Η δολοφονία του Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα στις 19 Αυγούστου 1936
Ο Εγγονόπουλος είχε δίκιο: περιφρόνησις απόλυτη / αρμόζει / σ’ όλους αυτούς τους θόρυβους / τις έρευνες / τα σχόλια επί σχολίων / που κάθε τόσο ξεφουρνίζουν / αργόσχολοι και ματαιόδοξοι γραφιάδες / γύρω από τις μυστηριώδικες κι αισχρές συνθήκες / της εκτελέσεως του κακορίζικου του Λόρκα / υπό των φασιστών.
Ο Λόρκα δεν δολοφονήθηκε γιατί ήταν ιδιαιτέρως αριστερός. Ο γαμπρός του, αριστερός δήμαρχος της Γρανάδας, είχε εκτελεστεί μια μέρα νωρίτερα, όντως για πολιτικούς λόγους. Αλλά η εμπλοκή του Λόρκα στην Αριστερά ήταν πολύ ασθενής για να προκαλέσει τη δολοφονία του. Ο Λόρκα είχε κομμουνιστές φίλους, είχε προσυπογράψει το Μανιφέστο της κομμουνιστικής εφημερίδας Mundo Obrero και το είχε απαγγείλει στη γιορτή προς τιμήν του ποιητή Ραφαέλ Αλμπέρτι. Αλλά όταν ο Αλμπέρτι έγινε μέλος του Κ.Κ., ο Λόρκα είχε σχολιάσει: «Τώρα δεν θα ξαναγράψει τίποτα που να αξίζει τον κόπο».
Η αριστερότερη πράξη της ζωής ήταν η πενταετής αφοσίωσή του στο «Θέατρο της Παράγκας», που έως τον Απρίλιο του 1936 περιόδευε παίζοντας στα χωριά το ρεπερτόριο του ισπανικού «Χρυσού Αιώνα» (Θερβάντες, Καλδερόν, Λόπε ντε Βέγκα, Τίρσο ντε Μολίνα) και τα πρωτοποριακά έργα της «γενιάς του ’26»). Άσκηση στην «ισπανικότητα», άσκηση στο αισθητικό χτίσιμο ενός αντι-αστικού θεάτρου, ασκητική αφοσίωση σε ένα φτωχό θέατρο για ένα φτωχό κοινό, ασκητικός πειραματισμός, η θεατρική περιπέτεια του Λόρκα ήταν βαθιά αριστερή, αλλά ελάχιστα στρατευμένη.
Η φιλία του με τον ιδρυτή της Ισπανικής Φάλαγγας Πρίμο ντε λα Ριβέρα έπαιξε κάποιο ρόλο στην επιλογή του ως θύματος: η αντιπαράθεση ανάμεσα στις παραστρατιωτικές φασιστικές οργανώσεις ήταν πιθανώς η αιτία που έφερε το απόσπασμα της Ομοσπονδίας της Αυτόνομης Δεξιάς στο σπίτι του φαλαγγίτη ποιητή Λουίς Ροθάλες, όπου είχε αναζητήσει καταφύγιο ο Λόρκα.
Η ομοφυλοφιλία του Λόρκα ήταν ασφαλώς ένας επιπλέον λόγος. Οι απαγωγείς του Λόρκα ήταν ιδιαίτερα εύγλωττοι, τόσο κατά τη στιγμή της σύλληψής του όσο και μετά την δολοφονία: σκοπός τους ήταν να ταπεινώσουν έως θανάτου την «αδελφή» που πρόδωσε την ισπανική αρρενωπότητα.
Ο ίδιος ο Λόρκα, που είχε ζήσει έναν έως καταθλίψεως οδυνηρό έρωτα με τον Νταλί, αλλά είχε αρχίσει να “συμβιώνει” με το γεγονός της ομοφυλοφιλίας, είχε κρατήσει μυστικά τα «Σονέτα στον σκοτεινό έρωτα». Δεν έκρυβε όμως πως η επίμονη ενασχόληση με την καταπίεση των γυναικών από την απαρχαιωμένη ισπανική πατριαρχία (στον Ματωμένο Γάμο, τη Γέρμα, τοΣπίτι της Μπερνάρντα Άλμπα) ήταν συνέπεια της αυτολογοκρισίας που τον εμπόδιζε να εστιάσει απροκάλυπτα πάνω στα προβλήματα των ανδρών.
Η αυτολογοκρισία συμπληρώθηκε ευνόητα από τη φρανκική λογοκρισία μετά το τέλος του Εμφυλίου. Ανασυμπληρώθηκε με την παραμορφωτική άρση αυτής της λογοκρισίας το 1953, όταν άρχισε να επανεκδίδεται και να παίζεται. Και συνεχίζεται έως σήμερα από την οικογένειά του, η οποία έχει αυτοχρισθεί «θεματοφύλακας» του έργου και της «μνήμης» του μεγάλου νεκρού.
Η δολοφονία του Λόρκα ξεπερνά τα όρια της ισπανικής εμφύλιας σύγκρουσης και του φασιστικού φαινομένου. Ο Λόρκα εξοντώθηκε πρωτίστως ως ποιητής και, αντίθετα απ’ ό,τι παρηγορητικά ισχυριζόμαστε, η εξόντωση επετεύχθη, το ποιητικό έργο διακόπηκε, η επαφή μ’ αυτό παραποιήθηκε. (Όπως ακριβώς διακόπηκε το έργο και διαστρεβλώθηκε η πρόσληψη της δημιουργίας όλων των δολοφονημένων από καθεστώτα ποιητών).
Αυτού του είδους η ριζική λογοκρισία δεν αποκαλύπτει ειδικώς τη φύση του φασισμού. Η φύση του φασισμού αποκαλύπτεται σε όλη την κτηνωδία της σε κάθε δολοφονία που επιχειρεί, με κάθε άνθρωπο που βασανίζεται έως θανάτου σ’ ένα χαντάκι σαν αυτό του Καμίνο ντε λα Φουέντε, με κάθε άνθρωπο που ρίχνεται στους τεράστιους ομαδικούς τάφους του 20ού και, μάλλον, του 21ου αιώνα.
Αλλά η δολοφονία του Λόρκα μας αποκαλύπτει αυτό που ήδη γνωρίζαμε και συνεχίσαμε επώδυνα να μαθαίνουμε. Ότι η ποίηση είναι μία επικίνδυνη επιλογή. Έως θανάτου.
Τότε συνειδητοποίησα ότι είχα δολοφονηθεί.
Με αναζήτησαν στα καφενεία, στα νεκροταφεία, στις εκκλησίες.
…αλλά δεν με βρήκαν.
Δεν με βρήκαν ποτέ;
Όχι. Δεν με βρήκαν ποτέ.
[Ο ποιητής στη Νέα Υόρκη]
πηγή: Αυγή