in

Γιατί τασσόμαστε αλληλέγγυοι. Του Κωνσταντίνου Γιαννέλου

Γιατί τασσόμαστε αλληλέγγυοι. Του Κωνσταντίνου Γιαννέλου

Οι ιδέες και το όραμα ενός αναρχικού στις μέρες μας, όπως αυτές εκφράζονται με τα λόγια του και αποτυπώνονται με τις πράξεις του, απέχουν πολύ από τον τρόπο με τον οποίο εγώ σκέφτομαι μια κανονιστική μορφή αταξικής οργάνωσης της κοινωνίας. Παραδέχομαι όμως πως με δυσκολεύει η κάθε είδους αυταρχική επιβολή της βούλησης της πλειοψηφίας επί του συνόλου, γιατί δεν θεωρώ πως η πλειοψηφία έχει απαραίτητα πάντοτε δίκαιο και μια μειοψηφία παραμένει γραφικά πλανημένη. Εξάλλου, η διαπίστωση πως οι απόψεις που εκφράζονται από τον πολιτικό χώρο στον οποίο κινούμαι δεν έχουν καταφέρει να αποκτήσουν ακόμη πλειοψηφικά χαρακτηριστικά με όρους ενεργού συμμετοχής και όχι παθητικής ανάθεσης επιβεβαιώνει την αρχική θεώρησή μου.

Στις σύγχρονες φιλελεύθερες καπιταλιστικές κοινωνίες αυτό που επιχειρείται κατά βάση από το σύστημα είναι η εμπέδωση ενός κλίματος κοινωνικής συναίνεσης. Εφόσον οι άνθρωποι που προσφέρουν την εργασία τους καταφέρνουν να επιβιώνουν έστω και οριακά, εφόσον ικανοποιούνται κάποια βασικά αιτήματα, δεν έχουν ισχυρό λόγο για να αντιδράσουν στην εκμετάλλευση και την καταπίεση που υφίστανται. Εγκλωβισμένοι στο μικρόκοσμο της οικογένειας και την καθημερινότητα της δουλειάς, βιώνουν σαν ελευθερία την ελεγχόμενη δυνατότητα κατανάλωσης και αναπαράγουν υπάκουα την ανεκτικότητα και όλες τις συστημικές επινοήσεις που διδάσκονται από μικρή ηλικία. Με τον τρόπο αυτό, η άρχουσα τάξη και οι υπερασπιστές του κεφαλαίου, λειτουργώντας μέσα από δημοκρατικούς θεσμούς, καταφέρνουν να συντηρήσουν την κοινωνική αγανάκτηση σε ελεγχόμενα επίπεδα. Όποτε χρειαστεί, εφευρίσκουν ή δημιουργούν εχθρούς, προκαλούν κρίσεις, τρομοκρατούν ώστε να επαναφέρουν στην τάξη και εντός επιτρεπτών ορίων την ανθρώπινη δραστηριότητα.

Ο ισοπεδωτικός λόγος του αναρχικού και η διαλυτική συμπεριφορά του σκοπεύουν στην καταστροφή αυτής της επίπλαστης ευημερίας, στη διάρρηξη της κοινωνικής ανοχής μέσα από βίαιες πράξεις και εντέλει στην κατάρρευση του αυταρχικού κράτους και των κατασταλτικών δομών του. Ανοίγοντας με τον τρόπο αυτό το δρόμο προς την πραγμάτωση του οράματος των αναρχικών για απόλυτη ελευθερία, για έναν κόσμο απαλλαγμένο από την αλλοτρίωση, τις συμβάσεις, τον φόβο του εξουσιαστή. Σε αυτό το πλαίσιο, εχθρός για τους αναρχικούς δεν είναι μόνο η καθεστηκυία τάξη, αλλά και όλοι οι πολιτικοί φορείς που δρουν εντός των καθορισμένων από το σύστημα ορίων, που αποδέχονται τις εκλογές και την κοινοβουλευτική διαδικασία, που σπεύδουν να καταδικάσουν (χάριν των νοικοκυραίων και όχι μόνο) κάθε “τρομοκρατικό”/”επαναστατικό” χτύπημα.

Γιατί, λοιπόν, οι αριστεροί, οι άνθρωποι των κινημάτων που συμμετέχουν σε πολιτικά κόμματα και οργανώσεις, τάσσονται αλληλέγγυοι κάθε φορά που ένας φυλακισμένος αναρχικός ξεκινά απεργία πείνας; Γιατί, κινητοποιούνται τα μέλη, η νεολαία, οι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ προκαλώντας με τον τρόπο αυτό τα συντηρητικά αντανακλαστικά των νοικοκυραίων, στην ψήφο των οποίων ελπίζει το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης για να επικρατήσει στις εθνικές εκλογές και να προσπαθήσει να συγκροτήσει κυβέρνηση που θα ασκήσει πολιτική με θετικό ανθρωπιστικό πρόσημο; Γιατί το κάνουν, παρά το δεδομένο ότι οι αναρχικοί δεν αποδέχονται τα μέσα της κοινοβουλευτικής δράσης κι ούτε θεωρούν πως με την εκλογική διαδικασία αφυπνίζονται οι συνειδήσεις των κοινωνικών στρωμάτων που καταπιέζονται από το κεφάλαιο και τους υπηρέτες τους;

Η απάντηση είναι απλή, κατά τη γνώμη μου. Οι σκεπτόμενοι και ανήσυχοι πολιτικά άνθρωποι έχουν αντιληφθεί πως το σύγχρονο φιλελεύθερο καπιταλιστικό κράτος έρχεται πακέτο με τον αυταρχισμό της εξουσίας και πως κάτι τέτοιο δεν είναι απλώς περιοριστικό, αλλά καταπατά το θεμελιώδες ανθρώπινο δικαίωμα της ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας. Αυτό αφενός αποκαλύπτεται από την αυστηρή προληπτική καταστολή που ασκούν οι κρατικοί μηχανισμοί ασφαλείας απέναντι σε όλους όσοι δηλώνουν ιδεολογικά αντίθετοι με την λειτουργία του καπιταλιστικού κράτους της αστικής δημοκρατίας ως την πλέον ενδεδειγμένη και αποδεκτή μορφή κοινωνικής οργάνωσης και αφετέρου τονίζεται από την ταυτόχρονη προκλητική ανοχή που δείχνει η συντεταγμένη πολιτεία προς τα ακροδεξιά παρακρατικά μορφώματα/συμμορίες με τα οποία συχνά συνεργάζεται υπόγεια ή φανερά για να τσακίσουν κάθε διάθεση αντίστασης στο σύστημα, κάθε κινηματική μαζική διαδικασία.

Η παρατεταμένη προφυλάκιση του Κώστα Σακκά, η καταδίκη του Τάσου Θεοφίλου παρά το ότι τελικά «μπορεί να μην ήταν ο άνθρωπος στη ληστεία», η εκδικητική αντιμετώπιση στον Σπύρο Στρατούλη, η βάναυση μεταχείριση στην ελεύθερη με περιοριστικούς όρους Στέλλα Αντωνίου (αναφέρω ενδεικτικά 4 περιπτώσεις), τα δείγματα DNA σε “βολικά” μεταφερόμενα αντικείμενα, η αξιοποίηση ανώνυμων πληροφοριών που θα μπορούσαν να είναι ακόμη και κατασκευασμένες…Όλα αυτά, κάνουν τους σκεπτόμενους ανθρώπους να αισθάνονται αλληλέγγυοι απέναντι στον Νίκο Ρωμανό που ζητά ό,τι ο νόμος προέβλεπε γι’ αυτόν, από τη στιγμή που του επετράπη να πάρει μέρος στις πανελλήνιες εξετάσεις. Γι’ αυτούς τους λόγους κυρίως. Όχι τόσο επειδή ήταν ο φίλος του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου που ήταν μαζί του τη βραδιά που δολοφονήθηκε από τον ειδικό φρουρό, τη συνεργεία και ανοχή του αποφυλακισθέντα πλέον βοηθού του. Όχι. Γιατί θα αποτελούσε μια ιδιαίτερη μεταχείριση του Ρωμανού απέναντι σε όλους τους άλλους των οποίων δεν γνωρίζουμε τις προσωπικές ιστορίες. Και δεν υπάρχει λόγος εξάλλου. Ο καθένας αντιδρά με τον δικό του τρόπο στα ερεθίσματα του κοινωνικού περιβάλλοντος.

Ο Νίκος Ρωμανός, λοιπόν, δικαιούται αυτό που ο νόμος προβλέπει πως δικαιούται ως φυλακισμένος. Απλές κουβέντες και καθόλου ριζοσπαστικές. Μέσα στο πλαίσιο της νομιμότητας.

Και για να προλάβω το καθόλου αφελές μα τελείως προβοκατόρικο ερώτημα του νεοφιλελεύθερου, του υμνητή της ιδιωτικής πρωτοβουλίας και της απόσυρσης του κράτους σε μια ελάχιστη παρουσία, του φιλήσυχου πολίτη, υπερασπιστή της μνημονιακής συγκυβέρνησης, χρήστη των συστημικών ΜΜΕ που απεύχεται πιθανή επιτυχία του ΣΥΡΙΖΑ για να μην του πάρουν το σπίτι οι κομμουνιστές, ενώ κινδυνεύει να το χάσει από τις έκτακτες εισφορές και τα χαράτσια χάριν της τρόικα(ς). Δεν προτίθεμαι να κατέβω να διαδηλώσω υπέρ του τάδε νεοναζί φυλακισμένου ή του δείνα εγκληματία που κάνει απεργία πείνας γιατί το αστικό κράτος τού στερεί κάποιο από τα νόμιμα δικαιώματα. Για τον νεοναζί -που οραματίζεται ολοκληρωτικά και ρατσιστικά καθεστώτα- ας κατέβουν εκείνοι που νιώθουν ιδεολογικά κοντά του· να δούμε κιόλας αν είναι συνεπείς στην ψήφο τους και στις επιλογές τους. Και για τον ένα και για τον άλλο θα κινηθούν εκείνοι οι θεσμικοί φορείς που χρειάζεται και θα απαιτήσουν τη νομιμότητα, στο πλαίσιο μιας ευνομούμενης δημοκρατικής λειτουργίας του κράτους. Θεσμικά, σαφώς, και η αριστερά θα κινηθεί υπέρ του σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων των φυλακισμένων. Το ερώτημα είναι γιατί το υπόλοιπο πολιτικό σύστημα ανέχεται την επιλεκτική και αυστηρή εφαρμογή των νόμων όταν πρόκειται για αναρχικούς και την εξαίρεσή τους όταν πρόκειται για “δικά του παιδιά”. Αν και μάλλον αυτό είναι και η απάντηση.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Ένα χρόνο μετά

Ν. Ρωμανός: Ο φερετζές του σωφρονισμού και το γκλομπ του ιδεολογικού συνετισμού. Του Απόστολου Λυκεσά