Ο νεόπτωχος που του επιβλήθηκε να βλέπει μπροστά του το «μη-μέλλον», καταλήγει «αόρατος», απρόβλεπτος, πολιτικά αχαρτογράφητος, να γυρίζει την πλάτη σε όλο το πολιτικό σύστημα, να είναι ο «Κανένας».
Γράφει ο Νίκος Γεωργιάδης για την εφημερίδα Δρόμος της Αριστεράς
Την 23η Απριλίου του 2010 ο ΓΑΠ, με φόντο το Καστελόριζο, εγκαινίαζε με επίσημο τρόπο την εγκαθίδρυση ενός νέου καθεστώτος για την Ελλάδα. Ενός καθεστώτος που έφερνε εκ βάθρων αλλαγές στην πολιτική, οικονομική και κοινωνική ζωή της χώρας, αν και οι αλλαγές και ανακατατάξεις στην κοινωνία είχαν ξεκινήσει μερικά χρόνια νωρίτερα. Ήταν η περίοδός που άνοιγε ένας νέος κύκλος για την παγκόσμια οικονομική κρίση, ενώ στην Ελλάδα σταματούσε η περίοδος της «ανάπτυξης» και της εφόδου στα Βαλκάνια. Τότε ξεκινούσε η αλλαγή της κοινωνικής διάρθρωσης και η μεσαία τάξη θα έδινε σιγά-σιγά τη θέση της στη «γενιά των 700 ευρώ».
Τα 6 χρόνια μνημονίου επιτάχυναν τη διαδικασία που ξεκίνησε 10 χρόνια πριν. Μετά από το κοινωνικό συμβόλαιο μεταξύ πολιτικού προσωπικού και κοινωνίας, διαρρήχθηκε και ο ίδιος ο κοινωνικός ιστός, με τη γενιά των 700 ευρώ να αποτελεί μακρινό παρελθόν και να φαντάζει πολύ ευνοημένη μπροστά στις νέες συνθήκες. Σήμερα, τη θέση της έχει πάρει η γενιά που απασχολείται – ο όρος εργασία τείνει να εξαλειφθεί – λίγες μέρες ή και ώρες τη βδομάδα και αμείβεται με 100-200 ευρώ το μήνα. Χαρακτηριστικό της κατάστασης που επικρατεί στις εργασιακές σχέσεις αποτελεί ο δείκτης μόνιμης – ελαστικής εργασίας, με την ελαστική και ημιμόνιμη να έχει ξεπεράσει και επισήμως το 50% για το 2016. Επίσης, η ανεργία έχει εκτιναχθεί και βρίσκεται σταθερά πάνω από το 30%. Για να εκτιμηθεί όμως στο σύνολό της η απορρύθμιση της εργασίας πρέπει να συμπεριλάβουμε και τους εμπόρους, ελεύθερους επαγγελματίες κλπ που αδυνατούν να κλείσουν τα βιβλία τους και να καταγραφούν στα μητρώα του ΟΑΕΔ, αλλά και όσους βρίσκονται απλήρωτοι, σε επίσχεση εργασίας ή πληρώνονται σταθερά έναντι και έχουν να λαμβάνουν.
Αποτέλεσμα των παραπάνω είναι μια μεγάλη μερίδα της κοινωνίας να βρίσκεται σταθερά στο περιθώριο. Μια μερίδα που συνεχώς αυξάνει χωρίς να υπάρχει η δυνατότητα να καταγραφεί ακριβώς. Η παλιά μεσαία και μικρομεσαία τάξη αφού συμπτύχθηκε και μετατράπηκε σε γενιά των 700, έχει πλέον απολιπανθεί και τίθεται «εκτός συστήματος». Πρόκειται για τους αόρατους και αχαρτογράφητους πολίτες, νέους χωρίς «επίσημη» επαγγελματική δραστηριότητα, χωρίς ΑΦΜ και ασφάλεια. Είναι μεσήλικες που βρέθηκαν ξαφνικά χωρίς δουλειά, καθώς ήταν υπάλληλοι σε επιχειρήσεις, ειδικευμένοι εργάτες σε εργοστάσια που έκλεισαν ή στην οικοδομή, και εντάσσονται πλέον στην κατηγορία των μακροχρόνια άνεργων, οι οποίοι φτάνουν να αγγίζουν τις 700.000!
Μερικές, αποσπασματικές και κυρίως ατομικές κινήσεις προσπαθούν να απαντήσουν στο ζήτημα της επιβίωσης. Μικρές παραγωγικές προσπάθειες και πρωτοβουλίες, κυρίως στον πρωτογενή τομέα, λιανεμπόριο «εκτός κανόνων», μαύρες μικροδουλειές, κατά βάση χειρωνακτικές, είναι οι επικρατέστερες. Η νεολαία, από την άλλη, η οποία βρίσκεται κυριολεκτικά αντιμέτωπη με μια νέου τύπου γενοκτονία, επιλέγει σαν λύση κυρίως τη μετανάστευση.
Η μακροχρόνια ανεργία και οι πενιχρές απολαβές για ημιαπασχόληση (δηλωμένη και μαύρη), η ανέχεια και τα συνεχώς αυξανόμενα ποσοστά της κοινωνίας που βρίσκονται στα όρια της φτώχειας (ή και κάτω από αυτά) φτιάχνουν σταδιακά ένα νέο τύπο ανθρώπου. Ενός ανθρώπου που πέρασε σε μια δεκαετία από το στάδιο του (μικρο)μεσαίου σε αυτό του νεόπτωχου και βρίσκεται ή κινδυνεύει να βρεθεί, στην εξαθλίωση. Ενός ανθρώπου που βλέποντας μπροστά του το «μη-μέλλον», εγκλωβίζεται στο φαύλο κύκλο του εφήμερου. Όχι γιατί το επιλέγει, αλλά γιατί έτσι του επιβλήθηκε.
Αυτός ο τύπος ανθρώπου δεν παρουσιάζει τις καθιερωμένες πολιτικές συμπεριφορές. Είναι απρόβλεπτος. Είναι δηλαδή και πολιτικά αχαρτογράφητος. Είναι αυτός που γυρίζει την πλάτη σε όλο το πολιτικό σύστημα και δεν κερδίζεται από τις υπάρχουσες κομματικές και συνδικαλιστικές μορφές οργάνωσης, πράγμα που υπό συνθήκες μπορεί να αποδειχθεί και χειραφετητικό. Αυτός ο τύπος ανθρώπου είναι ο «Κανένας».
Το κρίσιμο για τον «Κανένα» είναι να βρεθεί ένα μεγάλο, κεντρικό σχέδιο διεξόδου και σωτηρίας. Μια κινούσα ιδέα στην οποία θα μπορέσει να πιστέψει πάλι από την αρχή. Που θα τον συγκροτήσει σε δύναμη για να απαλλαγεί από τα δεσμά των μνημονίων, της διάλυσης της χώρας του, να αντισταθεί στην κατάθλιψη και τον κανιβαλισμό που προσπαθούν να του επιβάλλουν. Να βγει από το φαύλο κύκλο της «χαμοζωής».
Κρίση σημαίνει βασανίζω…
Κρίση σημαίνει δικάζω και καταδικάζω, από το ρήμα κρίνω. Στον Μεσαίωνα, σήμαινε τιμωρώ και βασανίζω κάποιον. Αυτό συμβαίνει σε όλους μας εδώ και οκτώ χρόνια. Γίνεται προσπάθεια να αντιμετωπισθεί η κρίση, μοιράζοντας δίκαια τη φτώχεια. Αποφασίζουν για εμάς, χωρίς εμάς, για τις πιο ζωτικές μας ανάγκες. Έχουν λόγο για το τι θα φάμε, πως θα ζεσταθούμε, αν θα δουλεύουμε, αν θα έχουμε ιατρική περίθαλψη, πως θα μορφωθούμε, αν θα έχουμε σπίτι, αν θα κάνουμε παιδιά, αν θα έχουμε αυτοκίνητο, ρούχα… αν θα αυτοκτονήσουμε.
Ξυπνάμε με σφιγμένες γροθιές και δόντια από το άγχος για τις πληρωμές των λογαριασμών, τα καθημερινά ψώνια, την αναζήτηση δουλειάς. Ζούμε μέσα στο φόβο και την ανασφάλεια, που μαζί με την έλλειψη ελπίδας, οδηγούν στην απόγνωση.
Αλήθεια, είμαστε ό,τι τρώμε ή θέλουν να γίνουμε σαν αυτά που τρώμε, δηλαδή σκουπίδια; Η τσέπη άδειασε και αναγκαζόμαστε να αγοράσουμε φθηνές και ανθυγιεινές τροφές κάνοντας όσο το δυνατόν περισσότερη οικονομία. Οι φτωχοί άνθρωποι κρυώνουν. Τα καλοριφέρ είναι διακοσμητικά πια λόγω αδυναμίας αγοράς πετρελαίου. Κάποιο ηλεκτρικό σώμα τους ζεσταίνει μερικές ώρες την ημέρα και αυτό υπό την απειλή του λογαριασμού της ΔΕΗ.
Τα απλήρωτα τηλέφωνα χτυπούν, από τράπεζες και εφορία, για να υπενθυμίσουν τις δόσεις ή να απειλήσουν με πλειστηριασμούς και κατασχέσεις.
Η ανεργία καλπάζει, οι αμοιβές είναι αντιστρόφως ανάλογες με τις απαιτήσεις των εργοδοτών. Οι κοινωνικές συναναστροφές περιορισμένες και οι επισκέψεις σε φίλους και γνωστούς λιγοστές. Ο καθένας στο καβούκι του, φοβισμένος, ανασφαλής, μόνος, προσπαθώντας να λύσει τη δική του εξίσωση.
Το χειρότερο, όμως, απ’ όλα είναι ότι μέσα σ’ αυτόν τον μεσαίωνα που μας έριξαν, χαθήκαμε μεταξύ μας, χάσαμε την εμπιστοσύνη μας, την αισιοδοξία μας, την αξιοπρέπειά μας, την αυτοεκτίμησή μας και μας έπεισαν ότι δεν υπάρχει φως στο τούνελ.
Νίκη
άνεργη, μονογονεϊκή οικογένεια
Πως τα βγάζουμε πέρα;
Το επάγγελμα του μηχανικού, όχι απλά έχει «χτυπηθεί» από την κρίση, αλλά κυριολεκτικά έχει καταβαραθρωθεί και ουσιαστικά έχει «σβήσει» για τις επόμενες 2 τουλάχιστον δεκαετίες.
Οι συνάδελφοι που, όπως εγώ, ηλικιακά είμαστε γύρω στα 50, δεν έχουμε ουσιαστικά καμιά ελπίδα επαγγελματικής ανάκαμψης, ούτε μπορούμε να αλλάξουμε αντικείμενο ή να μεταναστεύσουμε. Δεν μπορούμε καν, το πιο στοιχειώδες, να κάνουμε υπομονή για να βγούμε στη σύνταξη, μιας και πρέπει να περιμένουμε να γίνουμε 67 χρονών και μέχρι τότε, (έχουμε – δεν έχουμε εισοδήματα) να πληρώνουμε στο ασφαλιστικό μας ταμείο (ΤΣΜΕΔΕ) τουλάχιστον 6.000 ευρώ κάθε χρόνο
Η κατάσταση που βιώνουμε είναι όντως δραματική και στην ίδια και χειρότερη μοίρα βρίσκονται εκατοντάδες χιλιάδες οικογένειες στη χώρα μας. Η απελπισία, τα συνεχή αδιέξοδα, το άγχος της επιβίωσης, η αδυναμία πληρωμής υποχρεώσεων και βασικών οικογενειακών ειδών πρώτης ανάγκης, μας έχουν φέρει σε μια κατάσταση που έχει άμεσες, δυστυχώς μη αναστρέψιμες, επιπτώσεις στη ζωή μας.
Είναι συνταρακτικό, σε συνθλίβει ψυχικά, να διαπιστώνεις και να βιώνεις καθημερινά ότι δεν μπορείς να κάνεις όνειρα για το μέλλον σου, ότι δεν μπορείς να χαρείς τη ζωή, την οικογένεια και τα παιδιά σου, ότι δεν υπάρχει κανένα «φως» στον ορίζοντα, ότι δεν ξέρεις πως θα επιβιώσεις τους επόμενους μήνες, αν θα σου κατάσχουν την οικοσκευή, αν θα σε πετάξει στον δρόμο ο ιδιοκτήτης του διαμερίσματος που νοικιάζεις, αν θα σου εκπλειστηριάσουν το σπίτι και θα σου κάνουν έξωση οι τράπεζες και το Δημόσιο στα οποία χρωστάς, αν θα χάσεις το πατρογονικό σου σπίτι και το χωραφάκι που σου άφησε ο πατέρας σου στο χωριό, αν…, αν …
Από το περσινό εκκαθαριστικό της φορολογικής μου δήλωσης:
– Συνολικό δηλωθέν εισόδημα: 2.934,88 ευρώ
– Φορολογητέο εισόδημα: 3.728,64 ευρώ
– Φορολογητέο εισόδημα βάσει τεκμαρτού: 10.900,00 ευρώ (Τα τεκμήρια είναι ότι είμαι παντρεμένος, έχω δύο παιδιά, μένω σε νοικιασμένο διαμέρισμα και έχω ένα αυτοκίνητο 1.400 κ. οκταετίας)
– Φόρος από την εκκαθάριση της δήλωσης (μαζί με τέλος επιτηδεύματος και προκαταβολή φόρου επόμενης χρήσης): 3.558,79 ευρώ
Η απάντηση στην εύλογη ερώτηση «Καλά πως ζει μια τετραμελής οικογένεια με τόσο πενιχρά εισοδήματα;» είναι ότι και τη δική μου οικογένεια, όπως και εκατοντάδες χιλιάδες άλλες στη χώρα μας τα τελευταία έξι τουλάχιστον χρόνια, τη συντηρούν και τη στηρίζουν οι γονείς, παππούδες και γιαγιάδες, από τις πετσοκομμένες πενιχρές συντάξεις τους, με τακτικό μηνιαίο επίδομα.
Έχω ενταχθεί στον νόμο περί ανθρωπιστικής κρίσης και κάθε μήνα μέσω της κάρτας αλληλεγγύης αγοράζουμε τρόφιμα αξίας 160 ευρώ από τα σούπερ μάρκετ και υπάρχει επιδότηση ενοικίου άλλα 160 ευρώ και δωρεάν ρεύμα από τη ΔΕΗ για κάποιες κιλοβατώρες κατανάλωσης. Όταν τελειώσει αυτό το πρόγραμμα στήριξης και αντιμετώπισης της ανθρωπιστικής κρίσης… αλίμονό μας!
Είναι σπαρακτικό να βιώνεις καθημερινά τα παράδοξα των καιρών… Να αδυνατούμε να προσφέρουμε εμείς, όντας πτυχιούχοι – σπουδαγμένοι- εργαζόμενοι ή επαγγελματίες για πάνω από 15-20 χρόνια, στα παιδιά μας τα βασικά. Όλα όσα πρόσφεραν σε εμάς οι γονείς μας πριν 30-40 χρόνια, όταν μάλιστα αυτοί ήταν απλοί εργάτες γης ή βιομηχανικοί και υπάλληλοι (ιδιωτικοί και δημόσιοι) και σχεδόν όλοι είχαν μόνο τη βασική μόρφωση!
Πασχάλης
Η κρίση βλάπτει σοβαρά την υγεία
Η αύξηση της νοσηρότητας και της θνησιμότητας τα τελευταία χρόνια της καπιταλιστικής κρίσης και της υποταγής των κυβερνήσεων στις επιταγές του κεφαλαίου της ΕΕ και του ΔΝΤ, δεν οφείλεται μόνο στην κατάργηση του κράτους πρόνοιας και την αποδόμηση του ΕΣΥ.
Πολύ μεγαλύτερο ρόλο παίζει η κατανάλωση της υγείας ενός ανθρώπου, με πρώτα αίτια την ανεργία, τη φτώχεια, την εξαθλίωση την ανασφάλεια και τις κακουχίες. Κατά συνέπεια οι συνθήκες διαβίωσης, με την έννοια της ανεπάρκειας των αναγκαίων υλικών αγαθών και της πνευματικής διαταραχής και ψυχολογικής κατάρρευσης, συντελούν τα μέγιστα τόσο για την κατανάλωση όσο και για την παραμέληση ή την άρνηση φροντίδας της υγείας. Είναι τεκμηριωμένο γεγονός η κατακόρυφη αύξηση των καρδιαγγειακών επεισοδίων, των καρκίνων, των νοητικών και ψυχικών ασθενειών – κυρίως της κατάθλιψης – των ατυχημάτων, της χρήσης εξαρτησιογόνων ουσιών κ.λ.π.
Κάτω από αυτές τις συνθήκες, η μη προσέγγιση σε ιατρεία και μονάδες υγείας είναι επίσης σημαντικός παράγοντας αύξησης της νοσηρότητας, της βαρύτητας της αρρώστιας και της θνητότητας. Και ναι μεν μεγάλο μέρος των ανασφάλιστων μπορεί, με πρόσφατες ρυθμίσεις, να απευθυνθεί στις δημόσιες δομές υγείας, ωστόσο: α) ένα κομμάτι του πληθυσμού (μη έχοντες ΑΜΚΑ, μετανάστες) δεν έχει αυτήν τη δυνατότητα β) οι ανασφάλιστοι εξυπηρετούνται δωρεάν μόνο στις δημόσιες δομές υγείας. Λόγω, όμως, των μεγάλων ελλείψεων των νοσοκομείων, οι άρρωστοι κατευθύνονται στον ιδιωτικό τομέα, όπου οι ανασφάλιστοι αδυνατούν να πληρώσουν γ) όταν υπάρχει το μέγιστο πρόβλημα της επιβίωσης, η υγεία, για τη συντριπτική πλειονότητα των ανθρώπων, έρχεται σε δεύτερη μοίρα και παραμελείται δ) η διάλυση της πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας και η παρατεταμένη αναμονή στα νοσοκομεία αποθαρρύνει αυτούς που έχουν κάποια προβλήματα και αδυνατούν να απευθυνθούν στον ιδιωτικό τομέα ή τους αναγκάζει σε μοιραία αναμονή ε) το απαγορευτικό, για πολλούς, κόστος των φαρμάκων, τους υποχρεώνει ή στη μείωση της δόσης ή στη μη λήψη κάποιων φαρμάκων άρα και στην αδυναμία αποτελεσματικής αγωγής στ) η εξαιρετικά διαδεδομένη κατάθλιψη και άλλες ψυχικές και νοητικές παθήσεις οδηγούν στην παραίτηση από ζητήματα υγείας και ζωής (όπως άλλωστε και η πλαστή ευμάρεια υπό την επήρεια εξαρτησιογόνων ουσιών).
Ο μόνος δρόμος, λοιπόν, και για την όσο το δυνατόν μεγαλύτερη εξασφάλιση της υγείας σαν ύψιστο αγαθό και απόλυτο δικαίωμα της λαϊκής πλειονότητας, είναι η σύγκρουση με τις βάρβαρες πολιτικές κυβέρνησης, κεφαλαίου, ΕΕ και ΔΝΤ που θέλουν την υγεία εμπόρευμα, θυσιάζοντας στον βωμό της κερδοφορίας την ανθρώπινη ακεραιότητα, ζωή και αξιοπρέπεια.
Δάφνη Κατσίμπα
πρόεδρος της Ένωσης Νοσοκομειακών Ιατρών Θεσσαλονίκης (ΕΝΙΘ)
Πληρώνω τα φροντιστήρια με λάδι από το χωριό
Το 2000 έστησα μια μικρή επιχείρηση καθαρισμού κτιρίων. Δούλευα καλά και απασχολούσα και 2-3 υπαλλήλους. Αγόρασα με δάνειο από την Εργατική Εστία ένα σπίτι και πλήρωνα δόση όσο ένα ενοίκιο. Από το 2010 άρχισα να χάνω πελατεία, κυρίως κτίρια εταιρειών που έκοβαν δαπάνες ή έκλειναν, και έτρωγα «φέσια» από τους διαχειριστές των οικοδομών. Συνέχισα μόνος με τη γυναίκα μου. Μέχρι το 2013 τα κατάφερνα.
Όταν ήρθε η φορολόγηση 26% από το πρώτο ευρώ διαλύθηκα. Τα μισά μου έσοδα τα έπαιρνε η εφορία. Διαγράφτηκα από το ταμείο Ελευθέρων Επαγγελματιών και δήλωσα αγρότης για να έχω περίθαλψη. Άρχισα να μην μπορώ να πληρώσω και το δάνειο του σπιτιού.
Σήμερα χρωστάω παντού! Εφορία, Ασφαλιστικό Ταμείο, Τράπεζα και μπήκα στο νόμο Κατσέλη. Πήγα στο Δικαστήριο για τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά παίρνοντας δανεικά 1.000 ευρώ για να πληρώσω το παράβολο και τον δικηγόρο.
Δουλεύω τώρα περιστασιακά και «μαύρα» καθαρίζοντας οικοδομές και πληρώνομαι όταν, και αν, εισπραχθούν τα κοινόχρηστα. Κάθε 15ημέρες πηγαίνω στο χωριό και παίρνω προμήθειες από τους γονείς (λάδι, κρέας, φρούτα, λαχανικά, αβγά…)
Τη Μαρία την προσέλαβαν σε μια εταιρεία και την υποχρέωσαν να γράψει ότι δεν έχει παιδί. Ο φίλος μου ο Γιάννης 45 χρονών – μπεκιάρης (δεν πρόλαβε να παντρευτεί ο τυχερός) δουλεύει «μαύρα» και ανασφάλιστος με 30 ευρώ για 12 ώρες. Μια φίλη μου που πήγε σε μια εταιρεία καθαρισμού δεν την προσέλαβαν γιατί «είχε σάπια δόντια».
Βάζω βενζίνη 5 ευρώ. Πληρώνω τα φροντιστήρια σε είδος (λάδι από το χωριό). Καπνίζω λαθραία τσιγάρα από βιοτεχνίες της Βουλγαρίας που δεν ξέρω τι έχουν μέσα.
Έχω παιδιά και οικογένεια αλλιώς θα έλεγα ότι και εγώ λαθραία ζω!
Γιάννης
συνεργείο καθαρισμού
Να μην εγκατασταθεί η φτώχεια μέσα μας
Περνώντας από τα χρόνια του Καρνάβαλου του μανιακού καταναλωτισμού, στα χρόνια της Σαρακοστής της νηστείας, με εργαλείο τη «μηχανή» του Χρέους, περάσαμε στη διανομή-αναδιανομή της φτώχειας. Σχετική φτώχεια, φτώχεια, απόλυτη φτώχεια.
Ορατοί και αόρατοι, γυναίκες και άνδρες, αυτόχθονες και ξένοι, βόρειοι και νότιοι, ανατολικοί και δυτικοί. Άλλοι workingpoors με minijobs και bullshitjobs, άλλοι εργαζόμενοι στην «οικονομία των υποσχέσεων» παρέχοντας δωρεάν εργασία για να αγοράσουν μελλοντικές ευκαιρίες, για να αγοράσουν ένα πιστοποιητικό ύπαρξης στην κοινωνική ζωή, για να μπορούν να απαντούν στο «με τι ασχολείσαι». Άλλοι άνεργοι. Αόρατοι.
Υπό την επήρεια του σοκ μπαίνουν μπρος στρατηγικές επιβίωσης που θα συγκρατήσουν τη βίαιη κάθοδο, ξεκινούν προσπάθειες να το «ελέγξεις», να οργανώσεις, να τραβήξεις όρια, «να κάνεις τα κουμάντα σου» για «να τα φέρεις βόλτα». Κι έτσι σιγά-σιγά μικραίνουν, λιγοστεύουν όλα.
Κατά τη διάρκεια της βίαιης καθόδου ακούς τους δεσμούς, τις επαφές, τις σχέσεις να τρίζουν, να σπάνε και παραμένεις για ένα διάστημα βουτηγμένος σε μια βουβή οδύνη και σ’ ένα φόβο να μη βρεθείς «στην απ’ έξω», στην κοινωνική χωματερή, στη χώρα του Κανένα.
Ακούς άλλους να μιλούν για σένα, για τη ζωή σου και ξέρεις πως ό,τι περνάς πρέπει να μιληθεί, να ακουστεί από σένα. Σε μικρές συνάξεις στην αρχή. Για να πλεχτεί το αφήγημα που ‘χεις ανάγκη για να αυτό-αναπαρασταθείς, να αυτό-θεαθείς, να παραμείνεις Υποκείμενο, να προσανατολιστείς, να μην ταλαντεύεσαι στο κενό. Έτσι, σε μικρές στην αρχή συνάξεις, θα οικοδομηθούν, με τη σοφία των ανθρώπων που πέρασαν την έρημο, μικρές πατρίδες για την υπεράσπιση της ζωής, για να σωθεί το Ανθρώπινο Κεφάλαιο. Πρέπει όμως να προλάβουμε. Πριν εγκατασταθεί η φτώχεια μέσα μας και απωλέσουμε την ικανότητα της αφήγησης.
Στέλλα
συνταξιούχος