in

Η Αλίκη στις Πόλεις

Η Αλίκη στις Πόλεις

Πέρασαν δύο χρόνια από την τελευταία μου απόπειρα να γράψω για το έργο του μεγάλου, πολυταξιδεμένου Γερμανού σκηνοθέτη, Βιμ Βέντερς. Τότε ήταν τα “Φτερά του Έρωτα” με αφορμή το αφιέρωμα της Ταινιοθήκης Θεσσαλονίκης, τώρα το πρώτο μέρος της τριλογίας της περιπλάνησης ή των ταινιών δρόμου, “Η Αλίκη στις Πόλεις”(1974). Ακολούθησαν η “Λάθος κίνηση” και το “Πέρασμα του Χρόνου”. Μέσα απ΄αυτές καταξιώθηκε στις συνειδήσεις του κινηματογραφικού κοινού και δίχως υπερβολή θεωρείται ένας από τους κορυφαίους όλων των εποχών.

Γράφει ο Μίλτος Τόσκας

Ο Φίλιπ Βίντερ είναι ένας μοναχικός Ευρωπαίος δημοσιογράφος στην Αμερική. Φωτογραφίζει κι αναζητεί την πηγή έμπνευσης που θα τον κάνει να γράψει ένα άρθρο για τις Ηνωμένες Πολιτείες. Μάταια. Αποφασίζει να επιστρέψει στη βάση του. Λίγο πριν την αναχώρηση όμως γνωρίζει στο αεροδρόμιο τη Λίζα και την μικρή της κόρη, Αλίκη. Ως επιμύθιο του ταξιδιού του κρατάει μία φράση κι αυτή αφορά την τηλεόραση: “καμία εικόνα δε σε αφήνει ήσυχο, όλες θέλουν να πάρουν κάτι από εσένα”. Το επόμενο πρωί τον περιμένει μία μεγάλη έκπληξη. Η αναχώρηση για το Άμστερνταμ θα γίνει με μία μεγάλη απουσία κι ένα ραντεβού σε εκκρεμότητα.

Αναγκασμένος πλέον να προσαρμοστεί σε μία νέα πραγματικότητα ξεκινά μία νέα διαδρομή. Συνοδοιπόρος του η Αλίκη. Για καλή τύχη της ταινίας γυρίστηκε σε μία εποχή που ο νους ήταν καθαρός. Θυμηθείτε απλά τι συμβαίνει στο “Jagten” του Τόμας Βίντερμπεργκ, όταν ο καθηγητής απλά μιλάει σε μία μαθήτρια ανάλογης ηλικίας. Αναπτύσσεται μεταξύ τους μία δυνατή φιλία, όσο οξύμωρο κι αν μοιάζει. Πέρα από το σημειωματάριο και τη πολαρόιντ έχει μία ευαίσθητη παρουσία μαζί του. Χρέος του να την παραδώσει στους οικείους της. Στο μεταξύ όμως της μαθαίνει και μαθαίνει κι ο ίδιος τι σημαίνει να “ονειρεύεσαι”.

Ένα παιχνίδι αναζήτησης ταυτότητας κι επαναπροσδιορισμού της πορείας. Η σαγηνευτική, Γιόλα Ροτλάντερ είναι η Αλίκη, ο Ρούντιγκερ Βόγκλερ είναι ο Φιλίπ. Θα μπορούσε πρωταγωνιστής να είναι ο ίδιος ο σκηνοθέτης. Διεισδύουμε στους προβληματισμούς του, αναζητούμε λύσεις στο αδιέξοδό του. Η υπόθεση παίρνει υπαρξιακές διαστάσεις. Συνειρμικά έρχεται στο μυαλό μου το “Επάγγελμα Ρεπόρτερ” του Μικελάντζελο Αντονιόνι με τον Τζακ Νίκολσον και την Μαρία Σνάιντερ. Εδώ ο Φιλίπ κερδίζει όμως την μάχη, πρώτα απ΄όλα με τον ίδιο του τον εαυτό. Είναι αποφασισμένος μόλις φτάσει στο Μόναχο να γράψει.

Αυτό που κάνει το έργο του Βέντερς μοναδικό, να ξεχωρίζει είναι το πάθος του για τη δουλειά του. Μεγάλο πλεονέκτημα η χρήση της μουσικής. Γίνεται άλλες φορές με δυναμικό κι άλλες με απαλό τρόπο. Προάγει την πλοκή. Όλα αυτά μέσα σε ένα ασπρόμαυρο φόντο, μέσα στο οποίο διακρίνονται εξαιρετικές εικόνες χάρη στον διευθυντή φωτογραφίας, Ρόμπι Μίλερ. “Τα κενά οικόπεδα μοιάζουν με τάφους σπιτιών”. Το βλέμμα του πρωταγωνιστή παγώνει. Στοχάζεται. Εντελώς αντισταθμιστικά σε ένα διαδοχικό κοντράστ συναντάμε παιδιά. Το ένα στο ποδήλατο, το άλλο αγκαλιά με ένα τζουκ μποξ.

Ο Βέντερς με χειρουργική ακρίβεια (κληρονόμησε τα γονίδια από τον πατέρα του) σκιαγραφεί το προφίλ του Φιλίπ με έμφαση στη λεπτομέρεια. Γνωρίζουμε έναν νέο άνθρωπο, που έχει περάσει τα 30, νιώθει πως θα πετύχει κάτι μεγάλο κι αναζητεί επίμονα το μονοπάτι που θα τον οδηγήσει στην κορυφή. Τοποθετεί πλάι του την Αλίκη για του δώσει την ευκαιρία να κάνει μία νέα αρχή πάνω που πάει να βαλτώσει. Του δίνει μία σανίδα σωτηρίας να επιπλεύσει. Το τρένο τρέχει. Το πλάνο ξεμακραίνει. Ο Ρήνος απλώνεται στο πλάνο … Ποτέ δε θα μάθουμε τη συνέχεια.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Μεγάλη αντιφασιστική πορεία στην Μυτιλήνη

Σε καραντίνα δύο χωριά στην Κοζάνη