Η Στέλλα Μιχαηλίδου μιλά στην Ιωάννα Γιαννακοπούλου
Η κόρη μου ήταν ακόμη μηνών όταν η φίλη μου μας έφερε δώρο το «Αστριμάλι Ροδομάλι, Μικρές ιστορίες για μεγάλους έρωτες» της Στέλλας Μιχαηλίδου, ένα βιβλίο διπλό, το μισό γεμάτο τραγούδια που μιλούσαν ανάλαφρα για τα πολλά πρόσωπα του έρωτα, το άλλο μισό με μια ιστορία που έδειχνε τον πόνο και την ομορφιά της αγάπης. Το διάβασα μονορούφι, και, σοβαρά; αναρωτήθηκα, τέτοια είναι τώρα τα βιβλία για παιδιά;
Μιλάνε για το πώς πέφτουμε και πόσο δύσκολο είναι να σηκωθούμε, μιλάνε τόσο αληθινά; Την ίδια αίσθηση είχα από τότε με κάθε βιβλίο της Στέλλας Μιχαηλίδου. Ένιωθα πως, διαβάζοντάς το, γνωρίζω λίγο από το πρόσωπό της που είναι και το δικό μου πρόσωπο, το πρόσωπο των φίλων μου. Ταυτίστηκα με την «Ιζαντόρα Ντακ», συγκινήθηκα με το «Πού πήγε ο παππούς», γέλασα με τον «γάιδαρο, τον Μένιο, τον παραχαϊδεμένο», ένιωσα τον αγώνα της «Πολυξένης». Δεν ξέρω πόσο χάρισμα και πόση δουλειά χρειάζεται για να μιλήσεις τόσο απλά για το ταξίδι της αυτογνωσίας, που δεν είναι εύκολο, ωστόσο κρύβει μέσα του ομορφιά και δύναμη. Αλλά οι ήρωές της παίρνουν εκείνα τα δύσβατα μονοπάτια που θα τους οδηγήσουν να βρουν το πραγματικό τους πρόσωπο, κι ολόκληροι πια θα μπορέσουν να μοιραστούν την αλήθεια τους, σαν να είναι αυτό και ο σκοπός της ύπαρξής μας, η συνάντησή μας, με όλη τη σημασία της λέξης, με τον άλλο.
Διαβάζω στο βιογραφικό σας πως έχετε εργαστεί για περισσότερα από 21 χρόνια ως ηθοποιός, γνωρίζοντας πολλούς θεατρικούς ήρωες με τους οποίους «συνδέεστε στενά μέχρι σήμερα». Με ποιους ήρωες συνομιλείτε συνήθως; Μαλώνετε μαζί τους ή είναι υποστηρικτικοί;
Σχεδόν πάντα είναι υποστηρικτικοί. Ακόμα κι όταν μαλώνουμε. Συνήθως προσπαθούν να μου υπενθυμίσουν κάτι, που ενώ το γνωρίζω καλά, το ξεχνάω, μπλοκάρω και βυθίζομαι σε αδιέξοδα. Εγώ κατά κανόνα αντιστέκομαι, αρνούμαι να τους ακούσω και ξεσπάνε καυγάδες.
Οι περισσότεροι ήρωες είναι από δικές μου ιστορίες γι αυτό και μου έχουν μεγάλο θάρρος. Είναι κάτι σαν συγγενείς. Λένε ό,τι τους έρθει στο κεφάλι και μερικές φορές γίνονται αδιάκριτοι. Άλλους τους συμπαθώ, τους σέβομαι, τους έχω αδυναμία και άλλους με το ζόρι τους ανέχομαι. Υπάρχουν βέβαια και οι μονίμως ενθαρρυντικοί, όπως «η νεράιδα που τα γαϊδούρια αγαπά», από το βιβλίο μου «ο γάιδαρος ο Μένιος, ο παραχαϊδεμένος» που σου λέει με τρόπο απαλό, όταν βρίσκεσαι μεταξύ ύπνου και ξύπνιου και δεν μπορείς να αντισταθείς: « Έλα, ξεκίνα τώρα, ποτέ δεν είναι αργά. Υπάρχει ένα όνειρο, μικρούλι σαν ρεβίθι, γλυκό σαν παραμύθι, στα βάθη της καρδιάς. Βρες το είναι δικό σου, δικιά σου είναι η ζωή, όλα μπορούν ν’ αλλάξουν αν κάνεις την αρχή».
Όταν γεννιέται ένα παιδί, οι Κινέζοι του εύχονται να έχει καλές συναντήσεις. Εσείς θα λέγατε ότι έχετε συναντήσει ανθρώπους που έπαιξαν καταλυτικό ρόλο στη ζωή σας, που αναγνωρίζετε ως πραγματικούς δασκάλους σας;
Πολύ όμορφη ευχή! Συνάντησα και συναντώ συνέχεια «αξιοσημείωτους ανθρώπους», αλλά δυσκολεύομαι να τους ονομάσω «δασκάλους» και να τους κατονομάσω. Κατά κανόνα είναι άνθρωποι απλοί, καθημερινοί, που δεν δημιουργούν θόρυβο γύρω τους, που ο αγώνας τους είναι σεμνός και δεν «κραυγάζει» ηρωισμό και πρωτοτυπία, άνθρωποι με ευγένεια, καλοσύνη και παιδικότητα. Φυσικά είχα και πολύ σκληρούς δασκάλους που βρέθηκαν στη ζωή μου και με βοήθησαν στο στραπατσάρισμα του ναρκισσισμού και του εγωισμού μου και διεύρυναν τον χώρο εντός μου.
Υπάρχουν έργα που σας σημάδεψαν, που άλλαξαν τον τρόπο που βλέπετε τον κόσμο;
Πολλά! Θα προτιμούσα να πω με επηρέασαν και όχι με σημάδεψαν. Με δυσκολεύουν τέτοιες εκφράσεις.
Ήμουν μαθήτρια στο δημοτικό όταν ο πατέρας μου αγόρασε, για την μεγαλύτερη αδερφή μου, μια μέθοδο εκμάθησης αγγλικών. Το πακέτο περιείχε ένα πικάπ, δίσκους 45 στροφών με τα μαθήματα και κάποια δώρα. Ανάμεσα στα δώρα ήταν κι ένας δίσκος με τη σύνθεση του Μότσαρτ «Μια μικρή νυχτερινή μουσική». Μαγεύτηκα. Μέχρι τότε δεν είχα ακούσει κάτι παρόμοιο. Ήταν σαν ηλεκτρική εκκένωση, σαν κεραυνός. Κόλλησα και άκουγα το δίσκο ασταμάτητα. Παρόμοιο αίσθημα είχα σε πολύ μεγαλύτερη ηλικία όταν πρωτοείδα την «θυσία» του Αντρέι Ταρκόφσκι. Επίσης το «Wielopole-Wielopole» του Ταντέους Κάντορ και που, βγαίνοντας από το Ράδιο -Σίτυ όπου παιζόταν η παράσταση, είπα: τέτοιο θέατρο θέλω να κάνω.
Από το χώρο των παραμυθιών και της παιδικής λογοτεχνίας με συγκινούσαν πάντα τα παραμύθια του Όσκαρ Ουάιλντ και του Άντερσεν καθώς και τα βιβλία του Ροντάρι. Η «γραμματική της φαντασίας» αποτέλεσε ευαγγέλιο για ένα διάστημα.
Βιβλία όπως «η αυτοβιογραφία ενός γιόγκι» του Π. Γιογκανάντα, «Ζεν» του Ντ. Τ. Σουζούκι, οι «περιπέτειες ενός προσκυνητή», το «Τάο Τε Τσινγκ», ο «Αδαμιαίος Θρήνος» του Αγίου Σιλουανού, « Ο Εκκλησιαστής» καθώς και βιβλία του Κρισναμούρτι με επηρέασαν πολύ στα νεανικά μου χρόνια. Ήθελα για ένα διάστημα να δουλέψω σ΄ένα από τα σχολεία Κρισναμούρτι. Αργότερα ερωτεύτηκα τον Ρουμί, τα χάικου, τον Ρίλκε, τον Πεσσόα και πολλούς πολλούς ακόμη.
Πώς ξεκίνησε το ταξίδι σας στη συγγραφή παιδικών βιβλίων;
Εντελώς συμπωματικά. Από μία οντισιόν σ’ έναν ραδιοφωνικό σταθμό.
Το «Περπατώ εις το δάσος», που είναι το πρώτο μου βιβλίο, γράφτηκε χάρη στην εμπιστοσύνη και την τόλμη του Νικηφόρου Παπανδρέου που διηύθυνε την Πειραματική Σκηνή της «Τέχνης» και μου ανέθεσε να γράψω ένα έργο για την Παιδική Σκηνή της Πειραματικής. Η εμπιστοσύνη του Νικηφόρου και η τεράστια επιτυχία της παράστασης άνοιξαν το δρόμο.
«Τώρα είμαι χαμένη, πεινασμένη, χωρίς σκούφο, αλλά ελεύθερη. Παράξενο πράγμα η ελευθερία. Ακόμα δεν την κατάλαβα καλά, αλλά είμαι σίγουρη ότι μ’ αρέσει» λέει η Κοκκινοσκουφίτσα στο «Περπατώ εις το Δάσος», και λίγο αργότερα: «Θέλω να ελευθερωθώ… πρώτα από τη φυλακή και μετά από τις φιλοδοξίες, τις ενοχές, τις ανασφάλειές μου…». Η δική σας Κοκκινοσκουφίτσα διψά για ελευθερία. Τι σημαίνει για εσάς αυτή η έννοια; Ποια βαρύτητα έχει ως κίνητρο για τις πράξεις των ηρώων σας;
Είναι το μόνιμο κίνητρο. Σχεδόν όλοι οι ήρωες θέλουν να ξεπεράσουν ό,τι τους περιορίζει, τους απομονώνει και τους χωρίζει από τους άλλους και από όσα ονειρεύονται. Να φωτίσουν τους φόβους τους, να τους συρρικνώσουν και να τους αποδυναμώσουν. Να πλατύνουν εσωτερικά, να αποκτήσουν επίγνωση και ευρυχωρία, να γίνουν αυτό που πραγματικά είναι
Οι ήρωές σας αυτονομούνται κατά τη διάρκεια της συγγραφής, ή έχετε τον απόλυτο έλεγχο των σκέψεων και των πράξεών τους από την αρχή μέχρι το τέλος;
Είναι αυτόνομοι σχεδόν από την πρώτη τους ατάκα. Οι ήρωες οδηγούν την ιστορία, εγώ την καταγράφω. Όταν παρεμβαίνω και επιχειρώ να τους κατευθύνω αντιδρούν. Μερικές φορές μένουν σιωπηλοί και μουτρωμένοι μέχρι και πάλι να τους δώσω χώρο να κινηθούν.
Έχει ενδιαφέρον στα βιβλία σας ο τρόπος που πραγματεύεστε την έννοια της ομάδας. Άλλοτε η ομάδα έχει ένα σκληρό πρόσωπο, αποπέμπει, απομονώνει, όπως συμβαίνει με την Ιζαντόρα Ντακ, ή την Πολυξένη, κι άλλοτε ενθαρρύνει και αναγνωρίζει. Θα θέλατε να σχολιάσετε αυτό τον διττό χαρακτήρα; Ποια είναι η σημασία των άλλων στη ζωή μας;
Όλοι έχουμε βιώσει τον ευεργετικό, αλλά το σκληρό πρόσωπο της ομάδας. Όλοι φαντάζομαι κάποια στιγμή νοιώσαμε εξόριστοι, απομονωμένοι, άλλοι περισσότερο και άλλοι λιγότερο. Πόσο παραδεισένια είναι όταν είμαστε αποδεκτοί, όταν συνδεόμαστε!
Ρωτάτε ποια είναι η σημασία των άλλων στη ζωή μας. Χωρίς τους άλλους, μπορούμε να μιλάμε για ζωή;
Σε έναν τοίχο του ΑΠΘ υπήρχε γραμμένο παλιά «είμαι αυτός που επιθυμώ να γίνω». Αυτό μου θύμισαν τα λόγια του Αφηγητή στο «Περπατώ εις το δάσος»: «Καημένη Κοκκινοσκουφίτσα! … επιθυμεί να είναι αυτό που πάντα ήτανε… Δεν ξέρει η καημένη ότι σε ύπνο βρίσκεται, σε όνειρο χαμένη. Κι ότι για να ξυπνήσει, πρέπει πρώτα απ’ όλους αυτή να το θελήσει…». Τι είναι για εσάς η ταυτότητα; Μπορούμε να αλλάξουμε πραγματικά ή είμαστε πάντα οι ίδιοι, είμαστε μια ουσία την οποία καλούμαστε να ανακαλύψουμε μέσα από το επίπονο ταξίδι της αυτογνωσίας;
Μόνο κάποιος που πέθανε δεν μπορεί να αλλάξει, αν και ούτε γι αυτό είμαι απολύτως σίγουρη. Γεννιόμαστε με τόνους καλοσύνης, αθωότητας, συμπόνιας και σιγά σιγά γεμίζουμε σκόνη, λάσπη και φόβο. Γινόμαστε επιθετικοί, κυριαρχικοί σαν να ψάχνουμε μάρτυρες για να αποδείξουμε πως υπάρχουμε πραγματικά, πως είμαστε ζωντανοί.
Αυτό το σκοτάδι προσπαθούμε να διώξουμε, αυτή τη διαστρέβλωση που έχουμε αφήσει να συμβεί στη ζωή μας, αυτή την παραμόρφωση, τη δυσαρμονία θέλουμε να αλλάξουμε και να βρούμε την ουσία που μας ενώνει με το αρχικό φως. Όμως χρειάζεται αγώνας και συνεχής υπενθύμιση.
«Πού πήγε ο παππούς;» (2017), εικονογράφηση: MarionaCabassa, Αθήνα: Παπαδόπουλος
Υπάρχει ένα θέμα, μια ιδέα αρχικά στο μυαλό σας και αυτή στη συνέχεια αναπτύσσεται σε χαρακτήρες και πλοκή, ή αντλείτε έμπνευση από κάτι συγκεκριμένο, έναν χαρακτήρα για παράδειγμα, γύρω από τον οποίο χτίζετε την ιστορία;
Δεν έχω κάποια τεχνική στον τρόπο που γράφω. Κάθε φορά είναι διαφορετικά. Είμαι ερασιτέχνης συγγραφέας και ακολουθώ το ένστικτο μου. Αφήνομαι να με πάει όπως και από όπου θέλει. Όσο μπορώ το εμπιστεύομαι.
«Ιζαντόρα Ντακ» (2016), εικονογράφηση: Απόστολος Βέττας, Αθήνα: Καλειδοσκόπιο
Σας αρέσει να παίζετε με παραλλαγές γνωστών συμβόλων και μύθων, τη Σταχτοπούτα, τον μαγεμένο βάτραχο, τον Άη Βασίλη, ή την Isadora Dunkan. Σαν να έχετε στα χέρια σας την τράπουλα που ξέρουμε όλοι, κι ανακατεύετε με άλλο τρόπο τα χαρτιά. Γιατί σας γοητεύει αυτό το παιχνίδι;
Δεν είναι ακριβώς έτσι. Δεν ανακατεύω με διαφορετικό τρόπο τα χαρτιά. Με εξαίρεση βέβαια το «Περπατώ εις το δάσος» όπου πράγματι ανακατεύω, μπερδεύω γνωστούς μύθους και ήρωες όπως έκανα παιδί και όπως κάνουν σχεδόν όλα τα παιδιά του κόσμου, από μια ανάγκη με τα ΙΔΙΑ τουβλάκια να χτίσουν το δικό τους κάστρο κι όχι αυτό που προτείνει το μάνιουαλ του παιχνιδιού. Δανείζομαι χαρακτηριστικά των ηρώων, που είναι ευρέως γνωστά, έτσι ώστε να «χτίσω» πάνω σ’ αυτά ένα καινούργιο μύθο και να πω τη δική μου ιστορία.
Το πρώτο βιβλίο που διάβασα από εσάς ήταν το «Αστριμάλι Ροδομάλι, Μικρές ιστορίες για μεγάλους έρωτες». Μου έκανε μεγάλη εντύπωση πως γράφετε σε ένα παιδικό βιβλίο για τα πολλά πρόσωπα του έρωτα –τον παράφορο έρωτα, τον αμοιβαίο, τον απόλυτο, τον εφήμερο, για τον έρωτα χωρίς ανταπόκριση που προκαλεί τόσο πόνο στον μικρό αρκούδο ώστε να μην θέλει να βγει από τη χειμερία του νάρκη. Ποια είναι η σημασία του έρωτα στη δική σας ζωή και πώς κάνατε αυτή την επιλογή, να μιλήσετε τόσο ανοιχτά γι αυτό το θέμα σε παιδιά;
Την περίοδο που έγραψα αυτό το βιβλίο ήμουν κι εγώ σε χειμερία νάρκη κι ένας από τους τρόπους επιβίωσης ήταν και η συγγραφή των μικρών ιστοριών για μεγάλους έρωτες. Ήταν μια λυτρωτική εξομολόγηση που έγινε παιχνίδι και δεν αφορούσε μόνο στα δικά μου βιώματα, αλλά άνοιξε, έγινε αγκαλιά για να χωρέσουν κι άλλοι.
Ο έρωτας στη ζωή μου; Είναι το απαραίτητο λαδάκι για να μένει αναμμένο το καντήλι μου.
Χορός, θέατρο, γραφή: ασχολείστε με πολλές εκδοχές της τέχνης. Πιστεύετε πως στην ουσία της είναι κάτι ενιαίο, ή αντλείτε διαφορετική απόλαυση από την κάθε μια;
Απολύτως ενιαίο. Η διαδικασία είναι διαφορετική.
Από πού αντλεί δύναμη η Πολυξένη για να πει το τραγούδι της μπροστά σε όλους όσους την κορόιδευαν; Εσείς, πού καταφεύγετε συνήθως για να αντλήσετε δύναμη στις πιο δύσκολες στιγμές σας;
Η Πολυξένη παίρνει δύναμη από τα πουλιά, από τους φανταστικούς της φίλους που την αγαπούν. Η Ιζαντόρα Ντακ, από τον χορό. Ο Σταύρος της Τζιτζιμιτζιχοτζιριάς, από το παιχνίδι και εκφράζοντας την ευγνωμοσύνη του στο Θεό για όλη την ομορφιά που υπάρχει… Το ίδιο κάνω κι εγώ. Παίρνω δύναμη από τα πουλιά, τους φίλους, το χορό, την προσευχή, τα ποτάμια, τα ποιήματα, τις ευχές όσων μ’ αγαπούν…
Είναι η τέχνη μια πολυτέλεια για τους δύσκολους καιρούς ή μια απάντηση; Μπορεί η τέχνη να αλλάξει τον κόσμο;
Η τέχνη ποτέ δεν είναι πολυτέλεια, είναι ανάγκη ζωτικής σημασίας. Είναι μέσα στη φύση του ανθρώπου να επικοινωνεί και να εκφράζεται μέσω αυτής. Αλλιώς είναι ανάπηρος. Έχει σημασία όμως ο τρόπος που έρχεται κάποιος σ΄ επαφή με την τέχνη. Πως συνδέεται; Επιφανειακά, διακοσμητικά, συναισθηματικά, εκτονωτικά ή ουσιαστικά; Και τι σημαίνει ουσιαστικά; Ίσως είναι σημαντικό το πόσο πραγματικά αφηνόμαστε ώστε να έρθουμε πιο κοντά στον εαυτό μας με τρόπο προσωπικό και ταυτόχρονα πανανθρώπινο. Να διευρύνουμε το χώρο της συνείδησης μας και να μην αφήνουμε το θηρίο που ενυπάρχει στον άνθρωπο να μας κάνει έρμαια του μίσους, της αδικίας και της βίας. Να αντισταθούμε ώστε να καταφέρουμε να δώσουμε σεβασμό, αγάπη και χώρο στον άλλον και στον εαυτό μας.
Οι «κουρδισμένοι» έχουν τόσες αναγνώσεις αλλά για την οικονομία θα εστιάσω σε ένα σημείο: ο βασιλιάς Αμπντού κουρδίζει τους υπηκόους του, με ένα μαγικό κλειδί, με τα μαζικά μέσα ενημέρωσης, τα «μαζικά μέσα ελέγχου», «βομβαρδίζοντάς τους με ψέματα». Χρειάζονται κάποια παιδιά κι ένας τρελός για να έχει αίσιο τέλος η ιστορία. Ωστόσο, στο τέλος, διαβάζουμε πως «τώρα ξέρουμε πως δεν υπάρχει μαγικό κλειδί, ξέρουμε πως για το κούρδισμά μας ευθυνόμαστε εμείς». Πιστεύετε πως υπάρχουν περιθώρια να είμαστε πολίτες σε μια δυστοπία τόσο ασφυκτικού ελέγχου;
Το κεντρικό θέμα που πραγματεύεται το έργο είναι αυτό της αυτεπίγνωσης, της αναγνώρισης της προσωπικής μας ευθύνης για όσα συμβαίνουν στον κόσμο που ζούμε. Πόσο αφηνόμαστε να «κουρδιστούμε» με ιδέες και ψεύτικες αξίες που μας απομακρύνουν από κάθε ευκαιρία ουσιαστικής συνάντησης με τον άλλον. Δεν φταίει πάντα το σύστημα, η πολιτική κατάσταση, οι εξωτερικές συνθήκες και γενικώς οι άλλοι, για την ακαμψία μας, τον εφησυχασμό μας και για το γεγονός πως οι περισσότεροι ζούμε σαν μισολυπόθυμοι, μέσα στην άγνοια, με μια κεφάλα γεμάτη αυτοδικαίωση και δικαιολογίες. Ούτε για το ότι πάψαμε να ακούμε τη φωνούλα που υπάρχει μέσα μας και μας υπενθυμίζει το σωστό και το λάθος βάσει της αγάπης, της ενότητας, της ισότητας και της δικαιοσύνης.
Οι ήρωες στους «Κουρδισμένους» είναι παιδιά γιατί αυτά κατέχουν το όπλο της φαντασίας που τα βοηθάει να κάνουν άλματα και ένα καθαρό ένστικτο που τα προσανατολίζει σε ό,τι οδηγεί στη ζωή και τη συμπόνοια.
Η ερώτησή σας για το αν υπάρχουν περιθώρια να είμαστε πολίτες σε μια δυστοπία τόσο ασφυκτικού ελέγχου, μου έφερε στο μυαλό την περίπτωση του Victor Frankl που έζησε στο Άουσβιτς. Είχα διαβάσει το βιβλίο του «αναζητώντας νόημα ζωής και ελευθερίας» που μου έκανε βαθιά εντύπωση. Ακόμη και σ’ ένα στρατόπεδο συγκέντρωσης υπάρχουν περιθώρια επιλογής. Μπορεί να είναι φαινομενικά ελάχιστα, αλλά συντελούν ουσιαστικά σε ό,τι δημιουργεί ειλικρινή αυτοσεβασμό και αίσθηση αξίας και νοήματος στη ζωή μας.
Στο «χαμόγελο των αγγέλων», που κυκλοφορεί σε λίγες μέρες, έχετε επιλέξει να μιλήσετε για μια φωτεινή στιγμή, όταν «το Εγώ γίνεται Εσύ και το Εσύ Εγώ», όταν «οι άνθρωποι καθρεφτίζονται ο ένας στον άλλον με τα μάτια της καρδιάς», κι «ο μικρός εαυτός γίνεται ένα σύμπαν». Είναι αυτή η έννοια της ευτυχίας για εσάς και τι σας έκανε να στραφείτε σε ένα τόσο αισιόδοξο βιβλίο, στο οποίο πραγματικά προβλήματα εξαϋλώνονται μέσα από τις συναντήσεις με τον άλλο;
Πιστεύω πως έτσι συμβαίνει πραγματικά. Νομίζω πως όλοι ή σχεδόν όλοι το έχουμε βιώσει κάποιες φορές. Είναι μια ποιότητα «ήσυχης χαράς», όπως γράφω και στο βιβλίο, που δύσκολα μπορεί κανείς να περιγράψει. Κι αυτό το αίσθημα γαλήνιας ευδαιμονίας μου φαίνεται πιο πραγματικό, πιο αληθινό από όλα όσα ονομάζουμε «πραγματικά» προβλήματα.
Το να αναγνωρίσει κανείς όχι διανοητικά αλλά βιωματικά, το ίδιο αγγελικό φως μέσα σ’ όλα τα πλάσματα, μπορεί να φέρει τεράστιες αλλαγές και στα «πραγματικά προβλήματα».
Ναι, όντως, αυτή είναι για μένα η έννοια της ευτυχίας.
Σας ευχαριστώ!
Η Στέλλα Μιχαηλίδου γράφει ιστορίες και θεατρικά έργα για παιδιά και νέους *σκηνοθετεί και χορογραφεί θεατρικές παραστάσεις *διδάσκει Κινησιολογία στο Τμήμα Θεάτρου της Σχολής Καλών Τεχνών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, καθώς και Σκηνοθεσία παραστάσεων που απευθύνονται σε παιδιά και εφήβους * Με τις παραπάνω ιδιότητες, αλλά και αυτήν της ηθοποιού, συνεργάστηκε με την Πειραματική Σκηνή της «Τέχνης», το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος, με Δημοτικά Περιφερειακά Θέατρα, το Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης, με ιδιωτικές σκηνές καθώς και με το Εθνικό Θέατρο * Ο Κύκλος Ελληνικού Παιδικού βιβλίου τίμησε την «Πολυξένη» με το βραβείο για το κείμενο και την εικονογράφηση (2015) και την «Ιζαντόρα Ντακ» με το βραβείο Εξωφύλλου (2017) * Τα δύο παραπάνω βιβλία συμπεριλήφθηκαν στη βραχεία λίστα των Κρατικών Βραβείων.