Προδημοσίευση από το βιβλίο του Σερζ Λατούς «Κορνήλιος Καστοριάδης: Ριζοσπαστική αυτονομία»
Ο Σερζ Λατούς, ένας από τους επιφανέστερους θεωρητικούς του ρεύματος της αποανάπτυξης, επιστρέφει μετά από τριάμισι χρόνια στην Ελλάδα, προσπαθώντας να δώσει απαντήσεις σε ένα καίριο ερώτημα: Πώς «ξαναφτιάχνεται» μια λαβωμένη κοινωνία; Αυτό που ονομάζουμε «κρίση», δεν υπάρχει μόνο στο στενό οικονομικό πεδίο. Δεν πρόκειται απλώς για το γεγονός ότι άδειασαν οι τσέπες του μεγαλύτερου μέρους του πληθυσμού. Πρόκειται για μια συνολική κατεδάφιση του κοινωνικού ιστού, αξιών, δομών και θεσμίσεων. Οι ρίζες αυτού του φαινομένου δεν βρίσκονται παρά στον τρόπο με τον οποίο αναπτύσσεται ο καπιταλισμός: Διαρκής οικονομική μεγέθυνση στο κυνήγι του αλόγιστου κέρδους με κάθε κόστος. Ως εκ τούτου, η επιστροφή στην «πρότερη κατάσταση» της εικονικής ευδαιμονίας δεν μπορεί να αποτελεί απάντηση. Η αποανάπτυξη, την οποία πρεβεύει ο Σερζ Λατούς, θα μπορούσε να είναι η εναλλακτική απέναντι στον καπιταλισμό-καζίνο. Όμως δεν πηγαίνει μόνη της: Έχει ανάγκη ένα νέο τρόπο θέσμισης των ανθρώπων και ένα νέο τρόπο με τον οποίο διαχειριζόμαστε την υπόθεση «παραγωγή». Η αποανάτπυξη πάει χέρι-χέρι με την άμεση δημοκρατία και την αυτοδιαχείριση. Και αυτά δεν μπορεί να είναι μια υπόθεση κάποιου «φωτεινού μέλλοντος». Είναι ανάγκη να ξεκινήσουν από σήμερα.
Σε αυτό το πλαίσιο θα κινηθούν οι δύο συζητήσεις που θα πραγματοποιηθούν αυτήν εβδομάδα με τη συμμετοχή του Σερζ Λατούς. Την Τρίτη 14 Οκτωβρίου, στις 7μ.μ., στον κινηματογράφο Αλέξανδρο στη Θεσσαλονίκη και την Παρασκευή 17 Οκτωβρίου, στις 7μ.μ., στη Νομική Σχολή στην Αθήνα. Ο Λατούς έρχεται στη χώρα μας με αφορμή την έκδοση από τις Εκδόσεις των Συναδέλφων του βιβλίου του «Κορνήλιος Καστοριάδης: Ριζοσπαστική αυτονομία». Από αυτό το βιβλίο, σε μετάφραση του Θοδωρή Δρίτσα και του Κώστα Σπαθαράκη, η «Εποχή» δημοσιεύει σήμερα ορισμένα αποσπάσματα.
Στη φιλοσοφία και την «πολιτική οντολογία» του Καστοριάδη δεν υπάρχει ξεκάθαρη διάκριση μεταξύ σκέψης και πράξης∙ το να ερμηνεύεις τον κόσμο σημαίνει συγχρόνως να τον αλλάζεις. Η ανάδειξη, η αποκάλυψη των φαντασιακών κοινωνικών σημασιών, στις οποίες στηρίζεται η κατεστημένη τάξη πραγμάτων αποτελεί το πρώτο βήμα για την ανατροπή της ετερονομίας και το μόνο εφικτό σε μια περίοδο ανάσχεσης του επαναστατικού κινήματος. Αυτή η συνεχής καταγγελία συμβάλλει στην αλλαγή του φαντασιακού. Η πορεία προς την κατάκτηση της αυτονομίας δεν θα πραγματοποιηθεί ασφαλώς από μόνη της, είναι όμως σε μεγάλο βαθμό ανεξάρτητη από την ύπαρξη ενός πολιτικού κόμματος ή ενός οργανωμένου κινήματος, που πάντοτε διατρέχει τον κίνδυνο της γραφειοκρατικής παρέκκλισης. Η βαρύτητα που δίνει ο Καστοριάδης στο φαινόμενο της γραφειοκρατίας και οι σχετικές αναλύσεις του, οι οποίες συνδέονται με την προσωπική του διαδρομή εντός του επαναστατικού κινήματος, αποτελούν αναμφίβολα ένα στοιχείο που πρέπει να ενσωματωθεί στη θεωρία της αποανάπτυξης σε μεγαλύτερο βαθμό απ’ ό,τι συμβαίνει σήμερα.
Για να βγούμε από την εξαθλίωση
Αν η ανάπτυξη δεν είναι παρά μια θρησκευτική πίστη και η οικονομική μεγέθυνση μια φαντασιακή κοινωνική σημασία, όπως η πρόοδος και όλες οι θεμελιώδεις κατηγορίες της οικονομίας, για να διαφύγουμε από αυτές τις έννοιες, να τις καταργήσουμε και να τις υπερβούμε (η περίφημη εγελιανή Aufhebung), πρέπει να αλλάξουμε το φαντασιακό. Η κριτική στην τεχνική, στην ανάπτυξη και τη μεγέθυνση προκύπτει από την απογύμνωση της δυτικής φαντασίωσης για κυριαρχία επί του κόσμου διά του ορθού λόγου. Η οικοδόμηση μιας κοινωνίας της αποανάπτυξης περνάει, λοιπόν, αναγκαία από την αποαποικιοποίηση του φαντασιακού μας, για να αλλάξουμε τον κόσμο πριν η αλλαγή του κόσμου μας καταδικάσει στην εξαθλίωση.
Εκεί οδηγεί αναμφίβολα μια συνεπής ερμηνεία της σκέψης του Καστοριάδη, παρότι ο ίδιος δεν χρησιμοποίησε ποτέ, απ’ όσο ξέρουμε, τη συγκεκριμένη έκφραση. Γράφει όμως:
«Το απαιτούμενο είναι μια νέα φαντασιακή δημιουργία που η σημασία της δεν μπορεί να συγκριθεί με τίποτε ανάλογο στο παρελθόν, μια δημιουργία που έβαζε στο κέντρο της ζωής του ανθρώπου σημασίες άλλες από την αύξηση της παραγωγής και της κατανάλωσης, που θα έθετε στόχους διαφορετικούς, για τους οποίους οι άνθρωποι θα μπορούσαν να πουν πως αξίζουν τον κόπο. […] Αυτή είναι η κολοσσιαία δυσκολία που πρέπει ν’ αντιμετωπίσουμε. Θα έπρεπε να θέλουμε μια κοινωνία στην οποία οι οικονομικές αξίες θα έχουν πάψει να κατέχουν κεντρική (ή μοναδική) θέση, όπου η οικονομία θα έχει ξαναμπεί στη θέση της, δηλαδή θα έχει γίνει ένα απλό μέσο του ανθρώπινου βίου και όχι ύστατος σκοπός, στην οποία επομένως θα έχουμε παραιτηθεί από την τρελή κούρσα προς μια συνεχώς αυξανόμενη κατανάλωση. Αυτό δεν είναι απλώς αναγκαίο για να αποφύγουμε την τελεσίδικη καταστροφή του γήινου περιβάλλοντος. Είναι αναγκαίο κυρίως για να βγούμε από την ψυχική και ηθική εξαθλίωση των σύγχρονων ανθρώπων».
Με άλλα λόγια, αυτή η έξοδος από την ακυβέρνητη υπερνεωτερική κοινωνία της κατανάλωσης και του θεάματος είναι το υπέρτατο ζητούμενο.
Μια εν μέρει εθελούσια δουλεία
Καθώς τα προβλήματα της ανάπτυξης-υπανάπτυξης και των σχέσεων Βορρά-Νότου δεν βρίσκονται στο επίκεντρο της καστοριαδικής σκέψης, η περισσότερο ή λιγότερο συνειδητή πηγή της έκφρασης «αποαποικιοποίηση του φαντασιακού» είναι κατά πάσα πιθανότητα η μετααποικιακή ανθρωπολογία. Από το 1969 κιόλας, ο Ζεράρ Αλτάμπ, μαθητής του Ζορζ Μπαλαντιέ, τιτλοφορούσε τις μελέτες του για τη Μαγαδασκάρη Καταπίεση και απελευθέρωση του φαντασιακού. Επίσης, ο Σερζ Γκρουζινσκί δημοσίευε το 1988 το «La colonisation de l’imaginaire» (Η αποικιοποίηση του φαντασιακού), αναφερόμενος στον υπότιτλο στη διαδικασία του εκδυτικισμού. Όταν όμως ο Γκρουζινσκί μιλά για αποικιοποίηση του φαντασιακού, καταγγέλλει ακόμη την αποικιοκρατική διαδικασία με τη στενή έννοια, και εν προκειμένω τον προσηλυτισμό των ιθαγενών από τους ιεραπόστολους. Η αλλαγή θρησκείας αποτελεί συγχρόνως έναν αποπολιτισμό του πνεύματος και έναν επιπολιτισμό στον χριστιανισμό και στη δυτική κουλτούρα, στο πλαίσιο του ιμπεριαλιστικού σχεδιασμού. Ο Γκρουζινσκί αναφέρεται, λοιπόν, σε μια πραγματική «καταπίεση του φαντασιακού», η οποία βεβαίως επιτυγχάνεται με μέσα που δεν είναι μόνο συμβολικά, αν σκεφτούμε την πυρά της Ιεράς Εξέτασης που χρησιμοποιήθηκε ευρέως στον Νέο Κόσμο από τους Ισπανούς κατακτητές.
Κριτική στην τεχνοκρατική φαντασίωση
Η ανάπτυξη και η εξέλιξη σχετίζονται ασφαλώς με μια διαδικασία προσηλυτισμού των νοοτροπιών, δηλαδή έχουν έναν ιδεολογικό και οιονεί θρησκευτικό χαρακτήρα, καθώς αποσκοπούν να συγκροτήσουν το φαντασιακό της προόδου και της οικονομίας. Αλλά εδώ ο «βιασμός του φαντασιακού» παραμένει συμβολικός. Η αποικιοποίηση του φαντασιακού στη Δύση αποτελεί μια πνευματική εισβολή της οποίας είμαστε συγχρόνως θύματα και αυτουργοί. Πρόκειται σε μεγάλο βαθμό για μια αυτοαποικιοποίηση, μια εν μέρει εθελούσια δουλεία.
Κατά τον Καστοριάδη η νεωτερικότητα χαρακτηρίζεται εξαρχής από δύο κοινωνικές φαντασιακές σημασίες:
«Από τη μια μεριά, η σημασία της απεριόριστης επέκτασης μιας δήθεν “ορθολογικής” δήθεν κυριαρχίας πάνω στα πάντα, στη φύση αλλά και στους ανθρώπους, σημασία που αντιστοιχεί στην καπιταλιστική διάσταση των νεότερων κοινωνιών∙ και, από την άλλη, η σημασία της ατομικής και κοινωνικής αυτονομίας […] που αντιστοιχούν στο δημοκρατικό, χειραφετητικό, επαναστατικό πρόταγμα».
Γι’ αυτό η κριτική στην τεχνοκρατική φαντασίωση δεν αποκτά σε κανένα σημείο του έργου του προβάδισμα έναντι της κριτικής στην οικονομία, την ανάπτυξη και τη μεγέθυνση, παρότι πρόκειται για δύο αξεχώριστα πράγματα.
πηγή: Εποχή
