in

Εκλογολογία ενδιαφέρουσα

Του Χρήστου Λάσκου

Πέτρος Ιωαννίδης-Ηλίας Τσαουσάκης (επιμέλεια), 2019 Οι πρώτες εκλογές μετά το Μνημόνιο -Η ακτινογραφία της ψήφου, Εκδόσεις Παπαζήση, σελ. 140

Οι πρώτες εκλογές εκείνης της πολιτικής πραγματικότητας που μπορούμε να ονομάσουμε «ελληνική μεταδημοκρατία»

Γιάννης Μαυρής

Ο μικρός τόμος, που επιμελήθηκαν ο Πέτρος Ιωαννίδης και ο Ηλίας Τσαουσάκης, περιέχει τις συμβολές πολιτικών επιστημόνων, εκλογολόγων και επικοινωνιολόγων, οι οποίες διατυπώθηκαν στο πλαίσιο της ημερίδας, που διοργανώθηκε στην Αθήνα, τον Οκτώβριο του 2019, με τον ίδιο τίτλο. Το ενδιαφέρον του, κατά τη γνώμη μου, συνίσταται σε μια σειρά από επιμέρους διαπιστώσεις, οι οποίες, με την κατάλληλη επεξεργασία, μπορούν να βοηθήσουν στην κατανόηση της περιόδου. Πολύ περισσότερο, που οι συνθετικές αναλύσεις της περιόδου της κρίσης -και των πολιτικών ειδικά διαστάσεών της- στην Ελλάδα είναι ακόμη ανύπαρκτες, ενώ και οι συλλογικοί τόμοι μετριούνται στα δάκτυλα μισού χεριού. Ως επί το πλείστον, αυτό που σε επάρκεια διαθέτουμε είναι είτε δημοσιογραφικές περιγραφές είτε αρθρογραφία γνώμης, πολλές φορές εξαιρετικά ενδιαφέρουσα, αλλά χωρίς να παράγει ένα συνεκτικό αποτέλεσμα.

Πράγμα, που, προφανώς, δεν κάνει ούτε το βιβλίο που με απασχολεί σήμερα. Είναι χρήσιμο, ωστόσο, στο μέτρο που συγκεντρώνει σε μία συλλογή κείμενα, κάποια από τα οποία μπορούν να αποτελέσουν καλή τροφή για σκέψη.

Ξεκινώντας με μια ανασκόπηση της δεκαετίας της μεγάλης κρίσης 2009 -2019, δίνοντας το μέγιστο βάρος στην ανάλυση των εκλογών του 2019, κυρίως σε σχέση με την πορεία των δύο «βασικών μονομάχων», συνδέοντας τις πολιτικές στρατηγικές που υλοποιήθηκαν με την οικονομία, αποτιμώντας στη συνέχεια, ειδικά, τις επιδόσεις και τη φυσιογνωμία του ΚΙΝΑΛ και της Ελληνικής Λύσης, ολοκληρώνεται με μια σειρά από κείμενα με «ζητήματα επικοινωνίας», όπως ο ρόλος των νέων μέσων κοινωνικής δικτύωσης, της σημειολογίας της εικόνας των πολιτικών αρχηγών και της διαχείρισής της και άλλα συναφή.

Για λόγους που, νομίζω, δεν χρειάζεται να εξηγήσω, ο «πρωταγωνιστής» σε αυτές τις πραγματεύσεις είναι, περισσότερο από οποιονδήποτε άλλον, ο ΣΥΡΙΖΑ. Ο πολιτικός φορέας, δηλαδή, που, για καλό ή για κακό, συνέβαλλε καθοριστικά στη διαμόρφωση της πολιτικής φυσιογνωμίας ολόκληρης της περιόδου. Σε ό,τι αφορά, δε, ειδικά τη περίοδο διακυβέρνησής του, όπως σημειώνουν οι επιμελητές, το χαρακτηριστικό είναι πως «η «αισιοδοξία και η ελπίδα» μετατράπηκαν σε «φόβο και απογοήτευση»» (σελ. 20).

Με αποτέλεσμα,  σύμφωνα με το Γιάννη Μαυρή, η ελληνική κοινωνία, που ψήφισε στις εκλογές του 2019 να είναι «ταξικά περισσότερο πολωμένη, πιο απομακρυσμένη από τη συλλογική δράση, πιο παραιτημένη, πιο ιδιωτικοποιημένη και ιδεολογικά πιο συντηρητική. Κατά συνέπεια, και πιο επισφαλής και πιο χειραγωγήσιμη» (σελ. 28). Βέβαια, όση ψήφισε. Μια και η αποχή υπήρξε εξαιρετικά υψηλή, όπως και τον Σεπτέμβριο του 2015, αλλά και με υψηλή συνοχή, στο μέτρο που το 95% των ψηφοφόρων που απείχαν το 2015, απείχαν και το 2019. Πράγμα που σημαίνει, κατά τη γνώμη μου, πως ένα μεγάλο μέρος ριζοσπαστικοποιημένου προς τα αριστερά κόσμου εγκατέλειψε την εκλογική «ενασχόληση», μετά από τα γεγονότα του 2015, με αποκορύφωμα το δημοψήφισμα γυρίζοντας την πλάτη του στη συμβατική πολιτική, απαξιώνοντας τους φορείς της, σε όλες τους τις εκδοχές, έστω κι αν δεν βρήκε κάποιον εναλλακτικό τρόπο πολιτική παρουσίας με μαζικούς όρους. Όπως γράφει ο Μαυρής, «[ο]ι μετασχηματισμοί της πολιτικής, που έχουν επέλθει την τελευταία δεκαετία, οδηγούν αντικειμενικά […] σε μια σημαντική υποβάθμιση του ρόλου των εκλογών, της ίδιας της εκλογικής διαδικασίας. Τομή σε αυτήν την τάση απαξίωσης, με ευθύνη της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ, αποτέλεσε το δημοψήφισμα του 2015» (σελ. 29).

Ο Μαυρής αναφέρεται στη παγίωση της «μεταδημοκρατίας», θυμίζοντας το διαρκές «καθεστώς Μνημόνιο» -των 714 νόμων, των 60.000 διατάξεων και των 300.000 εφαρμοστικών υπουργικών αποφάσεων και περιγράφοντας με σαφήνεια την ακραία συρρίκνωση της δημοκρατίας, που επήλθε μέσω αυτού του τερατώδους παρασυντάγματος. Και υποστηρίζει πως η απότομη προσχώρηση του ΣΥΡΙΖΑ στις πολιτικές του Μνημονίου έχει δύο αποτελέσματα:

«α) παρουσιάζεται μια ιστορικά πρωτοφανής σύγκλιση των κομμάτων της διακυβέρνησης «στην κορυφή» και β) η πολιτική και ιδεολογική χρεοκοπία του «αριστερού κυβερνητισμού» […] Πρόκειται για γεγονός που έχει μακροπρόθεσμες συνέπειες. Στην ουσία, η ήττα του ΣΥΡΙΖΑ  στις εκλογές και η επιστροφή της ΝΔ δεν συνιστούν απλώς μια αλλαγή διακυβέρνησης, αλλά όντως έναρξη μιας νέας εποχής -κάποιοι το ονόμασαν «ελληνικό ‘89». Αφορά κυρίως την ιδεολογικού τύπου ήττα της Αριστεράς, που έχει επισυμβεί.

[Όλα τούτα] πέτυχαν, ως αποτέλεσμα την αναίρεση του κοινωνικού συσχετισμού δυνάμεων, που αποκρυσταλλώθηκε στη Μεταπολίτευση» (σελ. 29).

Πολύ ενδιαφέροντα στοιχεία και επισημάνσεις προσφέρει και το κείμενο του Παναγιώτη Κουστένη για τις διπλές εκλογές του 2019. Εκκινώντας από τις ευρωεκλογές, επισημαίνει για τον ΣΥΡΙΖΑ τη μαζική διαρροή 900.000 ψηφοφόρων του του Σεπτεμβρίου 2015, που μαρτυρά «μια σαφή ψήφο συσσωρευμένης διαμαρτυρίας που πιθανότατα εκκινούσε ήδη από την πολιτική αναίρεση του αποτελέσματος του Δημοψηφίσματος του 2015, έχοντας εκφραστεί ελάχιστα ουσιαστικά στις ακόλουθες εκλογές του Σεπτεμβρίου και έχοντας διογκωθεί στη συνέχεια κατά την τετραετή κυβερνητική του θητεία» (σελ. 40). Με άλλα λόγια, το «τραύμα του ‘15» πυορροεί και θα πυορροεί για χρόνια μετά παράγοντας πολιτικά αποτελέσματα διαφόρων ειδών για την ελληνική κοινωνία, για τις κατώτερες τάξεις της και για τις ποικίλες -κυβερνώσες και μη- Αριστερές.

Σε σχέση ειδικά με το ΣΥΡΙΖΑ, ένα κόμμα πολύ διαφορετικό και σε ό,τι αφορά την εκλογική του βάση από τον «κινηματικό αντιμνημονιακό» φορέα της περιόδου πριν το 2015, αυτόν, δηλαδή, που έκανε και τις καλύτερες εκλογικές επιδόσεις, έχει μεγάλη σημασία η κατανόηση της ταξικής διάστασης της ψήφου και των μετατοπίσεών της. Είναι χαρακτηριστικό, για παράδειγμα, όπως προκύπτει από τον περιεκτικό πίνακα σχετικά με τη «Δημογραφία της ψήφου» (σελ. 45), πως στον ίδιο τον πυρήνα της εργατικής τάξης, τους μισθωτούς του ιδιωτικού τομέα, η ΝΔ κέρδισε με 37% έναντι 30% του ΣΥΡΙΖΑ! Ακόμη και τα χαμηλότερα στρώματα των εργατών, αυτών με σπουδές μέχρι το Λύκειο, έδωσαν 35% στη ΝΔ και 34% στο ΣΥΡΙΖΑ – ας σημειωθεί πως τον Σεπτέμβριο του 2015, πόσο μάλλον τον Ιανουάριο της ελπίδας, η ΝΔ είχε μόλις 16% έναντι 40% του ΣΥΡΙΖΑ!  Ακόμη και στους ανέργους, όπου ο ΣΥΡΙΖΑ διατήρησε τα άνω του 40% ποσοστά του, η ΝΔ από 17% έφτασε το 29%.

Δεν είναι εντυπωσιακό, βάσει αυτών, πως το κύριο μέλημα είναι «η απεύθυνση στη μεσαία τάξη»;

Κατά την άποψή μου, το τρίτο ενδιαφέρον κείμενο του τόμου είναι αυτό του Ευτύχη Βαρδουλάκη.  Ο οποίος μ’ όλο που ανήκε στους συμβούλους του Μητσοτάκη από το 2016 μέχρι το 2019 ασχολείται κυρίως με τα σφάλματα που στοίχισαν στο ΣΥΡΙΖΑ και τον Τσίπρα την ήττα, τα οποία, κατά τη γνώμη του, δεν αφορούσαν την επικοινωνία, αλλά τη στρατηγική. Ο ΣΥΡΙΖΑ απάντησε λάθος σε όλα τα μεγάλα ζητήματα, που κλήθηκε να διαχειριστεί στην «πενταετία των διλημμάτων». Δεν συμφωνώ ούτε στην επιλογή των διλημμάτων ούτε στην ιεαράρχησή τους, όπως την κάνει ο Βαρδουλάκης. Η πλήρης απουσία, π.χ., των κοινωνικών επίδικων, του ταξικού χαρακτήρα των πολιτικών που ασκήθηκαν και των εναλλακτικών δυνατοτήτων, που σε κάθε φάση υπήρξαν περιορίζει αναγκαστικά την παραγωγικότητα της ανάλυσης.

Αυτό, ωστόσο, δεν σημαίνει καθόλου πως, δεδομένων των επιλογών του, δεν κάνει πολύ σημαντικές παρατηρήσεις. Προς επίρρωση, δίνω δύο εκτεταμένα παραθέματα από το κείμενό του.

Το πρώτο αφορά την ανάγνωση που έκανε ο ΣΥΡΙΖΑ σε ό,τι αφορά το αποτέλεσμα των εκλογών του Σεπτεμβρίου:

«Η ανάλυση που έκαναν στον ΣΥΡΙΖΑ ήταν: «έγινε ο συμβιβασμός, υπογράψαμε, πήγαμε στο λαό, είπαμε την αλήθεια, μας ξαναψήφισαν και όλα βαίνουν καλώς». Αυτός είναι ο ορισμός -επιτρέψτε μου να εισαγάγω τον όρο- του ψευδοεπιχειρήματος. Είναι κάτι το οποίο ακούγεται σωστό, μοιάζει να έχει έναν λογικό συνειρμό, πρόκειται όμως για αληθοφανή ισχυρισμό και όχι αληθινό. Αυτό ήταν ένα λάθος. Ένα λάθος, το οποίο επαναλάμβαναν μεταξύ τους ικανοποιημένοι, αλλά ποτέ δεν πέρασε στον κόσμο κατ’ αυτόν τον τρόπο. Και ποιος είναι ο λόγος που δεν πέρασε; Το γεγονός ότι η εικόνα που είχε ήδη δημιουργηθεί για τον ΣΥΡΙΖΑ, οι προσδοκίες που υπήρχαν, οι προσμονές του κόσμου, αφορούσαν τον ΣΥΡΙΖΑ της προ του Σεπτεμβρίου 2015 περιόδου. Τότε είχε διαμορφωθεί η εικόνα του κόμματος. Τότε υπήρχε η καταστατική πολιτική του πράξη. Τότε καλλιεργήθηκαν οι προσδοκίες, οι υποσχέσεις που τον οδήγησαν στην εξουσία. Δεν ήταν ο ΣΥΡΙΖΑ του Σεπτεμβρίου. Κι αυτό φάνηκε αμέσως μετά, καθώς έπειτα από τις εκλογές του Σεπτεμβρίου διαπιστώνουμε μια απίστευτη δημοσκοπική καθίζηση. Αυτό δεν έχει ξαναγίνει στην πολιτική ιστορία της Μεταπολίτευσης. Ένα κόμμα που κερδίζει με 7.5% διαφορά τον Σεπτέμβριο, τον Ιανουάριο του ακριβώς επόμενου έτους -4 μήνες μετά- να χάνει την πρώτη θέση στις δημοσκοπήσεις και να μην επανέρχεται ποτέ σε αυτή. Η δε καθίζηση του ΣΥΡΙΖΑ το φθινόπωρο του 2015 και όλο το 2016 είναι τρομακτική…» (σελ. 87).

Και μια πολύ ενδιαφέρουσα -και υπό προϋποθέσεις αισιόδοξη- παρατήρηση, που αφορά τους νέους:

«Οι σημερινοί νέοι είναι παιδιά, τα οποία πολιτικοποιήθηκαν στα χρόνια της κρίσης. Ο σημερινός εικοσάρης  μπήκε πρώτη φορά στο διαδίκτυο για να διαβάσει πολιτικές ειδήσεις και έκανε τις πρώτες του συζητήσεις της περιόδου 2011-2014, τα έντονα χρόνια της κρίσης, όταν τα παλιά κόμματα ΝΔ, ΠΑΣΟΚ κ.λπ. ήταν τελείως εκτός μόδας […] Όπως στην ψυχολογία έχουμε το φορτίο μνήμης, που είναι οι πρώτες μας παραστάσεις, που καθορίζουν το χαρακτήρα μας, τον τρόπο που λειτουργούμε τα επόμενα χρόνια, έτσι κι αυτή η γενιά, το φορτίο πολιτικής μνήμης, το οποίο έχει συγκροτήσει, είναι εκείνη η περίοδος, είναι τα χρόνια της κρίσης. Είναι παιδιά τα οποία σκέφτονται ακόμη, γιατί έτσι έμαθαν να προσεγγίζουν την πολιτική από τα πρώτα τους βήματα. Με όρους όπως […] το «μνημόνιο» -«αντιμνημόνιο», η «ελίτ» -ο «λαός» κ.λπ.» (σελ. 91).

Ακριβώς! Όσοι νομίζουν πως οι «παλιές» διαχωριστικές και τα «παλιά» επίδικα είναι και τελειωμένα ίσως βιώσουν μεγάλες εκπλήξεις. Και, μάλιστα, συντομότερα από ό,τι μπορεί να φαίνεται σήμερα.

 

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Νεκρός εργάτης στις προβλήτες της Cosco: Μαζική συνέλευση και κήρυξη 24ωρης απεργίας

Απρόκλητη επίθεση των ΜΑΤ στη διαδήλωση για τη δολοφονία του 18χρονου Ρομά στο Πέραμα