Παίρνω το θάρρος (;) να γράψω, για πρώτη και, ίσως, τελευταία φορά, για την ομάδα που αγαπώ από μικρός και αποτελεί, η ενασχόληση μαζί της, από τις πιο ευχάριστες ώρες μου. Δεν το κάνω για να προβάλλω -ανεξάρτητα από τον τίτλο, που είναι στιχάκι από τραγούδι της κερκίδας- το δεδομένο μεγαλείο της. Μου δίνεται, απλώς, η αφορμή να σκεφτώ κατά πόσο το οπαδικό κίνημα θα μπορούσε να συστρατευθεί με τα περισσότερο “κανονικά” κινήματα σε έναν ριζοσπαστικό προσανατολισμό.
Η ιδέα μού μπήκε, όταν, πριν από μερικές μέρες ακούγοντας στο αυτοκίνητο -πράγμα, που, ως πολιτικά διεστραμμένος, δεν το κάνω συχνά- μια εκπομπή του yellow radio, αντιλήφθηκα πως παρακολουθούσα μια εξαιρετική, από δημοσιογραφική και πολιτική άποψη, συνέντευξη του προέδρου του σωματείου της Μαλαματίνας. Ένα οπαδικό ραδιόφωνο λειτουργούσε ως μεγάφωνο προώθησης του σημαντικότερου εργατικού αγώνα της περιόδου στην Θεσσαλονίκη. Σε κοινό νεανικό, από χαμηλές κοινωνικές τάξεις, ως επί το πλείστον, με μεγάλα βιοτικά προβλήματα, αλλά δυναμικό, ζωηρό. Που τραγουδάει “[…] δεν έχω σπίτι δεν έχω δουλειά δεν έχω γκόμενα δεν έχω λεφτά […] Άρης και δεν είμαι καλά”(ας τους συγχωρήσουμε το μικρό πολίτικλι ανκορέκτ).
Λίγες μέρες μετά, στην Θύρα 3 του Χαριλάου, στο ματς με τον ΠΑΟΚ, όλος ο κόσμος έβλεπε ένα μεγάλο πανό με μήνυμα συμπαράστασης στους απεργούς.
Δεν ήταν η πρώτη φορά που, σε ένα μείζον κοινωνικό ζήτημα, οι οπαδοί της ομάδας αντιδρούσαν με εξαιρετικό τρόπο. Το πιο πρόσφατο μεγάλο γεγονός ήταν η αντιπαράθεση, μετά το 2018, σχετικά με το μακεδονικό. Όπου οι οπαδοί του ΠΑΟΚ έγραφαν σε τοίχους “Η Μακεδονία είναι ελληνική” οι συμπολίτες τους διέγραφαν το “ελληνική” και το αντικαθιστούσαν με το “κίτρινη”.
Εκτός αυτού, οι σύνδεσμοι έχουν μια ρητά δηλωμένη αντίφα λογική και δραστηριότητα. Μάλιστα, κάποια περίοδο, υπήρχε και σύνδεσμος με το όνομα “Άρης Βελουχιώτης” -δεν ξέρω αν υφίσταται ακόμα.
Όλ’ αυτά είναι προφανής λόγος περηφάνιας για μια ομάδα με οπαδούς, που έχουν πολύ ταλαιπωρηθεί και για πολύ καιρό.
Το σημαντικότερο, ωστόσο, είναι πως βάζει σε σκέψεις κατά πόσο και πώς, πράγμα απολύτως ευκταίο, όλος αυτός ο κοινωνικοπολιτικός ριζοσπαστισμός -που, προφανώς, αφορά και άλλες ομάδες, για τις οποίες δεν έχω στοιχεία- θα μπορούσε να βρει μια πιο διευρυμένη και αποτελεσματική.
Βέβαια, μιλάμε για έναν σύλλογο, ο οποίος στο δεύτερο άρθρο του ιδρυτικού καταστατικού του, ήδη το 1915, επισημαίνει πως ο σκοπός της δημιουργίας του είναι “η εκγύμνασις ισχυράς ομάδος αποτελουμένης εκ πασών των κοινωνικών τάξεων” και όχι η δημιουργία “λέσχης ευγενών”, ενώ αποτελεί τον πρώτο σύλλογο με γυναικεία τμήματα, από το 1920 κιόλας.
Όπως σημειώνει η Βικιπέδεια, “[ω]ς εκπρόσωπος της πολυπολιτισμικής Θεσσαλονίκης, ο Άρης εγκόλπωνε στις τάξεις του πολλούς αρμενικής, εβραϊκής και ευρωπαϊκής καταγωγής κατοίκων της πόλης”.
Βάσει αυτής της παράδοσης, ίσως, ο ηγέτης της ομάδας για μια δεκαετία (1955-1963) υπήρξε ο Μουφίτ Καλλιοντζής, ο οποίος ήρθε από τη Γαλατά Σεράι και υπήρξε ο πρώτος ποδοσφαιριστής της μειονότητας που αγωνίστηκε στην Εθνική. Αντίστοιχα, ο Γίλμι Κατάμα υπήρξε ο πρώτος μαύρος ποδοσφαιριστής, Αιθίοπας, που αγωνίστηκε στην Ελλάδα., το 1964.
Είναι γνωστό πως για πάρα πολύ καιρό στην ελληνική Αριστερά η ενασχόληση με το ποδόσφαιρο θεωρούταν ποταπότατη δραστηριότητα, στο όριο της απόταξης. Σίγουρα, πάντως, περιθωριακή και ανόητη.
Άλλο ένα λάθος της, ανάμεσα στα πολλά.
Η πλειοψηφία όσων γεμίζουν τα τσιμέντα των γηπέδων είναι από τους χαμένους κοινωνικά, έχουν, όμως, τις προδιαγραφές να μην είναι λούζερς. Και μπορεί ο Πορτοκάλογλου να υπερβάλλει όταν τραγουδάει “Τα παιδιά στην κερκίδα είναι η μόνη σου ελπίδα”, αλλά δεν υπερβάλλει κι εντελώς…