Ένα γράμμα που θέτει σοβαρά ερωτήματα για το άνοιγμα των σχολείων μεταφέρει η Ομοσπονδία Ενώσεων Γονέων και Κηδεμόνων της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας τονίζοντας ότι «η ανησυχία και η αγωνία για το ότι αγνοείται προκλητικά η πραγματική ανάγκη να λειτουργούν τα σχολεία με μέτρα προστασίας μεγαλώνουν».
Αγαπητοί γονείς, εργαζόμενοι, μαθητές και εκπαιδευτικοί,
είναι ξεκάθαρο ότι σκοπός κάθε γονιού είναι να βλέπει το παιδί του να μορφώνεται, να προοδεύει, να κοινωνικοποιείται και να βρίσκεται στο φυσικό του περιβάλλον που είναι το σχολείο για λόγους εκπαιδευτικούς-μορφωτικούς, κοινωνικούς, ψυχολογικούς και άλλους.
Από την πρώτη στιγμή εμφάνισης της πανδημίας-εδώ και περίπου 2χρόνια- ήρθαμε αντιμέτωποι με τεράστια διλήμματα, μεγάλους φόβους και πολλούς προβληματισμούς που είχαν να κάνουν με την αντιμετώπιση της πανδημίας και τη διαχείρισή της από το Υπουργείο Παιδείας και την κυβέρνηση.
Δεκάδες οι στιγμές που αναρωτηθήκαμε: γιατί δεν παίρνουν τα μέτρα που χρειάζονται τα σχολεία για να είμαστε περισσότερο ασφαλείς; Μπορούμε να τα διαχειριστούμε όλα μόνοι μας; Θα καταφέρουμε να ξεπεράσουμε όλη αυτή την κατάσταση; Θα επιστρέψουμε στη φυσιολογική μας ζωή; Και τα ερωτήματα κάθε μέρα πολλαπλασιάζονται βλέποντας την εξέλιξη της πανδημίας.
Ακούγοντας την Τρίτη τις κυβερνητικές ανακοινώσεις για την επαναλειτουργία των σχολείων, περιμέναμε να ακούσουμε τα πρωτόκολλα λειτουργίας και τα μέτρα για το ασφαλές άνοιγμα των σχολείων μετά τις γιορτές, σε μια περίοδο που καθημερινά το ένα ρεκόρ σπάει το άλλο στον αριθμό των κρουσμάτων και με τις επόμενες βδομάδες να αναμένεται η κορύφωση της πανδημίας και της μετάλλαξης «Ο». Οι τελευταίες μάλιστα εξελίξεις, με τα πολύ υψηλά ποσοστά μόλυνσης στις μικρές ηλικίες και τα χαμηλά-ακόμη-ποσοστά εμβολιασμού των μαθητών μεγάλωσαν τις ανησυχίες μας.
Περιμέναμε η κυβέρνηση και το Υπουργείο Παιδείας να ακούσουν, να μελετήσουν ή έστω να σκεφτούν κάποια από τα μέτρα που προτείνει εδώ και, σχεδόν, δύο χρόνια το σύνολο της εκπαιδευτικής κοινότητας για την όσο γίνεται ασφαλέστερη διά ζώσης λειτουργία των σχολείων. Περιμέναμε σε αυτήν την πρωτόγνωρη έξαρση μεταδοτικότητας του ιού να ληφθούν-έστω και καθυστερημένα- κάποια από τα μέτρα αυτά για να προστατευθεί η υγεία των οικογενειών μας και για να μπορέσουν να κρατηθούν τα σχολεία ουσιαστικά ανοιχτά τις επόμενες βδομάδες. Κι όμως… Το Υπουργείο και η κυβέρνηση αποφάσισαν… ένα επιπλέον σελφ τεστ. Από εκεί και πέρα όλα τα επωμιζόμαστε εμείς, όλα στην πλάτη του κάθε γονιού ξεχωριστά!
ΓΕΝΝΗΘΗΚΑΝ ΛΟΙΠΟΝ ΜΙΑ ΣΕΙΡΑ ΑΠΟ ΕΡΩΤΗΜΑΤΑ:
Σε μια τάξη 25+ μαθητών, ποιος γονιός θα περιμένει τα κρούσματα να φτάσουν στην πλειοψηφία των μαθητών για να κρατήσει το παιδί στο σπίτι; Δε γνωρίζουν ότι μετά τα πρώτα κρούσματα στις τάξεις, αυτές αραιώνουν «από μόνες τους», επειδή οι γονείς φοβόμαστε (λογικό) και δε στέλνουμε τα παιδιά στο σχολείο για να τα προστατεύσουμε;
Δεν αναρωτήθηκαν, γιατί στην προηγούμενη φάση της πανδημίας, ενώ πανηγύριζαν ότι ελάχιστα τμήματα έκλεισαν(!), την ίδια ώρα χιλιάδες τμήματα υπολειτουργούσαν με τους μισούς και κάτι μαθητές;
Εδώ και δύο χρόνια προτείνονται σε κάθε γειτονιά και σε κάθε σχολείο τρόποι και χώροι για να αραιώσουν τα τμήματα. Υπάρχουν πάρα πολλά κτίρια κενά ή κλειστά, δημόσια, των Δήμων, και όχι μόνο, που θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν προσωρινά γι’ αυτό το σκοπό. Γιατί δεν τα αξιοποιούν;
Γιατί δεν εξασφαλίζουν τα Μέσα Ατομικής Προστασίας για όλη την εκπαιδευτική κοινότητα, ιδιαίτερα μετά την απόφαση για αντικατάσταση των πάνινων μασκών με διπλές χειρουργικές, ΚΝ95 ή FFP2; Εμείς οι γονείς πρέπει να βάλουμε πάλι το χέρι στην τσέπη, πλουτίζοντας μάλιστα και όσους αισχροκερδούν; Τι θα γίνει με τα 20-30 ευρώ τον μήνα που απαιτούνται για τις μάσκες υψηλής προστασίας που συστήνουν; Ή μήπως στις σχολικές τάξεις δεν «κολλάει» η «Ο»;
Λένε ότι δίνουν χρήματα για τα τεστ. Και γι’ αυτά, όμως, ακόμα και σήμερα, στις συνθήκες υπερμεταδοτικότητας της νέας μετάλλαξης, «πετούν το μπαλάκι» για τη διενέργειά τους στον καθένα από εμάς. Πώς θα αναδειχθεί με ουσιαστικό τρόπο η μετάδοση, όταν βρεθεί κρούσμα σε μια τάξη, αν δεν γίνονται τεστ με ευθύνη του ΕΟΔΥ και δεν παρέχονται δωρεάν μοριακά τεστ για όλους, εκπαιδευτικούς και μαθητές;
Στα ολοήμερα προγράμματα θα συνεχίσουν να αναμειγνύονται μαθητές και εκπαιδευτικοί από διάφορες τάξεις και τμήματα (γιατί δε γίνεται αλλιώς). Γιατί δεν προσλαμβάνουν εκπαιδευτικούς;
Τι θα γίνει, όταν αναπόφευκτα νοσήσει ο εκπαιδευτικός; Ποιός θα αναλάβει τα παιδιά; Θα οργανώσουν τηλεμαθήματα πάλι; Σε ποιά πλατφόρμα; Με τι μέσα; Θα χορηγήσουν σε όλους, μαθητές και εκπαιδευτικούς, την απαιτούμενη υλικοτεχνική υποδομή; Για τα τμήματα που θα κλείσουν ή τα παιδιά που θα βρεθούν σε καραντίνα, υπάρχει πρόβλεψη για τηλεκπαίδευση; Θα δοθούν άδειες στους γονείς;
Πόσες καμπάνιες ενημέρωσης για τον εμβολιασμό έχουν οργανώσει στα σχολεία, για να πείσουν μαθητές, εκπαιδευτικούς και γονείς για την αξία και την ασφάλεια του αναγκαίου εμβολιασμού;
Ως πότε θα τρέχουν οι ελάχιστοι εργαζόμενοι στην καθαριότητα από τη μια τάξη στην άλλη για να προλάβουν να καθαρίσουν κάθε μέρα δεκάδες αίθουσες με εξαντλητικά ωράρια και πενιχρούς μισθούς;
Η αναφορά της Υπουργού Παιδείας στην ψυχοσυναισθηματική ανάπτυξη των παιδιών και στην αξία της δια ζώσης λειτουργίας των σχολείων γιατί δε συνοδεύτηκε με ανακοινώσεις για προσλήψεις κοινωνιολόγων-ψυχολόγων-ιατρικού προσωπικού, ώστε να αντιμετωπιστούν οι πραγματικά αυξημένες ανάγκες που δημιούργησε η πανδημία (εγκλεισμός-τηλεκπαίδευση-φόβος-εξάρτηση κ.α.);
Τα ερωτήματα και οι απορίες δεν έχουν τέλος. Η ανησυχία και η αγωνία για το ότι αγνοείται προκλητικά η πραγματική ανάγκη να λειτουργούν τα σχολεία με μέτρα προστασίας μεγαλώνουν.
Γνωρίζουμε όμως πολύ καλά ότι τα προβλήματα δε λύνονται με επικοινωνιακές κορόνες και τιτιβίσματα εντυπωσιασμού. Άλλωστε, δεν είναι τυχαία η διαχείριση της πανδημίας με αυτόν τον τρόπο. Είναι πολιτική τους επιλογή.
Ο δικός μας δρόμος της ευθύνης απέναντι στα παιδιά μας είναι αυτός της συλλογικής προσπάθειας και στάσης μέσα και έξω από τα σχολεία, στους Συλλόγους Γονέων, μαζί με τους εκπαιδευτικούς. Εκεί θα βρεθούμε ξανά τις επόμενες μέρες όσοι αγωνιούμε και πονάμε πραγματικά για τη μόρφωση και την ψυχική και πνευματική ανάπτυξη των παιδιών μας.
Γι’ αυτό και συμμετέχουμε την Πέμπτη 13/1 στις 6:30 μ.μ. στην Παράσταση Διαμαρτυρίας στο ΥΠΑΘ, που καλούν σωματεία και φορείς της Θεσσαλονίκης, διεκδικώντας μέτρα προστασίας για την υγεία τη δικιά μας και των παιδιών μας.