Tης Βασιλικής Κατριβάνου
Γιατί η Αριστερά ασχολείται με το σύμφωνο συμβίωσης και τα δικαιώματα της ΛΟΑΔ κοινότητας, τη στιγμή που δίνει ολομέτωπα τη μάχη ενάντια στα Μνημόνια; Ένα ερώτημα που θέτουν πολλοί, και συχνά απολύτως καλοπροαίρετα. Δοκιμάζω να απαντήσω, με συντομία:
1. Ένα αριστερό κόμμα, ασχολείται με όλα (και ειδικά όταν είναι αξιωματική αντιπολίτευση), τόσο σε κινηματικό επίπεδο, όσο και κοινοβουλευτικά: από τον αγώνα ενάντια στο ξεπάγωμα των πλειστηριασμών, στις απολύσεις, στην ιδιωτικοποίηση ΕΥΔΑΠ και ΕΥΑΘ, μέχρι τις επανασυνδέσεις ρεύματος, την ΕΡΤ, το δικαίωμα των ανασφάλιστων στην υγεία, τη στήριξη της απεργίας των διοικητικών υπαλλήλων, και του αγώνα στις Σκουριές, τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά. Ο ΣΥΡΙΖΑ ασχολείται με όλα αυτά, χωρίς κανένα θέμα να αντιστρατεύεται το άλλο.
2. Κι όσον αφορά το ίδιο το Μνημόνιο. Ας το σκεφτούμε. Γιατί είμαστε αντίθετοι; Επειδή επιδεινώνονται οι οικονομικοί δείκτες; Όχι. Είμαστε εναντίον του, γιατί εξαιτίας του διαλύονται η αξιοπρέπεια και η ασφάλεια εκατομμυρίων ανθρώπων. Αντίστοιχα, για την Αριστερά αποτελεί ζήτημα αξιών να είναι όλοι οι άνθρωποι ορατοί, με ίσα δικαιώματα και όχι στο περιθώριο, να μην υπάρχουν άνθρωποι β΄ κατηγορίας που δεν μπορούν να δουν τον σύντροφό τους στην εντατική, που να μην έχουν την ίδια πρόσβαση ως σύντροφοι στα εργασιακά, φορολογικά, κληρονομικά δικαιώματα – και πολύ περισσότερο στην περίοδο της κρίσης.
Δεν μπορούμε, λοιπόν, να πούμε «πρώτα ο αγώνας ενάντια στο Μνημόνιο και μετά θα αγωνιστούμε για τον φεμινισμό, ενάντια στον ρατσισμό ή ενάντια στην ομοφοβία». Αυτή είναι μια λογική κατακερματισμού, μια συντηρητική, καθεστωτική λογική. Και κινδυνεύουμε να γίνουμε να γίνουμε μονολιθικοί σαν το ΚΚΕ, που θα τα λύσει όλα όταν με το καλό έρθει ο κομμουνισμός. Μόνο που έτσι, εκτός όλων των άλλων, θα βαριόμασταν τους εαυτούς μας και θα γινόμασταν μια Αριστερά αφυδατωμένη.
3. Ο σεξισμός και η ομοφοβία διέπουν όλο το φάσμα της ελληνικής κοινωνίας και των προσωπικών εμπειριών μας – και υπάρχουν σαφώς και μέσα στην Αριστερά. Πρέπει να τα βλέπουμε όλα, και τις αντιφάσεις: η ανανεωτική και ριζοσπαστική Αριστερά, καθώς και κομμάτια του αντιεξουσιαστικού χώρου έχουν δώσει μάχες και έχουν αναπτύξει τον σχετικό προβληματισμό· ταυτόχρονα όμως, ο σεξισμός και η ομοφοβία είναι υπαρκτοί, ενίοτε και ισχυροί, στους χώρους αυτού. Και, φυσικά, η κατάσταση δεν είναι ίδια με τη Δεξιά (και ιδίως την ελληνική) και την Ακροδεξιά, για τις οποίες τα στοιχεία αυτά αποτελούν προνομιακά τους πεδία. Όμως και στην Αριστερά υπάρχει γκέι κόσμος που νιώθει να σκάει, να αποκλείεται, κόσμος που καταστέλλεται και αυτολογοκρίνεται. Υπάρχει, και είναι διαδεδομένη, η αντίληψη πως ό,τι κάνουμε στο κρεβάτι αφορά την ιδιωτική σφαίρα και δεν είναι πολιτικό θέμα. Όμως, η σεξουαλικότητα και η εμπειρία του σώματος αποτελούν κατεξοχήν πολιτικά ζητήματα, γιατί συνδέονται με την ταυτότητα, την εμπειρία του εαυτού, των διαπροσωπικών και κοινωνικών σχέσεων. Και, σε ιδεολογικό επίπεδο, τα ζητήματα αυτά αποτελούν πρόκληση: αφορούν την αναπαραγωγή της κυρίαρχης ιδεολογίας και των σχέσεων εξουσίας, άπτονται κεντρικών εννοιών όπως ο γάμος, η οικογένειας, το έθνος.
Πώς στεκόμαστε, όμως, ως Αριστερά απέναντι σε όσες και όσους διεκδικούν χώρο και αιτήματα με το περιεχόμενο αυτό;
Πολλές φορές, η ΛΟΑΔ κοινότητα μας αφορά κυρίως από «δικαιωματική» σκοπιά, από τη σκοπιά δηλαδή των διακρίσεων και της βίας στην οποία υπόκεινται ως ευάλωτη ομάδα, κυρίως από τη Χρυσή Αυγή. Χρειάζεται, ωστόσο, να αντισταθούμε σε μια λογική θυματοποίησης της ΛΟΑΔ κοινότητας. Σε διαφορετική περίπτωση, κινδυνεύουμε να διολισθήσουμε στον κυρίαρχο φιλανθρωπικό λόγο περί ευπαθών κατηγοριών. Πρέπει λοιπόν να μην εστιαστούμε αποκλειστικά στην καταπίεση, αλλά και στη δύναμή αυτών των ομάδων. Η σύνδεσή μας με το ΛΟΑΔ κίνημα, και γενικότερα με τα κινήματα, μας τροφοδοτεί με εμπειρία, σκέψη και δύναμη. Μας συγκινεί και αποτελεί για μας πηγή έμπνευσης.
Το σύμφωνο συμβίωσης
Έρχομαι τώρα στα πιο άμεσα πολιτικά ζητήματα, και συγκεκριμένα στο σύμφωνο συμβίωσης. Ενώ πολλές χώρες της ΕΕ έχουν νομικό πλαίσιο που ρυθμίζει τις σχέσεις ομόφυλων προσώπων (είτε με τη σύναψη γάμου είτε με τη σύναψη συμφώνου συμβίωσης), στην Ελλάδα δεν επιτρέπεται καθ’ οιονδήποτε τρόπο η θεσμική ρύθμιση συμβίωσης μεταξύ ομόφυλων προσώπων και το δικαίωμά τους στην οικογενειακή ζωή. Αυτός ο αποκλεισμός εντείνει τις διακρίσεις, την ανισότητα και τον ανθρώπινο πόνο, και δημιουργεί πολίτες δύο κατηγοριών.
Η θέσπιση μιας τέτοιας νομοθεσίας δεν είναι κάτι αριστερό ή ιδιαίτερα ριζοσπαστικό: πραγματώνει ένα στοιχειώδες δημοκρατικό δικαίωμα. Στην περίοδο της κρίσης, επιπλέον, μια τέτοια νομοθεσία δίνει το μήνυμα στους πολίτες ότι τα δικαιώματά τους δεν συρρικνώνονται διαρκώς. Θυμίζω, εδώ, την ένταση της βίας απέναντι στους ομοφυλόφυλους και τρανς, που αποτελούν τη δεύτερη ομάδα-στόχο μετά τους μετανάστες, όπως καταγράφουν εκθέσεις της Διεθνούς Αμνηστίας και του Συνηγόρου του Πολίτη. Γιατί, άραγε, ενώ συμβαίνουν αυτά, η κυβέρνηση παγώνει μια ρύθμιση που μπορεί να συμβολίσει την ελπίδα; Γιατί, ενώ η ίδια σπεύδει να εφαρμόσει κάθε σύσταση της τρόικας, αρνείται να ευθυγραμμιστεί με την απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου;
Το νομοσχέδιο του ΣΥΡΙΖΑ
Με αυτές τις σκέψεις ο ΣΥΡΙΖΑ κατέθεσε πρόταση νόμου, θεωρώντας απαραίτητο να θεσμοθετηθεί αμέσως ένα διευρυμένο σύμφωνο συμβίωσης, πληρέστερο από το ισχύον. Ένα σύμφωνο που όχι μόνο να περιλαμβάνει τα ομόφυλα ζευγάρια, αλλά και να παρέχει σε όλα τα ζευγάρια, ετερόφυλα και ομόφυλα, αυξημένα φορολογικά, ασφαλιστικά, εργασιακά και κληρονομικά δικαιώματα. Θέλαμε να το κάνουμε από καιρό, μιας και τόσο το σύμφωνο συμβίωσης για τα ομόφυλα ζευγάρια, όσο και ο πολιτικός γάμος, αποτελούν θέσεις του ΣΥΡΙΖΑ, που ψηφίστηκαν στο ιδρυτικό μας συνέδριο, τον Ιούλιο. Με την πρόσφατη απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, θεωρήσαμε ότι πλέον το ζήτημα ήταν κατεπείγον.
Αν η πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ γίνει αποδεκτή, θα μπορούν όλοι οι σύντροφοι, ομόφυλοι και ετερόφυλοι, να κάνουν κοινή φορολογική δήλωση και να έχουν κοινή ασφάλιση. Να ρυθμίσουν από κοινού κληρονομικά ζητήματα, να εκμεταλλευτούν τις ρυθμίσεις για τις μεταθέσεις, τις αποσπάσεις στο δημόσιο και τα επιδόματα. Θα δίνεται επίσης η δυνατότητα να παίρνει άδεια διαμονής ο σύντροφος που δεν έχει υπηκοότητα της ΕΕ. Είναι αδιανόητο αυτά τα βασικά αστικά δικαιώματα να μην περιλαμβάνονται σ’ ένα σύμφωνο συμβίωσης.
Καταθέσαμε λοιπόν το διευρυμένο σύμφωνο ως πρόταση νόμου. Επειδή όμως αυτή θα αργήσει να συζητηθεί, πριν λίγες μέρες, στα μέσα Δεκεμβρίου, το καταθέσαμε και με την μορφή τροπολογίας στο αντιρατσιστικό νομοσχέδιο. Τροπολογίες έχουν καταθέσει επίσης το ΠΑΣΟΚ και η ΔΗΜΑΡ, ωστόσο περιορισμένης εμβέλειας, στο βαθμό που απλώς αφαιρούν τον όρο «ετερόφυλα ζευγάρια» από το ισχύον σύμφωνο. Θεωρώ, ωστόσο, εξαιρετικά χρήσιμο και σημαντικό ότι και τα δύο αυτά κόμματα πιέζουν για να συμπεριληφθούν τα ομόφυλα ζευγάρια στο σύμφωνο συμβίωσης.
Η θεσμοθέτηση του πολιτικού γάμου
Ο ΣΥΡΙΖΑ, όπως είπα, τάσσεται με σαφήνεια υπέρ του πολιτικού γάμου των ομόφυλων ζευγαριών και έχει δεσμευτεί ότι, ως κυβέρνηση, θα τον θεσμοθετήσει. Θεωρώ, ωστόσο, ότι αυτή τη στιγμή οι δυνάμεις πρέπει να επικεντρωθούν στο σύμφωνο συμβίωσης. Γιατί αν πετύχουμε τώρα ένα σύμφωνο συμβίωσης για τα ομόφυλα ζευγάρια, και μάλιστα διευρυμένο, αυτό θα αποτελέσει σημαντικό βήμα για τη διεκδίκηση του πολιτικού γάμου. Αντίθετα, αν το σύμφωνο «παγώσει», μαζί του παγώνει και το ζήτημα συνολικά. Είναι κάτι που πρέπει να το διεκδικήσουμε, γιατί ανοίγει το δρόμο τόσο θεσμικά όσο και μέσα στην κοινωνία: βάζει άλλους όρους στη συζήτηση, σπάει στερεότυπα και διακρίσεις, και δίνει τη δυνατότητα σε μεγάλο αριθμό ανθρώπων να αισθανθούν (και να είναι) ισότιμοι πολίτες.
Το ζήτημα της υιοθεσίας
Εδώ, χρειάζεται να δούμε συνολικά τη νομοθεσία για την υιοθεσία στην Ελλάδα, η οποία είναι παρωχημένη και δημιουργεί σοβαρά προβλήματα. Όχι μόνο στα ομόφυλα ζευγάρια, τα οποία αποκλείει, αλλά και στα ετερόφυλα ζευγάρια και τις μονογονεϊκές οικογένειες. Έχω ζήσει στην Αμερική και έχω εξαιρετικές εμπειρίες από ομόφυλες οικογένειες που μεγαλώνουν παιδιά. Τα μεγαλώνουν με ιδιαίτερη φροντίδα και αγάπη. Υπάρχουν μάλιστα έρευνες που δείχνουν ότι τα παιδιά των ομόφυλων οικογενειών μεγαλώνουν το ίδιο καλά (ή το ίδιο άσχημα, αν θέλετε) με τις ετερόφυλες οικογένειες. Και θεωρώ ότι χρειάζεται να γίνει συστηματική δουλειά για το θέμα της παιδοθεσίας, γιατί οι ομοφοβικές προκαταλήψεις συμπυκνώνονται κατεξοχήν στο θέμα των παιδιών.
***
Πριν κλείσω, θα ήθελα να κάνω ένα σχόλιο για την πρόσφατη ανακοίνωση της Ιεράς Συνόδου, η οποία –παρότι βέβαια δεν έχει καμία σχέση με τις τρομακτικές δηλώσεις του μητροπολίτη Πειραιώς– χαρακτηρίζει το σύμφωνο συμβίωσης «εκτροπή του οικογενειακού θεσμού» και θεωρεί ότι οι ανθρώπινες σχέσεις, που προϋποθέτουν την αγάπη, με το σύμφωνο συμβίωσης εκφυλίζονται.
Συμφωνώ ότι η ανθρώπινη σχέση προϋποθέτει την αγάπη. Την αγάπη κι εμείς προασπιζόμαστε, και γι’ αυτό προσπαθούμε να δώσουμε σε όλους τους συντρόφους που αγαπιούνται τη δυνατότητα να έχουν οικογενειακή ζωή, αν το επιλέξουν. Και δεν μπορώ να μη θυμίσω μια πρόσφατη δήλωση του Πάπα Φραγκίσκου: «Ποιος είμαι εγώ για να κρίνω τον σεξουαλικό προσανατολισμό; Αν κάποιος άνθρωπος αναζητά τον Ιησού και το καλό, ποιος είμαι εγώ που θα κρίνω αυτή τη συμπεριφορά;».