in

Η μεταναστευτική πολιτική της Ε.Ε. ή πώς να αποφύγουμε τα ίδια λάθη

Η μεταναστευτική πολιτική της Ε.Ε. ή πώς να αποφύγουμε τα ίδια λάθη

του ΒTS Αnonymous

Σύμφωνα με την Ε.Ε. και τα κράτη-μέλη της που αποτελούν τους βασικούς παίκτες του παιχνιδιού, η λύση στην ευρωπαϊκή προσφυγική κρίση βρίσκεται οπουδήποτε αλλού, εκτός από το εσωτερικό της Ε.Ε. Πιο συγκεκριμένα, όπως δείχνουν οι συζητήσεις για την συμφωνία 3 δισ. ευρώ με την Άγκυρα, που προχωράει, τώρα η λύση φαίνεται να βρίσκεται στην Τουρκία.

Δυστυχώς, η Ε.Ε. δεν δείχνει να μαθαίνει από τα λάθη της. Παρόλο που πλασάρει τη νέα συνεργασία της με την Τουρκία ως μια καινοτόμο συντονισμένη απάντηση σε μια «άνευ προηγουμένου κρίση», δεν υπάρχει τίποτα καινούργιο σ’ αυτήν: είναι ένα ακόμα επεισόδιο, στη μακρά παράδοση της διαχείρισης της μετανάστευσης σε μια τρίτη χώρα με αμφίβολο ιστορικό στο ζήτημα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Με άλλα λόγια, δεν έχουμε τίποτε περισσότερο από μια ακόμη διαχειριστική προσπάθεια μεταφοράς του μεταναστευτικού εκτός Ε.Ε, εντός της περιοχής της Μεσογείου.

Σχεδόν ένα χρόνο πριν, τον Νοέμβριο του 2014 μια παρόμοια συμφωνία ήταν υπό διαπραγμάτευση μεταξύ της Ε.Ε. και αρκετών χωρών της Βορείου Αφρικής. Στη συνέχεια, το σχέδιο ήταν να ενισχυθεί η ιδιότητα του «φύλακα» για τις χώρες διέλευσης, με στόχο την παρακολούθηση και αναχαίτιση των ροών παράτυπων μεταναστών. Επιπλέον, υπήρχε ο στόχος να δημιουργηθούν κέντρα υποδοχής όπου θα γινόταν η διαλογή και ο διαχωρισμός των μικτών μεταναστευτικών ροών και οι λεγόμενοι «οικονομικοί μετανάστες» να επιστρέφονται γρήγορα στις χώρες καταγωγής τους.

Αυτό το σχέδιο με τη σειρά του, βασίστηκε πάνω σε μια πιλοτική πολιτική των αρχών της δεκαετίας του 2000 με τη Λιβύη. Πρώτα η Ιταλία και στη συνέχεια η Ε.Ε., σύναψαν συμφωνίες με τον τότε ηγέτη της Λιβύης, Μουαμάρ Καντάφι, για να εξασφαλίσουν τη συγκράτηση των μεταναστευτικών ροών. Η ιδέα ήταν να δημιουργηθεί μια «νεκρή ζώνη» γύρω από τα σύνορα της Ε.Ε., που θα σταματούσε τους μετανάστες πριν ακόμη ξεκινήσουν το ταξίδι τους μέσω της θαλάσσης. Κατόπιν αιτήματος των ιταλικών αρχών, ο Καντάφι εισήγαγε σοβαρά περιοριστικά μέτρα, ιδίως εναντίον των μεταναστών από τις υποσαχάριες χώρες.

Μια άγονη πολιτική 

Ωστόσο, εκείνο που η Ε.Ε. επιμένει, σε μεγάλο βαθμό, να παραγνωρίζει, είναι ότι αυτή η πολιτική έχει αποδειχθεί επιβλαβής για τους μετανάστες, αναποτελεσματική, και εν τέλει άγονη. Κι αυτό συμβαίνει για πολλούς λόγους. Πρώτον, οι νέοι περιορισμοί που εισήχθησαν προκειμένου οι μετανάστες να αποκτήσουν σαφές νομικό καθεστώς στη Λιβύη, συντέλεσαν στην περαιτέρω θεσμοθέτηση της συστηματικής στέρησης βασικών τους δικαιωμάτων και στην κοινωνικο-οικονομική τους περιθωριοποίηση. Οι μετανάστες έγιναν έτσι πρωταρχικοί στόχοι καθημερινών διακρίσεων, βίας και εγκλημάτων. Καθώς ήταν γνωστό ότι δεν μπορούσαν να επικαλεστούν κανένα δικαίωμα, τύχαιναν συστηματικής εκμετάλλευσης από αδίστακτους εργοδότες οι οποίοι, έπειτα από μήνες απλήρωτης εργασίας, τους κατέδιδαν στην αστυνομία. Η αποκαλούμενη προσπάθεια «καταπολέμησης της παράνομης μετανάστευσης», εκ μέρους της Ε.Ε., οδήγησε, εν τέλει, στο τράφικινγκ και την εκμετάλλευση. Ακόμη χειρότερα, στα κέντρα κράτησης που χτίστηκαν με την οικονομική και υλικοτεχνική υποστήριξη της Ε.Ε., οι διακρίσεις και η εκμετάλλευση μετατράπηκαν σε βασανιστήρια και «δουλεία», όπως τεκμηρίωσαν μια σειρά οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

Δεύτερον, ο έλεγχος των μεταναστευτικών ροών αποτέλεσε ένα ισχυρό διαπραγματευτικό χαρτί για το καθεστώς Καντάφι απέναντι στην Ε.Ε.. Ο ηγέτης της Λιβύης χρησιμοποίησε επιδέξια τον «μύθο της εισβολής» για να απειλήσει την Ευρώπη με «τα εκατομμύρια των μεταναστών» που θα άφηνε να κυκλοφορήσουν «για να μαυρίσει η Ευρώπη». Άνοιγε και έκλεινε την στρόφιγγα της μετανάστευσης κατά το δοκούν, επισείοντας το «ζήτημα της μετανάστευσης» ως διαρκή απειλή στις διαπραγματεύσεις του. Αλήθεια, η Ε.Ε. επιθυμεί να δει αυτό το σκηνικό να επαναλαμβάνεται και στην Τουρκία; Ο πρόεδρος της Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν έχει ήδη εξαπολύσει παρόμοιες απειλές, αν πιστέψουμε τις αναφορές που αφορούν τα πρακτικά των πρόσφατων διαπραγματεύσεων μεταξύ του ιδίου, του Πρόεδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Ντόναλντ Τουσκ και του Πρόεδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ζαν Κλοντ Γιούνκερ: «Μπορούμε να ανοίξουμε τις πύλες προς την Ελλάδα και τη Βουλγαρία ανά πάσα στιγμή και μπορούμε να βάλουμε τους πρόσφυγες στα λεωφορεία», είχε δηλώσει ο Ερντογάν σύμφωνα με πληροφορίες.

Τρίτον, αυτή η πολιτική στην πραγματικότητα αύξησε την επιθυμία και την αποφασιστικότητα των μεταναστών να φτάσουν στην ΕΕ. Πριν, η Λιβύη προσέφερε ελκυστικές συνθήκες εργασίας για πολλούς υποσαχάριους μετανάστες, και πολύ συχνά αποτελούσε τελικό προορισμό της μετανάστευσής τους. Ωστόσο, στο πλαίσιο αυτής της νέας πολιτικής, η ζωή στη Λιβύη έγινε αφόρητη αυξάνοντας έτσι τα κίνητρα για τους μετανάστες να δοκιμάσουν την τύχη τους αλλού. Ως αποτέλεσμα, και παρά τους κινδύνους που περιέχει ο διάπλους της Μεσογείου, πολλοί αποφάσισαν να συνεχίσουν προς ασφαλέστερες τρίτες χώρες στην Ευρώπη. Αυτό με τη σειρά του, απλώς ενίσχυσε τις απαιτήσεις των διακινητών.

Μια συμφωνία με κινδύνους

Τώρα, καθώς αποφασίστηκαν οι λεπτομέρειες της συμφωνίας μεταξύ της Τουρκίας και της Ε.Ε., το προηγούμενο της Λιβύης υποδεικνύει στην Ε.Ε. να επανεξετάσει το σχέδιο από την αρχή ή, τουλάχιστον, να είναι πολύ προσεκτική.

Αν η Ε.Ε. αποφασίσει να προχωρήσει, πρέπει να θέσει, ως απόλυτη προϋπόθεση για οποιαδήποτε οικονομική στήριξη, τον σεβασμό των βασικών ανθρωπίνων δικαιωμάτων όλων των μεταναστών στην Τουρκία, όχι μόνο κατά τη διάρκεια της παραμονής τους, αλλά και σε περιπτώσεις εγκλεισμού και απέλασης. Επίσης πρέπει να γίνει δεκτό το δικαίωμα στην οικογενειακή επανένωση, ενώ οι μετανάστες που διέρχονται από την Τουρκία για να επανενωθούν με τις οικογένειές τους στην Ε.Ε., θα πρέπει να είναι σε θέση να το πράξουν με νόμιμα μέσα και εντός ρεαλιστικών χρονοδιαγραμμάτων.

Εναλλακτικά, η Ε.Ε. θα μπορούσε να αντισταθεί στις κοντόφθαλμες στρατηγικές περιορισμού που βάζουν τις ζωές των ανθρώπων σε κίνδυνο, αποδυναμώνουν ακόμα περισσότερο ήδη αδύναμα άτομα, και τα καθιστούν ακόμη πιο ευάλωτα στην εκμετάλλευση. Αντ’ αυτού, οι μεταναστευτικές πολιτικές θα μπορούσαν να επικεντρωθούν στη δημιουργία βιώσιμων ευκαιριών για τους μετανάστες. Αυτές θα στήριζαν την ένταξη τους στις τοπικές οικονομίες, είτε στην Τουρκία, αν επιθυμούν να παραμείνουν εκεί, ή σε άλλες χώρες προορισμού.

Το ενδεχόμενο της συμφωνίας με την Τουρκία βάζει την Ε.Ε. σε ένα σταυροδρόμι. Μπορεί, βέβαια, να επαναλάβει ένα δυσάρεστο κεφάλαιο στην ιστορία της εξωτερικής της πολιτικής κλείνοντας τα μάτια στην αυξανόμενη αποδυνάμωση ήδη ευάλωτων ομάδων. Και, αντίθετα, μπορεί να επιλέξει να ξεφύγει από τη αντιμετώπιση της μετανάστευσης ως προβλήματος, δουλεύοντας για να προσφέρει βιώσιμη προστασία σε ευάλωτα άτομα, και να αποδεχθεί την κινητικότητα ως αναπόσπαστο κομμάτι της σημερινής διεργασίας πολιτικών, κοινωνικών και οικονομικών αλλαγών, σε όλο τον πλανήτη.

Ο συγγραφέας εργάζεται στον τομέα της κοινωνικής πρόνοιας και είναι ειδικός σε ζητήματα μεταναστευτικής πολιτικής. Εδώ και τουλάχιστον δέκα χρόνια δουλεύει με μετανάστες στην Αφρική, τη Μέση Ανατολή και την Ευρώπη, ενώ πρόσφατα διεξήγαγε έρευνα, στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης. για την κινητικότητα σε χώρες που βρίσκονται σε κρίση. Θέλησε να διατηρήσει την ανωνυμία του, λόγω της θέσης του. Το κείμενο δημοσιεύθηκε στοopenDemocracy, στις 24.2.2016.

πηγή: Ενθέματα

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Όχι δεν είμαστε λεκές. Του Τέλλου Φίλη

Συρία: Ζητείται εκεχειρία – Βοήθεια για 154.000 Σύρους ετοιμάζει ο ΟΗΕ