Η κοινωνική περιθωριοποίηση και η πολιτική διαφωνία χρίζονται εγκλήματα. Αλλά μια δημοκρατία χωρίς διαφωνία είναι απολυταρχία, μια δημοκρατία χωρίς χειραφέτηση είναι ολιγαρχία, μια δημοκρατία χωρίς ισότητα αρνείται την ουσία της. Το νομοσχέδιο για την ασφάλεια είναι αντισυνταγματικό στην ψυχή και τις διατάξεις του.
Η αμαύρωση του δημοκρατικού χώρου είναι μια διαδικασία που βρίσκεται σε εξέλιξη εδώ και χρόνια, με «συνεισφορές» πολλών μερών, και αποτελεί παγκόσμιο φαινόμενο. Η καταστολή των διαμαρτυριών συνοδεύεται από καθετοποίηση της εξουσίας, απονομιμοποίηση των εναλλακτικών λύσεων, εγκατάλειψη της κοινωνικής χειραφέτησης. Αυτή η διαδικασία περιγράφει έναν καπιταλισμό που, κάτω από ένα διαφορετικό πρόσχημα (ελεύθερος ανταγωνισμός, νεοφιλελεύθερη ευημερία, πολεμικός κεϋνσιανισμός), προκειμένου να διαιωνίσει την κοινωνική και περιβαλλοντική αδικία που τον συνιστά, συνθλίβει τη δημοκρατία με μια θανάσιμη αγκαλιά. Το νομοσχέδιο για τη δημόσια ασφάλεια ενισχύει το στημόνι της αυταρχικής πλοκής για να θωρακίσει το υπάρχον.
Πρώτον: απονομιμοποιεί και ποινικοποιεί τη διαφωνία και την κοινωνική σύγκρουση, συνδυάζοντας καταστολή και εκφοβισμό, κατά παράβαση των συνταγματικών δικαιωμάτων που προστατεύουν τη διαμαρτυρία (δικαίωμα του συνέρχεσθαι, ελευθερία έκφρασης, δικαίωμα στην απεργία) και σε αντίθεση με την «ουσιαστική συμμετοχή», η οποία είναι το όργανο και ο στόχος της δημοκρατίας. Επικαλείται μια ιδανική δημόσια τάξη που δεν έχει θέση σε μια συγκρουσιακή δημοκρατία.
Δύο παραδείγματα: οι εργαζόμενοι που διαμαρτύρονται και βγαίνουν από ένα εργοστάσιο, οι φοιτητές που κινητοποιούνται και διασχίζουν τους δρόμους της πόλης, θα λάβουν ποινή από έξι μήνες έως δύο χρόνια για το έγκλημα του αποκλεισμού δρόμου. Όποιος αναλαμβάνει δράση «για να αποτρέψει την κατασκευή ενός δημόσιου έργου ή μιας υποδομής με στρατηγική σημασία» θα υφίσταται μια ειδική, επιβαρυντική ποινή (σε σχέση με το αδίκημα της βίας ή της απειλής σε δημόσιο λειτουργό). Είναι μια νομοθέτηση ως «δημιουργία εξουσίας» και «άμεση εκδήλωση βίας» (Benjamin). Μια θεσμική βία, δομική σε σχέση με την αυταρχική μετατόπιση και ταυτόχρονα συνδεδεμένη με την πολιτική περίσταση (αγνοεί τον χαρακτήρα της γενικότητας και της αφαιρετικότητας που πρέπει να διέπουν το δίκαιο).
Επιπλέον. Προκειμένου να τιμωρήσουν την «εξέγερση εντός σωφρονιστικού ιδρύματος», αλλά και σε ένα Κέντρο Κράτησης, Κέντρο υποδοχής ή hotspot, μεταξύ των «πράξεων αντίστασης» συμπεριλαμβάνουν και την παθητική αντίσταση. Είναι μια τιμωρία που στιγματίζει το ίδιο το δικαίωμα της διαμαρτυρίας, ακόμα περισσότερο όταν εξ ορισμού η μη βίαιη συμπεριφορά είναι δεδομένη.
Με διπλό πλεονέκτημα: από τη μια πλευρά, καταδικάζει στη σιωπή ανθρώπους, κρατούμενους και μετανάστες, που είναι ήδη χωρίς φωνή. Από την άλλη πλευρά, η μικρότερη κοινωνική ανησυχία που προκαλεί η εφαρμογή σε περιθωριοποιημένα υποκείμενα διευκολύνει τον πειραματισμό και την εξοικείωση. Ας το λάβουν υπόψη οι οικολόγοι ακτιβιστές.
Δεύτερον. Ο ποινικός λαϊκισμός επεκτείνεται στην κοινωνική δημοκρατία, σηματοδοτώντας τη μετάβαση από το κοινωνικό κράτος στο ποινικό κράτος, από την ασφάλεια ως «διασφάλιση δικαιωμάτων» στην ασφάλεια ως «δημόσια τάξη».
Εμβληματική είναι η καθιέρωση του εγκλήματος της «αυθαίρετης κατάληψης περιουσίας που προορίζεται για την κατοικία άλλου». Δεν ενεργοποιούνται κοινωνικές πολιτικές για να εγγυηθούν το δικαίωμα στη στέγαση (που συνδέεται με την ανθρώπινη αξιοπρέπεια και συμπεριλαμβάνεται στα απαραβίαστα δικαιώματα, με πάγια συνταγματική νομολογία), αλλά ενοχοποιούνται και ποινικοποιούνται η φτώχεια και, μαζί, η αλληλεγγύη (η ποινή επεκτείνεται σε όσους παρεμβαίνουν ή συνεργάζονται).
Τρίτον. Το νομοσχέδιο κάνει διακρίσεις σε βάρος των αλλοδαπών – ακολουθώντας το τρίπτυχο της καταστολής: «μετανάστες, φτωχοί και διαφωνούντες». Επεκτείνεται το χρονικό όριο της δυνατότητας να ανακληθεί η ιθαγένεια των πρώην αλλοδαπών (νομική ανοησία καθώς η ιθαγένεια είναι εγγενής στην ισότητα) και απαιτείται η επίδειξη της άδειας παραμονής για την αγορά ακόμα και μιας τηλεφωνικής κάρτας.
Το να είσαι αλλοδαπός είναι έγκλημα αυτό καθεαυτό, ως εκ τούτου δικαιολογεί τη διαφορετική μεταχείριση, τα μειωμένα δικαιώματα, την υπαρξιακή επισφάλεια, τις παραβιάσεις της αξιοπρέπειας. Με μια λέξη, απανθρωποποίηση. Δίπλα στους υπ-ανθρώπους, υπάρχουν και οι υπερ-άνθρωποι: οι αστυνομικές δυνάμεις, στις οποίες παρέχεται προνομιακή προστασία. Προεικονίζεται η εικόνα ενός Κράτους-εξουσίας όπου η υποταγή και η υπακοή αντικαθιστούν την ιθαγένεια και τη συμμετοχή. Ποινικό δίκαιο του εχθρού και ποινικό δίκαιο του φίλου.
Η κυβερνητική πλειοψηφία παραβιάζει το Σύνταγμα. Όσοι διαδηλώνουν για την ειρήνη, για τα δικαιώματα όλων, οι εργαζόμενοι, οι Παλαιστίνιοι, οι μετανάστες, όσοι υφίστανται έξωση, οι κρατούμενοι, οι φοιτητές, το ζωντανεύουν. Έχω ένα όνειρο: αν – ή, πιο ρεαλιστικά, όταν ψηφιστεί τελικά το νομοσχέδιο για την «ασφάλεια», πολλοί και πολλές από εμάς να βγούμε στους δρόμους, παντού. Να μπλοκάρουμε τους δρόμους για να υπερασπιστούμε τα δικαιώματα, για να διεκδικήσουμε τη σύγκρουση, που είναι η καρδιά της δημοκρατίας και ο ακρογωνιαίος λίθος κάθε πιθανού μετασχηματισμού.
Πηγή: Comune-info.net