Νικήτας Σινιόσογλου. Μαύρες Διαθήκες. Δοκίμιο για τα όρια της ημερολογιακής γραφής, Κίχλη 2018
Καμιά δυνατότητα μη δώσεις στους εχθρούς σου να σε καταλάβουν
ΚΑΡΛ ΣΜΙΤ
Απρόσιτη είναι μόνον η εγγύτητα
ΜΑΡΤΙΝ ΧΑΪΝΤΕΓΚΕΡ
Ο Νικήτας Σινιόσογλου, με τις Μαύρες Διαθήκες του, μας παρέχει τη δυνατότητα να αναμετρηθούμε με μια σειρά από κρίσιμα ερωτήματα, που αφορούν, μεταξύ άλλων, και την αναρώτηση σχετικά με το στάτους και τις παραγωγικές και αποκαλυπτικές δυνατότητες κάποιων οριακών μορφών έκφρασης των ιδεών.
Με πιο άβολο ανάμεσα σε αυτά τα ερωτήματα αυτό: τι συμβαίνει στις ιδέες μετά τη φαινομενική τους συντριβή;
Αναλύοντας τα Μαύρα Τετράδια του Χάιντεγκερ και το Glossarium του Καρλ Σμιτ –τα πιο σκοτεινά ημερολόγια στην ιστορία της φιλοσοφίας, κατά τη γνώμη του– μας επιτρέπει να παρακολουθήσουμε τη βαθιά κατάδυση στον ένδον εαυτό των δύο κορυφαίων στοχαστών του Τρίτου Ράιχ. Και όχι μόνο του Τρίτου Ράιχ. Γιατί κι αν υπήρξαν οι δυό αυτοί οι ελάχιστοι των ανθρώπων, αυτό δεν αρκεί (ή αρκεί;) για να τους αποβάλλει από τους μέγιστους των φιλοσόφων.
Τα ημερολόγια αυτά γράφτηκαν μετά την συντριβή του εθνικοσοσιαλισμού, στον οποίο στρατεύτηκαν έως και ενθουσιωδώς κάποια στιγμή αυτοί οι κορυφαίοι στοχαστές του 20ου αιώνα – αυτά τα κορυφαία καθάρματα. Και δείχνουν αναμφισβήτητα πόσο αμετανόητοι παρέμειναν και οι δυό τους. Όπως σημειώνει ο Σινιόσογλου, μέσω των ημερολογιακών τους εγγραφών, «[κ]αθώς καταφεύγουν στην εξομολογητική γραφή, οι ηττημένες φασιστικές ιδέες διαθλώνται με τρόπους προσωπικούς και γίνονται φιλοσοφική προφητεία για το επικείμενο τέλος της Δύσης. Ως άλλες κιβωτοί, τα δύο ημερολόγια μεταφέρουν το πιο δυσοίωνο μήνυμα: ο Χάιντεγκερ και ο Σμιτ θεωρούν πως θα δικαιωθούν στο απώτερο μέλλον, τότε που θα αποκαλυφθεί πως η [νεωτερικότητα] είναι ό,τι εκείνοι εξαρχής προφήτευαν: η εξαθλίωση της Δύσης». Μια κατάσταση κατά πολύ δεινότερη από το Τρίτο Ράιχ.
Ό,τι έρχεται, λοιπόν, είναι χειρότερο από ό,τι συνέβη. Κι αυτό αντικειμενικά τους δικαιώνει. Αυτοί οι πούροι ναζιστές, λοιπόν, που από το 1933 δήλωναν, ο μεν Σμιτ πως «η βούληση του Αδόλφου Χίτλερ, του Φύρερ του γερμανικού λαού, είναι ο νόμος [Nomos] του γερμανικού λαού», ο δε Χάιντεγκερ ότι «ο Φύρερ κατεξοχήν και μόνον είναι η σημερινή και μελλοντική γερμανική πραγματικότητα και ο νόμος της», μας απειλούν από τα ημερολόγιά τους –και πλέον από τον τάφο τους– πως όλα πια θα είναι χειρότερα. Όλα, συνεχώς, θα είναι χειρότερα. Ο Χάιντεγκερ, μάλιστα, προφητεύει πως το νωρίτερο που θα πρέπει να αναμένουμε την επανέναρξη της αυθεντικής ιστορίας είναι γύρω στο 2300, «οπότε ο αμερικανισμός θα έχει εξαντληθεί εξαιτίας του κορεσμού της κενότητάς του». Ως τότε, μέχρι την έκλειψη του «αγγλομπολσεβικισμού», όπως σημειώνει ο Σινιόσογλου, ανίδεος ο άνθρωπος θα βηματίζει στο τίποτα. Γιατί «αυτοί», όπως έδειξε η (προσωρινή;) συντριβή του ναζισμού, ήρθαν «πολύ αργά για τους θεούς και πολύ νωρίς για το Είναι».
Ο εθνικοσοσιαλισμός ήταν μια τελευταία ελπίδα για την επιστροφή των αρχέγονων θεών, που έχουν από καιρό δραπετεύσει, όπως έλεγε ποιητικά ο Χέλντερλιν και παραποίησαν ολοκληρωτικά οι ναζί. Ο ναζισμός δεν ήταν λάθος: αποδείχτηκε λίγος και απροετοίμαστος για να επιτελέσει το μεγάλο έργο της καταστροφής της νεωτερικότητας. Τότε, όπως και τώρα, λέει ο Χάιντεγκερ, έχουμε υποχρέωση να φτάσουμε στο τέλος, μια και «η πρωταρχή εμφανίζεται εκ νέου μόνο στο τέλος». Θα πρέπει «να λησμονήσουμε πολλά – ενδεχομένως τα πάντα, όσα τώρα κυριαρχούν στη «ζωή». Για το άλμα σε μια τέτοια λησμονιά απαιτείται ίσως να συνδράμει μια ασυνήθιστη καταστροφή της νεωτερικής Ευρώπης».
Ζήτω ο πόλεμος, λοιπόν, όπως πρώτος το διατύπωσε ο Ερνστ Γιούνγκερ, ζήτω ο αφανισμός, ζήτω ο θάνατος! Αυτό ανέλαβε να κάνει ο ναζισμός και δεν το έκανε καλά. Γιατί «[η] τελευταία πράξη της τεχνικής θα είναι να τινάξει στον αέρα τη γη την ίδια και να αφανιστεί η τωρινή ανθρωπότητα. Πράγμα που δεν είναι καμιά δυστυχία, αλλά η πρώτη εκκαθάριση του Είναι από τις βαθύτερες δυσμορφίες που προκάλεσε η επικυριαρχία του όντος». Και να που ερχόμαστε στην κεντρική ιδέα της οντολογίας του Χάιντεγκερ ήδη από την εποχή του Είναι και Χρόνος. Ως γνωστόν, ήδη από τον Πλάτωνα κι έπειτα, η σκέψη εξαφάνισε το Είναι, το καταδίκασε στη μεγάλη Λήθη, το παρέδωσε στον υπολογισμό και τη μέτρηση, με αποκορύφωμα τη χριστιανική λογιστική της τιμολόγησης της σωτηρίας των ψυχών. Έκτοτε, για δυόμιση χιλιάδες χρόνια, ο άνθρωπος, αυτό «το κτήνος που θέτει αξίες» –και ποιο πράγμα, αλήθεια, έχει μικρότερη αξία από τις «αξίες»;– οδηγεί την ύπαρξη σε μια διαρκή έκπτωση της έντασής της, μέχρις εκμηδενισμού.
Η νεωτερικότητα ήρθε να ολοκληρώσει αυτή την έκπτωση, μετατρέποντας τον κόσμο σε αντικείμενο. Ο κόσμος μας, λοιπόν, είναι προϊόν συγκάλυψης, αποτέλεσμα μιας φρικώδους διαδικασίας απερήμωσης. Η νεωτερικότητα είναι χρησιμοθηρική: ποσοτικοποιεί την ύπαρξη και εξισώνει το αναγκαίο και το χρήσιμο, περιορίζει τα πάντα σε μεγέθη μετρήσιμα και αξιοποιήσιμα. «Ο πραγματικός λόγος που η εποχή δεν έχει θεούς δεν είναι ότι παραγίναμε «κοσμικοί», και συνεπώς άθεοι, αλλά ότι δεν διαθέτουμε κανένα κόσμο – μόνο μια σύγχυση του Είναι».
Η νεωτερικότητα πρέπει να καταστραφεί. Ο εθνικοσοσιαλισμός δεν τα κατάφερε, δεν μπόρεσε να την καταστρέψει. Γι’ αυτό ελέγχεται ιστορικά – όχι για την κτηνωδία του. Αυτό, άλλωστε, φοβόταν ο Χάιντεγκερ από την αρχή: «Ο εθνικοσοσιαλισμός είναι ένα βάρβαρο σημείο αναφοράς. Εδώ βρίσκεται η ουσία του και το πιθανό του μεγαλείο. Επικίνδυνος δεν είναι ο ίδιος – ο κίνδυνος είναι μάλλον να καταντήσει ανώδυνος με τη μορφή κάποιου κηρύγματος περί αληθούς, καλού κι ωραίου». Ο κίνδυνος ήταν η πιθανότητα του εκφυλισμού του, η πιθανότητα δηλαδή να μη διατηρήσει την αυθεντική βάρβαρη ποιότητά του. Κι έτσι να αποτύχει να φέρει τον ολοκληρωτικό θάνατο, τον απόλυτο εκμηδενισμό της τωρινής ευτελούς πορνο-ύπαρξης. Γιατί «τι είναι ο θάνατος; Είναι η άφιξη της αλήθειας του Είναι».
Τρομακτικά; Πραγματικά τρομακτικά αυτοτελώς, αλλά και γιατί εκφέρονται από έναν πολύ σημαντικό φιλόσοφο, του οποίου η οντολογία τον τοποθετεί στο ίδιο ύψος με τον Σπινόζα ή τον Χέγκελ. Πράγμα που μας θυμίζει πως με τον φασισμό, τον εθνικοσοσιαλισμό και, αντίστοιχα, με τον σημερινό μαζικό μετα-φασισμό ή παρα-φασισμό δεν καθαρίζεις με εύκολα αναθέματα – στο μέτρο που ακόμη και το υψηλότερο επίπεδο στοχασμού δεν φαίνεται να συνιστά επαρκή προφύλαξη.
Τα ίδια ισχύουν και για τον Σμιτ, τον κορυφαίο πολιτικό-νομικό φιλόσοφο του ναζισμού. Οι θεματικές είναι διαφορετικές, η συγγένεια απόλυτη. Και αν το σύμφυρμα φασισμού και αναρχομυστικισμού στιρνερικού τύπου, που συγκροτεί το θεμέλιο της σκέψης του, τον απομακρύνει από τον Χάιντεγκερ, η βάση της στράτευσής του στον χιτλερισμό είναι η ίδια ακριβώς: το μίσος για τη νεωτερικότητα, την «τεχνική», τη λογοκρατία του Διαφωτισμού. Η επιστροφή στο «μυστικό», στο αλογοθέτητο, στο αυθεντικό-μη μιασμένο, στο «αίμα», εν τέλει.
Ο Σμιτ είναι λάτρης και μύστης του «χώρου», που είναι «ζωτικός». «Ο χώρος είναι ο παράδεισος, ο χρόνος είναι η κόλαση». Ο χρόνος, όπως σημειώνει ο Σινιόσογλου, «είναι απάτη! Καμιά εξέλιξη ή πρόοδος δεν συμβαίνει πραγματικά. Ό,τι διαθέτει ουσία παραμένει αναλλοίωτο και επανέρχεται περιοδικά». Μόνον ο τόπος είναι απόλυτη παρουσία. Αν ο Παρμενίδης είναι κάπου γύρω, ο Χίτλερ, νομίζω, είναι που ελέγχει τα πράγματα πάνω από τον ώμο του. Το δικό του Lebensraum είναι η πραγματική «απόλυτη παρουσία». Γι’ αυτό, άλλωστε, ο Σμιτ προτιμάει την εχθρότητα του Χίτλερ από τη φιλία των παλιννοστούντων εμιγκρέδων και ανθρωπιστών, των νικητών του πολέμου.
Ο Σμιτ δεν έχει να απολογηθεί για τίποτα. «Πόθεν, κύριοι, προκύπτει, ότι ο επιτιθέμενος είναι εγκληματίας;». Γιατί είναι έγκλημα να υπακούς; Το να έχεις εχθρούς που θέλεις να καταστρέψεις, όπως ταιριάζει σε εχθρούς, ολοκληρωτικά, μόνο έγκλημα δεν είναι. «Πολιτικό» είναι ό,τι με χωρίζει από τον εχθρό. Ο άλλος, ο αλλόκοτος, είναι εχθρός και, ταυτόχρονα, ο καθρέπτης όπου αναγνωρίζω το πρόσωπό μου. «Αλίμονο στον άνθρωπο που θα απομείνει χωρίς εχθρό […] Θα γίνει εχθρός δικός μου στη Δευτέρα Παρουσία».
Να πώς παρουσιάζει αυτήν την ουσιαστική τροπή της σκέψης του Σμιτ ο Σινιόσογλου:
«”Distinguo ergo sum”. Ορίζεται κανείς από τον εχθρό του, «απ’ ό,τι αναγνωρίζει ως εχθρό», από τις διακρίσεις που κάνει […] «Εχθρός είναι αυτός που με θέτει εν αμφιβόλω». «[Ε]ίναι η διερώτηση για τον εαυτό μας ως μορφή» […] Χωρίς εχθρό δεν είμαι τίποτε».
Ο εχθρός είναι συστατικό στοιχείο της πολιτείας, του Κράτους. Ο τρόμος του μας ενώνει και καταστέλλει τα αυτοκαταστροφικά στοιχεία που σοβούν μέσα στη ψυχή μας. Είναι γι’ αυτό που ο δήμιος, ο διεκπεραιωτής της βίαιης καταστροφής των έμβιων όντων, είναι «ο αυθεντικός συνεκτικός δεσμός της πόλης, ο γνήσιος υψίπολις», όπως το αντιλαμβάνεται, πριν από τον Σμιτ, ο πρωτοπόρος της αντιδραστικής σκέψης Ντε Μαιστρ – και συγκατανεύει ο ίδιος.
Ο κατέχων, αυτός που έχει την ισχύ να ορίζει τον εχθρό, αυτός που μπορεί να επιβάλλει την αναγκαία πάντοτε (;) κατάσταση εξαίρεσης, είναι ο «ερχόμενος», ο άξιος να στηριχτεί, να δοξαστεί.
Ο εθνικοσοσιαλισμός υπήρξε ο τελευταίος κατέχων. Οι άλλοι, απλώς, λόγω του «εξεβραϊσμού» της σκέψης τους, δεν καταλαβαίνουν.
***
Ο Σινιόσογλου μας χαρίζει μια εξαιρετική μηχανή σκέψης, ακόμη και για όσους δεν είναι εξοικειωμένοι με τους αναλυόμενους στοχαστές. Σε αυτούς δίνει ερεθίσματα, για να επιχειρήσουν την εξοικείωσή τους. Στους άλλους προσφέρει ένα αληθινό πρότυπο δοκιμιακής γραφής.
Σε όλους μας, όμως, δίνει –κι αυτό συνιστά ένα πολύτιμο πολιτικό δώρο– την αίσθηση της απειλής. Να τα ακροτελεύτια λόγια του, στο οπισθόφυλλο – μια προειδοποίηση; Ίσως
«Κάποτε το κακό δεν είναι διόλου κοινότοπο αλλά πολύ προσωπικό. Και μάλιστα τόσο, ώστε παρασιτεί σε ό,τι πιο ειλικρινές μπορεί να δώσει ένας άνθρωπος: την εξομολόγησή του. Κι έτσι επιβιώνει».