in

Εν αρχή ην ο σπόρος

Έρευνα: Σταυρούλα Πουλημένη, Γεωργία Ανάγνου

Οι σπόροι βρίσκονται στον πυρήνα του αγροδιατροφικού συστήματος. Στην ουσία, βρίσκονται στον πυρήνα της ίδιας της ανθρώπινης επιβίωσης. Αποτελούν τη φυσική αποθήκη του γενετικού δυναμικού των καλλιεργούμενων φυτών και των ποικιλιών τους – προϊόντα μιας μακράς διαδικασίας βελτίωσης και επιλογής μέσα στον χρόνο, από πολλές γενιές καλλιεργητών. Ίσως γι’ αυτό οι παραδοσιακές ποικιλίες φέρουν αρώματα και μνήμες – γευστικές και πολιτισμικές – από τους τόπους στους οποίους καλλιεργούνται.

Η πρόσβαση στον σπόρο είναι κομβική για τη διατροφική ασφάλεια των κοινωνιών, πόσο μάλλον για τη διατροφική κυριαρχία τους, δηλαδή το δικαίωμα των τοπικών κοινωνιών να αποφασίζουν για τη γεωργία και τη διατροφή τους.

Σύμφωνα με τον Οργανισμό Τροφίμων και Γεωργίας των Ηνωμένων Εθνών (FAO), περίπου το 75 % της παγκόσμιας ποικιλότητας σπόρων χάθηκε τον 20ό αιώνα λόγω μονοκαλλιέργειας. Στο μεταξύ, σήμερα, σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία, τέσσερις εταιρείες (Bayer, Corteva, Syngenta και BASF) ελέγχουν το 57% της αγοράς των εμπορικών σπόρων, ενώ μόνο η Bayer και η Corteva ελέγχουν το 42%. Οι παραδοσιακές ποικιλίες σπόρων διατηρούνται κυρίως σε Τράπεζες ως δεξαμενές γενετικού υλικού, εξοβελισμένες από τη μεγάλη παραγωγή.

Η Πόπη Ράλλη στο Ινστιτούτο Γενετικής Βελτίωσης και Φυτογενετικών Πόρων

«Όταν λέμε παραδοσιακές ποικιλίες, εννοούμε κάποιες ποικιλίες που είναι τοπικά προσαρμοσμένες, έχουν ιστορική προέλευση, δεν έχουν δεχθεί γενετική βελτίωση και είναι προσαρμοσμένες στις γεωργικές πρακτικές της κάθε περιοχής» μας εξηγεί η Πόπη Ράλλη, ερευνήτρια στο Ινστιτούτο Γενετικής Βελτίωσης και Φυτογενετικών Πόρων, υπεύθυνη της Τράπεζας γενετικού υλικού της Θεσσαλονίκης. «Αυτές οι ποικιλίες έχουν αρκετά πλεονεκτήματα και αυτός είναι ο λόγος που δε θέλουμε να τις χάσουμε. Είναι προσαρμοσμένες σε δύσκολες εδαφοκλιματικές συνθήκες, είναι ανθεκτικές σε βιοτικές ή αβιοτικές καταπονήσεις και αυτό γιατί έχουν χρόνια προσαρμοστεί σε μια περιοχή και άρα μπορούν να ανταποκριθούν και να αποδώσουν σε δύσκολα περιβάλλοντα της χώρας μας. Μπορεί να είναι σε περιοχές με υψηλή αλατότητα, σε ξηροθερμικές περιοχές, σε περιοχές με πολύ υψηλές θερμοκρασίες άρα έχουν προσαρμοστεί σε ειδικές συνθήκες», λέει η κα Ράλλη στο Alterthess.

Άραγε οι παραδοσιακές ποικιλίες θα μπορούσαν να αποδειχθούν χρήσιμες στις δύσκολες συνθήκες π.χ. υψηλών θερμοκρασιών ή ξηρασίας που επιφέρει η κλιματική κρίση;

Ο Ροίκος Θανόπουλος μας δείχνει μέρος της συλλογής των παραδοσιακών ποικιλιών

«Σαφώς έχουν έναν ρόλο σημαντικό» μας απαντά ο συνεργάτης του Ινστιτούτου Γενετικής Βελτίωσης, Ροίκος Θανόπουλος «γιατί είναι προσανατολισμένες σε συνθήκες χαμηλών εισροών, δηλαδή λίγο νερό, λίγα φυτοφάρμακα ή καθόλου φυτοφάρμακα, λίγο ή καθόλου λίπασμα. Αυτό βοηθάει στο ενεργειακό κόστος της καλλιέργειας ή όσον αφορά τη ρύπανση του περιβάλλοντος, οπότε εδώ υπάρχει ένα σημείο που μπορούν να αξιοποιηθούν».

Από την άλλη, και οι παραδοσιακές ποικιλίες σπόρων βρίσκονται αντιμέτωπες με τις ίδιες πιέσεις. «Είναι τόσο ραγδαίες οι επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης που και οι τοπικές ποικιλίες μπορεί να μην προλαβαίνουν να προσαρμοστούν» μας εξηγεί ο κ. Θανόπουλος. «Ή, όπως έχει αλλάξει το μοντέλο της βροχόπτωσης όχι μόνο ποσοτικά αλλά και εποχιακά, μπορεί την εποχή της σποράς να μη βρέξει για να σπείρει την τοπική ποικιλία και οποιαδήποτε ποικιλία. Ή να τη σπείρει και την άνοιξη να μην υπάρχουν οι θερμοκρασίες και η υγρασία για να αναπτυχθεί η καλλιέργεια και να καρποδέσει. Ή να κάνει έναν λίβα και να μη μπορεί να δέσει. Αυτά είναι υπαρκτά προβλήματα. Απαιτείται έρευνα, πώς θα γίνει η διαχείριση αυτών των καλλιεργειών προκειμένου να επιβιώσουν, να αναπαράγονται και να καλλιεργούνται».

Υπό την πίεση (ή με το πρόσχημα) της κλιματικής κρίσης, η Ευρωπαϊκή Ένωση εμφανίζεται να συζητάει τη χαλάρωση των όρων και περιορισμών στη χρήση των Γενετικά Τροποποιημένων Οργανισμών και την εισαγωγή μιας νέας γενιάς μεταλλαγμένων, καθώς οι εταιρείες ισχυρίζονται ότι πολύ γρήγορα θα δημιουργήσουν φυτά που θα αντέχουν στη ξηρασία, θα αντιστέκονται στις ασθένειες και θα επιτυγχάνουν υψηλότερες αποδόσεις.

Δείτε το βίντεο: Στο Ινστιτούτο Γενετικής Βελτίωσης και Φυτογενετικών Πόρων σώζουν τις παραδοσιακές ποικιλίες

Ο κ. Θανόπουλος εμφανίζεται εξαιρετικά επιφυλακτικός. «Η εμπειρία δείχνει ότι τα μεταλλαγμένα δεν ανταποκρίνονται στις υποσχέσεις των εταιρειών που τα δημιούργησαν όσον αφορά την αποτελεσματικότητά τους. Δηλαδή, ναι μεν παρατηρούμε αποτελεσματικότητα σε συγκεκριμένο στόχο, π.χ. στη μη προσβολή από κάποια έντομα παθογόνα, από την άλλη δημιουργήθηκαν άλλα προβλήματα στο περιβάλλον, στον άνθρωπο και στην ίδια την καλλιέργεια». Ο κ. Θανόπουλος υπογραμμίζει ότι σε κάθε περίπτωση χρειάζεται πάρα πολύ αυστηρή επιστημονική τεκμηρίωση για κάθε τι που δεν είναι οικείο στην περιοχή. Τονίζει εξάλλου ότι οι λύσεις σε ένα πρόβλημα, όπως η κλιματική κρίση, δεν είναι μονοσήμαντες, αλλά πολυπαραγοντικές και πρώτα απ΄όλα πρέπει να σχετίζονται με την κοινωνία και το περιβάλλον.

Κατηγορηματικά αντίθετος στην εισαγωγή των νέων Γενετικά Τροποποιημένων Οργανισμών δηλώνει στο Alterthess o Jean Thevenot, εκπρόσωπος της οργάνωσης Via Campesina, η οποία μάχεται σε ευρωπαϊκό επίπεδο ώστε να μπλοκαριστεί η σχετική πρόταση. «Οι εταιρείες ισχυρίζονται ότι τα νέα μεταλλαγμένα είναι για το κλίμα, αλλά δεν έχουμε δει να αναπτύσσεται κανένα φυτό που να σχετίζεται με την ανθεκτικότητα στο κλίμα. Τα περισσότερα είναι ανθεκτικά σε φυτοφάρμακα ή παράγουν το δικό τους φυτοφάρμακο – και σε όλες τις περιπτώσεις υπάρχει δίπλωμα ευρεσιτεχνίας, δηλαδή πατέντα. Άρα, αυτό είναι για το κέρδος, όχι για το κλίμα» τονίζει.

Σπόροι παραδοσιακών ποικιλιών που έχουν διασωθεί από το Ινστιτούτο Γενετικής Βελτίωσης και Φυτογενετικών Πόρων

Μέχρι σήμερα, η Ευρωπαϊκή Ένωση θεωρείται ότι διαθέτει μία πολύ καλή νομοθεσία για τους Γενετικά Τροποποιημένους Οργανισμούς, με υποχρεωτική σήμανση στα συσκευασμένα τρόφιμα σε περίπτωση που περιέχουν μεταλλαγμένο συστατικό, ώστε ο καταναλωτής να γνωρίζει και να μπορεί να επιλέξει αν θα αγοράσει ή όχι το προϊόν. Η ευρωπαϊκή νομοθεσία δίνει επίσης τη δυνατότητα στα κράτη μέλη να αποφασίζουν εκείνα αν θα καλλιεργήσουν μεταλλαγμένα στην επικράτειά τους. Μέχρι σήμερα στην Ελλάδα δεν έχει καλλιεργηθεί ούτε ένας μεταλλαγμένος σπόρος, καθώς οι ελληνικές κυβερνήσεις ανανεώνουν η μία μετά την άλλη την απαγόρευση καλλιέργειας, εμπορίας και διακίνησης μεταλλαγμένων σπόρων.

Ωστόσο, κατά την τρέχουσα συζήτηση για την εισαγωγή των νέων μεταλλαγμένων, η Ελλάδα φαίνεται να διαφοροποιεί τη στάση της. Όπως αναφέρει το Δίκτυο Σπόρων «Σιτώ», σε μια ψηφοφορία σε επίπεδο πρέσβεων στις 14 Μαρτίου 2025, η Ελλάδα έδωσε το πράσινο φως προκειμένου να προχωρήσει στην τελική φάση η διαδικασία για τη χαλάρωση της νομοθεσίας για τα Νέα Γενετικά Τροποποιημένα φυτά, ενώ στις προηγούμενες ενδιάμεσες ψηφοφορίες η θέση της χώρας μας ως κράτος-μέλος ήταν γενικώς ουδέτερη. Η κίνηση αυτή προκάλεσε την αντίδραση της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Γεωτεχνικών Δημοσίων Υπαλλήλων η οποία τόνισε ότι η εισήγηση της αρμόδιας Διεύθυνσης του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων προς την πολιτική ηγεσία ήταν προς την αντίθετη κατεύθυνση, «υπέρ της υγείας των καταναλωτών και του πρωτογενή τομέα και όχι των συμφερόντων των πολυεθνικών», όπως αναφέρει χαρακτηριστικά η ανακοίνωση.

Η τελική απόφαση αναμένεται να ληφθεί από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.

Δείτε τη συνέχεια της έρευνας: Jean Thévenot-Via Campesina: Η τροφή δεν είναι εμπόρευμα, είναι πολιτισμός και πάνω απ’ όλα πολιτική υπόθεση

Η έρευνα «Ήταν στραβό το κλίμα…» πραγματοποιήθηκε με την υποστήριξη του Ιδρύματος Ρόζα Λούξεμπουργκ-Παράρτημα Ελλάδας

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Jean Thévenot-Via Campesina: Η τροφή δεν είναι εμπόρευμα, είναι πολιτισμός και πάνω απ’ όλα πολιτική υπόθεση

Βιομηχανική γεωργία και κλιματική κρίση: Ένας φαύλος κύκλος εξάρτησης και καταστροφής