Για να κάνεις καλό θέατρο, χρειάζονται δυο πράγματα. Πρώτο, να ξέρεις να κάνεις θέατρο και δεύτερο, να ξέρεις τί θέλεις να κάνεις με αυτό που ξέρεις να κάνεις. Οι «Εν δυνάμει» τα ξέρουν και τα δύο πολύ καλά.
Τα «Ερωτευμένα άλογα» ήταν από τα σημαντικότερα πράγματα που έχουν συμβεί στο θέατρο της πόλης τα τελευταία χρόνια. Μπροστά σε μια τέτοια παράσταση, κάθε κριτική είναι αυτάρεσκος σχολαστικισμός. Θέλω μόνο να ξεχωρίσω δυο – τρία ζητήματα, που είναι χρήσιμο να τα σκεφτούμε όσοι και όσες θέλουμε να κάνουμε, ή ακόμα να βλέπουμε, θέατρο.
Πρώτο, η παράσταση δεν υπηρετεί το θέατρο, αλλά βάζει το θέατρο να την υπηρετήσει. Δεν επιδεικνύει τα χαρίσματά της, τα χρησιμοποιεί (ο Μπένγιαμιν για να υπερασπιστεί τον Μπρεχτ έγραψε το καταπληκτικό ότι «αρνείται να κάνει ‘ελεύθερη’ χρήση των λογοτεχνικών χαρισμάτων του»). Επιστρατεύει απλές, στοιχειώδεις θεατρικές τεχνικές, τεχνικές εργαστηρίου, για να στηρίξει αυτό που θέλει να κάνει. Υλικά απλά, καθαρά, χωρίς στολίδια και άρα όμορφα. Υλικά που μπορεί να χρησιμοποιήσει ο κάθε ηθοποιός, χωρίς ούτε να ζορίζεται, ούτε να ακκίζεται. Και γίνεται δουλειά.
Δεύτερο, κάτι για το οποίο δεν είμαι σίγουρος ότι ισχύει, ούτε έχω το υπόβαθρο να το στηρίξω, αλλά θα το πω όπως το κατάλαβα. Η σκηνοθεσία δοκιμάζει, συνειδητά νομίζω, κάτι πραγματικά νέο κι ενδιαφέρον (και, σε συνέχεια των παραπάνω, δεν το δοκιμάζει για να το δοκιμάσει, για να μας το δείξει ή για να δειχθεί, το δοκιμάζει γιατί το χρειάζεται). Δουλεύει με έναν χορό, από τον οποίο τα πρόσωπα βγαίνουν λίγο, ίσα-ίσα ξεμυτίζουν, χωρίς καν να στέκονται απέναντί του, για να ξαναγυρίζουν πάντα σε αυτό. Με αυτή την έννοια, όχι μόνο ξεφεύγει από όλη τη δυτική παράδοση του ήρωα – ατόμου, αλλά πηγαίνει ίσως πίσω και από το θέατρο της κλασικής αρχαιότητας, πίσω από τη στιγμή που ο ηθοποιός στάθηκε απέναντι από το χορό. Και το κάνει σε μια παράσταση που εύκολα θα νόμιζε κάποιος ότι θέλει να αναδείξει το άτομο και την ιδιαιτερότητά του. Όχι, το αντίθετο μάλλον θέλει να κάνει.
Κι εδώ ερχόμαστε στο τρίτο. Μέσα από αυτές τις θεατρικές πρακτικές, τα «Ερωτευμένα Άλογα» δεν μιλάνε για την αναπηρία ως μια ιδιαίτερη ταυτότητα, δεν κάνουν «πολιτική ταυτοτήτων». Χρησιμοποιούν τα ιδιαίτερα εμπόδια των ατόμων με αναπηρία για να μιλήσουν όχι για τα άτομα, αλλά για τα εμπόδια, δηλαδή για τις κοινωνικές σχέσεις. Άλλωστε, τελείως στοιχειωδώς, αυτό είναι η θεατρική πράξη: ένας άνθρωπος που θέλει κάτι, συναντά ένα εμπόδιο και κάνει κάτι για να το ξεπεράσει. Όσο περισσότερο το θέλει, όσο πιο ισχυρό το εμπόδιο, όσο πιο μεγάλο αυτό που κάνει για να το ξεπεράσει, τόσο σπουδαιότερη η θεατρική πράξη. Αυτό το ξέρουν όλα τα εργαστήρια, όλες οι ομάδες. Οι «Εν δυνάμει» όμως μας θυμίζουν ότι το σημαντικό δεν είναι ο άνθρωπος, «αυτός που θέλει», αλλά (α) αυτό που θέλει, (β) το εμπόδιο, και (γ) αυτό που κάνει για να το ξεπεράσει. Έτσι, καταλήγουν να μην μιλάνε για την αναπηρία, αλλά να μιλάνε για τις σχέσεις (κοινωνικές, ερωτικές, όλες), μέσα (και) από την αναπηρία.
Τελευταίο: βγαίνοντας από εκεί, ένιωθα, νιώθαμε νομίζω, ότι ο κόσμος, οι άνθρωποι είναι πιο όμορφος, πιο όμορφοι, από όσο νομίζαμε πριν. Η παράσταση λοιπόν πέτυχε. Για αυτό το κοινό την υποδέχθηκε στο τέλος με αλαλαγμούς ενθουσιασμού, που δεν έχω πετύχει ποτέ και πουθενά. Χίλια μπράβο στα Ερωτευμένα Άλογα και στην «Εν δυνάμει»!