in

Η Καμένη Βάτος. Της Ντίνας Παπούδα

Μανές Σπέρμπερ, Δάκρυ στον Ωκεανό/ H καμένη Bάτος (μτφρ.: Έμη Βαϊκούση), Καστανιώτης 2013

Η «Καμένη βάτος» αποτελεί τον πρώτο τόμο της τριλογίας «Δάκρυ στον Ωκεανό» του Μανές Σπέρμπερ, η οποία εκτυλίσσεται σε όλη την δεκαετία του ’30 μέχρι και την λήξη του πολέμου. Αποτελεί  ένα μυθιστόρημα πνοής για το κομμουνιστικό κίνημα αυτής της περιόδου με τα γεγονότα να διαδραματίζονται σε όλη σχεδόν την Ευρώπη, κυρίως την Κεντρική Ευρώπη, τα Βαλκάνια, την Πολωνία και το Παρίσι. Ο Μανές Σπέρμπερ (1905-1984), μέλος και ίδιος του κομμουνιστικού κόμματος της Γερμανίας μέχρι το 1937, όταν αποχώρησε εν μέσω σταλινικών εκκαθαρίσεων , θεωρούσε το έργο αυτό ανολοκλήρωτο: «θραύσματα ενός έργου το οποίο ο θάνατος θα με εμποδίσει να ολοκληρώσω…». Αρχίζει να γράφει τον χειμώνα του 1940, στην «εποχή της περιφρόνησης», όπως την χαρακτηρίζει ο ίδιος, «για να ζωντανέψω τις νεκρωμένες ελπίδες», με το βλέμμα στραμμένο στους νέους του τότε -σε κάθε εποχής νέους, νομίζω εγώ- και «δεν έχω να προσφέρω βεβαιότητες, αλλά να συμβάλω στην ωρίμανση των ερωτημάτων».

Ο Καίσλερ χαρακτήρισε την «Καμένη Βάτο» τη «Σάγκα της Κομιντέρν», δηλαδή της Γ’ Διεθνούς. Αλλά Γ’ Διεθνής σημαίνει κομμουνιστικά κόμματα της Ευρώπης, πρωτίστως, και πίσω και πάνω απ’όλα τη Σοβιετική Ένωση και το ΚΚΣΕ, με τον Λένιν αρχικά,, με τον Στάλιν κατόπιν, και ως τη διάλυσή της. Ο χρόνος είναι δύσκολος: ο Χίτλερ έχει ανέλθει στην εξουσία, τα κομμουνιστικά κόμματα πληρώνουν τις επιλογές τους για τη μη έγκαιρη συγκρότηση Ενιαίου Μετώπου και είναι  σχεδόν οργανωτικά διαλυμένα. Εδώ οι βασικοί ήρωες  είναι οι  επαναστάτες, επαγγελματικά στελέχη κατά κύριο λόγο,  που  επιμένουν να λειτουργούν στο πλαίσιο  της Διεθνούς και να υπερασπίζονται τις θέσεις της διεξάγοντας έναν πόλεμο με όλα τα μέσα ενάντια στη ναζιστική λαίλαπα. Αλλά ταυτόχρονα διεξάγουν κι  έναν εσωτερικό πόλεμο εντός των κομμάτων τους και της Διεθνούς. Και είναι ένας αγώνας που συνδέεται με τον σταλινισμό και αποτελεί το μεγάλο πρόβλημα και το κεντρικό σημείο της εκτύλιξης της ιστορίας .

Επεισόδια από τον πολιτικό και ταξικό αγώνα ενάντια στον ναζισμό, με συνωμοτικές πρακτικές που διασώζουν συντρόφους και αγώνες αποδίδουν χαρακτηριστικά την εικόνα του ευρωπαϊκού κομμουνιστικού αγώνα της εποχής και το προσωπικό διακύβευμα των αγωνιστών σε συνθήκες απόλυτης παρανομίας. Ο αγώνας είναι ανηλεής κι ο ταξικός και πολιτικός αντίπαλος θηρίο. Απέναντι σ’αυτόν προ-/αντιτάσσεται όχι μόνον αγωνιστικό ήθος, αλλά και βαθιά εντιμότητα και συνέπεια, χαρακτηριστικά μιας ανώτερης  ποιότητας ανθρώπων. Οι ήρωες αυτοί συχνά εμφορούνται από την ιδέα ότι έχουν αναλάβει μια αποστολή, από μια ιδέα καθήκοντος και  μια ασκητική αντίληψη ζωής, η οποία προτάσσει  όχι απλώς την προσφορά αλλά τη θυσία ως την πυξίδα της ζωής τους. Όλα υποτάσσονται στην επανάσταση, στο χρέος του επαναστάτη να υπηρετήσει ένα όραμα που τον υπερβαίνει και  μια νομοτέλεια που την έχει ξεκάθαρη μπρος του κάθε στιγμή. Απ’ αυτήν  υπαγορεύονται όλες οι επιλογές, ακόμα και σε επίπεδο προσωπικής ζωής. «Ανήκε στην γενιά  των επαναστατών που δεν μεθούσαν, διότι το αλκοόλ ήταν εχθρός της εργατικής τάξης κι απέφευγαν γενικά τις αμαρτίες που επέκρινε η αστική ηθική, αλλά για λόγους που μπορούσαν να έχουν ισχύ  μόνο για έναν επαναστάτη.» (σελ. 389)  Πράγματι έχουμε εδώ το πλάσιμο του νέου ανθρώπου.

Αλλά ταυτόχρονα μαίνεται και μια άλλη μάχη. Εντός των κομμάτων. Δίκες της Μόσχας έγιναν σ’  όλη την Ευρώπη. Ανακριτές κομματικοί που αναλάμβαναν το ξεκαθάρισμα του κόμματος από τους προδότες υπήρχαν παντού. Σύντροφοι μέχρι χτες, με επιβεβαιωμένη από την πολύχρονη συμμετοχή τους σε αγώνες την αφοσίωσή τους στο κόμμα και στην υπόθεση της εργατικής τάξης, εν μια νυκτί κυριολεκτικά,  χαρακτηρίζονται προδότες και οδηγούνται στην άμεση εκτέλεση.

Το Κόμμα, έτσι με κεφαλαίο, μια μεταφυσική-υπερφυσική οντότητα, που έχει πάντα δίκιο, που δεν υπολογίζει άτομα και προσωπικές ζωές, που υπερβαίνει τον κόσμο και επιπλέει στον χρόνο έχει την μεγάλη εικόνα μπροστά του και μπορεί με απίστευτη ευκολία να θυσιάζει ζωές στο όνομα μιας αναγκαιότητας που την αντιλαμβάνεται μόνο το Κόμμα ως αφηρημένη ολότητα- δηλαδή μια χούφτα στελέχη και πάνω και πίσω ο Ένας- και όχι ο κάθε ταπεινός αγωνιστής. Κομμουνιστές προερχόμενοι από όλη την Ευρώπη χαρακτηρίζονται ως ταξικοί και πολιτικοί εχθροί και αφανίζονται για  ό,τι θεωρεί το Κόμμα εκτός γραμμής, η οποία γραμμή αλλάζει ανάλογα και αυτό που ήταν λάθος θεωρείται σωστό και τανάπαλιν, αλλά εντωμεταξύ έχουν εξοντωθεί σύντροφοι απ’  όλη την Ευρώπη που θεωρήθηκαν προδότες του κόμματος, γιατί δεν είχαν στο κεφάλι τους την σωστή γραμμή την σωστή ώρα ή με κατηγορίες που είναι, κυριολεκτικά, συκοφαντίες. Και, παρότι φαντάζει λογικό, εκτός από επιβεβλημένο, ένα κόμμα να μπορεί να μεταβάλει την γραμμή του, όταν οι συνθήκες το επιτάσσουν, εδώ το πράγμα δεν συμβαίνει φυσικά και εύλογα, όπως εμείς το αντιλαμβανόμαστε. Βέβαια, φορές φορές εκτελείται κανείς για λόγους πολύ ευτελέστερους, που είναι π.χ. το ότι αποτελεί ανταγωνιστής στην κομματική ιεραρχία, ή και πολύ πολύ σοβαρούς, όπως η λειτουργία του κόμματος. Επειδή υπάρχει μια θρησκευτική διάσταση στο είδος της υποταγής και πίστης που απαιτεί το Κόμμα, το οποίο είναι αλάνθαστο, η διαφορετική γνώμη γίνεται θανάσιμο έγκλημα το οποίο τιμωρείται και πρέπει να τιμωρείται με θάνατο-εκτέλεση.

Ίντριγκες, αστήριχτες έως γελοίες καταγγελίες-κατηγορίες, γραφειοκρατία και καιροσκοπισμός και μια νέα γενιά κομμουνιστών που διαπαιδαγωγείται στην συκοφαντία και στην προδοσία των συναγωνιστών τους και στην άκριτη υποταγή στο όνομα του ευρύτερου ονείρου και της σοσιαλιστικής πατρίδας, στην καθυπόταξη στο κυρίαρχο, το όποιο κυρίαρχο, που χαλκεύεται σε μυστικά εργαστήρια και, εννοείται, δεν προκύπτει από διαδικασίες δημοκρατικού συγκεντρωτισμού, αλλά από άσκηση ολοκληρωτική/συνθλιπτικής εξουσίας. Αυτή όμως η κατάσταση δημιουργεί μια απίστευτη ερήμωση στις ψυχές και ένα αίσθημα ματαίωσης και ματαιότητας, που διαπερνά και τον Σπέρμπερ. Δια του στόματος ενός ήρωά του: «Το άδικο του εχθρού το πολεμάς, όμως το άδικο που σου  κάνουν οι δικοί σου είναι θάνατος και ατίμωση μαζί»(σελ. 457).

Ο ήρωας της τριλογίας είναι ο διανοούμενος Ντόινο. Παρακολουθούμε την πορεία του με  την σταθερή πίστη στην μεγάλη ιδέα της σοσιαλιστικής επανάστασης, την πίστη στην σοβιετική μητέρα και στο ιδανικό της πραγματωμένης επανάστασης και τον βλέπουμε να υποβάλλεται σε όλους τους διανοητικούς και ψυχικούς βασανισμούς, καθώς βυθιζόμαστε στην σταλινική παράνοια, που έβλαψε την υπόθεση της επανάστασης με τον πιο οδυνηρό τρόπο.

«Βλέπετε, Ρούμπιν, η επανάσταση είναι κάτι μεγαλειώδες – δεν χωράει αμφιβολία! Στην πράξη ωστόσο, γι’ αυτούς που την κάνουν, είναι μια σειρά από ίντριγκες, από πληκτικά μικροκαθήκοντα. Μια επανάσταση είναι η μετεξέλιξη μιας ιδέας σε δύναμη· είναι όμως ασφαλώς και ο θρίαμβος των αριβιστών, των σαδιστών, των υστερικών … Ωστόσο, για να πετύχει το μεγαλείο της πρέπει να υποταχθεί στα αναγκαία για την επίτευξή της μέσα. Εκεί είναι που αρχίζει η απολυτοποίηση. Αυτοί που προετοιμάζονται για να θέσουν ένα τέρμα στη βαρβαρική προϊστορία της ανθρωπότητας, είναι κι οι ίδιοι άνθρωποι αυτής της προϊστορίας· και βαδίζουν στη μάχη ενάντια στα είδωλα με ψυχή ειδωλολάτρη» (σελ.147).

Μια βαθιά απογοήτευση βγαίνει εδώ από τον Σπέρμπερ. Φαίνεται να απηχεί θλιμμένα την ιδέα του Θουκυδίδη: γιγνόμενα μὲν καὶ αἰεὶ ἐσόμενα, ἕως ἂν ἡ αὐτὴ φύσις ἀνθρώπων ᾖ (αυτά που γίνονται και όσα θα γίνουν στο μέλλον, όσο η ανθρώπινη φύση μένει ίδια). Άλλωστε ο Σπέρμπερ προσφέρει  στους αναγνώστες του μόνο το μοίρασμα της μοναξιάς του, «ίσως το μόνο κοινό σημείο επαφής όσων αντλούν από την ίδια πηγή το θάρρος να ζουν χωρίς αυταπάτες».

Το σημαντικό βέβαια  γιατί μιλάμε για λογοτεχνία κι όχι για ένα πολιτικό-ιστορικό δοκίμιο που αναφέρεται στην Γ’ Διεθνή είναι το ότι ο Σπέμπερ πλάθει χαρακτήρες και μάλιστα με αφηγηματική ικανότητα, η οποία κυριολεκτικά αρπάζει τον αναγνώστη και τον βυθίζει στην μαγεία της. Ο Ντόινο, ο υπέροχος Ζένεκε, ο Κάρελ, η Μάρα, ο Στέτεν. Από τον αστυνομικό που ασκεί το «έργο» του με την μέγιστη δυνατή ανηθικότητα και που μπορεί να υπηρετήσει με την ίδια ευκολία την υπόθεση της επανάστασης και της κατάπνιξής της, σε αγωνιστές που το προσωπικό τους στοίχημα είναι η καθαρότητα της ψυχής και η υπηρέτηση της ιδέας με μια αφοσίωση κι έναν ασκητισμό που δεν είναι μόνο αξιοθαύμαστος, αλλά και συγκινεί βαθύτατα, κι σ’εκείνους που είτε από πίστη στο κόμμα είτε από ρεφορμισμό είτε κι από καθαρή φιλοδοξία και αρριβισμό, δεν διστάζουν να προσκολληθούν σε ό,τι κάθε φορά έχει εξουσία, ο Σπέρμπερ πράγματι ζωγραφίζει. Και μέσα σε αυτή την παλέτα χαρακτήρων αναδεικνύονται και οι αρχές και οι ιδέες που είχαν αυτής της εποχής οι κομμουνιστές, οι προερχόμενοι από την εργατική τάξη: μελέτη και εμβάθυνση στην γνώση, πολιτική και άλλη, κριτική σκέψη και προσανατολισμός στην πολιτική δράση. Ένας τύπος ανθρώπου που δυστυχώς σήμερα είναι πολύ πολύ σπάνιος. Ακολουθώντας τις καλύτερες παραδόσεις των μεγάλων μυθιστορημάτων του 19ου αιώνα, ο Σπέρμπερ απηχεί τον Ντοστογιέφσκι σ’ό,τι αφορά την ευρύτητα των συγκρούσεων και την σκοτεινιά και δαιμονικότητα των ψυχών και τον Τολστόι για το εύρος των καταστάσεων.

Παρόλο που ο Σπέρμπερ είναι απαισιόδοξος ως προς την εξέλιξη του κομμουνιστικού κινήματος και την υπόθεση της θεμελίωσης ενός καλύτερου κόσμου, προτιμώ να κρατήσω αυτό που λέει ο Ζένεκε: «Αυτό που συμβαίνει τώρα δεν είναι παρά ένα επεισόδιο, ασήμαντο αλλά διδακτικό. Θα λήξει, μα σε δεκαπέντε, μα σε τριάντα χρόνια, κι ύστερα θα γίνει μια νέα αρχή, δεν γίνεται να είναι αλλιώς. Τότε θα με χρειαστούν, νεκρό, αλλά καθαρό, χωρίς ούτε μια κηλίδα στην τιμή μου» (σελ. 500-501). Και ο ίδιος στον «μύθο της καμένης βάτου», καταστατική εισαγωγή με μυθικό περίβλημα του πρώτου τόμου: «Ευλογημένοι ας είναι όσοι μιλούν έτσι. Μακάρι να είναι ευκολοδιάβατα για αυτούς τα πέτρινα μονοπάτια, είθε το φρόνημά τους να ξεπερνά το θρήνο μας».

Και για μένα γι’αυτό η «Καμένη βάτος» και συνολικά η τριλογία αξίζει να διαβάζεται συχνά: γιατί μας διαπαιδαγωγεί στο νόημα της ελευθερίας και της δημοκρατίας, συνδέοντάς μας με τις ευγενέστερες και ταυτόχρονα απεχθέστερες εκδοχές του ταξικού κινήματος απελευθέρωσης του ανθρώπου. Κοινώς, μας διδάσκει τι πρέπει να κρατήσουμε ως πολύτιμη παρακαταθήκη και τι πρέπει λυσσαλέα και αταλάντευτα να αντιπαλεύουμε, λαμβάνοντας σοβαρά, επιπλέον, υπόψη ότι η Αριστερά «μπορεί πλέον, αν και οφείλει ακόμα να κάνει πολλά, να κρατήσει το νόημα της αντισταλινικής προειδοποίησης που μας έρχεται από παλιά, απορρίπτοντας τις σειρήνες  του νεοφιλελεύθερου «αντιολοκληρωτισμού» που προσπαθούν να μας κάνουν να χάσουμε το βασικό νήμα: την επαναστατική παράδοση του Οκτώβρη» (Α. Νταβανέλος, Θεωρίες του «ολοκληρωτισμού» και αντισταλινική λογοτεχνία του Μεσοπολέμου).

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

«Θα νικήσει ο αγώνας και όχι η σιωπή!»: Συγκεντρώσεις μαθητών για τα Τέμπη σε όλη την Ελλάδα