Με την παραδοχή ότι η Λογοτεχνία, ποίηση και πεζογραφία, αποτελεί το απάνεμο λιμάνι της ψυχής, θα ομολογήσουμε ότι το αφηγηματικό της πεδίο λειτουργεί αφενός ως κιβωτός των βιωμάτων εκείνων που επιβίωσαν από μεγάλα συλλογικά τραύματα και αφετέρου μετατρέπει τα τραύματα αυτά σε κεφάλαιο λόγου με διαρκή παρουσία στη δημόσια ζωή. Το κεφάλαιο αυτό τροφοδοτεί στη συνέχεια και τους λογοτέχνες που δεν είχαν προσωπική εμπειρία των δραματικών γεγονότων, αλλά μεγάλωσαν με τις αφηγήσεις των εμπλεκόμενων σ΄αυτά και βίωσαν ή βιώνουν τις συνέπειές των σε ατομικό και συλλογικό επίπεδο.
Με λίγα λόγια, το βίωμα του τραύματος ή η προφορική του κατάθεση από γενιά σε γενιά, λειτουργεί ως αστείρευτη δεξαμενή λόγου που επιδιώκει την ψυχική ανακούφιση, τη διατήρηση της μνήμης, την καταγγελία, αλλά και την αντίσταση με τον λόγο στις σύγχρονες με τον λογοτέχνη συνθήκες συλλογικού βίου, πολύ περισσότερο μάλιστα όταν αυτές οι συνθήκες παραμένουν απάνθρωπες για τον λαό ή την κοινωνική ομάδα στην οποία ανήκει, όπως συμβαίνει σήμερα με τους Παλαιστίνιους.
Είναι αρκετά τα παραδείγματα που μπορούμε να αναφέρουμε από την ελληνική ή ξένη λογοτεχνία που τεκμηριώνουν την παραπάνω θέση. Οι επαναστάσεις, οι δύο Παγκόσμιοι πόλεμοι, η Μικρασιατική καταστροφή και η προσφυγιά, η ναζιστική θηριωδία και το Ολοκαύτωμα, οι γενοκτονίες, η Κυπριακή τραγωδία, οι σκληρές δικτατορίες στη Λατινική Αμερική, τα ολοκληρωτικά καθεστώτα με τα χιλιάδες θύματα, όπως π.χ η σταλινική περίοδος των εκκαθαρίσεων, οι λιμοί και οι εκτοπίσεις, αλλά και οι πανδημίες ιών που θέρισαν εκατομμύρια ανθρώπων σε παγκόσμια κλίμακα, όπως η πανώλη ή πρόσφατα ο covid, καταγράφηκαν όχι μόνο σε επίσημα αρχεία, ιστορικές μελέτες και προσωπικά ημερολόγια, αλλά και στη λογοτεχνία, με τον ξεχωριστό τρόπο που αυτή δέχεται και αποτυπώνει τα παλιρροϊκά κύματα των γεγονότων αυτών.
Δεν θα αναφερθώ, λόγω της συντομίας της εισήγησης, σε ονόματα πεζογράφων ή ποιητών που εμπνεύστηκαν από το συλλογικό τραύμα. Είναι σαφώς εκατοντάδες ανά τον κόσμο. Θα σημειώσω, όμως, δύο φαινόμενα. Την συνεχή παρουσία του Ολοκαυτώματος, της Σοά, στην Τέχνη, με ευδιάκριτη πλέον την εργαλειοποίησή του, ώστε να δικαιολογεί έμμεσα τις τωρινές θηριωδίες του Ισραηλινού κράτους. Επίσης αξιοσημείωτη είναι και η επιστροφή των νέων στην ηλικία Ελλήνων συγγραφέων, οι περισσότεροι γεννημένοι μετά τη δεκαετία του 80, σε δραματικά γεγονότα της νεότερης και νεότατης ιστορίας μας, που οι ίδιοι ασφαλώς δεν βίωσαν. Αναφέρομαι στη Μικρασιατική εκστρατεία και τα παρεπόμενά της, αλλά και στον Εμφύλιο. Αυτή η στροφή δείχνει το ισχυρό αποτύπωμα των ιστορικών αυτών γεγονότων στη συλλογική συνείδηση και τη διάθεση της νέας γενιάς να διερευνήσει τα παρασκήνια, τα βαθύτερα αίτια, τις συνέπειές τους στο κοινωνικό σώμα και στο άτομο, ως υποκείμενο της ιστορίας, αλλά και την πρόθεση να φέρουν στο φως ανομολόγητα βιώματα και σκέψεις που το αρχικό τραύμα εμπόδισε να εκφραστούν στην ώρα των συμβάντων ή λίγο μετά από την τέλεσή τους.
Η απώθηση στο υποσυνείδητο, η αποσιώπηση και η κάλυψη του τραύματος είναι μια συνήθης ψυχική αντίδραση των θυμάτων που υπέστησαν τη βία, ως μηχανισμός άμυνας στον βαθύ πόνο. Η πληγή αιμορραγεί και χρειάζεται να μεσολαβήσει ο αναγκαίος χρόνος διαχείρισης του βιώματος ώστε η ανάδυσή του στην επιφάνεια του συνειδητού και η καταγραφή του στην τέχνη και στον λόγο με οποιαδήποτε μορφή, να καθυστερεί και να παραδίδεται η σκυτάλη της μνημείωσής του στην επόμενη και μεθεπόμενη γενιά.
Θα λέγαμε πως η διαχείριση του τραύματος από τους λογοτέχνες της πρώτης γενιάς που φέρουν τη δραματική εμπειρία, ακολουθεί τα στάδια του πένθους όπως τα εισήγαγε η Αμερικανοελβετίδα ψυχίατρος Elisabeth Kubler-Rosskα, όχι βέβαια με την ίδια σειρά σε όλους: άρνηση, θυμός, κατάθλιψη, διαπραγμάτευση, αποδοχή. Είναι χαρακτηριστική για παράδειγμα η κατάθλιψη που συμβαδίζει με την καταγγελία στον Πρίμο Λέβι και στον Στέφαν Τσβάιχ, τους δύο αυτόχειρες Εβραίους συγγραφείς που δεν άντεξαν την ψυχική οδύνη.
Επίσης η δημιουργική θλίψη στην πρώτη γενιά της δικής μας μεταπολεμικής ποίησης, τη λεγόμενη και «Γενιά της ήττας», που είδε τα οράματά της να συντρίβονται και γνώρισε εξορίες και διωγμούς.
Ας μη μακρηγορήσω όμως, αν και αναγκαία η εισαγωγή, κι ας προχωρήσω στο θέμα μας που είναι η πρόσληψη του τραύματος στη λογοτεχνία των Παλαιστινίων. Δεν μπόρεσα να εντοπίσω, έστω κι αμετάφραστη, την πρώτη λογοτεχνική καταγραφή της εθνοκάθαρσης που υπέστησαν οι γηγενείς Άραβες της Παλαιστίνης, αν αυτή υφίσταται, λίγο πριν και αμέσως μετά την ίδρυση του κράτους του Ισραήλ, με απόφαση του ΟΗΕ, δηλαδή στην περίοδο της Βρετανικής Εντολής και της Νάκμπα, όπως ονομάζεται στα αραβικά η καταστροφή των οικισμών, οι εκτελέσεις και ο εκτοπισμός τους από τις σιωνιστικές, παραστρατιωτικές οργανώσεις.
Για τον λόγο αυτό θα στηριχθώ αρχικά σε δύο εμβληματικούς εκπροσώπους, τον εθνικό ποιητή των Παλαιστινίων, Μαχμούτ Νταρουίς και τον πεζογράφο Ελιάς Χούρι, και στη συνέχεια στο πρόσφατα μεταφρασμένο μυθιστόρημα του Μπάσιμ Χαντάκτσι «Μια μάσκα στο χρώμα του ουρανού».
Ο Νταρουίς γεννήθηκε το 1941. Ήταν μόλις 6 χρονών όταν έγινε η Νάκμπα. Έζησε την εξορία και ανάπλασε την πατρίδα του και τον χάρτη της Παλαιστίνης στην ελεγειακή ποίησή του, που συνδυάζει το λυρικό και το επικό στοιχείο. Έφυγε από τη ζωή τον Αύγουστο του 2008. Στρατευμένη η ποίηση του στην υπόθεση του λαού του, έγινε το πνευματικό όπλο του με διεθνή απήχηση. Έγραψε:
Θα ήθελα να βρώ μια γλώσσα που να μεταμορφώνει την γλώσσα αυτή καθεαυτή σε ατσάλι του πνεύματος – μια γλώσσα για να την χρησιμοποιώ εναντίον αυτών των αστραφτερών ασημένιων εντόμων, αυτών των τζέτ εδώ.
Η ποίησή του είναι η γλώσσα-ατσάλι που χτυπούσε ανελέητα τη βία του ισραηλινού κράτους. Τον Απρίλιο του 2009, έναν χρόνο μετά την εκδημία του, σε μια καταχώρηση στην ιστότοπό του, ο Πορτογάλος συγγραφέας και Νομπελίστας Ζοζέ Σαραμάγκου, αποτίνοντας φόρο τιμής στον Παλαιστίνιο ποιητή, έγραψε ανάμεσα σε άλλα:
Τα ποιήματα του Νταρουίς, ριζωμένα στη ζωή, στα πάθη και στους πόθους του Παλαιστινιακού λαού, έχουν ένα κάλλος μορφής που συχνά προσπερνά τις ύψιστες στιγμές του ανείπωτου με λίγες απλές λέξεις, σαν ένα ημερολόγιο όπου μπορείς να ακολουθήσεις βήμα με βήμα, δάκρυ το δάκρυ, τα δεινά – μα και τις βαθιές, αν και σπάνιες, στιγμές χαράς – ενός λαού που έχει υποφέρει μαρτύρια εξήντα χρόνια τώρα χωρίς κανένα τέλος ακόμη στον ορίζοντα. Το να διαβάζεις τον Μαχμούντ Νταρουίς, πέραν της αξέχαστης αισθητικής εμπειρίας, είναι σαν να ξεκινάς μια πορεία σε μια Via Dolorosa κατα μήκος κατεστραμένων δρόμων ατίμωσης και αδικίας, εν τω μέσω μιας Παλαιστινιακής γής που έχει υποφέρει άγρια στα χέρια των Ισραηλινών
Η απήχηση του Νταρουίς ενόχλησε βέβαια σφόδρα τους Ισραηλινούς, όπως και κάθε πνευματικό έργο που κατήγγειλε την πολιτική της γενοκτονίας. Αυτή είναι η δύναμη της τέχνης που συνεχίζει να θυμίζει, να κεντρίζει, να ευαισθητοποιεί, να απαιτεί από τη διεθνή κοινότητα όραση, ακοή και θέση απέναντι στη βία και την αδικία. Η προσπάθεια της ισραηλινής εξουσίας να σβήσει τη φωνή του Νταρουίς ακόμα και μετά τον θάνατό του, φαίνεται συγκεκριμένα στο ακόλουθο γεγονός: Πριν λίγα χρόνια, η υπουργός πολιτισμού του Ισραήλ είχε απειλήσει διακοπή της χρηματοδότησης του στρατιωτικού ραδιοφωνικού σταθμού της χώρας, επειδή σε μια εκπομπή του είχε αναγνωσθεί ένα ποίημα του Νταρουίς. Παράδοξο, βέβαια, αυτό και μας προκαλεί εύλογα έκπληξη. Αντιδρώντας, μια ομάδα Ισραηλινών συγγραφέων και ποιητών οργάνωσαν μια ποιητική βραδιά σε ένα βιβλιοπωλείο του Τελ Αβίβ με ποίηση του Νταρουίς. Η ποιήτρια Ταλ Νιτσάν, που επιμελήθηκε τη διοργάνωση, στην εισαγωγική της προσφώνηση είχε πει, μεταξύ άλλων, τα εξής:
Αυτός ο φόρος τιμής σ’ έναν μεγάλο ποιητή, απόψε, εκφράζει την ανένδοτη αντίσταση στον καταναγκασμό, στην καθοδήγηση, στην πνευματική καταπίεση. Αποδοκιμάζουμε την βίαια επιβολή σιωπής που έχουμε δει τον μήνα που μας πέρασε και, εις απάντηση, διαλέγουμε να τιμήσουμε έναν ποιητή που είναι από τους πιο σπουδαίους που έχουν προσφέρει τη χάρη τους σε αυτή τη γη, έναν ποιητή του οποίου το μέγεθος και η βαθιά του επιρροή γίνεται μάλλον πιο εμφανής από αυτή την γελοία προσπάθεια να τον εξαλείψουν. Δύσκολες μέρες μας περιμένουν, με πιο πολλές “κούπες δηλητήριο” όπως μας λέει ο Νταρουίς… Θα πρέπει να κοιτάξουμε κατάματα ένα τέτοιο μέλλον και θα πρέπει να είμαστε έτοιμοι γι’ αυτό. Ο καθένας μας με τη δική του απάντηση.
Προφητικά αποδείχθηκαν τα λόγια της, αν αναλογιστούμε τις εξελίξεις μετά τον περσινό Οκτώβρη και τα γεγονότα στη Γάζα. Έγραψε ακόμη ο ποιητής:
Ο εχθρός
Ήμουν εκεί πριν έναν μήνα. Πριν έναν χρόνο ήμουν εκεί. Ήμουνα πάντα εκεί λες και δεν ήμουνα αλλού πουθενά. Το 1982 το ίδιο πράγμα μας συνέβη όπως μας συμβαίνει και σήμερα. Είχαμε πολιορκηθεί και είχαμε σκοτωθεί και είχαμε πολεμήσει εναντίον της κόλασης που αντιμετωπίζαμε. Οι απώλειες/οι μάρτυρες δεν μοιάζουν μεταξύ τους. Ο καθένας τους έχει μια χαρακτηριστική σωματική διάπλαση και διαφορετικά χαρακτηριστικά του προσώπου, μάτια διαφορετικά και διαφορετικό όνομα και ηλικία. Οι φονιάδες είναι αυτοί που φαίνονται όλοι το ίδιο. Είναι μια ύπαρξη, που είναι διανεμημένη σε διαφορετικά σιδερένια αντικείμενα, που πατάει ηλεκτρονικά κουμπιά, που σκοτώνει κι εξαφανίζεται ύστερα. Μας βλέπει αλλά εμείς δεν τον βλέπουμε, όχι επειδή είναι ένα φάντασμα αλλά επειδή είναι η σιδερένια μάσκα μιας ιδέας – δίχως χαρακτηριστικά, δίχως μάτια, δίχως ηλικία, δίχως όνομα. Είναι αυτός που διάλεξε να έχει ένα και μόνο όνομα: ο εχθρός
Και αν τον Νταρουίς δεν τον εξόντωσαν ως επικίνδυνο τρομοκράτη, όπως θα ήθελαν οι αρχές του Ισραήλ, γιατί η φήμη του είχε περάσει τα σύνορα και η αξία του και η αποδοχή του ήταν δεδομένη στους προοδευτικούς πνευματικούς πολίτες τους, δεν έγινε το ίδιο στις μέρες μας με τους ποιητές και τους διανοούμενους της μαρτυρικής Γάζας. Η εξουσία που σκοτώνει, απανταχού της οικουμένης, φροντίζει πρωτίστως να φιμώσει και να εξαλείψει τις πνευματικές φωνές, γιατί αυτές θα είναι η αιώνια ηχώ της μαρτυρίας και της αντίστασης στα εγκλήματά της.
Δανείζομαι τα λόγια του Τραβέρσο από το πρόσφατα μεταφρασμένο βιβλίο του «Η Γάζα μπροστά στην Ιστορία» (σελ.37), στο οποίο μάλιστα προτάσσει ως μότο, ποίημα του Νταρουίς:
Μη κατορθώνοντας να ξεριζώσει τη Χαμάς, η Τσαχάλ (Δυνάμεις Άμυνας Ισραήλ) άρχισε να εξοντώνει την Παλαιστινιακή διανόηση: ερευνητές, επιστήμονες, γιατρούς, διοικητικούς, τεχνικούς, δημοσιογράφους, καλλιτέχνες, διανοούμενους και ποιητές. Η προειδοποίηση που απεύθυνε το Διεθνές Δικαστήριο του ΟΗΕ δεν έχει τίποτα το αφηρημένο: ο παλαιστινιακός πληθυσμός της Γάζας υποβάλλεται σε μια προσχεδιασμένη και ανελέητη σφαγή..ο πόλεμος στη Γάζα παίρνει τα γνωρίσματα γενοκτονίας
Ακριβώς πριν ένα χρόνο, Δεκέμβρη του 2023, ο ποιητής Ρεφαάτ Αλαρίρ, ένας από τους πρωτοπόρους μιας νέας γενιάς συγγραφέων στη Γάζα που επέλεξε να γράψει στα αγγλικά για να πει τις ιστορίες τους, σκοτώθηκε από ισραηλινό χτύπημα, σύμφωνα με διεθνή Μέσα που επικαλούνται μαρτυρίες οικείων του. Η καρδιά μου είναι ραγισμένη, είχε γράψει τότε ο φίλος του δολοφονημένου ποιητή, επίσης ποιητής, Μοσάμπ Αμπού Τόχα στο Facebook: «Ο συνάδελφός μου Ρεφαάτ Αλαρίρ σκοτώθηκε με την οικογένειά του πριν από λίγα λεπτά».
Το τελευταίο ποίημα του Αλαρίρ ήταν τραγικά προφητικό.
ΑΝ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΠΕΘΑΝΩ
Αν πρέπει να πεθάνω
θα πρέπει να ζήσεις εσύ
να πεις την ιστορία μου
να πουλήσεις τα πράγματά μου
για να αγοράσεις ένα κομμάτι πανί
και κάμποσο σπάγκο,
(να τον φτιάξεις άσπρο με μακριά ουρά)
έτσι ώστε ένα παιδί, κάπου στη Γάζα
σαν θα κοιτάει τον ουρανό κατάματα
προσμένοντας τον πατέρα που έφυγε μες τη φωτιά—
και δεν αποχαιρέτησε κανέναν
ούτε και την ίδια του τη σάρκα,
ούτε τον ίδιο του τον εαυτό –
βλέπει τον χαρταετό, τον χαρταετό μου που έφτιαξες,
να πετάει επάνω ψηλά
και σκέφτεται προς στιγμήν πως είναι ένας άγγελος εκεί
που φέρνει πίσω την αγάπη
Αν πρέπει να πεθάνω
Ας φέρει αυτό ελπίδα
Ας γίνει μια ιστορία
(Μετάφραση: Χρήστος Τσιάμης)
Έχουν επίγνωση οι παλαιστίνιοι λογοτέχνες πως κάθε τους έργο και κάθε τους λέξη εγγράφεται στην ιστορία, αυτήν που ο εχθρός θέλει να απαλείψει και γι΄αυτό, συνειδητά, υπηρετούν με τη γραφή τους τη διατήρηση της μνήμης.
Την ιστορία όμως της εθνοκάθαρσης, που άρχισε το 1947 και συνεχίζεται μέχρι σήμερα, την αφηγήθηκε ο πεζογράφος Ελιάς Χούρι στο επικό μυθιστόρημά του των 749 σελίδων «Η Πύλη του ήλιου» (εκδ. Καστανιώτη, σε μετάφραση και με εξαιρετικό επίμετρο της Ελένης Καπετανάκη, 2021).
Ο χριστιανός στο θρήσκευμα Χούρι, γεννημένος το 1948, από γονείς πρόσφυγες στον Λίβανο, έφυγε από τη ζωή τον Σεπτέμβριο του 2023. Ανήκει στη δεύτερη γενιά προσφύγων που γεννήθηκαν στην εξορία. Γι’ αυτούς η Παλαιστίνη είναι ο τόπος που δεν έζησαν αλλά τον γνώρισαν μέσα από τις μαρτυρίες και τις διηγήσεις των οικείων τους, η γη των «απόντων ιδιοκτητών», έτσι ονομάζουν οι εβραίοι άποικοι τα σπίτια των ξεριζωμένων παλαιστινίων που οικειοποιήθηκαν. Πανεπιστημιακός δάσκαλος, δημοσιογράφος και συγγραφέας ο Χούρι, ανοίγει στο μυθιστόρημά του διαδοχικά τις αφηγήσεις, σαν τις ρώσικες κούκλες, εγκιβωτίζοντας σ’ αυτές το οξύ άλγος του νόστου των ομοεθνών του, και δημιουργεί έτσι τον μεγάλο πίνακα των απλών ανθρώπων του λαού του
Πρόκειται για βιβλίο που συνθέτει μέσα από τις μαρτυρίες το παλίμψηστο της βασανιστικής πορείας των Παλαιστινίων, από την εποχή της Νάγκμπα και της Εξορίας ως και τη σφαγή χιλιάδων προσφύγων, κυρίως άμαχων γυναικόπαιδων και ηλικιωμένων, στα στρατόπεδα Σάμπρα και Σατίλα της Βηρυτού (1982) από τους χριστιανούς Φαλαγγίτες (Μαρωνίτες) με τη σύμπραξη του Ισραηλινού στρατού.
Ρεαλιστικό πεζογράφημα που συνταράζει με την αμεσότητα του λόγου του και την τραγικότητα του περιεχομένου. Το βιβλίο παρακινεί τον αναγνώστη να διερευνήσει το ιστορικό υπόβαθρο των γεγονότων που συντελέστηκαν στην Παλαιστίνη, λίγο πριν και μετά την ίδρυση του κράτους του Ισραήλ, γεγονός που σήμανε ταυτόχρονα τη δολοφονική εξολόθρευση χιλιάδων γηγενών Αράβων και την εκδίωξη όσων επέζησαν από την πατρογονική γη, χώματα που άρπαξαν και συνεχίζουν να αρπάζουν στις μέρες μας οι Εβραίοι έποικοι.
Κυρίως, όμως, πρόκειται για ένα λογοτεχνικό αριστούργημα που ζωγραφίζει στον καμβά της ιστορίας το ατομικό δράμα. Σε πολλά σημεία μας θυμίζει τις μαρτυρίες των δικών μας προσφύγων από τη Μικρά Ασία και τον Πόντο, τη βαρβαρότητα των αποικιοκρατών όταν διεκδικούν εδάφη και ηγεμονία. Η «Πύλη του ήλιου» είναι, ας μου επιτραπεί η αναλογία, η λογοτεχνική Γκερνίκα των Παλαιστινίων. Έγραψε στο βιβλίο του:
Σε παρακαλώ, άκου με. Θα πάω σπίτι σου τώρα και θα φέρω τις φωτογραφίες. Θα τις κρεμάσω στους τοίχους του θαλάμου. Θα αφήσουμε το Τετραγράμματον με την κουφική Γραφή και θα μοιράσουμε τις φωτογραφίες σας περιμετρικά. Οι φωτογραφίες σας γύρω από το Τετραγράμματον και εσείς γύρω από τον Γιουνίς. Πάω να φέρω τις φωτογραφίες και θα πούμε όλη την ιστορία. Η ιστορία θα διαφέρει. Θα τα αλλάξουμε όλα. Θα κρεμάσω όλες τις φωτογραφίες εδώ κι εμείς θα ζήσουμε μαζί τους. Θα ξεκρεμάσω μια φωτογραφία και θα στη δώσω. Θα μας διηγηθείς μια ιστορία. Ύστερα θα ξεκρεμάσω κι άλλη. Μια καινούργια ιστορία θα έρθει και θα ακολουθήσουν άλλες πολλές. Έτσι, θα φτιάξουμε τις ιστορίες μας από την αρχή χωρίς ν´ αφήσουμε ούτε κενό για να τρυπώσει ο θάνατος
Το αριστούργημα, σύμφωνα με τον Έντουαρντ Σαΐντ, του Χούρι, που πέρασε τρία χρόνια στους προσφυγικούς καταυλισμούς του Λιβάνου καταγράφοντας μαρτυρίες, συνθέτει με τα πορτρέτα των γυναικών και των ανδρών την τοιχογραφία της προσφυγιάς και της ιστορία της Παλαιστίνης, επιμένοντας στην ανθρώπινη πλευρά και σε όλες τις εκφάνσεις της, στο άτομο και στην διαδρομή του μέσα στη δίνη των ιστορικών γεγονότων.
Έχει γίνει μεγάλη συζήτηση για τη σχέση ιστορίας και λογοτεχνίας, αν και σε ποιο βαθμό η μία υπηρετεί την άλλη ή αν είναι αυτόνομες περιοχές. Δεν θα υπεισέλθω σε τέτοια συζήτηση. Δέχομαι πως δεν υπάρχει γραφή χωρίς το ιστορικό υπόβαθρο, πως η τέχνη δεν αναπαριστά αλλά είναι, γενικότερα, συστατικό στοιχείο της πραγματικότητας και με αυτήν την έννοια η παλαιστινιακή λογοτεχνία, τόσο αυτή της διασποράς όσο κι αυτή εντός των τειχών, είναι αναπόσπαστο στοιχείο του δράματος του παλαιστινιακού λαού. Είναι η κιβωτός της μνήμης τους, το καταφύγιο του πόνου και μια πράξη αντίστασης με όπλο τη γλώσσα.
Το τελευταίο βιβλίο στο οποίο στηρίχθηκε αυτή η εισήγηση είναι το «Μια μάσκα στο χρώμα του ουρανού», του συγγραφέα Μπάσιμ Χαντάκτσι (Basim Khandaqji) από τις εκδόσεις ΣΑΛΤΟ (Σειρά Κάλλιστος, 2024, και σε μετάφραση της Πέρσας Κουμούτση και Βίκυς Μπούτρη). Ένα σπουδαίο μυθιστόρημα, αντιπροσωπευτικό της Λογοτεχνίας του τραύματος, της μνήμης και της αντίστασης που δίκαια τιμήθηκε με το Διεθνές Βραβείο Αραβικής Λογοτεχνίας 2024. Αναλυτική εισήγηση για το βιβλίο έχει αναρτηθεί στη στήλη alterthess-βιβλίο, τον Ιανουάριο του 2025.
Ο πεζογράφος, ποιητής και δημοσιογράφος Μπ.Χαντάκτσι, πολύ μικρότερος ηλικιακά των Μ.Νταρουίς και Ελιάς Χούρι, αντιπροσωπεύει τη νέα γενιά των Παλαιστινίων λογοτεχνών και την τρίτη γενιά προσφύγων. Γεννήθηκε το 1983 στη Ναμπλούς της Δυτικής όχθης, γνώρισε την πρώτη Ιντιφάντα των γονιών του και βίωσε τη δεύτερη με τη δική του δράση και αντίσταση. Ο Μπάσιμ Χαντάκτσι έγραψε το μυθιστόρημά του μέσα στην ισραηλινή φυλακή, όπου βρίσκεται έγκλειστος από το 2004, καταδικασμένος τρις σε ισόβια κάθειρξη με την κατηγορία της τρομοκρατικής δράσης. Στη φυλακή συνέχισε και τις σπουδές του στις Πολιτικές Επιστήμες. Αξίζει να σημειωθεί πως το μυθιστόρημά του έφθασε στα χέρια του εκδότη γραμμένο σε μικρά χαρτάκια που κρύβονταν στο επισκεπτήριο των φίλων και συγγενών του.
Τον Χαντάκτσι τον απασχολεί το ζήτημα της ταυτότητας: «Ποιος είμαι; Ποιος είναι ο πατέρας μου; Ποια είναι τα σοκάκια; Πού είναι η ταυτότητα μου; Πού είναι η σκιά μου; Πού είναι ο καθρέφτης μου; Τι κάνω εδώ;».
Περιγράφοντας τη μιζέρια, τη φτώχεια και τον αδιέξοδο μέλλον, ειδικά των νέων, στον προσφυγικό καταυλισμό της Ραμάλα, ουσιαστικά μιλάει για τις συνθήκες της δικής του ζωής, την απογοήτευση και το βαθύ τραύμα της ήττας των προηγούμενων γενιών, την απελπισία της δικής του γενιάς, εξαιτίας των αβάσταχτων περιορισμών που επέβαλε το καθεστώς του Ισραήλ στους κατοίκους της Δυτικής Όχθης. Η στέρηση της ελευθερίας, ο αυστηρός έλεγχος της αποικιοκρατικής πολιτικής του απαρτχάιντ σε βάρος των Αράβων, ο ευνουχισμός μιας νεότητας που διψάει για γνώση και ζωή είναι η θρυαλλίδα της αντίστασης του και η κινητήρια δύναμη της συγγραφής. Το μυθιστόρημά του συνιστά κατά βάση μια απάντηση στον νέο οριενταλισμό του «Κώδικα Ντα Βίντσι», του δυτικού Νταν Μπράουν, αφού επαναπατρίζει τη βιβλική μορφή της Μαρίας Μαγδαληνής στα χώματα της Παλαιστίνης.
Το νήμα που συνδέει πολιτικά τον Έντ.Σαίντ, τον Μ. Νταρουίς, τον Ελ. Χούρι και τον Μπ.Χαντάκτσι είναι η ξεκάθαρη αντίθεση τους στη συμφωνία του Όσλο, μια συμφωνία που δεν έλυσε το Παλαιστινιακό αλλά οδήγησε σε ζώνες ελεγχόμενες από το Ισραήλ, οξύνοντας την επιθετική πολιτική των παράνομων εποικισμών και της εθνοκάθαρσης, με αποκορύφωμα την πρόσφατη επίθεση γενοκτονίας στη λωρίδα της Γάζας.
Ελπίζω στο άμεσο μέλλον να έχουμε και άλλες μεταφράσεις στην ελληνική από την παλαιστινιακή λογοτεχνία, ώστε να γνωρίσουμε όλο το δυνατό εύρος της σκέψης και των αναζητήσεων της μέσα στο δυστοπικό παρόν της.
Το κείμενο αποτελεί παρέμβαση της Αθηνάς Παπανικολάου στην εκδήλωση που οργάνωσαν στις 8 Απριλίου το alter-βιβλίο και το Jacobin στο καφέ-μπαρ Μανιφέστο, για την παρουσίαση του βιβλίου του Πέρι Άντερσον Δύο κείμενα για την ιστορία της Αραβο-ισραηλινής σύγκρουσης και του αγώνα του παλαιστινιακού λαού. Στην εκδήλωση μίλησαν επίσης οι Πάνος Τριτσιμπίδας και Γιώργος Σουβλής.