Ο επικείμενος δεύτερος γύρος για την εκλογή του νέου προέδρου της Νέας Δημοκρατίας και οι συμμαχίες που διαφαίνονται ή έχουν ήδη δημοσιοποιηθεί μάς δίνουν την ευκαιρία να δούμε για ποια Νέα Δημοκρατία μιλάμε και αν έχει σημασία να “διαλέγει” κανείς ποια Δεξιά θα προτιμούσε να είναι η Ν.Δ.
Λέγεται συχνά ότι τα ιδεολογικά ζητήματα στη Ν.Δ. έρχονται σε δεύτερη μοίρα, καθώς το κόμμα αυτό αποτελείται από βαρωνίες, τζάκια και τα συνδεόμενα με αυτά οικονομικά συμφέροντα, με τα ιδεολογικά ζητήματα να αποτελούν έναν πολύ γενικό ενοποιητικό παράγοντα. Αυτό σε έναν βαθμό ισχύει, χωρίς όμως να σημαίνει ότι στον χώρο της Δεξιάς δεν υπάρχουν ιδεολογικά ρεύματα και ιστορικότητες τις οποίες πρέπει να λαμβάνουμε υπόψιν.
Στον δεύτερο γύρο αναμετρώνται δύο αρκετά “καθαρές” εκδοχές της Ν.Δ.: η λαϊκή Δεξιά, η καραμανλική, η παραδοσιακή χριστιανοδημοκρατική από τη μία με επικεφαλής τον Β. Μεϊμαράκη, και η νεοφιλελεύθερη Δεξιά με επικεφαλής τον Κυρ. Μητσοτάκη, ο οποίος φέρει και την κληρονομιά του νεοφιλελευθερισμού στην Ελλάδα λόγω οικογενείας.
Η νεοφιλελεύθερη Δεξιά είναι η νεότερη εκδοχή της, αλλά όχι η καλύτερη. Με έναν νεοφιλελεύθερο μπορεί κανείς να τα βρει σε αρκετά ζητήματα εκτός πολιτικής, πολιτισμικά, αλλά θα έρθει μοιραία σε απόλυτη σύγκρουση στα θέματα της οικονομίας. Η θατσερική κληρονομιά επικαθορίζει το περιεχόμενο του νεοφιλελευθερισμού και η πολιτική η οποία επιβλήθηκε στις χώρες του Νότου από το γερμανικό ιερατείο είναι η συμπύκνωση των νεοφιλελεύθερων αντιλήψεων: λιγότερο κράτος, λιγότεροι φόροι, ο καθένας μόνος του και όσο μπορέσει.
Η λαϊκή Δεξιά πάλι, εκδοχή που προέκυψε τη μεταπολεμική περίοδο, όταν οι αστικές κυβερνήσεις της Δύσης ήταν αναγκασμένες να στηρίξουν το κράτος πρόνοιας υπό την πίεση του εργατικού κινήματος και τον φόβο της ΕΣΣΔ, είναι μια πολύ πιο συντηρητική ως προς τα πολιτισμικά και κοινωνικά χαρακτηριστικά της Δεξιά, αλλά που μπορεί κανείς να αποκαταστήσει επαφή μαζί της στο “τελευταίο σημείο ισορροπίας” που ήταν το κοινωνικό κράτος. Ένα κοινωνικό κράτος που η γερμανική Χριστιανοδημοκρατία π.χ. εξακολουθεί ώς έναν βαθμό να υπερασπίζεται στην ίδια τη Γερμανία.
Στην ελληνική περίπτωση, το θετικό της νεοφιλελεύθερης εκδοχής αίρεται σε μεγάλο βαθμό από την ίδια την πολιτική συμμαχία που στηρίζει την επιλογή Κυρ. Μητσοτάκη. Η υποστήριξη από το υπερδεξιό, νεοσυντηρητικό στρατόπεδο Σαμαρά με εμβληματική φυσιογνωμία τον Άδ. Γεωργιάδη προσδίδει άλλα χαρακτηριστικά στην υποψηφιότητα. Η ανεκτικότητα, ο ευρωπαϊσμός, τα “κεντρώα” χαρακτηριστικά του νεοφιλελεύθερου χώρου κάμπτονται μπροστά στο κοινωνικό περιεχόμενο που κομίζει η εκδοχή Σαμαρά. Να μη γελιόμαστε, αυτή η σύμφυση του “ακραίου Κέντρου” με τη συγκεκαλυμμένη Ακροδεξιά δεν είναι μια τακτική συμμαχία, δεν είναι μια ελληνική ιδιαιτερότητα, είναι η κυρίαρχη αντίληψη στις συντηρητικές ελίτ της Ευρώπης. Και ως τέτοια πρέπει να την αντιμετωπίσουμε.
Πηγή: Εφημερίδα Αυγή