Oι συνθήκες αστεγίας κάτω από τις οποίες ζουν οι επιζώσες έμφυλης βίας αυξάνουν δραματικά τον κίνδυνο έκθεσής τους, εκ νέου, σε διάφορες μορφές σεξουαλικής βίας αναφέρει το Κέντρο Διοτίμα, αναγνωρισμένος και εξειδικευμένος φορέας σε θέματα έμφυλης βίας, εκφράζοντας τον έντονο προβληματισμό του για τη σημαντική αύξηση, το τελευταίο εξάμηνο, των επιζωσών έμφυλης βίας – αιτουσών άσυλο, που διαβιούν σε συνθήκες αστεγίας στην Αθήνα.
Αυτό δείχνουν τα στοιχεία της Υπηρεσίας διαχείρισης περιστατικών έμφυλης βίας του φορέα, που λειτουργεί στην πρωτεύουσα στο πλαίσιο του «Προγράμματος πρόληψης και απόκρισης της έμφυλης βίας στον αστικό ιστό»,
Χαρακτηριστικό είναι ότι 1 στις 3 επιζώσες, αναφέρουν ότι έχουν υποστεί βιασμό κατά τη διάρκεια της αστεγίας.
Πρόκειται για γυναίκες – πρόσφυγες που έχουν υποστεί ήδη πολλαπλές μορφές έμφυλης βίας στη χώρα καταγωγής τους, κατά το ταξίδι αλλά και στην Ελλάδα, πριν φτάσουν στην ενδοχώρα. Πολλές εξ αυτών είναι επιβαρυμένες με βασανιστήρια, αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα υγείας, ενώ συχνά είναι μόνες μητέρες.
Σε αριθμούς
Η Υπηρεσία Διαχείρισης Περιστατικών Έμφυλης Βίας (SGBV Case Management) εξυπηρέτησε κατά το εξάμηνο Ιούνιος – Νοέμβριος 2019, 134 επιζώσες έμφυλης βίας που διαμένουν στον αστικό ιστό της Αθήνας, παρέχοντας υπηρεσίες ψυχοκοινωνικής υποστήριξης, νομικής βοήθειας, ενδυνάμωσης, συνοδείας, από εξειδικευμένες επαγγελματίες.
Από το σύνολο των εξυπηρετούμενων διαπιστώθηκε ότι το 73% βρίσκονταν σε συνθήκες αστεγίας, ενώ μόνο το 26% εντάσσονταν σε κάποιο πρόγραμμα στέγασης. Η διαβίωσή τους δε σε συνθήκες μη ασφαλούς στέγασης, διαπιστώθηκε ότι σχετίζεται άμεσα με την ύπαρξη νέων περιστατικών έμφυλης βίας (Gender Based Violence – GBV).
Συγκεκριμένα, εκ του συνόλου των αστέγων επιζωσών το 44% ανέφερε ότι φιλοξενείται προσωρινά από άγνωστα άτομα, σε σπίτι που συνήθως διαμένουν πολλά ακόμα άγνωστα άτομα. Το 39% ανέφερε ότι διαμένει στο δρόμο, το 11% ότι φιλοξενείται προσωρινά και καταβάλλει αντίτιμο χρημάτων ή υπηρεσιών. Τέλος καταγράφηκε και ένα 6% που διαμένει σε άτυπες μορφές στέγασης.
Κατά τη διαδικασία παροχής ψυχοκοινωνικής υποστήριξης, παρατηρήθηκε ότι η αστεγία προκαλεί ή εντείνει τα ψυχοκοινωνικά προβλήματα των επιζωσών. Επιπλέον, από το σύνολο των εξυπηρετούμενων αστέγων γυναικών το 37% ανέφερε ότι υπέστη ένα ή περισσότερα περιστατικά έμφυλης βίας, που σχετίζονταν άμεσα με την έλλειψη στέγης.
Συγκεκριμένα, το 77% των γυναικών αναφέρει ότι υπέστη σεξουαλική βία στο διάστημα που αναγκαζόταν να διαμένει στο δρόμο ή «φιλοξενούταν». Ειδικότερα το 39% υπέστη βιασμό, το 33% σεξουαλική παρενόχληση, το 5% σεξουαλική επίθεση/απόπειρα βιασμού.
Το υπόλοιπο 20% αφορά γυναίκες οι οποίες δέχθηκαν έντονες ψυχολογικές πιέσεις (3%) ή απειλήθηκαν ή /και εξαναγκάστηκαν σε σεξ (17%), προκειμένου να τους επιτραπεί να συνεχίσουν να διαμένουν στο κατάλυμα που «φιλοξενούνταν».
Τέλος αναφέρθηκαν και κάποια λίγα περιστατικά (3%) σωματικής βίας.
Δημογραφικά στοιχεία
Περίπου το 64% των άστεγων επιζωσών προέρχονται από χώρες της Αφρικής (28% Καμερούν, 28% Λαϊκή Δημοκρατία Κονγκό και από 3% Ακτή Ελεφαντοστού, Σιέρρα Λεόνε και Μαρόκο), ακολουθούν οι καταγόμενες από το Ιράν (περίπου 22%), Πακιστάν (5,56%), και τέλος μικρός αριθμός γυναικών από το Λίβανο, τη Συρία και το Αφγανιστάν.
Αναφορικά με την ηλικία, η συντριπτική πλειοψηφία (94%) είναι μεταξύ 18-40 ετών και ως προς το νομικό καθεστώς, το 83% έχει αιτηθεί άσυλο.
Με βάση τα παραπάνω, το Κέντρο Διοτίμα καλεί τα αρμόδια όργανα της πολιτείας και ειδικότερα το Υπουργείο Μεταναστευτικής Πολιτικής και την ΓΓΟΠΙΦ να λάβουν συγκεκριμένα μέτρα πρόνοιας για τη στέγαση των επιζωσών έμφυλης βίας – αιτουσών άσυλο. «Είναι αναγκαιότητα η Πολιτεία να ανταποκριθεί άμεσα στις υποχρεώσεις της και να παράσχει ασφαλείς και αξιοπρεπείς συνθήκες στέγασης, όπως αυτές ορίζονται από το υπάρχον νομικό πλαίσιο ((Ν. 4375/2016 όπως τροποποιήθηκε και ισχύει μετά τον Ν.4636/2019), για όλες/όλους τους αιτούντες άσυλο και ειδικότερα για τις/τους επιζώσες/όντες έμφυλης βίας, προκειμένου να αποφευχθεί η εκ νέου έκθεσή τους σε κίνδυνο και να ανατραπεί το καθεστώς μη προστασίας, που συνοδεύει τις γυναίκες και κορίτσια πρόσφυγες από την έναρξη του ταξιδιού τους» σημειώνει στην ανακοίνωσή του το Κέντρο.