Francois Dosse, Φιλοσοφικές φιλίες (μτφρ.: Γιάννης Μπαλαμπανίδης), Πόλις 2025
Το βιβλίο του Francois Dosse «Φιλοσοφικές φιλίες», το οποίο κυκλοφόρησε από τις Εκδόσεις Πόλις σε ακριβόλογη, ιδιαίτερων απαιτήσεων (με πληθώρα εξειδικευμένων, δυσχερώς αποτυπώσιμων εννοιών), μετάφραση του Γιάννη Μπαλαμπανίδη, συνιστά, σε πρώτο επίπεδο, μια ιστορική αναδρομή στις φιλίες ή, ακριβέστερα, τις σχέσεις εγγύτητας-αντιπαλότητας που καθόρισαν σε μεγάλο βαθμό τη φιλοσοφική σκέψη του δεύτερου μισού του 20ου αιώνα. Εξάλλου, ο συγγραφέας είναι Ομότιμος Καθηγητής Ιστορίας των Ιδεών στο Πανεπιστήμιο Paris XII-Créteil και στο Ινστιτούτο Πολιτικών Επιστημών του Παρισιού και έχει εκδώσει αξιοσημείωτες βιογραφίες-διεισδυτικές ανατομίες για μεγάλες μορφές της γαλλικής και εν γένει ευρωπαϊκής διανόησης, όπως ο Πολ Ρικέρ, ο Ζιλ Ντελέζ, ο Φελίξ Γκουαταρί και ο Κορνήλιος Καστοριάδης.
Σε δεύτερη ανάγνωση, το εν λόγω έργο αποτελεί μια συνθετική ανασύσταση μαρτυριών που ψηλαφίζουν τη διαχρονική υπόσχεση και εκδήλωση της φιλίας όχι ως αμιγώς διαπροσωπική υπόθεση, αλλά επιπλέον ως καθοριστικό παράγοντα πολιτικής συνδιαμόρφωσης των εμπλεκόμενων υποκειμένων. Έτσι, ήδη από τον πρόλογο, ο Dosse αξιοποιεί την αριστοτελική εκδοχή της φιλίας, όπως αυτή επανερμηνεύεται στη νεωτερική εποχή υπό το βλέμμα του Ρικέρ, αναφέροντας ότι «η φιλία στον Αριστοτέλη παίζει τον ρόλο διαμεσολάβησης ανάμεσα σε αυτήν την επιδίωξη του ατόμου και στη δικαιοσύνη που παραπέμπει στο συλλογικό και στο πολιτικό» (σελ. 14).
Η φιλία εκλαμβάνεται στη σχεσιακή της διάσταση, ως ενσώματη, έμψυχη και πνευματική ανταλλαγή ιδεών και διασταύρωση των βιοτικών διαδρομών δημόσιων διανοούμενων εγνωσμένης αξίας και κοινωνικής αναγνώρισης. Μάλιστα, η πνευματική αλληλοτροφοδότηση συχνά-πυκνά εξάπτει ακόμα μεγαλύτερα πάθη σε σχέση με την διά ζώσης συνάθροιση στα ακαδημαϊκά αμφιθέατρα, τα επιστημονικά περιοδικά, τους δρόμους. Η ιδιαίτερα ενεργός ανάμιξη στους διαξιφισμούς της ευρωπαϊκής και παγκόσμιας δημόσιας σφαίρας του μεταπολεμικού 20ου αιώνα, όπως ο Ψυχρός Πόλεμος, ο Μάης του ’68, οι πάσης φύσεως ολοκληρωτισμοί κ.λπ., καταδεικνύει και τον ευθέως πολιτικό χαρακτήρα των εν λόγω διασταυρώσεων.
Η απροϋπόθετη αποδοχή της ετερότητας, εξάλλου, αποτελεί ταυτόχρονα καταστατική συνθήκη τόσο μιας δυνατής φιλίας όσο και μιας συνεκτικά δίκαιης πολιτικής κοινωνίας. Η φιλία δεν μπορεί παρά να νοείται ταυτόχρονα ως ομοιότητα και διαφορά, και το εν λόγω βιβλίο προσανατολίζεται εμμέσως πλην σαφώς στην ανάδειξη της «αγωνιστικής» διάστασης της φιλίας, με την έννοια που ο «αγωνισμός» εμφανίζεται στο έργο των Λακλάου και Μουφ. Η μοναδικότητα του καθενός περνάει αναπόδραστα μέσα από την ώσμωση με τον πλησίον, και τούτο δεν συνιστά μονάχα ζήτημα ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας εκάστου, αλλά και πλουραλισμού της δημοκρατίας.
Το «εμείς» δεν είναι ένα απλό άθροισμα δύο ή περισσότερων «εγώ», αλλά ένα νέο, διακριτό πρόσωπο που μετασχηματίζεται διαρκώς μέσα από την ανοιχτότητα της δημιουργικής επαφής. Επιπλέον, μέσα από αυτό το μακροχρόνιο brainstorming καλλιεργήθηκε η διεπιστημονικότητα, ήτοι το ξεδίπλωμα σχεδόν του συνόλου του επιστητού των κοινωνικών-ανθρωπιστικών επιστημών (πολιτική θεωρία και φιλοσοφία, κοινωνιολογία, ψυχανάλυση).
H φιλοσοφική φιλία, εν προκειμένω, προσεγγίζεται από τον συγγραφέα ως ένα διόλου γραμμικό διανοητικό μοίρασμα επί του πρακτέου. Η σκέψη δεν μπορεί να αναπτυχθεί σε συνθήκες ατομιστικής απομόνωσης, με όρους αναχωρητισμού του εκλεκτού πνεύματος από τα ατελή εγκόσμια, αλλά είναι σαφώς πιο παραγωγική και ρηξικέλευθα απρόβλεπτη, όταν αποτελεί συνεργατικό εγχείρημα ανθρώπων με ορθολογικές και ανορθολογικές πλευρές, σύμφυτο με την -αντικοινωνική- κοινωνικότητα, ανεξαρτήτως τελολογικού ορίζοντα. Έτσι, με τα σχεδόν καταληκτικά λόγια του συγγραφέα:
Κάνοντας μια αναδρομή στις φιλοσοφικές φιλίες του δεύτερου μισού του 20ου αιώνα, είδαμε πόσο μοναδική είναι κάθε περίπτωση. Απ’ όλες αυτές τις τόσο διαφορετικές συναρμογές, προκύπτει πάντως μια εγγύτητα που επιβεβαιώνει τη δύναμη του αισθήματος της φιλίας και μας επιτρέπει να πούμε ότι κάθε ένα από αυτά τα ντουέτα ήταν «οικείοι», κατά την προσφιλή έκφραση του Ρικέρ. Είδαμε επίσης τις ποικίλες μορφές αυτής της σχεσιακής διαλεκτικής, η οποία διαμορφώνει τόσο μια σειρά καταστάσεις έντονης εγγύτητας όσο και την έγνοια να διατηρηθεί μια κάποια απόσταση. Μια ανέφελη και δημιουργική φιλία χρειάζεται άραγε για να ανθήσει να κρατά μια ορθή απόσταση ανάμεσα στην υπερβολική απομάκρυνση και στην υπερβολική επιθυμία να γίνουμε ένα; Αυτή η ορθή απόσταση, που δεν είναι και πολύ εύκολο, αν όχι αδύνατο, να κρατηθεί, μπορεί να προκύψει μόνο μέσα από διάφορες υπερβολές, είτε προς τη μία είτε προς την άλλη κατεύθυνση (σελ. 375).
Η φιλοσοφία δεν γεννά σκέψεις εκ του μηδενός πάνω σε ένα λευκό χαρτί, με τον τρόπο που στις μονοθεϊστικές θρησκείες, ο παντοκράτωρ Θεός ποιεί με προκαθορισμένη σοφία τον κόσμο, αλλά προϋποθέτει μια προσωποκεντρική, συμμετοχικά διαμορφωμένη και εξ ορισμού ατελή διαδικασία (ανα)προσδιορισμού των εννοιών και, μέσω αυτών, των ίδιων των εμπλεκόμενων προσώπων. Και τούτο το ενίοτε χαοτικό διανοητικό ταξίδι δεν μπορεί παρά να μείνει στη μέση, για να θυμηθούμε και την αφιέρωση του Ζιλ Ντελέζ στη μνήμη του πάλαι ποτέ διανοητικού και πολιτικού του συνδαιτυμόνα, Μισέλ Φουκώ.
Μέσα από τις σελίδες του βιβλίου παρελαύνουν επτά χαρακτηριστικές περιπτώσεις «φιλοσοφικών φιλιών», με τις ομοιότητες και τις διαφορές που παρουσιάζει το κάθε μοναδικό δίπολο. Η έμφαση δίνεται άλλοτε στην ομοιότητα και άλλοτε στην ετερότητα, ενώ η οικειότητα αποτελεί τον κοινό παρονομαστή των εν λόγω συναναστροφών: Τηλεγραφικά:
α) Ο αντικομμουνιστικός αντικειμενιστικός ορθολογισμός του Αρόν και ο κομμουνιστικός υποκειμενιστικός υπαρξισμός του Σαρτρ,
β) Οι διακριτές αποχρώσεις επί της μαρξιστικής φιλοσοφίας της ιστορίας στη σκέψη των Μερλώ-Ποντύ και Σαρτρ,
γ) Η ιστορία ως ανάδυση του απροσδόκητου και του πειραματικού ως ενιαίο νήμα στους Φουκώ και Ντελέζ,
δ) Η συλλογική συναρμογή των εκφερόμενων ιδεών ως μεθοδολογική και ουσιαστική προκείμενη στο κοινό έργο των Ντελέζ και Γκουαταρί,
ε) Η διαφορετική αντίληψη γύρω από τη δημοκρατία ως αντι-εξουσία ή ως εναλλακτική εξουσία στην αντιολοκληρωτική κοινωνική κριτική των Λεφόρ και Καστοριάδη,
στ) Η αμοιβαία έμφαση στην ηθική της συγχώρησης και της αναγνώρισης στις θεωρίες των Ρικέρ και Ντεριντά παρά τη διαφωνία γύρω από την έκταση της μεταφοράς, ήτοι του «μη αποφασίσιμου», και
ζ) η εμβάθυνση της φαινομενολογικής στροφής της ηθικής φιλοσοφίας από τους Λεβινάς και Ντεριντά, και η διαφοροποίηση σχετικά με τη χάραξη ή μη ορίων γύρω από την «αποδόμηση».
Συμπερασματικά, το βιβλίο εστιάζει στην άρρηκτη συνάφεια μεταξύ των (θετικών ή/και αρνητικών) συναισθημάτων και του (δεοντοκρατικού ή/και συνεπειοκρατικού) Ορθού Λόγου και προτάσσει την αρχή της αμοιβαιότητας ως διαδραστική σχέση συνεργασίας και ανταγωνισμού στο διαπροσωπικό και κοινωνικοπολιτικό γίγνεσθαι. Πάνω απ’ όλα, συνιστά ένα -υφολογικά γοητευτικό και επιστημονικά άρτιο- γαϊτανάκι ιδεών σε μια εποχή που η νηφαλιότητα και η τεκμηριωμένη διαφωνία των αναστοχαστικών κρίσεων τείνει να υποκατασταθεί πλήρως από την παντοκρατορία των «εναλλακτικών πραγματικοτήτων» και του σιδηρού «νόμου» της γυμνής ισχύος.
Ο Θωμάς Ψήμμας είναι διδάκτορας Φιλοσοφίας του Δικαίου Νομικής Σχολής ΑΠΘ