Την Παρασκευή 21 Φεβρουαρίου παραβρέθηκα στην εκδήλωση που οργάνωσε η Ολλανδική Πρεσβεία με αφορμή την παράσταση «Contaminated» της Θεοδώρας Κώτση-Φελίτσι στην οποία συμμετείχε, εκ μέρους του Διοικητικού Συμβουλίου της ΕλΕΔΑ, η Άσπα Θεοχάρη.
Στη συζήτηση μεταξύ της κ. Θεοχάρη και της καλλιτέχνιδας, στην οποία ξεκλειδώθηκαν όλα τα βιωματικά μυστικά της παράστασης συμμετείχαν και οι θεατές με πολύ ενδιαφέρουσες παρεμβάσεις. Η κ. Θεοχάρη έθεσε θεωρητικά και ανθρωπολογικά ζητήματα για τις κοινωνικές σημάνσεις του σεξισμού και της πατριαρχίας, όπως αυτές εγγράφονται και συνάμα νοηματοδοτούν «το γυναικείο σώμα ως πεδίο ντροπής». Ως σώμα που εσωτερικεύει την ενοχή, καταπνίγει τις επιθυμίες και αδυνατεί να συσχετιστεί με υγιή τρόπο αφού είναι ευνουχισμένο και καταπιεσμένο. Η κ. Θεοδώρα Κώτση-Φελίτσι εκκινώντας και αυτή από το τραύμα παρουσίασε βιωματικά το θέμα της παράστασης, που ήταν μία διπλή σεξουαλική κακοποίηση, καθότι επρόκειτο για έργο αυτοβιογραφικό.
Οι ρίζες του τραύματος , σύμφωνα με την καλλιτέχνιδα, δεν βρίσκονται μόνο στην πράξη καθαυτή αλλά προϋπάρχουν στις αντιλήψεις, με τις οποίες μεγαλώνουμε, στις οικογενειακές δομές και τη μετέπειτα ενσωμάτωσή τους από τα κορίτσια ακινητοποιώντας τα ως προς τα θέλω τους και καθιστώντας τα ανίκανα να αρθρώσουν την καθαρή φωνή της βούλησής τους. Το τραύμα μεταβιβάζεται διαγενεακά και «μολύνει» έτσι ολόκληρη την κοινωνία, τις φιλίες, τις συζητήσεις, τις αντιλήψεις που φέρουν ψυχολόγοι και κοινωνικές δομές καθιστώντας το σύστημα έναν αόρατο μα πανταχού παρών Λεβιάθαν που προκειμένου να μην αποδομηθεί και καταρρεύσει κατακρεουργεί με κάθε τρόπο τη φωνή και το σώμα των γυναικών.
Διατρέχοντας τις ποικίλες ψυχοθεραπευτικές μεθόδους, οι οποίες δεν ευόδωσαν ακριβώς γιατί δεν «άκουγαν» το τραύμα και τα συναισθήματά της, η κ. Θεοδώρα Κώτση-Φελίτσι παρουσίασε την αποτυχία ενός συστήματος – και μάλιστα ευρωπαϊκού – να διαγνώσει και να θεραπεύσει μία κακοποιημένη γυναίκα. Μία γυναίκα που περιπλανιόταν για χρόνια και διαβιούσε τη ζωή μιας «παγωμένης» ύπαρξης, που ωστόσο πάλευε πολύ σκληρά ώστε αντιμετωπίζοντας ακόμα και αυτοκτονικούς ιδεασμούς να μην διαχειριστεί ναρκισσιστικά το τραύμα της και να μην αναπαράγει τον φαύλο κύκλο της βίας.
Η παράσταση που ακολούθησε κατέδειξε πώς το τραύμα μπορεί να μετουσιωθεί σε τέχνη που συγκλονίζει, διεισδύει στις ψυχές και τα μυαλά των θεατών (εφόσον πρόκειται για ενεργητική και όχι παθητική ακρόαση), προβληματοποιεί εκ νέου το ζήτημα της βίας και μετατοπίζει τους διανοητικούς και συναισθηματικούς τους ορίζοντες.
Η κ. Θεοδώρα Κώτση-Φελίτσι ήταν η μοναδική ηθοποιός – χορεύτρια – αφηγήτρια της παράστασης. Ενσάρκωσε με την αφήγηση και την κίνησή της τη διπλή σεξουαλική κακοποίηση που η ίδια υπέστη. Εξήγησε το freeze του γυναικείου σώματος εξαιτίας του ότι έμαθε από το σπίτι της πως «η παρθενία είναι η πιο σημαντική προίκα μιας νέας γυναίκας». Χρησιμοποιώντας σχήματα, το τρίγωνο και τον κύκλο, προσπάθησε να εγγράψει τον λαβύρινθο της παράνοιας, τον αποπροσανατολισμό του συναισθήματος και την άβυσσο της μοναξιάς και της απελπισίας της.
Το μεγάλο πρόβλημα με το τραύμα, είναι ότι εμπίπτει στο πεδίο του «μη λόγου» και γι’ αυτό είναι τόσο δύσκολο να το αφηγηθεί ο παθών/ η παθούσα. Η διαδικασία των βασανιστηρίων για τους γλωσσολόγους είναι πεδίο προ – γλωσσικό όπου οι λέξεις αντικαθίστανται από κραυγές και ουρλιαχτά αποκτηνώνοντας όχι μόνο το θύμα αλλά και τον ίδιο τον βασανιστή. Είναι πολλές οι περιπτώσεις ανθρώπων που απώθησαν τόσο βαθιά τα τραύματά τους που και οι ίδιοι (νόμιζαν πως) τα ξέχασαν και αναδύθηκαν στην επιφάνεια μόνο μετά από χρόνια ψυχοθεραπείας. Ας θυμηθούμε πως οι πρώτοι επιζώντες του Άουσβιτς, όταν προσπαθούσαν να περιγράψουν τα όσα τρομακτικά βίωσαν στο στρατόπεδο, οι πρώτοι που τους άκουγαν δεν τους πίστευαν και θεώρησαν ότι έχουν υποστεί κάποιου είδους νευρικό κλονισμό. Η βία – ανάμεσα στα άλλα – αποτελεί και απόπειρα κατάργησης του λόγου, της επικοινωνίας, του συσχετισμού και της ώσμωσης μεταξύ των ανθρώπων∙ γι’ αυτό άλλωστε ο Theodor Adorno, έγραψε πως «Το να γράψεις έστω και ένα ποίημα μετά το Άουσβιτς είναι βάρβαρο» καταθέτοντας την αμηχανία του μπροστά στην οριακή αυτή στιγμή της ανθρώπινης βαρβαρότητας.
Η κ. Θεοδώρα Κώτση-Φελίτσι παρά ταύτα, και μίλησε και τεχνούργησε πρωταγωνιστώντας η ίδια στο δράμα και την κάθαρσή της. Στον επίλογο της παράστασης ο κύκλος που αποτελεί σχήμα χωρίς προσανατολισμό ενέγραψε εντός του ένα σταυρό – σύμβολο με πολλαπλές σημάνσεις αλλά που πάντως σκιαγραφεί έναν σαφή στόχο. Και η ίδια η πρωταγωνίστρια κατέβηκε από μία σκάλα και πλησίασε προς τους θεατές ∙ ίσως επρόκειτο για ανέβασμα από το σκοτάδι στο φως, από το βουβό τραύμα στην (επι)κοινωνία του μέσω της τέχνης με τους θεατές, οι οποίοι -ελπίζω – δεν σταθήκαμε αμέτοχοι και παθητικοί αλλά ενσυναισθητικοί ακροατές και φροντιστές. Ήταν – νομίζω – κι αυτό μία λύτρωση.