήματα. Όταν έκλεισε και το Ντορέ η περιοχή είχε ήδη αδειάσει από κόσμο» καταλήγουν.

Η διαφορά της εποχής εκείνης με την τωρινή και την περίπτωση της Ικτίνου είναι, όπως εξηγούν, πως τότε το επιχειρηματικό κομμάτι του κέντρου κινούνταν σε μια πιο παραδοσιακή λειτουργία όχι τόσο επιθετική όσο σήμερα, δεν είχε αναπτυχθεί έντονη εμπορική δραστηριότητα στην παραλιακή ζώνη. Έτσι ο κόσμος εκδιώχθηκε προκειμένου η περιοχή να εμπορευματοποιηθεί,  εγκαταστάθηκαν στα πέριξ τράπεζες και στη συνέχεια αλυσίδες καταστημάτων προωθώντας το  «λάιφστάιλ» και το «κυριλέ».

 Σε αντίθεση με την εποχή εκείνη, η Ικτίνου είναι εδώ και χρόνια ένας δρόμος που τα καταστήματα έχουν -με την ανοχή των δημοτικών αρχών και σε πολλές περιπτώσεις με ανύπαρκτες άδειες –τάσεις εξάπλωσης καταλαμβάνοντας τον δημόσιο χώρο τον οποίο εδώ και κάποιο διάστημα διεκδικεί και η νεολαία.

Η συμβίωση με τους περίοικους μπορεί να είναι δύσκολη αλλά όχι αδύνατη. Εξάλλου η πηγή του προβλήματος δεν βρίσκεται στην  νεολαία και το δικαίωμά της στην πόλη αλλά στην ανυπαρξία ελεύθερων χώρων και σε αυτούς που στην πράξη  καταργούν όσους απέμειναν με μοναδικό κίνητρο το κέρδος.  Εξάλλου οι επιλογές δεν είναι πολλές  ή  θα επιχειρήσουμε την συμβίωση με ανθρωπιά, διάθεση ανεκτικότητας και φυσικά σεβασμού προς τις ανάγκες των ανθρώπων ή θα συμβιβαστούμε οι δημόσια- ιδιωτικές μας στιγμές να γίνονται πάντα με την μεσολάβηση  του χρήματος ή με την παρουσία …ΜΑΤ.

Σταυρούλα Πουλημένη

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Πικετοφορία υπέρ της ελευθεροτυπίας. Του Απόστολου Λυκεσά

«Βίβα Μαρία» από την Ταινιοθήκη της ΕΡΤ-3