Branko Milanović, Παγκόσμια ανισότητα – Η οικονομική ανισότητα στην εποχή της παγκοσμιοποίησης, Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, σελ. 272
Δεν καταλαβαίνουμε τίποτε, όταν δεν προσπαθούμε να τα καταλάβουμε όλα
ΤΟΝΥ ΑΤΚΙΝΣΟΝ
Είναι γνωστό πως, εδώ και κάποια χρόνια, ιδίως μετά από το ξέσπασμα της Μεγάλης Κρίσης το 2008, η παγκόσμια καπιταλιστική ελίτ επιδεικνύει εντυπωσιακή ευαισθησία απέναντι στα μείζονα παθήματα της ανθρωπότητας. Η Παγκόσμια Τράπεζα, το ΔΝΤ (sic), η ενιαύσια σύναξη του Νταβός, χίλια μύρια θινκ τανκς, το σύνολο σχεδόν των νεοφιλελεύθερων θεσμών, δημοσιεύουν πορίσματα σχετικά με την παγκόσμια φτώχεια, την παιδική δυστυχία, τη γυναικεία εκμετάλλευση, την κλιματική αλλαγή…
Οι ίδιοι οι MEGA-καπιταλιστές καλούν τις κυβερνήσεις να τους φορολογήσουν περισσότερο, να σταματήσουν το αίσχος της εύνοιας υπέρ τους! Μπάφετ και Γκέιτς ηγούνται τέτοιων εκκλήσεων: Φορολογήστε μας, φορολογήστε τους πλούσιους, μειώστε την ανισότητα στον κόσμο, κάντε κάτι για τους δυστυχείς του κάτω άκρου της κοινωνικής κλίμακας. Φτάνει πια η τόση ανισότητα! Είναι απάνθρωπη και (ίσως) αντιχριστιανική κατάσταση.
Είναι προφανές πως, (και) στην περίπτωση αυτή, έχουμε να κάνουμε με συνήθη εκδήλωση της κοινωνίας του θεάματος. Η φιλανθρωπική στάση –κάτι αντίστοιχο της φιλοζωικής– προσφέρει στους φορείς της «καλή δημοσιότητα», πράγμα τόσο πολύτιμο για τους ίδιους που είναι διατεθειμένοι να πληρώσουν μια «λογική τιμή» προκειμένου να το διαθέτουν. Πληρώνοντας τη «δίκαιη», αυτήν, τιμή, άλλωστε, επιβεβαιώνουν, γι’ άλλη μια φορά, τα καλά της αγοράς, η οποία, όταν δεν «στρεβλώνεται», αποτελεί πάντοτε την καλύτερη λύση για όλα. Το εμπόριο ρύπων, για την αντιμετώπιση του περιβαλλοντικού «ζητήματος», είναι ενδεικτικό αυτής της αντίληψης. Έχεις πρόβλημα μόλυνσης; Όλα καλά. Μπαίνεις στο χρηματιστήριο ακαθαρσιών και η κίνηση του δείκτη (ο Dow Shit;) σε οδηγεί στη «βέλτιστη λύση».
Κάτι παρόμοιο θα ανακαλύψουν, φαντάζομαι, και για την αντιμετώπιση του «ζητήματος» της ανισότητας. Προς το παρόν «ευαισθητοποιούνται». Επενδύουν στο Μπαγκλαντές, πληρώνοντας τις εργάτριες και τα παιδάκια 80 λεπτά μεροκάματο, και κατόπιν –άμεσα, όμως!- ενισχύουν το τοπικό πρόγραμμα της Αctionaid!
Το γεγονός, ωστόσο, ότι «ασχολούνται» δείχνει την αληθινή εκτόξευση των ανισοτήτων στο πλαίσιο της τωρινής «2ης παγκοσμιοποίησης». Χαρακτηριστικό είναι πως το πλουσιότερο 1% του παγκόσμιου πληθυσμού (στο σύνολό τους σχεδόν «δυτικοί» υπήκοοι, στους οποίους ανήκει το 12% των υπηκόων των ΗΠΑ (1) ) παίρνει κάθε χρόνο το 30% περίπου του παγκόσμιου εισοδήματος, ενώ διαθέτει –και διαρκώς αυξάνει– το 50% του παγκόσμιου κινητού και ακίνητου πλούτου.
Από αυτήν την άποψη, ο καπιταλιστικός κόσμος μας επιστρέφει σε ακραίες συνθήκες ανισότητας και τείνει να επαναλάβει τον εαυτό του, όπως εμφανίστηκε αμέσως μετά από την βιομηχανική επανάσταση, στις αρχές του 19ου αιώνα. Η εξέλιξη αυτή, η οποία ακολούθησε τη ρηγκανική–θατσερική αντεπανάσταση της δεκαετίας του 1980, δεν ανέτρεψε μόνο τις συνθήκες ζωής, αλλά και τις προσδοκίες από τη ζωή, δισεκατομμυρίων ανθρώπων. Έπληξε ανεπανόρθωτα και την ορθόδοξη οικονομική θεωρία αναφορικά με την εξέλιξη των ανισοτήτων στον καπιταλισμό, όπως είχε διατυπωθεί από τον αμερικανό νομπελίστα Simon Kuznets. Σύμφωνα με τον Κούζνετς, η καπιταλιστική ανάπτυξη συνδυάζεται αρχικά με αύξηση των ανισοτήτων, για να ακολουθήσει, όμως, μεγάλη μείωσή τους, μετά από την πρώτη φάση. Η σχέση μεταξύ οικονομικής μεγέθυνσης και ανισότητας ιχνογραφείται με ανεστραμμένο U: η καπιταλιστική ανάπτυξη «νομοτελειακά» οδηγεί σε μικρότερα επίπεδα εισοδηματικής ανισότητας.
Η θεωρία του Κούζνετς, σε συνδυασμό με την παραδοχή της ισχύος του trickle-down effect –η ιδέα πως η καπιταλιστική ανάπτυξη ευνοεί το σύνολο της κοινωνίας δια της «διάχυσης» των αποτελεσμάτων της- αποτέλεσε μια ισχυρότατη νομιμοποιητική ιδεολογία του μεταπολεμικού καπιταλισμού. Μετά την επέλαση του νεοφιλελευθερισμού, όμως, αποδείχτηκε ως εξαιρετικά αισιόδοξη θεώρηση –και πολύ μακριά από την υπαρκτή καπιταλιστική πραγματικότητα.
Ο Branko Milanović, στην Παγκόσμια Ανισότητα, ξεκινάει από την αποτύπωση της κατάστασης των ανισοτήτων στον κόσμο –αυτή που διαπιστώνουν και οι φιλάνθρωποι καπιταλιστές– με πρόθεση να εξηγήσει την αποτυχία των ορθόδοξων θεωρήσεων μετά από το 1980. Αφιερώνει μεγάλο μέρος της πραγμάτευσης στην τεκμηρίωση της σημερινής παγκόσμιας συνθήκης, με εντυπωσιακό, από τεχνική άποψη τρόπο –ιδίως, αν σκεφτούμε, πως το κεντρικό μέρος της μελέτης του, εκτός προλόγων, σημειώσεων και index, αριθμεί μόλις 190 σελίδες. Στις οποίες προλαβαίνει να αποδείξει, πέραν πάσης αμφιβολίας, αυτό που ονομάζει άνοδο της παγκόσμιας πλουτοκρατίας, να διερευνήσει σε βάθος την ανισότητα στο εσωτερικό των επιμέρους χωρών. Όπως και την ανισότητα μεταξύ χωρών –σε ένα εξαιρετικής πυκνότητας κεφάλαιο, με υπότιτλο «Από τον Καρλ Μαρξ στον Φραντς Φανόν και πάλι πίσω στον Μαρξ», όπου συζητάει τα, γνωστά στους μαρξιστές, ως «ζητήματα ιμπεριαλισμού». Επιπλέον, κάνει εύλογες και τεκμηριωμένες προγνώσεις για την εξέλιξη των ανισοτήτων –αν τα πράγματα αφεθούν στη σημερινή τους πορεία- στον 21ο και 22ο αιώνα και καταλήγει σε προτάσεις για την αντιμετώπισή τους.
Η τεχνική αρτιότητα του βιβλίου το καθιστά κατάλληλο και ως εγχειρίδιο για την εκμάθηση των εργαλείων που χρησιμοποιεί η έρευνα σχετικά με τη διανομή του εισοδήματος και τα δημόσια οικονομικά. Η συνεχής και διαφοροποιημένη χρήση τους μπορεί να αποτελέσει άσκηση για όποιον θέλει να εμβαθύνει στη λειτουργία αυτών των εργαλείων. Πολύ περισσότερο που ο Μιλάνοβιτς δεν εφαρμόζει μόνο με επάρκεια αυτά τα εργαλεία, αλλά συνειδητά προσπαθεί να εξηγήσει και να εξοικειώσει τον αναγνώστη. Χαρακτηριστικό γι’ αυτή του την πρόθεση –και την αντίστοιχη μεθοδολογία– είναι το επόμενο απόσπασμα από την «Παρέκβαση 1.3 –Τι είναι ένα δισεκατομμύριο;»:
Έστω ότι μια καλή νεράιδα σας δίνει ένα δολάριο κάθε δευτερόλεπτο. Πόσος χρόνος θα χρειαζόταν για να μαζευτεί […] ένα δισεκατομμύριο; […] Σχεδόν 32 χρόνια. [Αν το διαθέτατε και ξοδεύατε 1000 δολάρια τη μέρα θα σας έφτανε] για 2700 χρόνια (δηλαδή όσος χρόνος μας χωρίζει από την «Ιλιάδα» του Ομήρου (σελ. 36).
Παρόλο που ο δείκτης Gini ή Theil, ή τα διαγράμματα παλινδρόμησης, απαιτούν μεγαλύτερη προσπάθεια κατανόησης, ο Μιλάνοβιτς μας βοηθάει πολύ.
Επιπλέον, η πολύ πληροφορημένη σχέση του με τη μεγάλη διάρκεια δίνει τη δυνατότητα για μια διαχρονική παρουσίαση του θέματος –πολύ λεπτομερειακά για τους δύο τελευταίους καπιταλιστικούς αιώνες, αλλά και για την προκαπιταλιστική περίοδο. Ο αναγνώστης δεν μπορεί παρά να εντυπωσιαστεί από τα στοιχεία που αφορούν την αρχαία Ρώμη από την εποχή του Οκταβιανού (έτος 14) έως το 700 μ.Χ. Ή τα εισοδηματικά στοιχεία για τη Βρετανία της ίδιας περιόδου. Ή για το «ευημερούν» Βυζάντιο του πρώιμου Μεσαίωνα.
Η ερμηνεία του Μιλάνοβιτς, σε συνομιλία με τους υπόλοιπους σημαντικούς επιστήμονες του τομέα, από τον απαραίτητο Μαρξ μέχρι τον Tinbergen και τον Πικετύ, δεν είναι «οικονομική», αλλά εξίσου «κοινωνιολογική» και «πολιτική». Επιμένει ιδιαίτερα στους παράγοντες των επαναστάσεων και των πολέμων, όπως και των μεγάλων εργατικών αγώνων, μεταξύ άλλων, προκειμένου να εξηγήσει την πορεία των ανισοτήτων στον καπιταλισμό. Καμιά «οικονομολογική» εξήγηση δεν θα μπορούσε να είναι στοιχειωδώς επαρκής.
Η Παγκόσμια Ανισότητα έχει ήδη προκαλέσει μεγάλη συζήτηση στο διεθνή επιστημονικό χώρο. Η ελληνική του έκδοση δίνει τη δυνατότητα και σε εμάς να συζητήσουμε με σοβαρό τρόπο τα ζητήματα που θέτει και είναι πραγματικά στην καρδιά της επικαιρότητας.
Αξίζει, νομίζω, κλείνοντας, να κάνω και μια πιο προσωπική πολιτική επισήμανση. Όποιος διαβάσει το βιβλίο του Μιλάνοβιτς, ενός «μέινστριμ», εν πολλοίς, ακαδημαϊκού, κάθε άλλο παρά στρατευμένου μαρξιστή –πράγμα που ισχύει και για τους εξίσου «μέινστριμ» Τόνι Άτκινσον και Τομά Πικετύ–, και μελετήσει προσεκτικά τις προτάσεις του, εύλογα καταλήγει πως η υλοποίησή τους δεν είναι λιγότερο δύσκολη από την επιτυχή έκβαση της κομμουνιστικής επανάστασης. Θέλω να πω πως, δεδομένης της ανάγκης για ουσιώδη παρέμβαση μπροστά στον κίνδυνο ακραία καταστροφικών εξελίξεων για την ανθρωπότητα, το βιβλίο του Μιλάνοβιτς αποτελεί, ανεξαρτήτως προθέσεων, καταδικαστική ετυμηγορία για τον σύγχρονο καπιταλισμό και –όπως και αυτά των άλλων που προαναφέρθηκαν–, «εισηγείται» έμπρακτα την αναγκαιότητα της υπέρβασής του.
Τελικά, πάντα επιστρέφουμε στο Μαρξ.
(1) Που σημαίνει πως ένας στους οχτώ πολίτες των ΗΠΑ ανήκουν στο 1% των υπερπλούσιων του πλανήτη.