Ένα καλοστημένο “Θέατρο Επιχειρήσεων” (ή αλλιώς 7+1 ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ….)

 

Του Άρη Τόλιου

Στην στρατιωτική ορολογία, ως «θέατρο επιχειρήσεων» ορίζεται ο χώρος στον οποίον εκτυλίσσεται μια σημαντική στρατιωτική επιχείρηση ή μάχη. Αυτός ο χώρος οφείλει να είναι αυτοτελές (δηλαδή με συγκεκριμένα όρια στο χώρο και στο χρόνο) κομμάτι του συνόλου. Επιπλέον, μέσα σε αυτό το αυστηρά προσδιορισμένο κομμάτι του χώρου και του χρόνου, κάποιος προωθείται και κάποιος υποχωρεί.

Αυτός είναι σε γενικές γραμμές ο ορισμός της έννοιας που δίνεται από τον Κ. Φον Κλάουσεβιτς στο «Περί του Πολέμου» και από τα περισσότερα λεξικά στρατιωτικής ορολογίας. Αυτός είναι και ο πιο κατάλληλος προσδιορισμός του κυριακάτικου ντέρμπι Παναθηναϊκού – Ολυμπιακού. Οι φανατικοί σημειολόγοι θα αποθέωναν τον άγριο συμβολισμό (αγώνας – πόλεμος, γήπεδο – πεδίο μάχης, οπαδοί και αστυνομία – στρατοί, κτλ), ωστόσο, αυτή δεν είναι ώρα για λυρισμό – και σίγουρα όχι για υπερδραματικότητα. Επιπλέον, στο άρθρο η λέξη «θέατρο» χρησιμοποιείται και για έναν ακόμα λόγο: για να τονίσει με αφαιρετικότητα τον τρόπο με τον οποίο τα κυριακάτικα γεγονότα και οι κατανεμημένοι ρόλοι εκτελέστηκαν μηχανικά, έστω κι αν δεν είχε προηγηθεί καμία πρόβα.

Επομένως, σε ένα «θέατρο επιχειρήσεων», αυστηρά χωροθετημένο (ΟΑΚΑ, Καλογρέζα) και χρονοθετημένο (Κυριακή βράδυ), τα πάντα εξελίχθηκαν ομαλά. Όσο κι αν ακούγεται αιρετικό, πρέπει κάποιος να εκτιμήσει, αν μη τι άλλο, την αρμονία και την εντέλεια στην οποία διεξήχθη μια ακόμα ιστορία νεοελληνικής οπαδικής/μιντιακής καφρίλας: όλοι υποδύθηκαν τον ρόλο τους στην εντέλεια, ο αγώνας ξεκίνησε και διακόπηκε οριστικά, η εγχείρηση πέτυχε, ο ασθενής απέθανε και όλα πήγαν βάσει σχεδίου.

Ειλικρινής ερώτηση: σε ποιον προκαλεί εντύπωση το επίμαχο βράδυ; Η σκυταλοδρομία των προηγούμενων εβδομάδων, όπου οι σύνδεσμοι καίγονταν, οι οπαδικές εφημερίδες οργίαζαν, οι ΠΑΕ «ένιπταν τας χείρας τους», διάφοροι άνθρωποι του αθλητισμού ωρύονταν για ενδεχόμενη διακοπή του αγώνα και κυρίως, η Αστυνομία, το κομβικότερο κομμάτι σε κάθε παζλ έντασης, προετοιμαζόταν για τα μελλούμενα – ΑΥΤΗ η σκυταλοδρομία πως ΑΛΛΙΩΣ θα μπορούσε να εξελιχθεί; Έτσι, το πρώτο συμπέρασμα του κυριακάτικου απολογισμού είναι η τρομακτική αδυναμία αποτροπής ενός προδιαγεγραμμένου – εδώ και τουλάχιστον μια εβδομάδα – εγκλήματος.

Το δεύτερο συμπέρασμα αφορά τη διαχείριση της βίας. Σε κάθε μαζική συγκέντρωση πλήθους (άλλοτε σε ποδοσφαιρικό γήπεδο και άλλοτε σε μια διαδήλωση), η βία – συμβολική ή φυσική – γίνεται διαχειρίσιμη είτε από τους φορείς της εξουσίας (αστυνομία, Superleague, ΠΑΕ, ΜΜΕ) είτε από τις ίδιες τις συγκεντρωμένες κοινωνικές δυνάμεις (οπαδοί – οργανωμένοι και μη). Με απλά λόγια, η ένταση, συνήθως κατασταλτικά και σπανιότερα προληπτικά, είτε διαχειρίζεται είτε αυτοδιαχειρίζεται. Εδώ, όμως, πρέπει να μπει μια υποσημείωση, καθώς, σύμφωνα με την κυρίαρχη αφήγηση των ΜΜΕ, το γήπεδο την Κυριακή χωρίστηκε σε ανθρώπους, οι οποίοι παρευρίσκονταν για να ικανοποιήσουν τα οπαδικά τους κίνητρα (επικράτηση ομάδας έναντι αντιπάλου, τέρψη από ένα καλό αθλητικό θέαμα, κτλ) και σε ανθρώπους, οι οποίοι, για διάφορους λόγους, δεν παρευρίσκονται για να ικανοποιήσουν οπαδικά κίνητρα (αστυνομία, ομάδες χούλιγκαν, κτλ). Σε αυτή την περίπτωση, λοιπόν, μιλάμε για μια αδιαμφισβήτητη επικράτηση των δε έναντι των μεν – των δυνάμεων δηλαδή, οι οποίες βρίσκονται εκεί ανεξαρτήτως της ομαλής διεξαγωγής του αγώνα έναντι των δυνάμεων, οι οποίες πρωτίστως παίρνουν ως δεδομένο ότι θα δουν αγώνα 90’ και όχι 83’.

Το τρίτο συμπέρασμα αφορά κατά πόσον η βία είναι ελεγχόμενη ή ανεξέλεγκτη. Αυτό παίρνει μάλλον εύκολη απάντηση: ελεγχόμενα ανεξέλεγκτη. Αυτό σημαίνει ότι οι παρεκκλίνουσες συμπεριφορές εκδηλώνονται με διάφορους τρόπους (φωτοβολίδες, εισβολή στον αγωνιστικό χώρο, σωματικές επιθέσεις, φωτιές), αλλά πολύ ελεγχόμενα ΕΝΤΟΣ γηπέδου, σε συγκεκριμένα χρονικά σημεία του αγώνα (πριν την έναρξη, στο ημίχρονο και λίγο πριν τη λήξη) και σε τέτοια κλίμακα, ώστε να υπονομευτεί μόνο η διεξαγωγή του αγώνα και ΤΙΠΟΤΑ ΑΛΛΟ.

Τέταρτο συμπέρασμα: υπάρχουν ομοιότητες και διαφορές με τα περσινά περιστατικά στο Στάδιο Καραϊσκάκη. Οι ομοιότητες έχουν να κάνουν με το πώς συμπυκνώνεται μέσα σε μερικές ώρες ολόκληρο το κοινωνικοπολιτικό πλαίσιο που ζούμε αυτή τη στιγμή. Πέρσι, στο αντίστοιχο ντέρμπι στο Φάληρο, υπήρξε, κυρίως εκ μέρους του Ολυμπιακού, μια επίδειξη ισχύος , η οποία εκδηλώθηκε, όχι μόνο με την αγωνιστική επικράτηση, αλλά και με αυταρχισμό, παρασκήνιο, τραμπουκισμό, ειρωνείες, διακηρύξεις ανδροπρέπειας, μηνύσεις, οπαδιλίκι, νταηλίκι, ύβρεις, κτλ. Αν «ξεζουμάρουμε» την εικόνα, πόσες πολλές ομοιότητες βρίσκουμε με την μεγάλη εικόνα, την κοινωνία που ζούμε; Πόσο καθημερινή είναι αυτή η εικόνα σε όλες τις εκφάνσεις της κοινωνικής πραγματικότητας και του δημόσιου βίου; Αντίστοιχα, στις 18 Μαρτίου, η «με το έτσι θέλω» επιβολή του πρωτογονισμού και της κοινωνικής καθυστέρησης (που εκτείνεται από τη χρήση χημικών που απαγορεύονται σε περιόδους πολέμου μέχρι τους βανδαλισμούς πάνω στο πτώμα που ονομαζόταν «αγώνας ΠΑΟ – ΟΣΦΠ») δεν είναι ενδεικτική της κατάστασης στη χώρα των «αδιεξόδων» και των «μονόδρομων», την Ελλάδα του2012;

Εντούτοις, υπάρχει και μια μεγάλη διαφορά: το περσινό σενάριο εκφυλισμού του αθλητισμού (συν)διαμόρφωσαν και πρωταγωνιστούσαν σε αυτό συμφέροντα εντός του επαγγελματικού αθλητισμού. Αντιθέτως, τη φετινή ξεφτίλα δύσκολα την επιζητούσαν Ολυμπιακός ή Παναθηναϊκός. Ο Παναθηναϊκός σίγουρα δεν την ήθελε, καθώς αγωνιστικά ή βαθμολογικά οφέλη δεν αποκόμισε (το αντίθετο μάλιστα) ούτε έκρυψε «κάτω από το χαλί» τα διοικητικά του ελλείμματα (ίσα ίσα αναδείχθηκαν πλήρως). Από την άλλη, η αγωνία του προέδρου του Ολυμπιακού Β. Μαρινάκη να ανακαλύψει χρυσάφι στο βάλτο και να αναδείξει τη σημασία του 39ου πρωταθλήματος που δίκαια κατακτά η ομάδα του είναι χαρακτηριστική της αγωνίας των παραγόντων του ελληνικού ποδοσφαίρου να μην απαξιωθεί αγωνιστικά, εμπορικά και τηλεοπτικά το προϊόν που προωθούν. Πολύ αργά…

Το πέμπτο συμπέρασμα αφορά τις αντιφάσεις και τις ασυνέχειες της ίδιας της οπαδικής αφήγησης. Αν δεχτούμε ότι τα φετινά ήταν συνέχεια των περσινών (κυρίαρχο στην οπαδική αφήγηση είναι το στοιχείο της συνέχειας και της ανταπόδοσης), τότε πως εξηγείται η παγερή αδιαφορία των χούλιγκαν προς την αποστολή του Ολυμπιακού; Με εξαίρεση κάποιες ρίψεις φωτοβολίδων, οι περιβόητοι «κουκουλοφόροι» ούτε που ασχολήθηκαν με τους παίκτες του «αιώνιου αντιπάλου», ενώ, καθόλη τη διάρκεια της Κυριακής, δεν υπήρξε ούτε ένα περιστατικό σύγκρουσης με οπαδούς του Ολυμπιακού στην Καλογρέζα ή μακρυά από αυτήν. Άρα, το κομμάτι των οπαδών, το οποίο είχε συγκεκριμένες διαθέσεις ως προς την  διεξαγωγή του αγώνα δεν είχε στόχο τους «αντίπαλους», άλλα κάτι άλλο.

Συμπέρασμα Νο 6: στο ντέρμπι εστάλη στην ελληνική κοινωνία ένα μήνυμα, κάτι σαν “η χώρα τελεί υπό το καθεστώς άκρατης βίας, τρομοκρατίας, αιχμαλωσίας και χάους που το συντηρούν μειοψηφίες και που η αντιμετώπιση τους καθίσταται αδύνατη όσο θα υπάρχει ένα θεσμικό – γραφειοκρατικό πλαίσιο που περιορίζει τη δράση της αστυνομίας”. Εδώ αξίζει να σημειωθεί η συνεισφορά της μη τηλεοπτικής κάλυψης στη διόγκωση του αστικού μύθου που αφορά το συγκεκριμένο αγώνα: με εξαίρεση τους οπαδούς που είχαν οπτική επαφή με τα γεγονότα είτε δια ζώσης είτε μέσω ερασιτεχνικών βίντεο στο διαδίκτυο, ένα τεράστιο κομμάτι της ελληνικής κοινωνίας έμεινε σε πλήρη συσκότιση για την πραγματική εξέλιξη των δρώμενων. Αν λοιπόν δεχτούμε ότι σκόπιμα επιδιώχθηκε το εν λόγω μπάχαλο, η παγκόσμια πρακτική των τηλεοπτικών σταθμών να μην προβάλλουν βίαιες αθλητικές εικόνες (άλλη συζήτηση αυτή…) λειτούργησε προωθητικά στο κυριακάτικο κλίμα φόβου που προωθήθηκε.

Το έβδομο συμπέρασμα έχει να κάνει με την περίπτωση υπαιτιότητας για την διεξαγωγή του αγώνα ευθύς εξαρχής. Όπως είχε επισημάνει και ο Γιώργος Χελάκης σε άρθρο του, αρκετές μέρες πριν από τον αγώνα, όταν ο αγώνας ΑΕΚ – ΟΦΗ προ μηνών έχει αναβληθεί, καθώς η Αστυνομία αδυνατούσε να εγγυηθεί την ασφάλεια της διεξαγωγής του, παρουσία μερικών εκατοντάδων θεατών, ποια ακριβώς θεόσταλτη έμπνευση επέτρεψε στον αγώνα να διεξαχθεί, όταν υπήρχαν οφθαλμοφανείς ενδείξεις ότι δεν πρόκειται να ολοκληρωθεί; Η δε παρακολούθηση του πινγκ πονγκ ανάμεσα σε Πολιτεία – Ολυμπιακό – Παναθηναϊκό για το ποιος είχε ενδοιασμούς για τη διεξαγωγή του ντέρμπι είναι μόνο απωθητική. Το όργιο ανακοινώσεων και πρωτοσέλιδων που θα επακολουθούσε τυχόν αναβολή του αγώνα θα ήταν αφορμή για να βρεθεί νέος πάτος στο βούρκο που ονομάζεται “ελληνικό ποδόσφαιρο”.

Το όγδοο και τελευταίο συμπέρασμα αφορά τον καταμερισμό ευθυνών. Επειδή λοιπόν σε τέτοιες περιπτώσεις οι ευθύνες εκτοξεύονται σαν “τουφεκιές στον αέρα” και εκατέρωθεν, ας ξεκαθαριστούν κάποια πράγματα:

Οι ΠΑΕ φέρουν τρομακτική ευθύνη για τον ομφάλιο λώρο που διατηρούν με τους συνδέσμους οργανωμένων οπαδών, οι οποίοι λειτουργούν σαν εκκολαπτήρια τέτοιων μικρο-ομάδων. Είναι απολύτως κατανοητή η ανάγκη των ιδιωτικών ποδοσφαιρικών εταιρειών να βρουν ένα συνεπές αγοραστικό κοινό και – ελλείψει μιας μεσαίας τάξης, επαρκούς για να στηρίξει οικονομικά πειράματα τύπου Θάτσερ – να το εντοπίζουν στο πιστό “βρέξει χιονίσει” όγκο των οργανωμένων οπαδών. Είναι, όμως, εξίσου λογικό σε αυτή την περίπτωση να χρειάζονται και ακόμα πιο γενναίες αποφάσεις προς την εξυγίανση και όχι ευχολόγια. Άρα, το πρόβλημα βρίσκεται αλλού.

Η Πολιτεία πρέπει να σταματήσει να κρύβεται πίσω από τον ίσκιο της και να αναλάβει ευθύνες απέναντι στις ΠΑΕ,  αντί να ρουφάει το δάχτυλο της νομοθετικά και επικοινωνιακά. Ένας αθλητισμός αντικοινωνικός (π.χ. προτάσεις Μπιτσαξή για ντέρμπι κεκλεισμένων των θυρών), που – αντί για άυλο, κοινωνικό αγαθό – πετιέται σαν άδεια σακούλα στην οποία αδειάζονται οι χειρότερες πτυχές της εμπορευματοποίησης, βαραίνει αποκλειστικά τους ώμους των αρχών.

Τα περισσότερα ΜΜΕ – οπαδικά και mainstream – επιδόθηκαν σε έναν πραγματικό μαραθώνιο εσχατολογίας και ηθικολογίας, οι οποίες, όσο και αν επαναλαμβάνονται, μοιάζουν να μην κουράζουν αυτούς που τις χρησιμοποιούν. Εξάλλου, πίσω από κάθε αξιακή έκπτωση, κρύβεται και κάποιος που την καταγγέλει…

Τέλος, αν δεχτούμε τις μαρτυρίες του συνόλου των θεατών που πήγαν στο γήπεδο ως έγκυρες, η Αστυνομία, όχι μόνο καλλιέργησε κλίμα τρομοκρατίας πριν τον αγώνα (αν είναι δυνατόν να μένουν εισιτήρια ΟΧΙ ΑΤΥΠΩΤΑ, αλλά απούλητα για λόγους ασφαλείας!), αλλά εφαρμόζοντας αποκλειστικά στρατηγικές καταστολής και προληπτικής καταστολής, δημιούργησε την απαραίτητη “ζώνη πυρός” για να διεξαχθεί ομαλά το πανηγύρι βίας.

Άρα, ποιος ευθύνεται; Ας συνοψίσουμε τα συμπεράσματα: είχαμε την Κυριακή ένα προσχεδιασμένο εδώ και εβδομάδες “θέατρο επιχειρήσεων”, το οποίο εκτελέστηκε άψογα και με απαράμιλλη θεατρικότητα, περιείχε ελεγχόμενες δόσεις βίας από εξωαγωνιστικούς παράγοντες (χούλιγκαν, Αστυνομία) και δημιούργησε επίτηδες και πολύ συντονισμένα την αίσθηση μιας ανεξέλεγκτης κατάστασης έντασης και τρόμου, με δέκτες την ελληνική κοινωνία, υπό τα διακριτικά βλέμματα αρχών, ΠΑΕ και ΜΜΕ. Όλα αυτά ένα όμορφο βράδυ στην Ελλάδα του 2012…

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Κατάληψη στο δημαρχείο Ιερισσού από τις επιτροπές ενάντια στα μεταλλεία

Ο Μέσι πρώτος σκόρερ στην ιστορία της Μπάρτσα