in ,

The Navigators

The Navigators

Μία άκρως επίκαιρη ταινία του Κεν Λόουτς ανασύραμε από το χρονοντούλαπο της ιστορίας. Ο λόγος για το “Navigators” (2001). Αξιοσημείωτο είναι ότι το σενάριο δεν υπογράφει ο Πωλ Λάβερτι, αλλά o Rob Dawber που το 2002 κέρδισε και το αντίστοιχο Βραβείο BAFTA. Στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος και πάλι η ταξική πάλη. Το 1995 γίνεται μία σειρά αποκρατικοποιήσεων ή αν θέλετε ιδιωτικοποιήσεων στην Μεγάλη Βρετανία. Οι δημόσιοι σιδηρόδρομοι περνούν στα χέρια των εταιρειών. Το χαρακτηριστικό spot που προβάλλεται στους εργαζομένους, μιλάει για τα θεμέλια του μέλλοντος. Μοιάζει τόσο ειρωνικό…

Γράφει ο Μίλτος Τόσκας

Ακολουθούμε τη διαδρομή του Paul και του Mick, συνεργατών και φίλων. “Θα σας κάνω μία ενημέρωση”. Ξεκάθαρη προοικονομία όσων θα ακολουθήσουν για τους πρωταγωνιστές μας. Στην αρχή η πλειοψηφία αντιμετωπίζει με γέλια αυτή τη σοβαροφάνεια της διοίκησης σχετικά με την μετάβαση σε μία νέα πραγματικότητα. Σύντομα όμως τα χαμόγελα θα κοπούν και θα δώσουν τη θέση τους στην αμφισβήτηση και την μιζέρια. Διακοπές-αναγκαστική άδεια … απόλυση. Σας θυμίζει μήπως κάτι από το σήμερα; Kι όμως έχουν περάσει 25 ολόκληρα χρόνια.

Επενδύουν στην εσωστρέφεια. Ρίχνουν τον σπόρο της διχόνοιας, ώστε να “βασιλεύουν” ευκολότερα. Μία φωνή απελπισίας ακούγεται να λέει βαθιά: “Πρέπει να μείνουμε ενωμένοι”. Η ασυδοσία των μεγάλων αφεντικών συρρικνώνει τη δύναμη των εταιρειών, οδηγεί σε απάνθρωπες συνθήκες εργασίας και τις καθιστά μαθηματικά μη βιώσιμες. Αυτό μεταφράζεται απλά σε απολύσεις, που ουσιαστικά γίνονται “εθελούσιες” με μία ελάχιστη αποζημίωση. Καταργούνται τα συνδικάτα, οι ενώσεις, το σωματείο για τα δικαιώματα. Άνθρωποι οδηγούνται στην ανεργία. “Και που θα βρεις δουλειά τώρα”;

Από μία πενιχρή, πλην όμως τίμια σταθερότητα, από τη φτώχεια, περνούν τη λεπτή γραμμή της αβεβαιότητας και κάποιοι οδηγούνται στην πείνα και την εξαθλίωση. Και τι φέρνει το ένστικτο της επιβίωσης; Φόβο για το τι μας ξημερώνει, ένταση και στρες. Μία αντικαπιταλιστική ωδή με έμφαση στον νεοφιλελευθερισμό από έναν τεράστιο δημιουργό. Οι ισορροπίες συνεχώς μεταβάλλονται εις βάρος των εργαζομένων. Μία συμφωνία που κερδίζουν με κόπο και τεράστιο ψυχικό κόστος, την επομένη τους ανακοινώνεται πως δεν ισχύει. “Έτσι πάει το πράγμα” … Ξανά από την αρχή, βαθαίνει η υπαρξιακή κρίση, πέρα από την οικονομική.

Μετρημένες στιχομυθίες με έμφαση στη λεπτομέρεια, “-πληρωμή για ασθένεια; -αν δεν μπορείς να έρθεις, δεν πληρώνεσαι”. Κυνισμός. Σκληρός ρεαλισμός. Άνθρωποι που καταλήγουν να ζουν για να εργάζονται κι όχι να εργάζονται για να ζουν όπως είναι το φυσιολογικό. Μοναδικό ζητούμενο η επιβίωση, τίποτα περισσότερο. Τρεις ώρες δρόμος, 12 ώρες δουλειά κι όλα αυτά για 19 λίρες ημερησίως. Πλήρης απαξίωση της αξιοπρέπειας του ατόμου. Προστριβές στο εργασιακό και στο προσωπικό περιβάλλον, διαδοχικές ματαιώσεις και μία πλήρης εικόνα ενός σάπιου συστήματος.

Όσο βλέπω τις γραμμές του τρένου στο μυαλό μου έρχεται το “Glory” των Kριστίνα Γκρόζεβα και Πέταρ Βαλτσάνοφ από τη γειτονική Βουλγαρία. Και στις δύο περιπτώσεις οι εργάτες αντιμετωπίζονται ξεκάθαρα σαν υποχείρια, σαν πολίτες δεύτερης διαλογής. Εδώ ο Λόουτς χτίζει ένα συνταρακτικό-τραγικό φινάλε με μία επική σκηνή στο σκοτάδι Κορυφώνει σταδιακά την αγωνία. Μας πηγαίνει βήμα – βήμα και μας δείχνει το μέγεθος της αλλοίωσης των χαρακτήρων και της αλλοτρίωσης των σχέσεων. Ένα ψυχογράφημα (κάποτε) περήφανων ανθρώπων που σήμερα “χρειάζονται” απλά να κρατήσουν τη δουλειά τους με κάθε κόστος, ακόμα και ηθικό …

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Ο κόσμος μετά την πανδημία. Του Raúl Zibechi

J΄accuse