Ολοκληρώθηκε η σύσκεψη της ΓΣΕΕ και του Εργατοϋπαλληλικού Κέντρου Θεσσαλονίκης, με τα Προεδρεία των Εργατικών Κέντρων των νομών της Βόρειας Ελλάδας, που αποτελεί μία από τις εκδηλώσεις που έχουν προγραμματιστεί στο φετινό, διαφοροποιημένο πρόγραμμα, μίας μερίδας εργατικών κέντρων και συνδικάτων ενόψει της 85ης ΔΕΘ. Υπενθυμίζουμε πως ΓΣΕΕ και ΕΚΘ, δε θα πραγματοποιήσουν φέτος συγκέντρωση διαμαρτυρίας ενόψει της επίσκεψης του πρωθυπουργού στη Θεσσαλονίκη.
Στην σημερινή εκδήλωση, οι εκπρόσωποι των εργαζομένων περιέγραψαν με τα μελανότερα χρώματα την κατάσταση που διαμορφώνεται στην αγορά εργασίας, με την ευελιξία στις μορφές εργασίας να κυριαρχεί, την απορρύθμιση να έχει ενταθεί λόγω των συνθηκών που δημιούργησε ο COVID-19, αλλά και την έλλειψη ελέγχων με πρόσχημα τον κορονοϊό, την ακρίβεια και την αβεβαιότητα να έχουν δημιουργήσει ένα αντεργατικό συνονθύλευμα, προ των πυλών ενός δύσκολου χειμώνα.
Τα στοιχεία που δόθηκαν είναι ενδεικτικά της αδιέξοδης κατάστασης που επικρατεί στην αγορά εργασίας στη Βόρεια Ελλάδα, με την ανεργία σε ορισμένες περιοχές στους νέους να ξεπερνάει ακόμα και το 70%.
Πιο αναλυτικά, στη Θεσσαλονίκη, σύμφωνα με τον Πρόεδρο του Εργατικού Κέντρου Χάρη Κυπριανίδη, «οι διαπιστώσεις στην αγορά εργασίας είναι δυσοίωνες. Την επόμενη περίοδο περιμένουμε τις αληθινές επιπτώσεις της περιόδου που προηγήθηκε και όλα αυτά την ώρα που θα γίνουν ορατές οι επιπτώσεις του εργασιακού νομοσχεδίου που ψηφίστηκε τον περασμένο Ιούνιο, στις εργασιακές σχέσεις. Αυτή η αλλαγή θα σημαίνει φυσικά τη χειροτέρευση των εργασιακών σχέσεων, την εκτόξευση της υπερ-ευελιξίας στις εργασιακές σχέσεις και χαμηλής προστασίας στους χώρους εργασίας, με τους εργαζόμενους να έχουν απολέσει την διαπραγματευτική τους δυνατότητα». Στη Θεσσαλονίκη η ανεργία σύμφωνα με τα στοιχεία του ΕΚΘ αναμένεται να ξεπεράσει μέσα στο φθινόπωρο το 40%, δηλαδή, σε υψηλότερα επίπεδα από την περίοδο της οικονομικής κρίσης.
Στη Δράμα, σύμφωνα με τον Πρόεδρο του Εργατικού Κέντρου Γιώργο Σαβρίδη, η ανεργία κυμαίνεται στο 30%, με μία από τις μεγαλύτερες πληγές της περιοχής να αποτελεί η αύξηση των εργατικών δυστυχημάτων που γίνονται στα λατομεία του νομού, με τον ίδιο να ζητάει να παρθούν αυστηρά μέτρα από την πολιτεία.
Στην Καστοριά, όπως δήλωσε ο Πρόεδρος του Εργατικού Κέντρου, Γιώργος Μαλέας, η ανεργία στο νομό ξεπερνάει το 50%, τονίζοντας ότι δεν υπάρχει πρωτοβουλία για νέες θέσεις και πολιτικές προς αυτή την κατεύθυνση με πρόσχημα τον COVID-19. Όπως είπε, «δεν έχει νόημα να μιλάμε για νούμερα στην ανεργία, όταν παλιά λέγαμε ‘κάθε σπίτι έχει και έναν άνεργο’, ενώ τώρα λέμε, ότι ‘είναι ζήτημα να έχει έναν εργαζόμενο’».
Στην Κατερίνη, σύμφωνα με την Πρόεδρο του Εργατικού Κέντρου Δέσποινα Κωνσταντίνου, «η εργατική αυθαιρεσία έχει ξεπεράσει κάθε όριο το τελευταίο 1,5 χρόνο, γεγονός που ενισχύθηκε από τις συνθήκες της πανδημίας και το στοιχείο ότι δεν μπορεί να γίνουν οι έλεγχοι από τα Σώματα της Επιθεώρησης Εργασίας. Φοβόμαστε ότι η ανεργία θα ξεπεράσει εκείνα τα ποσοστά της οικονομικής κρίσης, θέλουμε να υλοποιήσουμε προτάσεις και είμαστε εδώ επιτέλους για να εισακουστούμε», δήλωσε.
Στη Χαλκιδική, σύμφωνα με τον Γενικό Γραμματέα του Εργατικού Κέντρου, Χρήστο Ζαφειρούδα, ο νομός παρουσιάζει μια καλύτερη εικόνα το τελευταίο 3μηνο. Ελπίζουμε να έχουμε 1200 νέες θέσεις εργασίας στα μεταλλεία». Όπως είπε, τους καλοκαιρινούς μήνες η ανεργία κυμαίνεται στο 18%, ενώ τον χειμώνα αγγίζει το 24-25% .
Στην Πτολεμαΐδα, η απολιγνιτοποίηση της περιοχής, όπως δήλωσε ο Πρόεδρος του Εργατικού Κέντρου Τάσος Τσιφλίδης, θα αλλάξει δραματικά την περιοχή. «Αν υπήρχε μηχάνημα να μετράει την ανεργία, θα είχε σπάσει. Η κυβέρνηση πρέπει να φέρει λύσεις στη Δυτική Μακεδονία, οι μονάδες που θα κλείσουν θα οδηγήσουν ένα μεγάλο ποσοστό του πληθυσμού στην ανεργία, που δεν μπορεί να απορροφηθεί από την τοπική κοινωνία».
Στην Πέλλα, σύμφωνα με τον εκπρόσωπο του Εργατικού Κέντρου Έδεσσας- Αλμωπίας Νίκο Κοτζαμάνη, «η πανδημία και οι καιρικές συνθήκες (παγετός, χαλάζι) που κατέστρεψαν την αγροτική παραγωγή, έδωσε ένα σημαντικό χτύπημα στην εποχική εργασία, με τους περισσότερους εργαζόμενους του κλάδου να μην έχουν τη δυνατότητα της απασχόλησης», ενώ όπως δήλωσε ο εκπρόσωπος του Εργατικού Κέντρου της Περιφερειακής Ενότητας Πέλλας Σαράντης Χρυσογονίδης, η ανεργία που ταλανίζει την περιοχή φτάνει το 50%.
Στη Βέροια, σύμφωνα με την Πρόεδρο του Εργατικού Κέντρου Έλενα Ατσάλου, η περιοχή αντιμετωπίζει ένα σημαντικό εργασιακό πρόβλημα που σχετίζεται με τον πρωτογενή τομέα, όπου όπως είπε «αναζητούνται εργαζόμενοι από τα κονσερβοποιεία της περιοχής, αλλά δεν υπάρχουν. Θα πρέπει ο ΟΑΕΔ να εντάξει και τον πρωτογενή τομέα και να βοηθήσουν στην ανάπτυξη της τοπικής οικονομίας».
Στις Σέρρες, όπως δήλωσε ο Πρόεδρος του Εργατικού Κέντρου του νομού Σερρών, Άλκης Απιδόπουλος η ανεργία κυμαίνεται στο 38-40% και ο νομός από την πολύ καλή εργασιακή εικόνα που παρουσιάζει τα προηγούμενα χρόνια με την μεταποίηση, την παραγωγή και την αγορά, πλέον «βρίσκεται στην τελευταία θέση. Θέλουμε να στηριχθούν οι νέοι, να υπάρξουν θέσεις εργασίας και να υπάρξει συνεργασία με τα συνδικάτα που αποτελούν τους εκπροσώπους των εργαζομένων».
Στη Φλώρινα, ο πρόεδρος του Εργατικού Κέντρου, Κωνσταντίνος Σιάκος, μίλησε με σκληρούς χαρακτηρισμούς για την κατάσταση που επικρατεί στο νομό, αλλά και την αβεβαιότητα που υπάρχει στην περίοδο της μετά-απολιγνιτοποίησης. «Η ανεργία στους νέους φτάνει το 70%. Η μετάβαση στην εποχή της απολιγνιτοποιήσης είναι για την κυβέρνηση δίκαιη, αλλά για εμάς βίαιη, καθώς γίνεται δίχως διάλογο με τους κοινωνικούς εταίρους», γεγονός που όπως είπε θα οδηγήσει στην περαιτέρω φτωχοποίηση της περιοχής.
Στην Ξάνθη, σύμφωνα με τον Πρόεδρο του Εργατικού Κέντρου, Άγγελο Μπεμπεκίδη, η ανεργία ξεπερνάει το 45% στο νομό, «ο κόσμος της εργασίας έχει πια κουραστεί», όπως είπε, ενώ έκανε ιδιαίτερη αναφορά στα εργασιακά ατυχήματα που έχουν αυξηθεί το τελευταίο διάστημα.
Στη σύσκεψη, παραβρέθηκε και ο Πρόεδρος του Εργατικού Κέντρου Καρδίτσας Γιώργος Καπράνας, ο οποίος μίλησε για «την απόλυτη καταστροφή» που άφησε πίσω του ο κυκλώνας, με τον δείκτη της ανεργίας πλέον να ξεπερνάει το 30% στην περιοχή, ζητώντας πολιτικές και θέσεις εργασίας που θα «φέρουν πίσω στη χώρα τους νέους», αλλά και αυστηρότερους και περισσότερους ελέγχους της αδήλωτης εργασίας που αυξήθηκε στην περιοχή.