Η πολυαναμενόμενη ταινία του Γιάννη Οικονομίδη επιτέλους έφτασε στη Θεσσαλονίκη. Η περιπέτεια του κορονοϊού μας την καθυστέρησε τρεις περίπου μήνες, αλλά είναι εδώ πλέον και γεμίζει τους θερινούς κινηματογράφους. Μετά το “Σπιρτόκουτο”, τον “Μαχαιροβγάλτη” και το “Μικρό Ψάρι” που τον καθιέρωσε στις συνειδήσεις όλων διεθνώς ήρθε η ώρα για την “Μπαλάντα της Τρύπιας Καρδιάς”. Το “τρίγωνο των Βερμούδων” εξαφανίζει κάτω από όχι και τόσο μυστηριώδεις συνθήκες όλους τους εμπλεκόμενους. Η τελική λύτρωση μοιάζει λειψή κι ισοδυναμεί με μία παύση του πυρός που σύντομα θα ξεκινήσει εκ νέου.
Γράφει ο Μίλτος Τόσκας
Μία σύγχρονη “Ωραία Ελένη”, η Όλγα αφήνει τον σύζυγό της Ηρακλή Σκυλογιάννη για να ζήσει τον έρωτά της με τον πρώην λαϊκό τραγουδιστή Μάνο Ζαφειρόπουλο, που σήμερα έχει το τοπικό νυχτερινό club Κροκόδειλος. Το γεγονός από μόνο του πυροδοτεί αλυσιδωτές εξελίξεις. Στην κοινωνία της νύχτας κυριαρχούν τοκογλύφοι, εκβιασμοί, μαύρα χρήματα και σιωπηλοί εκτελεστές. Μπουκάλια ουίσκι αδειάζουν, τσιγάρα και πούρα ανάβουν ασταμάτητα… Πίσω απ’ αυτούς οι μανάδες τους, έτοιμες να πυροδοτήσουν την έκρηξη. Άπαντες σε θέσεις μάχης, την ώρα που καταφθάνουν ενισχύσεις από την πρωτεύουσα.
Όπως ακριβώς και στο έργο του Σύλλα Τζουμέρκα, “Το θαύμα της θάλασσας των Σαργασσών” μεταφερόμαστε στην επαρχία. Τότε μεταξύ Μεσολογγίου κι Αγρινίου, τώρα λίγο έξω από τη Λαμία. Το διεφθαρμένο κράτος έχει απλώσει τα πλοκάμια του σε ολόκληρη την επικράτεια. Οι νόμοι είναι νόμοι ως εκεί που φτάνει η καλοδεχούμενη “αγάπη του κύριου Πέτρου”. Τα πάντα ξεπλένονται. Ένα σύστημα που σε στύβει, σε ξεζουμίζει και σε πετάει όταν πλέον του είσαι άχρηστος. Μία σκληρή απεικόνιση της σημερινής βαθιά συντηρητικής Ελλάδας που αναζητεί την ταυτότητά της στον χρόνο και στον χώρο. Ο σκηνοθέτης δεν μένει στο φαίνεσθαι, αλλά διεισδύει κι αναζητεί τις πιο κρυφές πτυχές του είναι.
Οι απειλές πηγαίνουν κι έρχονται με τα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης στο πνεύμα της εποχής. Νότες χιούμορ διακόπτουν το αγωνιώδες θρίλερ πριν το τελικό ξεκαθάρισμα. Οι άντρες προσπαθούν να σκοτώσουν με τα βλέμματα, μέσα τους όμως φοβούνται βαθιά. Η εμπιστοσύνη αγνοείται ακόμα κι ανάμεσα σε συγγενείς. Φάκελοι συνεχώς αλλάζουν χέρια. “Ι like that”. H εικόνα των νεκροταφείων προοικονομεί σε μεγάλο βαθμό το κοενικό φινάλε. “Έρχεται μεγάλη μπόρα”. Στόχος το “τζόκερ” που κρύβεται σε μία βαλίτσα κι είναι ικανό να αλλάξει μία ή περισσότερες ζωές. Τα πάντα για τον κινητήριο μοχλό, το χρήμα. Έχει χαθεί προ πολλού κάθε έννοια ηθικής κι αξιών.
Οι ερμηνείες Στάθη Σταμουλακάτου, Γιάννη Τσορτέκη και Βασίλη Μπισμπίκη αγγίζουν την τελειότητα. Η Βίκυ Παπαδόπουλου κερδίζει και πάλι τις εντυπώσεις. Μοιάζει έτοιμη να κάνει το βήμα παραπάνω. Τα guest των Βαγγέλη Μουρίκη και Γιώργου Γιαννόπουλου δημιουργούν την απαραίτητη γέφυρα με το “Μικρό Ψάρι” κι εκστασιάζουν/συγκινούν τον θεατή. Kι εκεί που ο τελευταίος τραγουδάει την “Μπαλάντα της Τρύπιας Καρδιάς”, έρχεται το “We Belong To The Dead” ως ο “χορός” που προηγείται της αρχαίας ελληνικής τραγωδίας … Όλα μπερδεμένα, συνεχείς ύβρεις. Όπως ακριβώς εμείς σήμερα. Και στο φινάλε τι μένει; Φυσικά το επιμύθιο …
Το μίσος κυριαρχεί, ίσως κι η ζήλια. Εκτελέσεις στο ψαχνό. Στόχοι το κεφάλι κι η καρδιά. Επιφανειακά η κατάληξη μοιάζει αντίστροφη με την τελευταία μεγάλη επιτυχία του σκηνοθέτη. Αν όμως κάποιος σκεφτεί πίσω από τις εικόνες θα καταλάβει πως κι όσοι έμειναν πίσω είναι απόλυτα αναλώσιμοι και σύντομα θα έχουμε την τύχη και την κατάληξη όσων εξόντωσαν. Εφόσον μπεις στον μύλο δεν υπάρχει επιστροφή. Όλους τους αλέθει, κανείς δε γλιτώνει. Γι’ αυτό ακριβώς κι ο ίδιος ο Οικονομίδης αρνείται την ύπαρξη ταξικής χροιάς κι υποστηρίζει ανοιχτά πως το έργο του αφορά ολόκληρη την κοινωνία κι όχι μόνο τους ανθρώπους του περιθωρίου.