Την επιδείνωση της κοινωνικής ανισότητας στη Θεσσαλονίκη, τη διόγκωση της φτώχειας σε συνοικίες της πόλης, τη μεγάλη μείωση του βιοτικού επιπέδου καθώς και την εμφάνιση του πρεκαριάτου στις νεαρές ηλικίες καταγράφει νέα έρευνα με Επιστημονική Υπεύθυνη την Αναπληρώτρια Καθηγήτρια Αναστασία Ζήση, στο Τμήμα Κοινωνιολογίας του Πανεπιστήμιο Αιγαίου.
«Σύμφωνα μετά αποτελέσματα της έρευνας ένας στους δύο αντιμετωπίζει οικονομικό πρόβλημα», δηλώνει στο alterthess.gr η κ. Ζήση ενώ επισημαίνει πως υπάρχει «γεωγραφική αποτύπωση» των ευρημάτων με τη διόγκωση της φτώχειας να αφορά κυρίως στη Δυτική Θεσσαλονίκη και τις παρυφές του παλιού κέντρου ενώ οι εύποροι της πόλης βρίσκονται κυρίως προς τα ανατολικά και το Πανόραμα.
Μάλιστα τα ερευνητικά ευρήματα δείχνουν επιδείνωση των οικονομικών ανισοτήτων και της εισοδηματικής πόλωσης κατά τη διάρκεια της εφαρμογής των μνημονιακών πολιτικών λιτότητας.
Από το δείγμα της μελέτης, το 30% δήλωσε καθαρό μηναίο εισόδημα από 500 έως 1000 ευρώ, και 12% κάτω από 500 ευρώ. Αυτό δείχνει ότι περίπου οι μισοί του δείγματος (42%) είναι αντιμέτωποι με τη φτώχεια. Στον αντίποδα, ένα ποσοστό 16% ανήκει στην εισοδηματική κατηγορία από 2001 έως 3000 ευρώ, και 13% δήλωσε καθαρό μηνιαίο εισόδημα από 3000 ευρώ και πάνω. Φαίνεται ότι ένα σημαντικό ποσοστό της τάξεως 29% είναι οικονομικά εύρωστοι. Το 29% του δείγματος βρέθηκε να ανήκει στην εισοδηματική κατηγορία από 1001 έως 2000 ευρώ.

Την ίδια στιγμή όμως μεγάλη είναι σύμφωνα με τα ευρήματα η πτώση του βιοτικού επιπέδου των ανειδίκευτων εργατών κατοίκων των περιοχών Τούμπας, παλιού κέντρου και δυτικών συνοικιών. «Ο σωματικός μόχθος που καταβάλουν οι χειρώνακτες εργαζόμενοι, στην οικοδομή, στις υπηρεσίες καθαριότητας, στις μεταφορές και φορτοεκφορτώσεις εμπορευμάτων και το πεζοδρόμιο ως πλανόδιοι πωλητές είναι μεγάλος, και επιπλέον είναι εκτεθειμένοι στην απειλή της απώλειας της εργασίας τους», αναφέρουν οι ερευνητές.
«Βασική πηγή αγωνίας των νοικοκυριών είναι η αδυναμία να καλύψουν τις ανάγκες τους», υπογραμμίζει η κ. Ζήση ενώ ξεκαθαρίζει πως παρά την «ταξική και εισοδηματική πόλωση» τα νοικοκυριά δείχνουν μια ανθεκτικότητα και είναι θωρακισμένα στη βάση της προσωπικής τους δύναμης. Τα ευρήματα δείχνουν μεγάλη ψυχική επιβάρυνση των ανέργων, των αυτοαπασχολούμενων χαμηλής ειδίκευσης, των ανειδίκευτων εργατών που βιώνουν ισχυρά αισθήματα αγωνίας και αβεβαιότητας για το μέλλον, και την κάλυψη βασικών αναγκών για τους ίδιους και τα παιδιά τους.

Ιδιαίτερη αναφορά γίνεται στα ευρήματα της έρευνας και στην εμφάνιση μιας νέας κατηγορίας, του πρεκαριάτου. Όπως αναφέρει η κ. Ζήση πρόκειται κυρίως για τους νέους εργαζόμενους ηλικίας από 25 έως 40 ετών οι οποίοι εργάζονται σε συνθήκες εργασιακής επισφάλειας. Μάλιστα όπως λέει συνήθως είναι εργαζόμενοι σε πολυκαταστήματα, το περιεχόμενο των εργασιών τους είναι επαναληπτικό, μονότονο, και σωματικά επίπονο, κυρίως λόγω της ορθοστασίας ενώ είναι και εκτεθειμένοι σε ψυχολογικούς κινδύνους, όπως συμπεριφορές ταπείνωσης και ευτελισμού από ανωτέρους ή πελάτες αλλά και στην απειλή της απόλυσης.
Ταυτότητα της Έρευνας
Το ερευνητικό έργο «Ανισότητες και ψυχική καταπόνηση: Κοινωνικές συνθήκες, δρώντες και ιδεολογίες των επαγγελμάτων στη σύγχρονη Ελλάδα» υλοποιείται στο πλαίσιο της Οριζόντιας Πράξης «ΑΡΙΣΤΕΙΑ» του Επιχειρησιακού Προγράμματος (Ε.Π.) «Εκπαίδευση & Δια Βίου Μάθηση» και συγχρηματοδοτείται από την Ευρωπαϊκή Ένωση (Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο) και Εθνικούς Πόρους με Επιστημονική Υπεύθυνη την Αναπληρώτρια Καθηγήτρια Αναστασία Ζήση, Τμήμα Κοινωνιολογίας Πανεπιστήμιο Αιγαίου. Η έρευνα είναι διεπιστημονική. Στην έρευνα συμμετείχε ο υποψήφιος διδάκτωρ του Τμήματος Κοινωνιολογίας Μιχάλης Πουλημάς.
Στο πλαίσιο της έρευνας διεξήχθησαν συνεντεύξεις με 300 μέλη νοικοκυριών στις περιοχές Καλαμαριάς- Πανοράματος, Τούμπας, Δυτικές Συνοικίες-Υποβαθμισμένου Κέντρου. Η συλλογή των δεδομένων έγινε εν μέσω της ανθρωπιστικής κρίσης, το καλοκαίρι του 2013 και διήρκεσε έως το τέλος του 2014. Σκοπός του έργου ήταν η μελέτη της κοινωνικής ανισότητας στο πολεοδομικό συγκρότημα της Θεσσαλονίκης.
Κα. Μπα.
Photo Credit: Konstantinos Tsakalidis // SOOC
