Η Αθηνά Παπανικολάου υπήρξε φιλόλογος στη μάχιμη έδρα από το 1987 μέχρι το 2020, καθώς και Συντονίστρια Εκπαίδευσης Προσφύγων από το 2016 μέχρι το 2017
Είναι συγγραφέας της συλλογής διηγημάτων ‘’Το Γλυφό Νερό’’.
Όποτε κάποιος διαβάζει κείμενα της Αθηνάς Παπανικολάου, η πρόσληψη της πραγματικότητας τροποποιείται, κάθε διαδικασία των αισθήσεων συνυφαίνεται με απόλυτο και σχεδόν αυτόματο τρόπο με την επεξεργασία και την ερμηνεία των μηνυμάτων τους. Μια αίσθηση που δεν είναι ακριβώς μόνο αίσθηση αφού ένα μέρος της μετασχηματίζεται σε συναίσθημα.
Όταν διαβάζει κάποιος αυτά που γράφει η Αθηνά παπανικολάου, όλα αλλάζουν. Άλλα στοιχεία διαθλώνται, γιατί μεταμορφώνει τη σκέψη και η παρατήρηση αποκτά άλλες διαστάσεις. Άλλα υποβαθμίζονται κι άλλα αναβαθμίζονται αξιολογικά γιατί τα γραπτά της σε κάνουν να εντοπίζεις διαφορετικές προτεραιότητες.
Όποτε κανείς διαβάζει τα διηγήματα, τα πολιτικά κείμενα ή τις κριτικές της, παίρνει κάθε φορά μια πολύ σπουδαία απόφαση. Να αναρωτηθεί, να προβληματιστεί, να στοχαστεί σε όλη τη φαινομενικότητα που τον περιβάλλει και που συνήθως αποκρύβει την ουσία ή την τελεολογία της πραγματικότητας – αν υπάρχει…
Όποτε διαβάζει κάποιος τα γραπτά της Αθηνάς Παπανικολάου, άλλοτε αναδύονται άλλοι κόσμοι, οι οποίοι ή συγκρούονται με τον τυποποιημένο κόσμο ή συμφύρονται και συνυπάρχουν μαζί σε ένα παράξενο μίγμα μαγικής θέασης, όπου πραγματικό και φαντασιακό είναι αγκαλιά.
Οι σκέψεις και τα γραφόμενα της, είναι σύντροφοι για μια ζωή. Κάποια σου δίνουν ένα δυνατό χαστούκι, άλλα είναι σαν ζεστή κουβέρτα που σε τυλίγει όταν σε πιάνει φθινοπωρινή μελαγχολία. Τα κείμενα της Αθηνάς Παπανικολάου δεν είναι σαν ροζ μαλλί της γριάς, που γαργαλάει τον εγκέφαλό σου για τρία δευτερόλεπτα και αφήνει πίσω του ένα χαρούμενο κενό. Η γραφή της κρατά τη βλακεία μακριά. Σε περιβάλλει με αγάπη, δύναμη και γνώση.
Ο λόγος στη συλλογή διηγημάτων ‘’Γλυφό Νερό’’ από τις Εκδόσεις Ενύπνιο.
Στο βιβλίο της αυτό η Αθηνά Παπανικολάου καταθέτει δεκαεπτά μικρά διηγήματα-ποιήματα.
Μικρομυθοπλασία μ’ άλλα λόγια.
Και τι άλλο μπορεί να είναι η μικρομυθοπλασία παρά μια μικροεικόνα της Ιστορίας.
Η τεχνική αυτής της γραφής όταν γράφεται από χέρι ασκημένο και βλέμμα διεισδυτικό μπορεί να καταβυθιστεί στο ατέρμονο των αφηγήσεων, να αλιεύσει το μαργαριτάρι από το κοχύλι και να αφήσει τη σιωπή και την υπονόηση να πράξει τα υπόλοιπα.
Μικρές μυθιστορίες ανθρώπων, μικροαφηγήσεις που διαλανθάνουν συνήθως του οπτικού μας πεδίου είναι τα διηγήματα της Παπανικολάου.
Μεγάλη είναι η συζήτηση γύρω από τον ειδολογικό χαρακτήρα των μικροαφηγήσεων. Γιατί οι μικροαφηγήσεις μπορούν να κάνουν σε μια σελίδα ό,τι το μυθιστόρημα σε διακόσιες.
Δίνουν μορφή στις μικρές γωνίες του χάους.
Σίγουρα η ελαχιστοποίηση της φόρμας δεν μπορεί παρά να επηρεάζει άμεσα και με καθοριστικό τρόπο την ίδια την αφήγηση και τα εκφραστικά της μέσα. Εκείνο που μετρά περισσότερο σε ένα μικρό αφήγημα είναι η προσεκτική επιλογή των λέξεων και η ακρίβεια της διατύπωσης. Στον λίγο χώρο που καταλαμβάνει μια μικροαφήγηση δεν υπάρχουν περιθώρια για εκτενείς περιγραφές ούτε και για περιττές λεπτομέρειες. Αντίθετα, η αισθητική της αξία εξαρτάται άμεσα από τον βαθμό συνοχής της αφήγησης και την αποτελεσματικότητα της συμπύκνωσής της.
Με ποιον ακριβώς τρόπο, όμως, μπορεί κανείς να διηγηθεί μια ιστορία όταν έχει στη διάθεσή του μόνο λίγες δεκάδες ή εκατοντάδες λέξεων;
Όπως είναι λογικό, η έμφαση κατά κανόνα δίνεται σε μια αφήγηση που «δείχνει» περισσότερα από όσα «λέει», με στόχο την επίτευξη της μεγαλύτερης δυνατής αφαίρεσης.
Η Αθηνά Παπανικολάου, έχει την ικανότητα να καταγράφει με χειρουργική συγγραφική ακρίβεια σε λίγες μόνο γραμμές, το βάθος της ανθρώπινης κατάστασης.
Για να διαβάσει κανείς τα διηγήματα αυτά, και για να μπει μέσα στη συγγραφική της περιοχή θα πρέπει να βαπτιστεί στην ανθρωπινότητα.
Ο Όσκαρ Ουάιλντ πίστευε στην ακατάλυτη ελευθερία να σκέφτεσαι και να λες αυτό που θέλεις όπως το θέλεις.
Αυτό κάνει η Αθηνά Παπανικολάου.
Τραγουδά τις μοίρες που συνθέτουν το περίπλοκο δίκτυο της ανθρώπινης Ιστορίας και τοποθετεί τα αισθήματα και τις ανάγκες του καθενός και της καθεμιάς εκεί που πραγματικά ανήκουν, στο ασχολίαστο απυρόβλητο, χωρίς να προσπαθεί να εκβιάσει κανενός είδους συναίσθημα, χωρίς να εξηγεί πολλά.
Αφήνει τον αναγνώστη να διαβάσει και να εξηγήσει ο ίδιος την ιστορία που έχει μπροστά του.
Γιατί τα διακυβεύματα του βιβλίου είναι πολλά και αφορούν όλους μας.
Το σχολείο, η τάξη, το προσφυγικό, οι ταξικές διαφορές, ο εμφύλιος, η θέση της γυναίκας.
Και τίθενται όλα τούτα μέσα από ανθρώπινες μικροϊστορίες.
Είναι γνωστό δε, πως οι μικροϊστορίες των ανθρώπων αποτελούν αυτό που αποκαλούμε μακροϊστορία.
Παρ όλα τούτα, το θέμα είναι σε όλα κοινό. Η ανθρώπινη κατάσταση, η άσκηση στην αποδοχή του διαφορετικού, η συμπερίληψη και γιατί όχι η συμπόνοια.
Ο Ούλριχ Μπεκ , αυτός ο σπουδαίος κοινωνιολόγος στο βιβλίο του ‘’Κοινωνία της διακινδύνευσης , καθ’ οδόν προς μιαν άλλη νεωτερικότητα’’, τονίζει πως συντελείται στις μέρες μας μέσα από μια διαδικασία ιεροποίησης των καθεστηκυιών συντηρητικών συνιστωσών, η αναγωγή όλων των υπολοίπων κοινωνικών σχέσεων σε ταμπού, αγνοώντας επιδεικτικά πως υπάρχει και μια «ανώτερη» ελευθερία, μια «ανάπτυξη των ανθρωπίνων δυνάμεων» που δεν υπακούει στην ανάγκη και την εξωτερική σκοπιμότητα.
Και η Αθηνά Παπανικολάου,αυτό κάνει σ’ αυτό της το βιβλίο που είναι η καταγραφή του modus Vivendi και του modus pensandi της.
Ανατέμνει τις ανθρώπινες σχέσεις , φωτίζοντας μνήμες κατασιγασμένες και μιλά για την αποδοχή του διαφορετικού, καταδεικνύοντας με την ex contrario τοποθέτηση της, πως όλα δεν γίνεται και δεν πρέπει να υπακούνε σε συντεταγμένες σκοπιμότητες και οφέλη, ιδίως η ανθρώπινη κατάσταση.
Ως άνθρωπος , ανθίσταται σε κάθε εξωτερική σκοπιμότητα, γεγονός που καταγράφεται και στο βιβλίο της. Κρατά τα μάτια ανοιχτά σ’ έναν ήλιο που τυφλώνει, και με την αναγνωστική, συναισθηματική, πολιτική σκευή της και το εντός της βαθύ ορυχείο, μιλά για την ανθρώπινη κατάσταση.
Άνθρωποι της διπλανής πόρτας, τραυματισμένοι, μέσα στον ορυμαγδό του τοπίου.
Η Τριανταφλιά, οι μαθητές που διερωτώνται τι είναι το γλυφό νερό, η θεία Βικτώρια, η Αγγελική, ο Μιχαλιός, τα ξενάκια οι μαθητές της κι όλοι όσοι περνούν από τις σελίδες του βιβλίου.
Άνθρωποι «τυπικά μακρινοί αλλά και τόσο κοντινοί», που «δεν μας είναι ξένοι· μας κατοικούν και τους κατοικούμε. Είναι όλοι τους ο καθρέφτης κι ο παραμορφωτικός μας φακός.
Τραβά snapshots στη ζωή την ίδια.
Συναντιέται σε στενά, στα σκοτεινά, στα θεατά αλλά κυρίως στα αθέατα πρόσωπα αυτής της χώρας που κουβαλούν τις μικροϊστορίες τους, οι οποίες συνιστούν την πραγματική μακροϊστορία της.
Ένας κόσμος που παραπαίει είναι ο κόσμος που περιγράφει. Χωρίς να τον κρίνει, απλά τον καταθέτει.
Και είναι κατά βάσιν πολιτικός ο λόγος της.
Γιατί η Λογοτεχνία, οφείλει και πρέπει να χαρακτηρίζεται από τη φέρουσα ιδιότητα μας και το πολιτικό και κοινωνικό μας πρόσημο για τη ζωή.
Η Αθηνά Παπανικολάου, ‘’καταπίνει αισθήματα και εικόνες – γιατί αισθήματα και εικόνες είναι οι μικρομυθιστορίες της- που διαλύονται μέσα της και γίνονται αίμα’’.
Ο Γιάννης Πάσχος στις ‘’Μαγικές ιστορίες του Δον Ντομίνγκο’’ γράφει: ‘’κάποια στιγμή αποφάσισα ότι ο μόνος τρόπος για να αποδράσω από τη μετριότητα των άκαρπων και άτυχων συναισθημάτων… ήταν να προσαρμόσω την κλίμακα της καρδιάς μου, ώστε να ανιχνεύει μονάχα τα συναισθήματα υψηλής ευαισθησίας και ιδιαίτερης βαρύτητας’’.
Αυτό κάνει η Παπανικολάου, γράφοντας.
Γιατί όπως κάθε άνθρωπος που γράφει, έτσι και η αυτή, έχει έναν μυστικό κόσμο που μας τον καταθέτει επισήμως στο βιβλίο αυτό.
Αντιτάσσεται στους μηχανισμούς της καταπίεσης και της πειθάρχησης του κόσμου κατά τον άνωθεν επιβεβλημένο νεοφιλελεύθερο τρόπο, ως όφειλε, και ως οφείλουν άπαντες, γράφοντες ή μη.
Η Αθηνά Παπανικολάου, ως περσόνα αγαπητικής οικειότητας, μπορεί να κάνει τον αναγνώστη να αναφωνήσει όπως ο Γιάννης Κοντός στη ‘’Στάθμη του σώματος’’ …φύσηξε τον πηλό μου να ξαναγίνω άνθρωπος’’.
Αυτήν την ανθρωπινότητα κι αυτές τις εναγώνιες διερωτήσεις μπορεί κάποιος να διακρίνει με γυμνό μάτι σε όλα τα γραπτά της. Αθηνάς.
Χρησιμοποιώντας άλλοτε λέξεις καθημερινές κι απλές κι άλλοτε λέξεις σπαραξικάρδιας ομορφιάς, ακροβατεί μεταξύ ποιητικού και πεζού λόγου και συνθέτει κείμενα σπαρακτικά, κείμενα εναγώνια, που μας αρπάζουν από το μανίκι και μας κάνουν κοινωνούς των σκέψεων και της αγωνίας της.
Η Εύη Κουτρουμπάκη είναι φιλόλογος συγγραφέας.