Τα έθνη – κράτη στην Ευρώπη δεν χάραξαν τα σύνορά τους αναίμακτα. Οι ναπολεόντειοι πόλεμοι, για παράδειγμα, είχαν για αφετηρία τους το γαλλικό εθνικισμό και την ανάδειξη της τρίτης τάξης σε έθνος, από την γαλλική επανάσταση του 1789. Ο εθνικισμός των λαών και ο ανταγωνισμός των ελίτ, με την επικράτηση του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής (βιομηχανική και τεχνολογική επανάσταση), αποκτά νέα ποιοτικά χαρακτηριστικά γύρω από την εδαφική επέκταση και τον αποικιοκρατικό ανταγωνισμό των εθνών – κρατών. Οι πόλεμοι χαράζουν τα νέα σύνορα στη Ευρώπη, διαλύουν αυτοκρατορίες και δημιουργούν νέα έθνη – κράτη, που βρίσκονται όμως κάτω από τον έλεγχο και την εξάρτηση κυρίαρχων, ιμπεριαλιστικών κρατών που ανταγωνίζονται μεταξύ τους και σε περιόδους ειρήνης.
Στο Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο μπορεί να ηττήθηκε ο γερμανικός εθνικισμός και ναζισμός, οι έννοιες του ζωτικού χώρου και της νέας τάξης πραγμάτων του Γ΄ Ράιχ, άφησε όμως πίσω του μια κατεστραμμένη οικονομικά, πολιτικά και ιδεολογικά διαιρεμένη Ευρώπη, όπου τα νέα της σύνορα, χαράχτηκαν πάνω στο τείχος του Βερολίνου και τον ιμπεριαλιστικό ανταγωνισμό του «ψυχρού πολέμου μεταξύ των δυο πόλων».
Μέσα σε αυτές τις συνθήκες αναδύθηκαν οι ιδέες και οι προσπάθειες, από τις αρχές της δεκαετίας 1950, για τη δημιουργία της Ενωμένης Ευρώπης, των ενωμένων πολιτειών της Ευρώπης, χωρίς εθνικά σύνορα, αλλά με ενιαία οικονομία και πολιτιστική ταυτότητα. Τα σύνορα όμως δεν ορίζονται μόνο εδαφικά. Στη σημερινή Ευρώπη τα σύνορα έχουν οικονομική, κοινωνική, πολιτιστική – ιστορική μορφή.
Η μεταπολεμική Ευρώπη σε τίποτα δεν θύμιζε την Ευρώπη των ισχυρών αποικιοκρατικών, ιμπεριαλιστικών κρατών, της αυγής του 20ου αιώνα. Κατεστραμμένη -από τον Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο – που εκτός από την καταστροφή της οικονομίας και των υποδομών της, είχε να αντιμετωπίσει και τη Σοβιετική Ένωση, που πρόβαλλε ως πόλος συσπείρωσης των χωρών του «ανατολικού μπλοκ». Οι Η.Π.Α. προσέφεραν την οικονομική τους στήριξη για την ανοικοδόμηση της Ευρώπης, ενώ εγγυήθηκαν και την πολιτική – στρατιωτική της ασφάλεια μέσω του ΝΑΤΟ, από την απειλή της Σοβιετικής Ένωσης και του Συμφώνου της Βαρσοβίας. Παράλληλα οι ευρωπαίοι έβαλαν σε κίνηση τη δημιουργία υπερεθνικών ευρωπαϊκών θεσμών και οργανισμών που θα προήγαγαν την μεταξύ τους πολιτική και οικονομική συνεργασία, την ειρηνική επίλυση των διαφορών, αφήνοντας πίσω τις αντιπαραθέσεις και την καχυποψία (κυρίως μεταξύ Γαλλίας – Γερμανίας). Η αρχή γίνεται με την ευρωπαϊκή κοινότητα άνθρακα και χάλυβα(Ε.Κ.Α.Χ), συνεχίζεται με την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας (Ε.Ο.Κ.), η οποία με την συνθήκη του Μάαστριχτ, μετονομάζεται το 1993, σε Ευρωπαϊκή Ένωση.
Η Ε.Ο.Κ. και η εξέλιξή της, η Ε.Ε., είναι ένας διακρατικός οργανισμός συσπείρωσης εθνών – κρατών που μεταβάλλεται μέσα στο χώρο και το χρόνο, επηρεαζόμενος από το γεωπολιτικό περιβάλλον και τις στρατηγικές επιδιώξεις των ανταγωνιστικών, αλλά και σύμμαχων κρατών. Τα σύνορα ξεφεύγουν από την απλή γεωγραφική τους οριοθέτηση και αποκτούν νέα ποιοτικά χαρακτηριστικά.
Η Ε.Ο.Κ., από το 1957 έως και την πτώση, κατάρρευση του «υπαρκτού σοσιαλισμού» στην ανατολική Ευρώπη το 1989 – 1991, πέρα από μια οικονομική, τελωνιακή ένωση που συγκροτείται με βάση την καπιταλιστική ανάπτυξη και λειτουργία των αγορών, θέτει συγκεκριμένα πολιτικά και ιδεολογικά σύνορα απέναντι στη Σοβιετική Ένωση και τις χώρες που ανήκουν στη ζώνη επιρροής της, στην Ευρωπαϊκή Ήπειρο.
Η ενοποίηση της Ευρώπης και οι πολιτικές αλλαγές στην ανατολική Ευρώπη, σε συνδυασμό με τις νέες ιδεολογικές και πολιτικές τάσεις που θέλουν την Ευρώπη να ενοποιείται πολιτικά και οικονομικά, οδηγεί στην προώθηση θεσμικών αλλαγών, (συνθήκες Μάαστριχτ, Άμστερνταμ κ. ά.) ώστε να συγκροτηθεί ένας υπερεθνικός οργανισμός, η Ευρωπαϊκή Ένωση με συγκροτημένα όργανα και συγκεκριμένους σκοπούς.
Η Ευρώπη, αφήνοντας πίσω της την ψυχροπολεμική εποχή, εντάσσει σταδιακά στους κόλπους της, όλες τις χώρες της ανατολικής Ευρώπης και τις Βαλτικές Δημοκρατίες, διαμορφώνοντας ένα νέο ευρωπαϊκό χάρτη που απεγκλωβίζεται από τη ρωσική επιρροή. Διαμορφώνει νέους όρους οικονομικής και πολιτικοκοινωνικής ανάπτυξης αυτών των χωρών, μετατρέπει την Ευρώπη σε μια μεγάλη εσωτερική αγορά, την μεγαλύτερη του κόσμου (η Ευρώπη των 28),που συνεχώς επεκτείνεται. Η Ε.Ε., με ένα πλήθος συμφωνιών και εμπορικών σχέσεων αναπτύσσει τις σχέσεις και με τρίτες χώρες, όπου πολλές από αυτές είναι υπό ένταξη (δυτικά Βαλκάνια, Τουρκία).
Ο γεωγραφικός «επεκτατισμός» της Ε.Ε. της δημιούργησε συγκεκριμένα προβλήματα συνοχής . Η ενσωμάτωση των νέων χωρών πολλές φορές συγκρούεται με το «Ευρωπαϊκό κεκτημένο», που πέρα από την οικονομική και κοινωνική του διάσταση, περικλείει και ένα θεσμικά κατοχυρωμένο σύστημα αξιών, άγνωστο στις ελίτ και στις κοινωνίες αυτών των κρατών. Επί πλέον, για πρώτη φορά η Ευρώπη, μετά τον Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο έχει διευθετήσει διεκδικήσεις και αναχαράξεις συνόρων σε εδάφη και θάλασσες των κρατών –μελών και των υπό ένταξη χωρών.
Το όραμα μιας πολιτικά και οικονομικά ομοσπονδιακής Ευρώπης, στηρίχθηκε σε μια εποχή, όπου οι οικονομίες των χωρών της Ε.Ε. αναπτύσσονταν δυναμικά μέσα σε ένα περιβάλλον παγκοσμιοποίησης των αγορών. Τα χρέη όμως των χωρών της ένωσης και η συνολική κρίση της ευρωζώνης, εδώ και 6 χρόνια, έθεσε νέους διαχωρισμούς και σύνορα ανάμεσα στα κράτη, σε αυτά που χρωστούν και σε αυτά που δανείζουν. Τα πρώτα με λαούς «οκνηρούς» που ζουν εις βάρος των δεύτερων κρατών, των οποίων οι λαοί παράγουν.
Ο στόχος που έθεσε η Ε.Ε. για σύγκλιση των οικονομιών και για άμβλυνση των αντιθέσεων με τις χώρες της ένωσης που δεν μπορούν να παρακολουθήσουν την ανάπτυξη και την αύξηση της παραγωγικότητας της Γερμανίας και του αναπτυγμένου Βορρά της Ευρώπης, διόγκωσε τα προβλήματα και τον υπερδανεισμό της Νότιας Ευρώπης οδηγώντας την σε κρίση χρέους, που είχαν σαν αποτέλεσμα τις σημερινές οικονομικές και κοινωνικές συνέπειες, τις οποίες ζει και η χώρα μας. Ο Νότος, για τις πλούσιες χώρες του Βορρά λειτούργησε και λειτουργεί σαν μια αγορά χρήματος (δανεισμού) και προϊόντων, ισχυρών εθνικών και πολυεθνικών κεφαλαίων. Μπορούμε επομένως να πούμε πως το ομοσπονδιακό όραμα της Ευρώπης, η πολιτική και οικονομική της ενοποίηση, το κοινό της νόμισμα, συνθλίβονται από τα συμφέροντα των αναπτυγμένων και ισχυρών κρατών – εθνών της Ε.Ε., με αποτέλεσμα να έχουμε νέα οικονομικά σύνορα.
Προβλήματα επίσης δημιουργεί και η διεύρυνση της Ε.Ε. ως προς τις χώρες της άλλοτε Σοβιετικής Ένωσης. Η Ρωσία, ενώ επέτρεψε την είσοδο των Βαλτικών χωρών στην Ε.Ε., αντιδρά όμως για την Ουκρανία, καθώς θεωρεί πως στο έδαφος της διακυβεύονται γεωπολιτικά και ιστορικά της συμφέροντα πως απειλείται από τους ανταγωνιστές της και περιχαρακώνεται γύρω από τη θεωρεία της «ρωσικής συνείδησης» και του έθνους – κράτους της. Όμως και οι ουκρανοί και υποστηρικτές τους, της Ε.Ε., συγκροτούν την αντίδρασή τους στη βάση της «αντιρωσικής συνείδησης». Ουσιαστικά, στην κρίση της Ουκρανίας, βλέπουμε την προσπάθεια συνοριακής αναπροσαρμογής της Ευρώπης από πλευράς Ε.Ε., στη συνοριακή γραμμή Ουκρανίας – Ρωσίας.
Ο ανταγωνισμός όμως έχει πολλές μορφές, ακόμα και στο επίπεδο συγκρότησης υπερεθνικών θεσμών. Η Ε.Ε. ως τέτοιος παρακολουθεί την προσπάθεια της Ρωσίας να συμμετέχει ή να συγκροτεί τέτοιους θεσμούς (π. χ. κοινοπολιτεία ανεξαρτήτων χωρών, ευρασιατική ένωση). Γεγονός είναι, πως ο ιστορικός χρόνος θα δείξει τις εδαφικές αλλαγές που συνεχίζονται στην Ευρώπη.
Η παγκοσμιοποίηση, ως διαδικασία και μορφή εξουσίας, μας έδωσε πολλές φορές διαφορετικές εικόνες από το τι εννοούμε σύνορα. Ο εκ νέου ορισμός του Φιλελευθερισμού και η παγκόσμια κυριαρχία της οικονομίας της αγοράς και των διαφόρων οικονομικών και πολιτικών κέντρων των ελίτ της εξουσίας, δημιούργησε την αίσθηση ότι τα σύνορα των εθνών – κρατών ανήκουν στο παρελθόν. Οι διαφορές πλέον θα επιλύονταν στα φόρουμς διεθνών οργανισμών και ιδρυμάτων. Όσο όμως αυτό δηλώνει μια ενοποίηση, τα σύνορα υψώνονται όλο και περισσότερο (μεταναστευτικά κύματα από το Ιράκ, τη Συρία, την Αφρική και αλλού), οι πόλεμοι αγγίζουν και την Ευρώπη (Κόσσοβο, Σερβία, Ουκρανία), με αποτέλεσμα να διευρύνονται οι γεωπολιτικές αντιθέσεις μεταξύ Ρωσίας – Κίνας από τη μια και Η.Π.Α.- Ε.Ε. από την άλλη.
«Ό,τι και να λέγεται για ένα δήθεν στάδιο μετακρατικό, τα παραδοσιακά έθνη- κράτη διατηρούν τη σημασία και τη συνοχή τους τουλάχιστον σε τρία επίπεδα πολιτικού ελέγχου, εσωτερικής και εξωτερικής πολιτικής και πολιτισμικής ταυτότητας» (Λίλα Λεοντίδου, Αγεωγράφητος Χώρα, εκδόσεις: Προπομπός, Αθήνα 2011).Ο παγκόσμιος χάρτης στην εποχή της παγκοσμιοποίησης αποτελείται από έθνη- κράτη τα υπάρχοντα και τα νέα που δημιουργούνται. Τα σύνορα ακόμα συνεχίζουν να ορίζουν το κρατικό, το διακρατικό και το διεθνές.
Το έθνος – κράτος συνεχίζει να οργανώνει τις ζωές των ανθρώπων, συνεχίζει να αποτελεί ακόμα και μια γραμμή άμυνας λαών που θέλουν να υπερασπιστούν την κοινή τους πολιτιστική ταυτότητα. Για να μπορέσει όμως η Ευρώπη να ξεπεράσει τις εδαφικές οριοθετήσεις των εθνών- κρατών, να μετατραπεί «σε κοινό σπίτι των λαών της», θα πρέπει η πολιτική, η οικονομική και νομισματική της ενοποίηση, το ευρώ, να ενώνει θεσμικά τις χώρες- μέλη της (ιδιαίτερα τις πιο αδύναμες). Δυστυχώς όμως η οριοθέτησή της, όπως επιχειρείται σήμερα, θέτει νέα σύνορα, ορατά και μη, που επαναφέρουν τους χωρικούς διαχωρισμούς ανατολής- δύσης, βορρά- νότου, όπου επαναδιατυπώνουν τον δυτικό Ευρωπαϊκό Οριενταλισμό (η ψευδεπίγραφη ανωτερότητα του δυτικού πολιτισμού), μέσα στο περιορισμένο πλαίσιο της παγκοσμιοποίησης του δυτικού πολιτισμού.