Με ένα υπερσυντηρητικό σκεπτικό που θεωρεί ότι η υπουργική απόφαση του Νίκου Φίλη για τη διδασκαλία των Θρησκευτικών «κλονίζει τη θρησκευτική χριστιανική συνείδηση» και αλλοιώνει τον ορθόδοξο χαρακτήρα του κράτους, το Συμβούλιο της Επικρατείας στηρίζει τις παρεμβάσεις της Εκκλησίας στην εκπαίδευση.
Με πολλαπλές και επαναλαμβανόμενες αναφορές στην «ορθόδοξη χριστιανική συνείδηση» το Ανώτατο Δικαστήριο κάνει δεκτή την προσφυγή του μητροπολίτη Πειραιώς Σεραφείμ, της Ιεράς Μητρόπολης Πειραιά, της Εστίας Πατερικών Μελετών, γονέων και άλλων.
Στη σημερινή συνεδρίαση η Ολομέλεια του ΣτΕ ακύρωσε την από 7.9.2016 απόφαση του τέως υπουργού για τον τρόπο διδασκαλίας του μαθήματος των θρησκευτικών στις τάξεις Γ΄ έως ΣΤ του Δημοτικού και του Γυμνάσιου, αλλά δεν αναφέρεται στη διδασκαλία του μαθήματος στο Λύκειο, καθώς για το θέμα αυτό εκκρεμεί άλλη αίτηση ακύρωσης.
To σώμα με πρόεδρο τον Νικόλαο Σακελλαρίου και εισηγητή τον σύμβουλο Επικρατείας Ευθύμιο Αντωνόπουλο δημοσίευσε την υπ΄ αριθμ. 660/2018 απόφασή της κρίνει αντισυνταγματική και αντίθετη στις διεθνείς συμβάσεις και την Ευρωπαϊκή και Ελληνική νομοθεσία.
Όπως αναφέρουν οι σύμβουλοι Επικρατείας, με την απόφασή του ο Νίκος Φίλης επικαλούμενος τη διεθνή επιστημονική συζήτηση καθώς τους στόχους διδασκαλίας των Ευρωπαϊκών μαθημάτων Θρησκευτικών, προσδιορίζει το μάθημα των Θρησκευτικών ως ένα διευρυμένο και με σαφείς θεολογικές προϋποθέσεις μάθημα, ενώ επιδιώκει τη συμμετοχή όλων των παιδιών στο μάθημα των Θρησκευτικών χωρίς καμία διάκριση ανεξάρτητα από τη θρησκευτική πεποιθήσεις τους.
Οι σύμβουλοι Επικρατείας αποφάνθηκαν ότι η υπουργική απόφαση είναι αντίθεση:
-στο άρθρο 16 του Συντάγματος το οποίο ορίζει ότι η παιδεία αποτελεί βασική αποστολή του κράτους και μεταξύ των σκοπών της είναι η ανάπτυξη της εθνικής και θρησκευτικής συνείδησης, γιατί με το πρόγραμμα σπουδών που εισάγεται για το Δημοτικό και το Γυμνάσιο «φαλκιδεύεται ο επιβαλλόμενος από τη συνταγματική αυτή διάταξη σκοπός της ανάπτυξης, δηλαδή της Ορθόδοξης Χριστιανικής συνείδησης των μαθητών στα ανήκοντα στην επικρατούσα θρησκεία της Ανατολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας του Χριστού,
-στην διάταξη του άρθρου 13 του Συντάγματος που κατοχυρώνει ως απαραβίαστη την ελευθερία της θρησκευτικής συνείδησης, γιατί η προσβαλλόμενη απόφαση θα έπρεπε να απευθύνεται αποκλειστικά στους Ορθόδοξους Χριστιανούς μαθητές και να κατατείνει στην εμπέδωση και συνέχιση της Ορθόδοξης Χριστιανικής συνείδησης, καθώς η προσβαλλόμενη υπουργική απόφαση κλονίζει την Ορθόδοξη Χριστιανική συνείδηση που πριν από την έναρξη του σχολικού βίου διαμορφώνουν οι μαθητές το πλαίσιο του οικογενειακού τους περιβάλλοντος. Μάλιστα, η εισαγόμενη με την προσβαλλόμενη υπουργική απόφαση διδασκαλία του μαθήματος των Θρησκευτικών είναι ικανή να παρέμβει στον ευαίσθητο ψυχικό κόσμο των μαθητών που δεν διαθέτουν την κριτική αντίληψη των ενηλίκων και να τους εκτρέψει από την Ορθόδοξη Χριστιανική συνείδηση και
-προσβάλλεται ευθέως το Πρώτο Πρόσθετο Πρωτόκολλο της ΕΣΔΑ γιατί στερεί από τους μαθητές του Ορθόδοξου Χριστιανικού δόγματος το δικαίωμα να διδάσκονται αποκλειστικά τα δόγματα, τις ηθικές αξίες και τις παραδόσεις της Ανατολικής Ορθοδόξου Εκκλησίας του Χριστού, ενώ η νομοθεσία προβλέπει για μαθητές Ρωμαιοκαθολικούς, Εβραίους και Μουσουλμάνος να διδάσκονται αυτοτελώς το μάθημα αυτό.
Σε σημείο οι σύμβουλοι Επικρατείας επισημαίνουν ότι προβλεπόμενη διδασκαλία του μαθήματος των θρησκευτικών κατά την απόφαση του Νίκου Φίλη δεν είναι ικανή να ανάπτυξη, εμπεδώσει και να ενισχύσει όπως επιβάλλεται από τη διάταξη του άρθρου 16 του Συντάγματος την Ορθόδοξη Χριστιανική συνείδηση των μαθητών, γιατί η διάταξη αυτή:
-είναι ελλιπής κατά περιεχόμενο,
-δεν είναι αυτοτελής, αμιγής και διακριτική σε σχέση με τη διδασκαλία στοιχείων αναφερομένων σε άλλα δόγματα ή θρησκείες με αποτέλεσμα να προκαλείται σύγχυση στους μαθητές ως προς το περιεχόμενο της Ορθόδοξης Χριστιανικής διδασκαλίας και
-δεν είναι επαρκή από την άποψη του χρόνου που διατίθεται για το μάθημα των Θρησκευτικών.
Παράλληλα, σύμφωνα πάντα με τους συμβούλους Επικρατείας, το πρόγραμμα σπουδών παρουσιάζει σοβαρές ελλείψει ως προς το περιεχόμενο της Ορθόδοξης Χριστιανικής διδασκαλίας, καθώς:
-δεν γίνεται αναφορά στην Αγία Ομοούσιο και Αδιαίρετο Τριάδα την οποία επικαλούνται στην επικεφαλίδα τους όλα τα Ελληνικά Συντάγματα και
-στη Γ΄ τάξη του Δημοτικού ο Ιησούς Χριστός παρουσιάζεται ως ξένος, ως προσδοκώμενος Μεσσίας, ως δάσκαλος που όλοι θαυμάζουν, ως αγαπημένος φίλος, όχι όμως ως Σωτήρας του κόσμου.
«Πολλά χρόνια πίσω»
Απάντηση στην παραπάνω απόφαση εξέδωσε το υπουργείο Παιδείας τονίζοντας ότι αυτή «πηγαίνει την εκπαίδευση και την κοινωνία πολλά χρόνια πίσω, καθώς ταυτίζεται και συντάσσεται με απόψεις ακραίων και σκοταδιστικών θεολογικών κύκλων».
Στην ανακοίνωσή του το υπουργείο σημείωσε πως «σέβεται τις δικαστικές αποφάσεις, οι οποίες ωστόσο και αυτές κρίνονται ως προς τα αποτελέσματά τους και ως προς το σκεπτικό τους» και δήλωσε «αποφασισμένο να συνεχίσει το έργο της ανανέωσης, του πλουραλισμού και του εκδημοκρατισμού των προγραμμάτων σπουδών και των διδακτικών υλικών όλων των βαθμίδων».
«Σημειώνεται δε, ότι η νέα διδασκαλία του μαθήματος των Θρησκευτικών έχει ενσωματωθεί πλήρως και έχει γίνει απολύτως αποδεκτή από εκπαιδευτικούς και μαθητές γιατί αποτελούσε ώριμο αίτημα της ελληνικής κοινωνίας. Το Υπουργείο, τέλος, θα τοποθετηθεί εκ νέου για το θέμα όταν κοινοποιηθεί η απόφαση» καταλήγει η ανακοίνωση.
Στη συνέχεια το κυβερνών κόμμα σχολιάζει χαρακτηριστικά ότι πρόκειται για μια απόφαση βασισμένη «σε ένα σκεπτικό βγαλμένο από εποχές αλήστου μνήμης, το οποίο προσομοιάζει με σκοταδιστικές απόψεις ακραίων θεολογούντων»
Στην ανακοίνωσή του ο ΣΥΡΙΖΑ σημειώνει ότι «η εκπαίδευση οφείλει να καλλιεργεί την κριτική σκέψη, να προάγει τις αρχές και τις αξίες της Ελευθερίας, της Δημοκρατίας, της συνύπαρξης με την διαφορετικότητα» και ότι το υπουργείο Παιδείας «να συνεχίσει απαρέγκλιτα το έργο της βαθιάς μεταρρύθμισης και του εκσυγχρονισμού των προγραμμάτων διδασκαλίας, που εδώ και καιρό έχει δρομολογήσει».
Πηγή: efsyn.gr