in ,

ΕΛΛΕΤ: Ακατανόητη η μαζική κοπή δέντρων

Υπόμνημα στον Δήμο Θεσσαλονίκης, στην Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας και το Δασαρχείο απέστειλε η η Ελληνική Εταιρεία Περιβάλλοντος και Πολιτισμού (ΕΛΛΕΤ) σχετικά με τις μαζικές κοπές δέντρων στην πόλη.

«Το τελευταίο διάστημα γινόμαστε θεατές ενός φαινομένου που σπάνια συναντάμε σήμερα: κόβονται δένδρα σε μια σύγχρονη πόλη και σε μια εποχή που είναι εντελώς ακατάλληλη για ανάλογη δράση αποκαλύπτοντας προθέσεις οι οποίες προκαλούν επιβάρυνση στο ελληνικό αστικό τοπίο δηλώνει στο υπόμνημά της.

Όπως αναφέρει ακόμη «στον Τύπο και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης γίνονται σχόλια και δηλώσεις που ελάχιστα πείθουν και τους πλέον καλοπροαίρετους, καθώς έως τώρα είμαστε θεατές σε προσπάθειες δενδροφύτευσης και αναζωογόνησης του πρασίνου και όχι το αντίθετο».

«Το Παράρτημα Θεσσαλονίκης της ΕΛΛΕΤ ιδρύθηκε το 1991 έχοντας στο κέντρο της δράσης του μεταξύ άλλων, την ποιότητα ζωής, το περιβάλλον και τους τρόπους διάσωσής του στην περιοχή της Θεσσαλονίκης και της Βόρειας Ελλάδας γενικότερα, ενώ παρεμβαίνει με τα μέλη του ώστε να επιτευχθεί η αναβάθμιση της πόλης και να αναπτυχθεί διάλογος με τους πολίτες.

Στην προκειμένη περίπτωση, δεν κατανοούμε τον λόγο για τη μαζική κοπή των δέντρων και ακόμα περισσότερο την έλλειψη πλήρους ενημέρωσης. Έτσι τα συμπεράσματά μας αναδημιουργούν νέες απορίες όπως, πόσο επικίνδυνα είναι τα δένδρα αυτά, πώς και πότε θα αντικατασταθούν, κατά πόσο θα συμβάλλουν σε υποβάθμιση του συνολικού πρασίνου στην πόλη και άλλα ζητήματα που διαρκώς

προκύπτουν όπως είναι: Η επιλογή των ειδών και ποικιλιών που θα επιλεγούν σε αντικατάσταση αυτών που άδικα κόβονται ώστε να έχουν μακρά διάρκεια ζωής αλλά και να εξασφαλίζουν με το φύλλωμά τους σκίαση, εμπλουτισμό σε οξυγόνο, δροσιά και οικεία παρουσία» σημειώνει.

Υπενθυμίζει πως είναι γνωστό ότι στην πόλη της Θεσσαλονίκης το αστικό πράσινο βρίσκεται στην ελάχιστη απαιτούμενη αναλογία ανά κάτοικο, ενώ η διασφάλιση αδόμητων χώρων πρασίνου με τα υφιστάμενα πολεοδομικά μέσα, είναι εξαιρετικά δύσκολη για πόλη δομημένη με μεγάλες πυκνότητες.

Επισημαίνει, αν και όπως λέει, πλέον έχουν γίνει κατανοητά, τα οφέλη του ψηλού πρασίνου στη πόλη, και ειδικότερα τη συμβολή του στο δροσισμό, στη βελτίωση της ατμοσφαιρικής ρύπανσης, τη σκίαση προς όφελος των πεζών, τη συνδρομή στην κυκλοφορία στην πόλη και γενικά την αισθητική αναβάθμιση του αστικού τοπίου, στην περίοδο της κλιματικής αλλαγής.

«Οι θεωρίες όμως δεν ωφελούν εφόσον δεν εφαρμόζονται στην πράξη και δεν συνοδεύονται από πρόγραμμα ορθής διαχείρισης και ενημέρωσης. Η πρόσφατη εμπειρία της πανδημίας ανέδειξε με τον πιο σκληρό και άμεσο τρόπο την ζωτική ανάγκη για ανοιχτούς χώρους πρασίνου και την τεράστια έλλειψη διεξόδων αναπνοής στην πόλη μας.

Συμπερασματικά, και προς όφελος της πόλης, θα επιθυμούσαμε να υιοθετηθεί και να εφαρμοσθεί ένας ολοκληρωμένος και σοβαρός σχεδιασμός για τη διαχείριση του αστικού πρασίνου και ειδικότερα για τη διαφύλαξη, την ανανέωση, τον εμπλουτισμό του υφιστάμενου και την, με σύγχρονες μεθόδους και σταθερότητα, αύξησή του στο Πολεοδομικό Συγκρότημα της Θεσσαλονίκης».

 

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Καταγγελία φωτορεπόρτερ για τον τραυματισμό του με χειροβομβίδα κρότου λάμψης στην Αθήνα

Διεθνής Ημέρα ενάντια στον ρατσισμό και τον φασισμό: Συγκεντρώσεις το Σάββατο στη Θεσσαλονίκη