«Ελάτε ποιητές Και ξένοι Άστεγες εποχές Ολίγων μέσες Ελεόθρεπτα Κλειδιά αρμαθιές Ρίξτε στο τζάκι ξύλα Αρχεία Επαγγέλματα Καπνούς στις συγκινήσεις Καλωσορίστε μήλα πράσινα Αγνώστους Αναγνώστες Ελάτε ποιητές Βάσανο σπέρμα Πεδία λοίσθια Λύσσες λυμένες Κλείνουν σπίτια Μάνες δεν γεννούν Καείτε». (Ηλίας Τσέχος, Ελάτε ποιητές’, 2012.).
Η τελευταία μεγάλη διαδήλωση των κατοίκων στις Σκουριές Χαλκιδικής ανέδειξε την ριζική αντίθεση των κατοίκων στην κατασκευή των μεταλλείων χρυσού της εταιρείας ‘Ελληνικός Χρυσός’. Το κοινωνικό πράττειν που έχει αναπτυχθεί στις Σκουριές Χαλκιδικής διακρίνεται για την ποιοτική του «ένταση» και διάρκεια, καθότι επηρεάζει καθοριστικά το τοπικό κοινωνικό γίγνεσθαι. Το κοινωνικό κίνημα στις Σκουριές Χαλκιδικής αποτελεί την προσίδια και μαζική συμπύκνωση των αγώνων που έχουν «αναπτυχθεί» ενάντια στην Μνημονιακή διαχείριση της βαθιάς οικονομικής-καπιταλιστικής κρίσης.
Ουσιαστικά η κοινωνική-κινηματική κίνηση στις Σκουριές «εγχαράζει» τα όρια ενός ιδεολογικού λόγου που θέτει στην προμετωπίδα του την αναγκαιότητα της οικονομικής ανάπτυξης και μεγέθυνσης. Η κοινωνική-κινηματική κίνηση συγκροτείται ως μία «ζώσα» αντιηγεμονική πράξη που τείνει να αποκλείσει την κυρίαρχη ιδεολογική αφήγηση.
Έτσι, η «ζώσα» αντιηγεμονική πράξη ενσωματώνει οργανικά και αρμονικά έναν ιδεολογικό λόγο που αφενός μεν κατισχύει σε τοπικό επίπεδο αφετέρου δε εκτείνεται και πέρα των γεωγραφικών-κοινωνικών ορίων της Χαλκιδικής. Η κοινωνική-ιδεολογική απόκλιση μεταξύ της εταιρείας και του κινηματικού πράττειν παράγει τους όρους και τις προϋποθέσεις για την ανάδυση και την αποκρυστάλλωση ενός δομικού δυϊσμού που ορίζει και προσδιορίζει το τοπικό κοινωνικό «όλον».
Αυτός ο τοπικός-δομικός δυϊσμός μεταξύ της εταιρείας ‘Ελληνικός Χρυσός’ και του κοινωνικού κινήματος χαράζει τα όρια δύο ριζικά διαφορετικών κινήσεων και αντιλήψεων για την ανάπτυξη: Από την μία πλευρά, η εταιρεία, συνεπικουρούμενη και από τους ιδεολογικούς μηχανισμούς του κράτους, αρθρώνει έναν λόγο που προτάσσει το ζήτημα της οικονομικής ανάπτυξης (μέσω της προσέλκυσης επενδύσεων) και της δημιουργίας θέσεων εργασίας. Από την άλλη πλευρά βρίσκεται το κοινωνικό κίνημα που αντιτάσσεται στη συγκεκριμένη και «φορτισμένη» αντίληψη και λογική. Ο λόγος που αρθρώνει βρίσκεται στον αντίποδα των επιδιώξεων και των συμφερόντων της εταιρείας, καθότι προτάσσει το ζήτημα της μη κατασκευής των μεταλλείων χρυσού.
Με αυτόν τον τρόπο, η κινηματική κίνηση ουσιαστικά αρθρώνεται στο επίπεδο της εκπροσώπησης και της συνάρθρωσης συμφερόντων του λαϊκού μπλοκ της περιοχής. Οι ιδεολογικοί μηχανισμοί του κράτους τείνουν να προσδώσουν μία «εκ των άνω» νομιμοποίηση στα συμφέροντα και τις επιδιώξεις της εταιρείας.
Στο πλαίσιο αυτό, η κυρίαρχη ιδεολογική σκευή «απονομιμοποιεί» την αντιηγεμονική κοινωνική κίνηση, νομιμοποιώντας και «εργαλειοποιώντας» ταυτόχρονα τα συμφέροντα της εταιρείας που δραστηριοποιείται στην περιοχή. Το «στενό», προσίδιο και «περιορισμένο» ταξικό σημαίνον αφενός μεν μετασχηματίζεται σε «εθνικό» και «αναγκαίο», αφετέρου δε συμπυκνώνεται στον ιδεολογικό «τύπο» της προσέλκυσης επενδύσεων που θα συμβάλλουν στην τόνωση της τοπικής (διάβαζε εθνικής) οικονομίας και στη δημιουργία θέσεων εργασίας.
Κάνουμε λόγο για ένα «ολικό» ιδεολογικό υπόδειγμα που την ίδια στιγμή «κατηγοριοποιεί» και «φιλτράρει» ιδεολογικά την κινηματική δράση και άρθρωση των κατοίκων. Έτσι, το κοινωνικό κίνημα της περιοχής νοείται και ορίζεται ως εξόχως «αντιδραστικό» και «οπισθοδρομικό», καθότι δεν επιθυμεί την οικονομική μεγέθυνση και τόνωση της περιοχής. Οι «αντιδραστικοί μπαχαλάκηδες» που αντιτίθενται σφόδρα στην κατασκευή των μεταλλείων χρυσού δύνανται να «απονομιμοποιηθούν» ιδεολογικά και να «παταχθούν» κατασταλτικά.
Η επιθετική και εμπροσθοβαρής «διπλή κίνηση» της κρατικής δομής επιδιώκει την «ολική» άρση των όρων συγκρότησης και δραστηριοποίησης του κοινωνικού κινήματος στις Σκουριές Χαλκιδικής. Όπως πολύ εύστοχα έχει επισημάνει ο Λουί Αλτουσέρ, «όλοι οι ΙΜΚ, (σ.σ: Οι Ιδεολογικοί Μηχανισμοί του Κράτους), όποιοι κι αν είναι, τείνουν στο ίδιο αποτέλεσμα: στην αναπαραγωγή των σχέσεων παραγωγής, δηλαδή των σχέσεων καπιταλιστικής εκμετάλλευσης».[1]
Οι βασικοί και θεμελιώδεις ιδεολογικοί μηχανισμοί του κράτους, ενσωματώνοντας οργανικά το ταξικό πράττειν της εταιρείας, επιδιώκουν την τύποις συγκρότηση μίας νέας, «ολικής» και «κρισιακής» καπιταλιστικής «κανονικότητας» η οποία «επικαλύψει» και θα «επικαθορίσει» το προτσές της εργατικής-κινηματικής εναντίωσης. Και οι βασικοί ιδεολογικοί μηχανισμοί του κράτους τείνουν να προσδιορίσουν ιδεολογικά, τα όρια της «ποιοτικής» εμβάθυνσης του κεφαλαιοκρατικού τρόπου παραγωγής. Σε συνθήκες βαθιάς οικονομικής-καπιταλιστικής κρίσης, η τύποις συγκρότησης της «ολικής» καπιταλιστικής «κανονικότητας» προϋποθέτει την «ριζική αποδόμηση» του εργατικού-κινηματικού «όλου». Την ιδεολογική «ανακατασκευή» του κοινωνικού κινήματος και της δράσης του, συμπληρώνει η άσκηση κρατικής-κατασταλτικής βίας, μίας βίας που ασκείται στα «διακεκομμένα» όρια της δραστηριοποίησης του κοινωνικού κινήματος.
Ο Νίκος Πουλαντζάς προβαίνει στην εξαιρετικά διαυγή και διαφωτιστική διαπίστωση: «Έτσι, η σχετική αυτονομία του καπιταλιστικού Κράτους απορρέει απ’ την κυρίως πολιτική λειτουργία του απέναντι στις διάφορες τάξεις ενός σχηματισμού που κυριαρχείται απ’ τον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής, και πιο συγκεκριμένα: β) Απ’ τον ρόλο του σαν παράγοντα πολιτικής αποδιοργάνωσης, δηλαδή εμπόδιο στην οργάνωση σε «αυτόνομο» πολιτικό κόμμα της εργατικής τάξης. Η πολιτική οργάνωση της εργατικής τάξης, η πολιτική της πάλη, είναι ένας παράγοντας που καθιστά αναγκαία, αλλά ταυτόχρονα εμποδίζει, την ηγεμονική οργάνωση των κυρίαρχων τάξεων. Στην περίπτωση αυτή, το Κράτος οργανώνει πολιτικά αυτές τις τελευταίες, προσπαθώντας παράλληλα να αποδιοργανώσει πολιτικά την εργατική τάξη».[2]
Στο γενικότερο «κρισιακό» οικονομικό και κοινωνικό περιβάλλον, το κράτος σταδιακά αίρει τα χαρακτηριστικά της τύποις «αυτόνομης» συγκρότησης του, προσλαμβάνοντας την «κρισιακή» μορφή μίας «σχεσιακής-ποιοτικής» συγκρότησης η οποία άπτεται των συμφερόντων και των ευρύτερων στοχεύσεων του άρχοντος συγκροτήματος εξουσίας. Με αυτόν τον τρόπο και όντας «σχεσιακή ολότητα» επιδιώκει την δομική «αποδιοργάνωση» των αντιθετικών κινήσεων της εργατικής τάξης.
Στις Σκουριές Χαλκιδικής, η εταιρεία και το κράτος στοχεύουν στην εκμηδένιση και στην «αποδιοργάνωση» της εργατικής-κινηματικής δράσης και δραστηριοποίησης. Και είναι σε αυτό το πεδίο που το κράτος «οργανώνει» και ρυθμίζει ιδεολογικά και πολιτικά τα ευρύτερα κοινωνικά-ταξικά συμφέροντα (και της εταιρείας) με στόχο την τύποις συγκρότηση μίας νέας τοπικής ( που μετασχηματίζεται σε «εθνική») «ολικής» και «κρισιακής» καπιταλιστικής κανονικότητας.
Έτσι, το «όλον» του κράτους, αρθρώνοντας το πεδίο της αστικής θέσμισης και επιδιώκοντας μία την «ανάκτηση» των όρων συσσώρευσης του κεφαλαίου τείνει να «απορρίψει» δομικά το εργατικό-κινηματικό πράττειν της περιοχής. Η οικοδόμηση της «κρισιακής» καπιταλιστικής «κανονικότητας» προϋποθέτει την υπέρβαση των αντιστάσεων. Με αυτόν τον τρόπο μεταβάλλεται το κοινωνικό «έδαφος» μίας ολόκληρης περιοχής. Στην περίπτωση των Σκουριών Χαλκιδικής έχουμε την ενεργοποίηση ενός ιδιότυπου κράτους-«νυχτοφύλακα» που αναλαμβάνει, (μέσω των ιδεολογικών & κατασταλτικών μηχανισμών του) αφενός μεν να οργανώσει τα χρηματικά συμφέροντα της εταιρείας (που είναι ουσιαστικά και τα συμφέροντα της κυρίαρχης τάξης),αφετέρου δε να απορυθμίσει τις προσίδιες κινηματικές και εργατικές «ροές» εναντίωσης, μεταβάλλοντας ριζικά το κοινωνικό-γεωγραφικό «έδαφος» της περιοχής.
Το κοινωνικό κίνημα στις Σκουριές Χαλκιδικής κινείται στο πεδίο των «νέων ρεπερτορίων των εργατών», σύμφωνα με την ορολογία της Francis Fox Piven. «Εξάλλου, υπάρχει τουλάχιστον κάποια ένδειξη της ανάδυσης νέων ταυτοτήτων και μορφών αλληλεγγύης μεταξύ των εργατών και μεταξύ εργατών και κοινοτήτων».[3] Και αυτή η αλληλεγγύη αποκρυσταλλώνεται στο κοινωνικό πεδίο στις Σκουριές Χαλκιδικής.
[1] Βλ.σχετικά, Αλτουσέρ Λουί, ‘Θέσεις’, (Ιδεολογία και Ιδεολογικοί Μηχανισμοί του Κράτους), Μετάφραση: Γιαταγάνας Ξενοφών, Εκδόσεις Θεμέλιο, Αθήνα, 1999, σελ. 92.
[2] Βλ.σχετικά, Πουλαντζάς Νίκος, ‘Πολιτική Εξουσία και Κοινωνικές Τάξεις’, τόμος β’, γ’ έκδοση, Μετάφραση: Χατζηπροδρομίδης Λ., Εκδόσεις Θεμέλιο, Αθήνα, 1982, σελ. 154-155.
[3] Βλ.σχετικά, Piven Fox Francis, ‘Μορφές Εξουσίας και Παγκοσμιοποίηση’, στο, Τσουκαλάς Κωνσταντίνος & Ρήγος Άλκης, (επιμ.), ‘Ο Νίκος Πουλαντζάς και η Επικαιρότητα του έργου του’, Εκδόσεις Θεμέλιο, Αθήνα, 2001, σελ. 313.