in

Η μεγάλη έκρηξη της Γαλλικής Επανάστασης και η «Στρατιά των υπνοβατών». Του Κωστή Κεκελιάδη

Wu Ming, Η στρατιά των υπνοβατών, Εκδόσεις των Συναδέλφων, σελ 792

Αν η Μεγάλη Έκρηξη έδωσε την εξήγηση για την πρώτη αρχή του σύμπαντος, η Γαλλική Επανάσταση είναι το ιστορικό ισοδύναμο του big bang. Προκάλεσε την εκρηκτική εισβολή του λαού στο πολιτικό προσκήνιο και το ντόμινο που τελικά σάρωσε τις μοναρχίες και τον παλιό κόσμο της φεουδαρχίας στην Ευρώπη.

Το ιστορικό μυθιστόρημα «Η στρατιά των υπνοβατών» της ιταλικής συγγραφικής κολεκτίβας Luther Bliset που έχουν μετονομαστεί σε Wu Ming (ο Κανένας) τυπώθηκε το 2014, στα ελληνικά πρωτοεκδόθηκε το 2016 (εκδόσεις «Εξάρχεια») και πριν από δύο μήνες επανακυκλοφόρησε από τις «Εκδόσεις των Συναδέλφων».

Τα περισσότερα κεντρικά πρόσωπα του βιβλίου οι Wu Ming τα ανασύρουν από τον λαβύρινθο του χρόνου και τα φέρνουν στο προσκήνιο. Είναι ελάσσονες πρωταγωνιστές της Γαλλικής Επανάστασης που ζουν κάτω από τα λάβαρα της Δημοκρατίας με τις τρομερές λέξεις «Ελευθερία», «Ισότητα», «Αδελφοσύνη». Είναι Ξεβράκωτοι Γιακωβίνοι που έκλαψαν όταν η «σκύλα Νορμανδή» έσφαξε τον Μαρά στο όνομα του παλιού καθεστώτος κι έμειναν μετέωροι όταν ο μεγάλος Ροβεσπιέρος ο Αδιάφθορος έφτασε  στην γκιλοτίνα, θύμα της αγριότητας που ο ίδιος εξαπέλυσε. Είναι αφηγητές της ιστορίας των «από τα κάτω» με παράλληλες, μικρές ιστορίες κόντρα στη μεγάλη αφήγηση, ακολουθώντας την κληρονομιά της γαλλικής σχολής των annales. Τα κενά συμπληρώνονται με τη δύναμη της φαντασίας, τη σκληρή προεργασία και τη συστηματική μελέτη που φαίνεται ότι έχει κάνει η συγγραφική ομάδα.

Η δράση εκτυλίσσεται μέσα από αφηγήσεις που εναλλάσσονται και στο τέλος συγκλίνουν. Οι αφηγητές είναι ράφτρες, γιατροί, ηθοποιοί, εμιγκρέδες αριστοκράτες. Είναι πολίτες και πολίτισσες που γεννήθηκαν μέσα στην επανάσταση και σποραδικές στιγμές από τη ζωή τους έχουν διασωθεί σε επιστολές, αστυνομικά δελτία, προγράμματα θεατρικών παραστάσεων, ημερολόγια ψυχιατρείων.

Στις σχεδόν 800 σελίδες του βιβλίου ζωντανεύουν φιγούρες και τόποι του Παρισιού και της γαλλικής επαρχίας. Η συνοικία του Αγίου Αντωνίου (το προπύργιο των Ιακωβίνων) και η επαρχία της Οβέρν και της Βανδέα (το ορμητήριο των αντεπαναστατών) η ταβέρνα Γκραν Πίντα και η έδρα της συμβατικής εθνοσυνέλευσης, ψαροπώλισσες στις όχθες του Σηκουάνα και δυναμικές γυναίκες που μάχονται για την χειραφέτηση,  άστεγοι που ζουν κάτω από γέφυρες και υπονόμους, χαμίνια και επίτροποι του λαού και της συμβατικής εθνοσυνέλευσης, δανδήδες «μοσχομυριστοί» και παλαιστές σε υπαίθριες αρένες, θεραπευτές του «ζωικού μαγνητισμού» και τρόφιμοι ψυχιατρείου που δανείζονται ονόματα ηρώων της επανάστασης.

Και πάνω από όλους ο Λεό Μοντονέζε, ο Μπολονέζος ηθοποιός που η αγάπη του για τον Γκολντόνι θα τον οδηγήσει στην ανεργία και στις γέφυρες του Σηκουάνα παρέα με φτωχοδιάβολους και αρουραίους και η ταπείνωσή του θα τον οδηγήσει σε πράξεις αδιανόητου ηρωισμού και τον μεταμορφώνει στον Σκαραμούς, τον εκδικητή στο όνομα του λαού.

Σημείο εκκίνησης το Παρίσι του 1793. Εκεί έχουν συγκεντρωθεί χιλιάδες για να δουν τον βασιλιά Λουδοβίκο ΙΣΤ καθώς τον μεταφέρει το κάρο στο χορό με την «δεσποινίδα Νέκρα». Σε τέτοια κομβικά σημεία, αφηγητής αναλαμβάνει η συγγραφική ομάδα που συνομιλεί απευθείας με τον αναγνώστη: «…Θα σου πούμε εμείς πώς πήγε. Εμείς που ήμασταν στην Πλατεία της Επανάστασης. Κάποιος άλλος θα σου το έλεγε –και ίσως σας το έχει ήδη πει- πόσο καλοί είναι όλοι, δηλαδή με τη γνώση που υπάρχει εκ των υστέρων, αφού έχουν ρίξει μια ματιά στις τυπωμένες σελίδες των βιβλίων, να κοίτα, υπάρχει η Μαντάμ Γκιλοτίνα, υπάρχει το πορτρέτο του Ροβεσπιέρου, γυρίζεις σελίδα και υπάρχει ο χάρτης των μαχών, και από την αρχή ως το τέλος ξετυλίγονται τα χρόνια σαν να ήταν ελιές: 1789, 1793, 1794. Κάποιος ξέρει ήδη πως τελείωσε –πολλά λέει, για ανθρώπους σαν εμάς, πώς θα έπρεπε δηλαδή να τελειώσει;- και τώρα τα διηγείται όλα μακριά από αντιπαραθέσεις, έχοντας τα πάντα συγκροτημένα, σαν να βρίσκεται στην κορυφή ενός πύργου…».

Ο τίτλος του βιβλίου («The army of sleepwalkers») είναι δανεισμένος από το τραγούδι «Οι υπνοβάτες» που έγραψε το 1975 ο Πίτερ Χάμιλ των Βαν ντερ Γκράαφ Τζενερέιτορ όταν άκουσε κάποιους θρύλους του Παρισιού για «τη στρατιά χωρίς μυαλό, το αδιάσπαστο από διαφωνίες πλήθος/που πέφτει στη δράση και ο βηματισμός της δεν επιβραδύνεται».

Οι υπνοβάτες είναι οι υπνωτισμένοι που εκπαιδεύονται να υποτάσσονται στη θέληση του ενός. Όταν έρθει η ώρα θα κάνουν τη βρώμικη δουλειά ταγμένοι στην υπηρεσία της παλινόρθωσης της αριστοκρατίας, κάτι σαν φασιστικά τάγματα. Οι Wu Ming ξέρουν να μιλούν για το σήμερα μέσα από την ιστορία. Αναδεικνύουν το άλλο επίκαιρο θέμα του πληθωρισμού στις τιμές των τροφίμων μιλώντας για τον «νόμο της μεγίστης», δηλαδή τον νόμο του πλαφόν στις τιμές των βασικών τροφίμων. Ο λαός του Παρισιού κυνηγάει τους μαυραγορίτες που είναι επίσης μεγάλο κομμάτι του λαού και ευθύνονται για την πείνα που κυριεύει σχεδόν τους πάντες. Κι όπως λέει η πλέκτρια Μαρί Ντοζιέρ, «η πείνα δεν είναι ποτέ πρόφαση».

Τι γίνεται στο τέλος; Όλα τα ενδεχόμενα είναι ανοιχτά ή αλλιώς, όπως το θέτει ο δημοσιογράφος Καρά στις τελευταίες του λέξεις μπροστά στην καρμανιόλα: «Κρίμα, θα ήθελα να δω πώς τελειώνουν όλα αυτά»!

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Εκδήλωση της στήλης Alter-βιβλίο για το βιβλίο του Michaël Fœssel «Κόκκινα Φανάρια»

Συγγενείς των θυμάτων των Τεμπών: Η μεταφορά των ευθυνών στο ανθρώπινο λάθος είναι εγκληματική