Δημοτική Αρχή του δεύτερου μεγαλύτερου Δήμου της χώρας ανακοινώνει την εγκατάσταση ενός Φιλοξενείου Προσφύγων αιτούντων πολιτικό άσυλο, σε συνεργασία με μια γνωστή ΜΚΟ, σε έναν από τους ελάχιστους αναξιοποίητους ιδιόκτητους χώρους του, έκτασης περίπου 4.000 τ.μ. συμπεριλαμβανομένου ενός κτιριακού συγκροτήματος 1500 τ.μ. Επτά μονογονεϊκές οικογένειες, 30-35 άτομα συνολικά (μιλάμε δηλαδή για επτά ενήλικους και 23-28 παιδιά) θα μπορούν να φιλοξενηθούν σε κοιτώνες που θα διαμορφωθούν σε μέρος του κτιριακού συγκροτήματος.
Σταγόνα στον ωκεανό, θα μπορούσε να σκεφτεί κανείς και, αφού θεωρήσει κατ’ αρχήν θετική τη δημιουργία μιας δομής που θα αντικαταστήσει τον τόσο προβληματικό από οργανωτική/διαχειριστική άποψη Ξενώνα στη Φιλίππου-Σιατίστης [η Αντιρατσιστική Πρωτοβουλία έχει απεμπλακεί εδώ και καιρό από τη διαχείρισή του] σε εγκαταστάσεις του Δήμου, να εστιάσει την κριτική του στο γεγονός ότι θεωρείται απαραίτητη η συνεργασία με μια ΜΚΟ, στην εξασφάλιση διαρκούς χρηματοδότησης, στην ανάγκη δημιουργίας και άλλων τέτοιων χώρων, στη σύνδεση του Φιλοξενείου με τη γειτονιά και ούτω καθεξής.
Κι όμως… Η σχεδιαζόμενη εγκατάσταση του Φιλοξενείου στους παλιούς στάβλους της Τούμπας έχει ξεσηκώσει τις αντιδράσεις μερίδας περιοίκων που ούτε λίγο ούτε πολύ απαιτούν να ακυρωθεί. Το φάσμα των αντιδράσεων αυτών θα μπορούσε να συνοψιστεί στα δύο πανό με τα οποία εμφανίστηκαν οι αντιδρώντες στο Δημοτικό Συμβούλιο της 28ης Ιουλίου (φώτο 1,2) και στο διεξοδικό κείμενο του κατοίκου της περιοχής, Μελέτη Κεχαΐδη, στην parallaxi (από το οποίο αντλήθηκαν και οι πληροφορίες της πρώτης παραγράφου), ο οποίος παρότι δηλώνει ότι δεν συντάσσεται με το περιεχόμενο και τους εμπνευστές των πανό, είναι φανερό ότι θα προτιμούσε να μην υλοποιηθεί η δομή στο συγκεκριμένο χώρο.
Τα πανό είναι ξεκάθαρα: η (προσωρινή και εναλλασσόμενη) εγκατάσταση πολιτικών προσφύγων στην περιοχή οδηγεί αυτόματα στην υποβάθμισή της. Κατά τους διαμαρτυρόμενους, ο συγκεκριμένος χώρος πρέπει να αξιοποιηθεί αποκλειστικά προς όφελος του κοινωνικού συνόλου της γειτονιάς (ούτε καν ολόκληρου του Δήμου). Ούτε αστερίσκοι ούτε παραχωρήσεις. Ο ορισμός του ρατσισμού και του τοπικισμού σε 33 λέξεις.
Και ενώ περιμέναμε από αυτή την ομάδα κατοίκων της Τούμπας να μας εξηγήσει πώς ακριβώς υποβαθμίζεται μια περιοχή αν εγκατασταθούν εκεί εφτά μονογονεϊκές οικογένειες των 30-35 ατόμων συνολικά, ήρθε το κείμενο του Μελέτη Κεχαΐδη, για να επιχειρηματολογήσει πάνω στο συγκεκριμένο θέμα και να θέσει ερωτήματα, κυρίως προς την πλευρά της δημοτικής αρχής, την οποία όπως φαίνεται στήριξε και στις πρόσφατες εκλογές. Επειδή ακριβώς αυτό το κείμενο απευθύνεται, μέσω του χώρου όπου δημοσιεύεται, σε ανθρώπους ευαίσθητους στα δικαιώματα και τον αντιρατσισμό/αντιφασισμό, επειδή έγινε αρκετά δημοφιλές (240 facebook likes κατακαλόκαιρο δεν είναι και λίγα), επειδή ο ίδιος ο συντάκτης του δήλωσε δημόσια ότι θέλησε να ανοίξει έναν διάλογο για το θέμα και επειδή, τέλος, ίσως υπάρχει όντως μια ομάδα κατοίκων της περιοχής που είναι αρνητική ή επιφυλακτική απέναντι στο Φιλοξενείο λόγω ελλιπούς πληροφόρησης, έχει ένα νόημα να επιχειρηθεί μια κάπως διεξοδικότερη απάντηση από το καυστικό προχθεσινό σχόλιο στο thess.gr.
Θα ξεκινήσω από το τέλος: αν το επιμύθιο αφορά το σεβασμό των θεσμών από τους πολίτες, τότε μάλλον το πραγματικό επίδικο έχει χαθεί κάπου στη μετάφραση. Όταν στα 2014, με τη Χρυσή Αυγή κοντά στο 10%, κάτοικοι μιας περιοχής λένε ότι δεν θέλουν πολιτικούς πρόσφυγες στην περιοχή τους, το πώς πάρθηκε η απόφαση για την εγκατάστασή τους θα πρέπει να μπαίνει σε δεύτερη και τρίτη μοίρα από όσους θεωρούν εαυτούς αντιρατσιστές. Ο ρατσισμός και ο αντιρατσισμός δεν είναι αφηρημένες έννοιες στο χώρο των ιδεών, αλλά συγκεκριμένες πρακτικές και δράσεις. Το θέμα εκ των πραγμάτων παίρνει όμως και συμβολικές διαστάσεις και γι’ αυτό χρειάζεται περισσή προσοχή ώστε να μη βρεθεί κανείς, από αγάπη για τη γειτονιά του, να υπερασπίζεται ρατσιστικές και φασιστικές θέσεις.
Συνεχίζοντας ανάποδα, το να εξοργίζεται κανείς όταν του προσδίδουν το χαρακτηρισμό “ρατσιστής” και να χρησιμοποιεί έπειτα χαλαρά την ίδια έννοια σε φράσεις όπως “η γειτονιά βίωσε έναν ιδιότυπο ρατσισμό δεκαετίες τώρα, με την επιλογή βεβαρημένων χρήσεων στους παλιούς στάβλους” είναι μάλλον ανακόλουθο και καθόλου χρήσιμο ως προς το ξεκαθάρισμα των εννοιών. Ο ρατσισμός είναι κάτι συγκεκριμένο και δεν χρειάζεται να δημιουργούνται εντυπώσεις ξεχειλώνοντάς τις λέξεις. Επίσης δεν είναι ξεκάθαρο ποιοι πρέπει να επιβραβευτούν και τι αποτελεί επιβράβευση (και τι τιμωρία, αντίστροφα).
Το να χρησιμοποιεί κανείς ως επιχείρημα την προσφορά ρούχων και τροφίμων στην ΑΡΣΙΣ, ενώ δεν δέχεται μια δομή της στην περιοχή του, είναι ο ορισμός του Not in my Back Yard -δεν βοηθάει λοιπόν και πολύ στο να αλλάξουμε γνώμη για τα κίνητρα των κατοίκων…
Λίγο πιο πάνω στο κείμενο τίθεται το εξής ερώτημα: “Τι θα κάνει αλήθεια το νέο ΔΣ, όταν κάποιοι από τη γειτονιά στραφούν σε αυτούς [σσ. στη Χρυσή Αυγή], αφού νιώθουν εκτός από θιγμένοι και απίστευτα φοβισμένοι από την προχειρότητα και τη βιασύνη που επέδειξαν οι αρχές;” Μάλιστα. Η προχειρότητα και η βιασύνη των αρχών λοιπόν δημιουργούν απίστευτο φόβο που μπορεί να οδηγήσει κάποιους στην αγκαλιά της Χρυσής Αυγής. Επειδή δεν είμαι απολογητής του Δημοτικού Συμβουλίου, να αντιστρέψω το ερώτημα: τι κάνετε αλήθεια εσείς που ζείτε εκεί για να μη συμβεί αυτό; Πώς διασκεδάζετε τους φόβους αυτών των κάποιων; Τι προτεραιότητες βάζετε ως πολιτικά υποκείμενα; Την αξιοποίηση των στάβλων ή τον ενεργό αντιρατσισμό/αντιφασισμό;
Ακριβώς επειδή δεν με ενδιαφέρει να υποστηρίξω την παράταξη της Πρωτοβουλίας, το Δήμαρχο και τη διοίκηση του δήμου, αντιπαρέρχομαι την κριτική του άρθρου προς αυτούς, με εξαίρεση ένα σημείο: αν τα ξενοφοβικά συνθήματα και οι ακραίες (βλέπε “ρατσιστικές”) πρακτικές κάποιων κατοίκων προκαλούνται έτσι απλά από την προχειρότητα των αρχών και την ελλιπή ενημέρωση, τότε οι συγκεκριμένοι κάτοικοι ήταν ήδη έτοιμοι να φερθούν κατ’ αυτόν τον τρόπο. Ακόμη κι αν ο Δήμος δεν τους ενημέρωσε επαρκώς, τι έκαναν οι ίδιοι για να ενημερωθούν ουσιαστικά; Σε ποια παραδείγματα βασίστηκαν για να θεωρήσουν αυτονόητη την υποβάθμιση της περιοχής σε περίπτωση δημιουργίας ξενώνα για πρόσφυγες; Τι είδους έρευνα έκαναν στο κέντρο της πόλης για τον Ξενώνα στη Φιλίππου; Επιπλέον, γιατί “εκ των πραγμάτων για μια τέτοια δομή η γειτονιά πρέπει να είναι τουλάχιστον ουδέτερη”; Ποια είναι τα “πράγματα” εν προκειμένω;
Πάμε παραπάνω: στην περιοχή έκλεισε το Λοιμωδών, υπάρχει η κατάληψη ΥΦΑΝΕΤ (ενώ θα έπρεπε να έχει γίνει μουσείο, όπως έχει εξαγγείλει το ΥΠΠΟ), και, τέλος, το Πολιτιστικό Κέντρο της Τούμπας έχει πολύ μπετόν και οι κάτοικοι δεν μπορούν να το χρησιμοποιήσουν (γιατί;) εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων. Για κάποιο λόγο, όλα αυτά συνδέονται με τη δημιουργία του Φιλοξενείου και την καθιστούν ακόμη πιο προβληματική. Μήπως ο αρθρογράφος προτείνει την εγκατάσταση του Φιλοξενείου σε κάποιον από αυτούς τους χώρους;
Αυτός που “παίζει με την ξενοφοβία που έχει ο μέσος κάτοικος της περιοχής” είναι όποιος καλλιεργεί την ιδέα ότι ένα χώρος όπου θα φιλοξενούνται μονογονεϊκές οικογένειες προσφύγων μπορεί να δημιουργήσει οποιουδήποτε είδους πραγματικό πρόβλημα, και όχι βέβαια το “είναι ξένοι, μελαμψοί, μουσουλμάνοι και δεν καταλαβαίνουμε τη γλώσσα τους.” Αυτός που παίζει με την ξενοφοβία είναι όποιος, αντί να διαλύει την άγνοια και το φόβο, τα χρησιμοποιεί είτε για να κάνει πολιτικό εισοδισμό είτε για να εξυπηρετήσει τα δικά του μικροσυμφέροντα. Τέλος, παίζει με την ξενοφοβία αυτός που τη βλέπει να θεριεύει και πριν από οτιδήποτε άλλο κουνάει το δάχτυλο σε άλλους λέγοντας “εσείς την προκαλείτε.”
“Η κοινή λογική αδυνατεί να συνδέσει την ανάπλαση της παιδικής χαράς και την αναμόρφωση του χώρου πρασίνου με το Φιλοξενείο.” Να βοηθήσουμε λίγο την κοινή λογική υπενθυμίζοντάς της ότι στο Φιλοξενείο θα μένουν άνθρωποι και δη παιδιά. Προφανώς, υπάρχει πρόβλεψη να αναπλαστούν οι πέριξ του κτιρίου που προορίζεται για το Φιλοξενείο χώροι για να μην “προαυλίζονται” απλώς οι “ταλαιπωρημένοι” άνθρωποι.
Αχ, αυτά τα “πιθανά προβλήματα συνύπαρξης” του Φιλοξενείου με έναν Παιδικό Σταθμό ή Γυμναστήριο! Ποια είναι ακριβώς; Γιατί χρησιμοποιείται διαρκώς αυτή ή μια ισοδύναμη περίφραση και δεν γίνεται κανείς πιο συγκεκριμένος; Και όχι, δεν είναι απάντηση το απόσπασμα αυτό: “πώς θα προαυλίζονται οι πρόσφυγες, ενώ την ίδια ώρα θα λειτουργεί ένας παιδικός σταθμός ή μία άλλη δομή για τους πολίτες; Κοινή παραδοχή είναι ότι το Φιλοξενείο είναι μια ιδιαίτερη χρήση, που καθορίζει και το σύνολο των κτιρίων. Ταλαιπωρημένοι άνθρωποι θα κοιμούνται και θα τρώνε εκεί μέσα. Πώς θα συνυπάρξουν με ανέμελα παιδάκια, με δημότες που θα θέλουν να αθληθούν ή με Συλλόγους που θα κάνουν εκδηλώσεις και θα επισκέπτονται τον χώρο;” Μπορεί ο συντάκτης του άρθρου να χαρακτήρισε δημόσια -μετά βέβαια από το σχετικό κείμενο στο thess.gr- τη χρήση του “προαυλίζονται” ατυχή και λανθασμένη, αλλά το πραγματικό πρόβλημα δεν έγκειται στο συγκεκριμένο ρήμα και στο το ότι παραπέμπει σε έγκλειστους ή φυλακισμένους. Αυτό που είναι προβληματικό είναι ότι αμφισβητείται η δυνατότητα συνύπαρξης οικογενειών προσφύγων με τα “ανέμελα” παιδάκια και τους υπόλοιπους δημότες. Λες και οι “ταλαιπωρημένοι” άνθρωποι δεν έχουν άλλο στο μυαλό τους από το να ταλαιπωρήσουν και τους γύρω τους.
Ο Μελέτης Κεχαΐδης στην ενότητα “τα ερωτήματα των υπηκόων” θέτει, μαζί με το παραπάνω “ατυχές” ερώτημα, μια σειρά από περισσότερο εύλογα ερωτήματα (αν και το τελευταίο που αφορά το γενικότερο πρόγραμμα του Δήμαρχου και της παράταξής του είναι μάλλον άσχετο και κατόπιν (εκλογικής) εορτής).Είναι άλλο όμως να τίθενται τέτοια ερωτήματα από πραγματικό ενδιαφέρον για τη σωστή οργάνωση και λειτουργία του Φιλοξενείου στο συγκεκριμένο χώρο και άλλο για να μας κατευθύνουν, ως προφάσεις εν αμαρτίαις, στο συμπέρασμα ότι κακώς γίνεται εκεί το Φιλοξενείο. Παρότι επιμένει μέχρι και σήμερα ότι το ζήτημα είναι η συμπεριφορά της δημοτικής αρχής, το πραγματικό και συμβολικό διακύβευμα είναι πλέον το αν θα νικήσουν όσοι και όσες δεν επιθυμούν “την εγκατάσταση πολιτικών προσφύγων στην περιοχή” τους. Είναι πιθανόν στο προσεχές μέλλον κάποιοι και κάποιες από αυτούς/ές να περάσουν σε δυναμικότερες και πιο ξεκάθαρες ιδεολογικά δράσεις και τότε όλοι και όλες στην περιοχή θα πάρουν αναγκαστικά θέση. Για να μην φτάσουμε εκεί όμως θα πρέπει πρώτα να τους κοπεί ο βήχας και έπειτα, όταν αρχίσει να φτιάχνεται και να λειτουργεί το Φιλοξενείο, να είμαστε παρόντες και παρούσες για να γίνει αυτό με τις καλύτερες δυνατές προϋποθέσεις και τον καλύτερο δυνατό τρόπο.
Θα κλείσω με ένα προφητικό απόσπασμα από ένα κείμενο-κάλεσμα της Αντιφασιστικής Συνέλευσης Αλληλεγγύης (ΑΣΑ) ενάμιση μήνα πριν, για να έχουμε κατά νου την ευρύτερη εικόνα:
Οι ναζί [μετά τις εκλογές του Μαΐου] θα επιχειρήσουν να έχουν μεγαλύτερη παρουσία στο δρόμο, ακόμη και σε πόλεις όπου δεν τα έχουν καταφέρει ακόμη, όπως στη Θεσσαλονίκη, και πιθανότατα θα προχωρήσουν σε ανάλογους και χειρότερους τραμπουκισμούς με αυτούς που έκαναν κατά την προεκλογική περίοδο, μετά από μια περίοδο ύφεσης που ακολούθησε τις ποινικές τους διώξεις. Το πιθανότερο όμως είναι ότι θα αναζητήσουν και άλλους, προβοκατόρικους τρόπους παρέμβασης, γι’ αυτό θα πρέπει το αντιφασιστικό κίνημα να είναι έτοιμο για όλα.