Η χρήση του επιθέτου «κυβερνώσα» είναι εντυπωσιακά κοινή στο λόγο των εκπροσώπων της κοινοβουλευτικής Αριστεράς. Πρόκειται για προφανές νοηματικό σφάλμα. Το σωστό θα ήταν το «κυβερνητική». Κυβερνώσα είναι όχι αυτή που θέλει και μπορεί να αναλάβει τη διακυβέρνηση, αλλά αυτή που κυβερνά τώρα, σε ενεστώτα χρόνο.
Νομίζω, λοιπόν, ότι, περισσότερο από άγνοια, το συγκεκριμένο σφάλμα οφείλεται σε έναν ψυχικό μηχανισμό, που δεν είναι δύσκολο να εντοπίσουμε. Όπως έχει δείξει ο Φρόιντ, πάνω από έναν αιώνα πριν, το lapsus αποκαλύπτει κάτι που μας ξύνει στο ασυνείδητο. Μια ισχυρή επιθυμία. Στην περίπτωσή μας, οι «λανθάνοντες» επιθυμούν τόσο πολύ την κυβέρνηση, που μιλούν γι’ αυτήν σαν να την έχουν ήδη. Αυτή η κυβερνομανία, κάτι πάνω από τον κυβερνητισμό, είναι καταστατικό στοιχείο της υπόστασής τους.
Το κατεξοχήν πρόσωπο, που ενσάρκωσε στην Ελλάδα το συγκεκριμένο χαρακτηριστικό είναι ο Αλέξης Τσίπρας. Στην περίπτωσή του, η κυβέρνηση ως αυτοσκοπός πήρε ακραία χαρακτηριστικά. Νομίζω ότι αυτό το γεγονός εξηγεί πολλά από όσα συνέβησαν τα προηγούμενα χρόνια.
Στο πρόσφατο συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ -ΠΣ, ο Κασσελάκης συνέτριψε, κυριολεκτικά τον Τσίπρα. Και, όπως σωστά το έθεσε ο νέος πρόεδρος: «Αν οι δομές του ΣΥΡΙΖΑ λειτουργούσαν σωστά δεν θα ήμουν τώρα πρόεδρος». Με άλλα λόγια, αν το κόμμα δεν είχε διαμορφωθεί σε μπάτε σκύλοι αλέστε, για να κάνει ο Τσίπρας ό,τι θέλει, ο ίδιος δεν θα ήταν εδώ.
Προσέξτε! Ο ίδιος ο Κασσελάκης υπογραμμίζει ότι η εκλογή του είναι πραγματικά αδιανόητη. Το κόμμα του Τσίπρα εμπεριείχε τη δυνατότητα να προκύψει κάτι τέτοιο. Ήταν μια πολύ πιθανή προοπτική και, εύλογα, υποστασιοποιήθηκε.
Έχει δίκιο, λοιπόν, ο Κασσελάκης όταν «τη λέει» στον Τσίπρα.
Όπως έχει δίκιο ότι διαθέτει την απόλυτη νομιμοποίηση, στο μέτρο που ο λαός του δίφραγκου είχε αναγνωριστεί καταστατικά ως το άπαν της δημοκρατίας. Η λαϊκή κυριαρχία, που λένε. Όπως θυμόμαστε, πρώτοι αυτοί που συγκρότησαν τη ΝεΑρ, διεκδίκησαν την αρχηγία -τι λέξη, αλήθεια, για ένα αριστερό κόμμα!- με τους συγκεκριμένους κανόνες.
Την ιδέα, άλλωστε, πρώτα να βγει πρόεδρος και μετά να γίνει συνέδριο την υποστήριξαν, κατεξοχήν, αυτοί που, αργότερα -αφού έχασαν, γεγονός που αποτέλεσε μέγιστη έκπληξη για τους ίδιους- αποχώρησαν ως αριστερή διάσπαση! Πρώτη φορά στην ιστορία μια «αριστερή τάση» επιδεικνύει τέτοιον αρχηγισμό. Τον οποίο, μάλιστα, έκτοτε καταγγέλλουν. Ο οπορτουνισμός ποτέ δεν ευνόησε κανένα, τελικά -ίσως αυτό να είναι απόδειξη πως υπάρχει Θεός.
Η παρέκβαση στα της ΝεΑρ δεν μπορεί να αποφευχθεί. Η αποθέωση του Τσίπρα ήταν και δική τους δουλειά. Η βουλευτίνα, άλλωστε, που μας ενημέρωσε, σε ανύποπτο χρόνο, ότι «αρχηγοί σαν τον Τσίπρα βγαίνουν κάθε εκατό χρόνια», ανήκει στην κοινοβουλευτική ομάδα των 11 αποχωρησάντων.
Και ο Τσίπρας; Επιτέλους, «ανάρτησε» τη μέρα που ξεκινούσε το συνέδριο. Για να αντιμετωπιστεί με απόλυτη αδιαφορία, εν τέλει. Χρειάστηκε, βέβαια, η πλήρης καταστροφή ενός ολόκληρου πολιτικού χώρου. Ενός πολιτικού χώρου για τον οποίο δούλεψαν, μέχρι το 2015, χιλιάδες αριστεροί άνθρωποι και τον έφεραν εκεί που έφτασε.
Έχει ειπωθεί χιλιάδες φορές, από μέινστριμ αναλυτές, πως η εκτίναξη του ΣΥΡΙΖΑ σε πλειοψηφικά μεγέθη προέκυψε με το που δήλωσε ο Τσίπρας πως «ήταν έτοιμος να αναλάβει κυβερνητικές ευθύνες». Πρόκειται περί ανοησίας, για πολλούς λόγους. Αν δεν υπήρχε το κόμμα, με την κινηματική του διείσδυση και την εμπεδωμένη αντίληψη των αντιπάλων του πως «βρίσκεται παντού», κανείς δεν θα ήξερε «τι είπε ο Τσίπρας». Η υποτίμηση του κόμματος από την προεδρική φράξια πληρώθηκε, τελικά, πολύ ακριβά.
Ο Τσίπρας είναι ιστορικά από τις ελάχιστες περιπτώσεις αριστερών ηγετών, που αγνοεί, σε μεγάλο βαθμό, τα στοιχειώδη της ιστορίας και της θεωρητικής παράδοσης της Αριστεράς. Ο εμπειρισμός και ο τακτικισμός τον ακολούθησαν σε όλη του την πορεία. Αν υπάρχει ένα στοιχείο, που τον χαρακτηρίζει είναι η αδιανόητη, για αυτό που κλήθηκε να διαχειριστεί, ρηχότητα. Από όπου πήγαζε και η αίσθησή του πως «το έχει». Όπως είπε ένας πασόκος συνταγματολόγος «έπιανε πουλιά στον αέρα». Το θέμα ήταν τι πουλιά ήταν αυτά που έπιανε.
Πολλοί -πάντως, πολύ λιγότεροι από ό,τι στο παρελθόν- θα θεωρήσουν πως τον αδικώ. Δεν τον αδικώ. Το μόνο που είχε, τελικά, ήταν μια ορισμένη επικοινωνιακή ικανότητα. Για την Αριστερά, όμως, παντού και πάντοτε, αυτό δεν είχε καμιά αξία, αν δεν συνδυάζονταν με άλλες ποιότητες. Αλλιώς, δεν είναι παρά φτηνή δημαγωγία περί ζουρνάδων και νταουλιών.
Απόδειξη, νομίζω, είναι η ευρύτατη αίσθηση, σήμερα, μιας τεράστιας πλειοψηφίας του πληθυσμού ότι το βασικό του χαρακτηριστικό ήταν η ικανότητά του «να λέει ψέμματα», η πρωτοφανής, δηλαδή, έλλειψη αξιοπιστίας. Δεν είναι τυχαίο ότι, σε πρόσφατη έρευνα του ινστιτούτου ΕΝΑ -κάθε άλλο παρά εχθρικό απέναντί του-, ο Τσίπρας συγκεντρώνει 17% θετικές γνώμες έναντι 69% αρνητικών, τελευταίος με διαφορά αριστερός ηγέτης. Ακόμη και ο Ζαχαριάδης τα πάει καλύτερα. Επιπλέον, το 87% αποτιμά αρνητικά την υπογραφή του τρίτου Μνημονίου.
Το κόμμα του Τσίπρα έχει τελειώσει. Νομίζω, μάλιστα, πως με τη Γεροβασίλη θα βρίσκονταν συντομότερα στο μηδέν.
Η γελοιοποίηση, δυστυχώς, όσο κι αν βγάζει γέλιο, δεν μπορεί παρά στο τέλος να αφήνει μια πολύ πικρή γεύση. Ο εξευτελισμός αφορά το σύνολο της Αριστεράς. Όπως το ’91 μας διέλυσε όλους -ακόμη κι όσους, με τη μεγαλύτερη συνέπεια, είχαν πολεμήσει τον «υπαρκτό»-, το ίδιο ισχύει, τηρουμένων των αναλογιών, και τώρα.
Θα χρειαστεί πολύ μεγάλη προσπάθεια για μια στοιχειώδη ανασύνταξη της Αριστεράς.
Ας ελπίσουμε πως ξέρουμε πλέον τι θα πρέπει να αποφεύγουμε και τι να πολεμάμε. Αυτά που συνέβησαν με το κόμμα του Τσίπρα είναι αδιανόητα- και από ηθική, άποψη.
Αδιανόητη είναι και η ιδέα, που έγινε αποδεκτή ακόμα και από αριστερούς ανθρώπους, ότι και η Αριστερά χρειάζεται «μεγάλους αρχηγούς».
Κυρίως, όμως, αδιανόητο είναι το γεγονός πως όλα αυτά έχουν, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, ξαναγίνει. Τώρα, ήταν οι συνθήκες που κατέστησαν το πράγμα τόσο καταστροφικό.
Γι’ αυτό και η πληρωμή είναι τόσο συντριπτική.
ΥΓ. Είναι εντυπωσιακό, δεδομένου του «μύθου», που είχε φτιαχτεί για τον Τσίπρα, το μέγεθος της απαξίωσης, που επήλθε μέσα σε ελάχιστο χρόνο. Νομίζω ότι πολύ δύσκολα θα ξανα-ασχοληθεί κάποιος μαζί του. Αυτό, όμως, ας γίνει ένα γενικότερο μάθημα: η Αριστερά ή είναι ενεργός και ισότιμη συλλογικότητα ή δεν είναι Αριστερά. Καλύτερα, δεν είναι τίποτα.
Το κόμμα του Τσίπρα εξεμέτρησε το ζην του, όπως του έπρεπε. Όλοι κατανοούν πια πως αυτό το συγκεκριμένο τέλος ήταν προδιαγεγραμμένο.
Το αποτύπωμά του, ωστόσο, θα βαραίνει την ελληνική Αριστερά για πολύ καιρό κάνοντας ακόμη πιο δύσκολο το έργο της. Ο Τσίπρας κάπου θα βολευτεί στα ψιλά της ΕΕ.