in

Η τυρρανία των Καρυάτιδων ή πώς ο Λάνγχοφ γδύνει τον Φούχτελ. Του Απόστολου Λυκεσά

Η τυρρανία των Καρυάτιδων ή πώς ο Λάνγχοφ γδύνει τον Φούχτελ. Του Απόστολου Λυκεσά

Με μια δόση υπερβολής, ίσως, πλείστοι θαυμαστές των έργων τέχνης που αποτύπωσαν την αίσθηση του κάλλους που κατέκτησαν οι αρχαίοι Έλληνες υποστηρίζουν ότι η ιδέα της Ελλάδας ως ενιαίου χώρου με ενιαίες αντιλήψεις και αξίες γεννήθηκε στα υπόγεια του Βατικανού από έναν Γερμανό θεολόγο. Ο Ιωάννης Ιωακείμ Βίνκελμαν το 1764, τέσσερα χρόνια πριν δολοφονηθεί σε ένα άθλιο πανδοχείο της πατρίδας του συνέγραψε το μνημειώδες έργο του «Ιστορία της Αρχαίας Τέχνης» ορίζοντας αμετάκλητα τις αρχές της επιστημονικής αρχαιολογίας κόντρα στις μέχρι τότε προχειρότητες που υπαγορευόταν από την επιταγή του πλιάτσικου στο οποίο επιδιδόταν με κάθε τρόπο οι μέχρι τότε αρχαιολάτρες. Ο Βίνκελμαν όρισε τον νεοκλασικισμό και φύτεψε τους βολβούς του νεοανθρωπισμού. Οι απόψεις του περί του μέτρου της αρχαίας ομορφιάς σάρωσαν όλα τα ανήσυχα μυαλά της εποχής του, δεν είναι λίγοι που υποστηρίζουν ότι οι ορισμοί του για το αισθητικό μέτρο τροφοδότησαν τις επαναστατικές παρορμήσεις κόντρα στους βασιλιάδες της εποχής αφού αμετάκλητα σηματοδότησε την έφοδο της τέχνης στον ουρανό με εργαλείο την Δημοκρατία. Η ευγενής απλότητα και το ήρεμο μεγαλείο της κλασσικής αρχαιότητας ερμηνευμένα και αξιολογημένα από κλιματολογικά, ιστορικά, θρησκευτικά, πολιτικά, κοινωνικά, αισθητικά, πολιτισμικά και κλιματολογικά στοιχεία ντύθηκαν με λέξεις. Ο Χέρντερ και ο Γκαίτε, ο Χέλντερλιν και ο Χάινε, ο Μολιέρος, ο Βολταίρος και ο Ρακίνας άνθησαν σ’ αυτό τον κήπο που όριζε ως ιδανικά το Μέτρο και την Αρμονία την αποφυγή της Υπερβολής και της Εκζήτησης. Κι όλα αυτά από έναν άνθρωπο που δεν επισκέφθηκε ποτέ στην ζωή του τον ελλαδικό χώρο. Ο Γκαίτε έγραψε για τον Βίνκελμαν ότι «μοιάζει με τον Κολόμβο ο οποίος δεν έχει ανακαλύψει ακόμη τον Νέο Κόσμο, αλλά έχει μεθύσει από το προαίσθημα αυτού που έρχεται. Δεν μαθαίνεις τίποτα καινούργιο διαβάζοντας τα βιβλία του, ωστόσο γίνεσαι άλλος άνθρωπος». Δύο αιώνες τουλάχιστον βάστηξε τούτη η επιρροή, που όχι άδικα κάποιοι την ονόμασαν «τυραννία της Ελλάδας επί της Γερμανίας». Ο απόηχος των μελετών του Βίνκελμαν  φτάνει μέχρι τις μέρες μας σαν κοσμική ακτινοβολία. Δυστυχώς όχι χωρίς παρενέργειες.

Η ελληνική κυβέρνηση πρώτη και καλύτερη μας έδειξε τις συνέπειες των παρενεργειών. Από τις Καρυάτιδες της Αμφίπολης έσπευσε ξεδιάντροπα να αντλήσει πολιτικό κέρδος. Σιγοντάρισε τις αντιλήψεις ότι ένα μέτρο ορίζει αμετάκλητα την αξία και μέλλον μιας ανασκαφής: οι εισπράξεις. Πρόκειται για την ίδια κυβέρνηση, που συμπεριφέρεται δυό χρόνια τώρα με αξιομνημόνευτη περιφρόνηση στα εξίσου εντυπωσιακά ευρήματα του σταθμού Μετρό στη διασταύρωση της Εγνατίας με την Βενιζέλου, στη Θεσσαλονίκη, για να μην επεκταθώ σε άλλα παραδείγματα που καλλιέργησαν την αντίληψη ότι οι αρχαιότητες είναι εμπόδιο στην οικονομική ανάκαμψη του τόπου, σκιάχτρο για ιεραπόστολους επενδυτές. Είναι η ίδια κυβέρνηση που στον κολοφώνα των απόψεών της ορίζει «δεν μας νοιάζει καθόλου να μάθουμε, μας ενδιαφέρει μόνο να κερδίζουμε». Κι έτσι ξαμολήθηκαν υπουργοί και δημοσιογράφοι της, να απαγάγουν κάθε μέτρο, από τα ευρήματα. Ο πρωθυπουργός φωτογραφήθηκε πρώτος και όρισε αμέσως επιτρόπους που εποπτεύουν το έργο της ανασκαφής ως οι υφιστάμενοι αρχαιολόγοι να είναι ανίδεοι. «Περιμέναμε 2500 χρόνια κάντε λίγο υπομονή ακόμη» συνόψισε ένας άλλος σαν να έταζε λαρδί σε πεινασμένο σκύλο. Κανένας δεν αναρωτήθηκε αν αξίζει τον κόπο να περιμένουμε λίγο περισσότερο, κι ακόμη –κυρίως- αν είμαστε έτοιμοι για την συνάντηση με τα ευρήματα και τα συμπεράσματά τους. Το αποτέλεσμα της καλλιεργούμενης αδολεσχίας συνοψίζεται σε δηλώσεις ντόπιων όπως καταγράφηκαν από τηλεοπτικό δίκτυο «ότι βλέπουμε είναι εντυπωσιακό» και «είναι αξιοθέατο». Αμέσως μετά, ακολούθησαν αναλύσεις και ειρωνείες -αυτών που κάθε μέρα διδάσκουν χυδαίο ωφελιμισμό- για τους αγρότες που σπεύδουν να μοσχοπουλήσουν στην Αμφίπολη τα χωράφια τους, να χτίσουν πανσιόν και rooms too let για τουρίστες ή να ανοίξουν σουβλακερί με σήμα το λιοντάρι. Αναλογίζομαι: τι θα έλεγε άραγε ο σμιλευτής των Καρυάτιδων, σίγουρος όταν τις σκέπαζαν εκατοντάδες χέρια δούλων, πώς τα έργα του θα έμεναν μακριά από τα μάτια όλων των επερχόμενων γενεών, βέβαιος πως ούτε καν μάταια δόξα  δεν θα του εξασφάλιζαν;

Σε μια εξτραβαγκάντσα της πιο ελεεινής μορφής, 250 ακριβώς χρόνια από την έκδοση του Βίνκελμαν, ένας άλλος συμπατριώτης του, Ιωακείμ κι αυτός, Φούχτελ στο επώνυμο, πρότεινε στον δήμαρχο Αθηναίων να πάνε με χλαμύδες στην Ολυμπία για να καταδείξει την συνέχεια της… τυρράνιας της Ελλάδας επί της Γερμανίας. Κι ένας άλλος Γερμανός, σκηνοθέτης αυτός, ο Ματίας Λάγχοφ  ήθελε να κάνει τέχνη γυρίζοντας –έτσι λένε, δεν ήμουν εκεί- πλάνα με γυμνή πρωταγωνίστρια στα διαζώματα της Επιδαύρου. Το έχει η εποχή μας η τέχνη να βγαίνει από τα ρούχα της αλλά να πεις ότι η Επίδαυρος βρίσκει τον εαυτό της μετατρεπόμενη σε παραλία γυμνιστών είναι κομμάτι σόλικο. Μπορεί πάλι εγώ να μην καταλαβαίνω και να υπερβάλλω. Ο σκηνοθέτης υπερασπιζόμενος τον εαυτό του είπε ότι αυτές είναι εθνικιστικές αντιλήψεις -με τις οποίες δεν είμαι διόλου σύμφωνος αλλά, πάλι, μπορεί να είμαι θύμα της αδυναμίας μου να ερμηνεύσω και να κατανοήσω τα σύγχρονα ρεύματα της τέχνης-, και υποθέτω ότι θα έχει πολλά να πει για τον γερμανικό εθνικισμό, αλλά δεν δοκίμασε να γυρίσει πλάνα με γυμνό στο κοινοβούλιο της πατρίδας του. Παρά ταύτα δεν συνηγορώ με την δικαστική του δίωξη, η Φρύνη έχει αθωωθεί πριν από αιώνες. Θα είχε πάντως κάποιο, διαστροφικό έστω, ενδιαφέρον, να έβαζε ο σκηνοθέτης τον Φούχτελ γυμνό στην Επίδαυρο, ίσως πάλι, με μια δραματουργική κορύφωση να του αφαιρούσε την χλαμύδα ο δήμαρχος Θεσσαλονίκης ίσως και ο υπουργός Πολιτισμού αυτοπροσώπως. Τότε βέβαια υπήρχε περίπτωση να σηκωθεί από τον τάφο του ο Βίνκελμαν για να τον συγκρίνει με τον αγαπημένο του Φαύνο. Θαρρώ ότι το αισθητικό Μέτρο ακόμη κι όταν χάνεται εξακολουθεί να υπάρχει.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Μέχρι την τελική νίκη

Η φορολόγηση του πλούτου και η Αριστερά. Του Χρήστου Λάσκου