Ακούμε συχνά να εξαίρεται το ιταλικό Σύνταγμα, επειδή έθεσε στα θεμέλιά του την εργασία. Ωστόσο, όχι μόνο η ετυμολογία του όρου (η λέξη labor στα λατινικά δηλώνει τον οδυνηρό μόχθο και την ταλαιπωρία), αλλά και η υιοθέτησή του ως σύμβολο των στρατοπέδων συγκέντρωσης («Η εργασία απελευθερώνει» ήταν γραμμένο στην πύλη του Άουσβιτς) θα έπρεπε να μας βάλει σε επιφυλακή απέναντι σε μια συνδήλωση τόσο επιπόλαια θετική.
Από τις σελίδες της Γένεσης, που παρουσιάζουν την εργασία ως τιμωρία για την αμαρτία του Αδάμ, στο συχνά αναφερόμενο απόσπασμα από τη “Γερμανική Ιδεολογία”, όπου ο Μαρξ δήλωνε ότι η εξάλειψη του καταμερισμού της εργασίας στην κομμουνιστική κοινωνία «μου δίνει τη δυνατότητα να κάνω αυτό σήμερα, το άλλο αύριο, να πηγαίνω το πρωί για κυνήγι, το απόγευμα για ψάρεμα, το βράδυ για βοσκή των ζώων, μετά το μεσημεριανό γεύμα να ασκώ κριτική, όπως μου αρέσει, χωρίς να γίνομαι κυνηγός, ψαράς, βοσκός ή κριτικός», μια υγιής δυσπιστία προς τη δουλειά είναι αναπόσπαστο μέρος της πολιτιστικής μας παράδοσης.
Υπάρχει, ωστόσο, ένας πιο σοβαρός και πιο βαθύς λόγος, που θα έπρεπε να αποτρέπει από να γίνει η εργασία το θεμέλιο μιας κοινωνίας. Προέρχεται από την επιστήμη, και συγκεκριμένα από τη φυσική, η οποία ορίζει το έργο μέσω της δύναμης που πρέπει να ασκηθεί σε ένα σώμα για να μετακινηθεί.
Για το έργο που ορίζεται με αυτόν τον τρόπο εφαρμόζεται κατ’ ανάγκην ο δεύτερος νόμος της θερμοδυναμικής. Σύμφωνα με αυτόν τον νόμο, που είναι ίσως η υπέρτατη έκφραση της ύψιστης απαισιοδοξίας στην οποία καταλήγει η αληθινή επιστήμη, η ενέργεια μοιραία τείνει να υποβαθμίζεται και η εντροπία, που εκφράζει την αταξία ενός ενεργειακού συστήματος, τείνει, εξίσου μοιραία, να αυξάνεται. Όσο περισσότερο έργο παράγουμε, τόσο μεγαλύτερη αταξία και εντροπία θα αυξάνονται αμετάκλητα στο σύμπαν.
Ως εκ τούτου, όταν θεμελιώνεις μια κοινωνία στην εργασία σημαίνει ότι δεν την αφιερώνεις στην τάξη και τη ζωή, αλλά στην αταξία και τον θάνατο. Μια υγιής κοινωνία θα έπρεπε μάλλον να στοχάζεται όχι μόνο τους τρόπους με τους οποίους οι άνθρωποι εργάζονται και παράγουν εντροπία, αλλά και τους τρόπους με τους οποίους παραμένουν αδρανείς και συλλογίζονται, παράγοντας την αρνητική εντροπία, χωρίς την οποία η ζωή δεν θα ήταν δυνατή.
Πηγή:quodlibet.it/