Με δεδομένη την κορύφωση της έντασης στο κύριο πολιτικό μέτωπο της περιόδου –της διαπραγμάτευσης με τους «εταίρους»- και την καθήλωση του ενδιαφέροντός μας σε αυτό το πεδίο, λέω, στο σημερινό σημείωμα, να ασχοληθώ με κάτι αρκετά διαφορετικό, καθόλου, όμως, νομίζω, άσχετο.
Αφορμή μου δίνεται από την περίφημη πια «υπόθεση Παναρίτη».
Ως προς την οποία, μπορούμε να αισθανόμαστε, βεβαίως, ευτυχείς για την έκβαση, την υποχρέωσή της, δηλαδή, σε παραίτηση πριν από την ανάληψη. Η παρουσία, ως ελληνικής εκπροσώπου, μιας γκρούπι του μεγάλου Ηγέτη Φουτζιμόρι στο ΔΝΤ ήταν πέρα από τα όρια, που δεν τα παραβιάσαμε και λίγες φορές, για να πούμε την αλήθεια. Εδώ, απλώς, περνούσαμε στην κατηγορία του «άνω ποταμών».
Πολύ καλώς καμωμένο, λοιπόν, το αποτέλεσμα, πολύ καλώς καμωμένη η «αποπομπή».
Δεν ισχύει, όμως, το ίδιο για τη διαχείριση της υπόθεσης.
Αντί της συντεταγμένης συλλογικής διαδικασίας, που αρμόζει σε έναν ριζοσπαστικά δημοκρατικό πολιτικό οργανισμό της Αριστεράς, είχαμε έναν ορυμαγδό «προσωπικών διαμαρτυριών και εκκλήσεων». Αντί, δηλαδή, να το τελειώνει αποφασιστικά το ζήτημα το κόμμα με τα όργανά του, π.χ. την Πολιτική Γραμματεία, είδαμε το φαινόμενο να τουητάρει και να ρετουητάρει κόσμος και κοσμάκης, από την κυβέρνηση μέχρι τα κομματικά στελέχη, εκφράζοντας ατομική «άποψη» και ασκώντας ατομική «πίεση». Και ενώ δεν θα πρέπει να εντάξουμε τη συλλογή υπογραφών των βουλευτών στην ίδια κατηγορία, του προφανούς παραγοντισμού, θέλω να πω, δεν περιποιεί, πάντως, ούτε αυτή η πρακτική τιμή στις συλλογικές μας διαδικασίες.
Θα πει κάποιος, βέβαια, πως αποφύγαμε, τουλάχιστον το μείζον κακό, πράγμα που δεν συνέβη, π.χ., στην περίπτωση της ΕΡΤ, παρόλο που το 99% του κόμματος έμεινε κάγκελο κι εκεί με συγκεκριμένες επιλογές –και όχι μόνο προσώπων.
Δεν συμφωνώ –και εξηγούμαι. Οι αστοχίες, ακόμη και οι μεγαλύτερες και οι πιο προσβλητικές, υπάρχει πάντοτε η δυνατότητα να διορθωθούν, να αναιρεθούν, να πολεμηθούν.
Αντίθετα, οι πρακτικές, οι οποίες, μάλιστα, μέσα από την επανάληψή τους και τη «δεδομένη εμπράκτως» αποτελεσματικότητά τους, όλο και περισσότερο θεμιτοποιούνται, υπό τις συνθήκες ενός εκτεταμένου μιθριδατισμού, διαμορφώνουν μη αναστρέψιμες συνέπειες στη λειτουργία μας.
Δομοποιούνται, καταπώς λένε οι κοινωνιολόγοι.
Έτσι, τείνει να καθιερωθεί μια κατάσταση, στην οποία, διαφόρων ειδών και επιπέδων, παράγοντες γίνονται οι κατεξοχήν διαμορφωτές των αποφάσεων, των ενεργειών και της πολιτικής μας, ευρύτερα.
Πράγμα που απαγορεύεται, κατά τη γνώμη μου, επί ποινή πολύ κακών εξελίξεων. Γιατί σύντομα θα φανεί πως αυτή η πρακτική παράγει και κακές εκβάσεις. Θα φανεί, δηλαδή, πως η «υπόθεση Παναρίτη» ήταν εξαίρεση στον κανόνα.
Να το πω κι αλλιώς: το Σύνδρομο του Tweety1 όχι δεν βοηθάει τη δουλειά μας. Τη δυναμιτίζει κατ’ εξακολούθηση. Γιατί το κόμμα δεν επιτρέπεται να μετατραπεί σε χώρο συλλειτουργίας λομπιστών. Αντίθετα, με ανοιχτή συζήτηση, με ανοιχτή τη λειτουργία των τάσεων και των ιδεολογικών του ρευμάτων, με δεδομένη όχι τη δυνατότητα, αλλά την υποχρέωση, δημόσιας έκφρασης του κάθε μέλους του, δεν μπορεί παρά να λύνει τα ζητήματά του μέσα από τις προσδιορισμένες καταστατικά συλλογικές διαδικασίες του. Κι αν κάτι περισσότερο εντυπωσιάζει είναι που όλα αυτά δεν θεωρούνται αυτονόητα.
ΥΓ. Πριν καν τελειώσει το κείμενο που διαβάζετε, η επικαιρότητά του επιβεβαιώνεται από το νέο ορυμαγδό τιτιβισμάτων και ατομικών «δηλώσεων» αναφορικά με τη σύγκρουση με τους «εταίρους». Ένα από αυτά, μάλιστα, ανήκον σε έναν από τους επιδραστικότερους τουητάδες μας, καλεί σε μια «μέση οδό», για να καταλήξει η «πάση θυσία» συμφωνία. Μέση οδός ανάμεσα στην κατάργηση του ΕΚΑΣ και τη διατήρησή του –θου Κύριε,…
————————————————————-
1 βλ., με την ευκαιρία, Tweety And Sylvester’s Song – YouTube