Ούτε μια αδιόρθωτη δυσοίωνη σαν εμένα δεν θα μπορούσε να σκεφθεί ότι η Ματέο Ρέντζι θα προσπαθούσε να οδηγήσει με ταχείς ρυθμούς το Δημοκρατικό Κόμμα σε μια γενετική μετάλλαξη, παρ’ όλο που υπέβοσκε από καιρό, ίσως από τότε που ο Ακίλε Οκέτο, με την ιδιότητα του γραμματέα, είχε ζητήσει με το πλεονέκτημα της ευρεσιτεχνίας να ανατρέξει όχι στην κατάληψη των Χειμερινών Ανακτόρων του 1917, αλλά στη Γαλλική Επανάσταση του 1789. Ναι στη Συνταγματική Συνέλευση. Όχι στην Εθνοσυνέλευση. Ζήτω ο ηγούμενος Σιγιές.1 Κάτω ο Ροβεσπιέρος. Αλλά όλοι ήταν σύμφωνοι με τη Διακήρυξη των Δικαιωμάτων και αυτή τη Διακήρυξη οι σοσιαλιστές Τζιάκομο Μπροντόνι και Τζίνο Τζιούνι έφεραν μέσα στα εργοστάσια με το Καταστατικό των Εργαζομένων.
Ήδη ήταν καταπληκτικό για μένα ότι από όλη τη διεύθυνση του Δημοκρατικού Κόμματος μόνο ο Ντ’ Αλέμα και ο Μπερσάνι δήλωσαν ότι δεν συμφωνούν με την κατάργηση του άρθρου 18 και τη “μοναδική σύμβαση εργασίας”, του αποκαλούμενου “κλιμακωτής προστασίας”, που εξαναγκάζει τον κάθε νέο απασχολούμενο σε τρία έτη πρεκαριάτου πριν να προσληφθεί κανονικά. Θα πρέπει επίσης να δούμε εάν η δημιουργικότητα των Ιταλών επιχειρηματιών δεν θα βρει κανένα άλλο σόφισμα για να εμφανίσει σαν “νέα και πρωτότυπη” κάθε μορφή σύμβασης, με τρόπο που να περνά όλο το εργατικό δυναμικό από τη μια σχέση μαθητείας στην άλλη.
Γιατί τα σημερινά αγόρια και τα κορίτσια του Δημοκρατικού Κόμματος απορρίπτουν ακόμη και το δικαίωμα του εργαζόμενου να εναποθέσει την τύχη του στην αμεροληψία ενός δικαστή, στην περίπτωση εκδίκασης απόφασης για ένα ευαίσθητο σημείο, όπως οι αντιπαραθέσεις στις σχέσεις εργασίας, αντί για ένα διαιτητή που θα έχει τοποθετηθεί από την κυρίαρχη κοινωνική ομάδα; Εάν δεν υπερασπίζεται τις εργασιακές σχέσεις ένα κόμμα σαν το Δημοκρατικό Κόμμα, που κάθε μισή ώρα μάς παραπέμπει στις μεταρρυθμίσεις, σε τι χρησιμεύει;
Η αλήθεια είναι ότι ίσως ο Νόμος για την Εργασία (που προωθεί ο Ρέντζι) θα πρέπει να ερμηνευτεί, όπως πρότεινε χθες κακόβουλα η Μελάνια Ματζούκο, σαν αρκτικόλεξο του “άλματος της επιχείρησής μας”, εμπρός τώρα με τις μπίζνες μας, τώρα που το εμπόδιο ενός δικαιώματος των εργαζομένων εξαφανίστηκε ευγενικά από τη μέση από αυτό που είχε απομείνει από το Ιταλικό Κ.Κ.
Ίσως ο Ρέντζι να εκμεταλλευτεί την ευκαιρία για να δηλώσει, όπως ο Βελτρόνι: “Δεν ήμουν ποτέ κομμουνιστής”. Παρ’ όλα αυτά ο σκληρός πυρήνας του Ιταλικού Κ.Κ., η βάση που συγχωνεύθηκε στις μετέπειτα μεταμορφώσεις, αποτελούνταν πάντα από κόσμο που εργαζόταν κάτω από ένα αφεντικό. Περνώντας στο Δημοκρατικό Κόμμα, όπως τα ηγετικά της στελέχη, είχαν πιστέψει δικαίως ότι αυτός που έστειλαν στο πρωθυπουργικό μέγαρο θα την υπερασπιζόταν. Όταν άρχισε να έχει αμφιβολίες, το κόμμα οδηγούνταν σε ρευστοποίηση.
Σήμερα το βλέπουμε. Το διάσημο 40% των εκλογέων που το ψήφισαν για την Ευρώπη είναι ένα εκατομμύριο λιγότεροι από αυτούς που ψήφισαν τον Βελτρόνι το 2008, για να μην μιλήσουμε για τον Μπερλινγκουέρ. Το διαρκώς αυξανόμενο ποσοστό αυτών που απέχουν τροποποιεί προφανώς τις αναλογίες ανάμεσα στη μία δύναμη και την άλλη, αλλά παραμένει το γεγονός ότι οι ψήφοι που παίρνει το κάθε κόμμα είναι λίγοι, πολύ λιγότεροι από όσους συμμετείχαν εθιμοτυπικά στην Ιταλία.
Ο Ρέντζι θα έκανε καλά να κοιτάξει κατάφατσα το κόμμα του οποίου είναι γραμματέας και να περιφρονεί λιγότερο τα μέλη του, που ήταν και παραμένουν το πιο δραστήριο τμήμα του εκλογικού σώματος της Ιταλίας.
* Το άρθρο της Ροσάνα Ροσάντα δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα sbilanciamoci.org στις 7.10.2014
Πηγή: avgi.gr