Δεν είναι δυνατό να κατανοήσουμε τη συνθήκη που έχει διαμορφωθεί στα καμπ της επικράτειας εν μέσω πανδημίας, αν δεν έχουμε γνώση της κατάστασης που επικρατούσε εκεί πριν αυτή εκδηλωθεί.
Της Λυδίας Λιοδάκη
Αυτό είναι σημαντικό, γιατί η πανδημία βρίσκει τα καμπ ήδη υπερπλήρη, με δεκάδες χιλιάδες άτομα να διαβιούν εγκλωβισμένα στα στρατόπεδα συγκέντρωσης όλης της χώρας. Η πλειοψηφία τους βρίσκεται στα Κέντρα Υποδοχής και Ταυτοποίησης μόλις πέντε νησιών του Αιγαίου, σε μια εφιαλτική συνοριακή ζώνη απώθησης, με τους περισσότερους να ζουν στο στρατόπεδο της Μόριας στη Λέσβο.
Στο μέρος αυτό διαμένουν και διέμεναν, ήδη προ πανδημίας, πάνω από 20.000 πρόσφυγες/μετανάστριες/αιτούντες και αιτούσες άσυλο: το 35%, δηλαδή περίπου 7.000, είναι παιδιά.
Είναι γνωστό από δεκάδες αναφορές ιατρικών οργανώσεων και οργανώσεων ανθρωπίνων δικαιωμάτων, καθώς και φορέων που δραστηριοποιούνται στα νησιά του Αιγαίου, ότι οι δεκάδες χιλιάδες αιτούντες και αιτούσες άσυλο που διαβιούν φυλακισμένοι και φυλακισμένες εκεί είχαν ήδη πολύ περιορισμένη πρόσβαση σε οποιαδήποτε βαθμίδα παροχής υγείας. Η κατάσταση αυτή επιδεινώθηκε με την πρόσφατη κατάργηση της δυνατότητας έκδοσης ΑΜΚΑ, καθώς εκμηδενίστηκε (επισήμως τουλάχιστον) κάθε δυνατότητα πρόσβασης σε υπηρεσίες του ΕΣΥ: η σταθερή ιατρική παρακολούθηση μέσω τακτικών ραντεβού, η συνταγογράφηση φαρμακευτικής αγωγής, η διενέργεια εξετάσεων, εν ολίγοις όλων των υπηρεσιών πέραν αυτών που παρέχονται στα Τμήματα Επειγόντων Περιστατικών.
Είναι επίσης γνωστό ότι η κατάσταση της υγείας των προσφύγων και μεταναστριών που έχουν εγκλωβιστεί στα νησιά, είναι συνολικά επιβαρυμένη, κυρίως για δύο λόγους:
Ο πρώτος αφορά την παραμέληση ήδη υπαρχόντων ή νεοεμφανιζόμενων προβλημάτων υγείας, λόγω ελλιπούς πρόσβασης σε ιατρικές υπηρεσίες, δηλαδή λόγω ελλιπούς ιατρικού προσωπικού που εργάζεται στα καμπ (προσωπικού που λειτουργεί ακόμα και σε εθελοντική βάση πολλές φορές). Αυτό συμβαίνει γιατί καταργήθηκε η δυνατότητα έκδοσης ΑΜΚΑ, γιατί τα περιφερειακά νοσοκομεία είναι υποστελεχωμένα κλπ. Έτσι, πολλά προβλήματα υγείας, που θα μπορούσαν να είχαν αντιμετωπιστεί εγκαίρως και αποτελεσματικά με ένα σύστημα οργανωμένης και σταθερής παρακολούθησης, καταλήγουν να αντιμετωπίζονται ως επείγοντα περιστατικά, με κόστος και για την υγεία των ασθενών και για το Εθνικό Σύστημα Υγείας.
Ο δεύτερος λόγος έχει να κάνει με τις ίδιες τις συνθήκες διαβίωσης των ανθρώπων στα στρατόπεδα συγκέντρωσης, που δεν μπορούν με κανένα τρόπο να βελτιωθούν. Έτσι, είναι απολύτως λογικό ότι, αν 7,8 ή 10 άτομα μοιράζονται ένα κοντέινερ ή μια σκηνή μέσα στο χειμώνα, που πλημμυρίζει με νερό κάθε φορά που βρέχει, αν προσπαθούν να ζεσταθούν καίγοντας ό,τι ξύλα ή πλαστικά μπορούν να βρουν, αν τα παιδιά παίζουν πάνω σε στοίβες από σκουπίδια ή αν δεν υπάρχει επαρκές πόσιμο ή τρεχούμενο νερό, η υγεία τους θα βρίσκεται διαρκώς σε κίνδυνο.
Ενώ αυτή είναι πάνω-κάτω η εικόνα σε όλα τα νησιά του Αιγαίου, και παρόλο που κανείς μπορεί να πει ότι στα καμπ της ενδοχώρας οι συνθήκες υγιεινής δεν είναι τόσο απάνθρωπες, η υγεία των προσφύγων και μεταναστριών είναι και εκεί αντίστοιχα επιβαρυμένη. Η συνθήκη συνωστισμού αφορά και την ενδοχώρας, όπου οι δομές βρίσκονται μακριά από αστικά κέντρα, και οι άνθρωποι αντιμετωπίζουν μεγάλη δυσκολία μετακίνησης σε δομές υγείας, με αποτέλεσμα την ελλιπή πρόσβαση και σαφώς, οι ιατρικές υπηρεσίες μέσα στα καμπ –σε όσα υπάρχουν– είναι ανεπαρκείς.
Είναι σημαντικό, μιας και η κουβέντα εξελίσσεται σε καιρό πανδημίας, να θυμόμαστε ότι, εκτός από τον covid19, υπάρχουν και άλλα παθογόνα που προκαλούν επιδημίες, ειδικά σε χώρους όπως αυτοί. Η διαφορά, όμως, είναι ότι για κάποια από τα υπόλοιπα υπάρχει δυνατότητα πρόληψης – και αυτή είναι ο εμβολιασμός. Όμως ο πληθυσμός –ακόμα και ο παιδιατρικός πληθυσμός– των καμπ των νησιών δεν έχει εμβολιαστεί επαρκώς. Ενώ στη Μόρια, για παράδειγμα, έγινε μια πρώτη φάση εμβολιασμού, στην οποία ο πληθυσμός ανταποκρίθηκε με ενθουσιασμό, αυτή αφορούσε ελάχιστες μόνο από τις ασθένειες που μπορούν να προληφθούν και δεν χορηγήθηκε ποτέ δεύτερη δόση. Στην ουσία, ο εμβολιασμός δεν ολοκληρώθηκε ποτέ.
Με δεδομένα λοιπόν αυτά, και δεδομένου επίσης του αριθμού των ανθρώπων που ζουν σε συνθήκη εγκλεισμού και βίας –και με προβλήματα υγείας που δεν είναι ούτε γνωστά, ούτε καταγεγραμμένα, ούτε αντιμετωπίζονται επαρκώς– έρχονται τα πρώτα κρούσματα της πανδημίας στη χώρα. Και ενώ οι επιστημονικοί υπεύθυνοι δεν έχουν να προσφέρουν τίποτα πέρα από την ανησυχία τους, το Υπουργείο Μετανάστευσης εκδίδει στις 17 Μαρτίου οδηγία με 12 μέτρα καταπολέμησης της πανδημίας στις δομές, μέτρα τα οποία είναι ένα προς ένα ανεφάρμοστα, λόγω της χωροταξίας των δομών, που δεν μπορεί να μεταβληθεί, και λόγω του μεγέθους του πληθυσμού που παραμένει έγκλειστος σε αυτές. Σχηματικά, αυτό που κάνει το Υπουργείο στην πράξη είναι να μετατρέπει κάθε δομή, κάθε καμπ, κάθε ξενοδοχείο όπου διαμένουν πρόσφυγες και μετανάστριες σε μία ειδική υγειονομική ζώνη εξαίρεσης.
Πρώτον, ορίζει ως υποχρεωτική την επιδημιολογική επιτήρηση των νεοαφιχθέντων ατόμων. Αρχικά, χρειάζεται να γνωρίζουμε ότι η επιδημιολογική επιτήρηση γίνεται μόνο με θερμομέτρηση, ενώ ξέρουμε ότι η λοίμωξη από covid19 μπορεί να είναι για πολλές μέρες ασυμπτωματική ή ακόμα μπορεί να μην εκδηλωθεί καν με πυρετό. Επίσης, η ιχνηλάτηση των πρόσφατων επαφών σε ένα μέρος σαν τη Μόρια ή τη ΒΙΑΛ είναι δεδομένο ότι είναι πρακτικά αδύνατη. Τέλος, γνωρίζουμε τι συμβαίνει με τις νέες αφίξεις στο νησί της Λέσβου κυρίως. Ήδη από τις νέες αφίξεις του Μαρτίου, εκατοντάδες άτομα παραμένουν εγκαταλελειμμένα εκεί που έφτασαν, στις βόρειες ακτές του νησιού, χωρίς καμία απολύτως ιατροφαρμακευτική περίθαλψη και καμία δυνατότητα μετακίνησης σε οποιαδήποτε δομή υγείας. Ανάμεσά σ’ αυτές τις εκατοντάδες άτομα, που μόλις σήμερα μεταφέρθηκαν στο Κέντρο Υποδοχής και Ταυτοποίησης της Μόριας, μετά από πάνω από ένα μήνα παραμονής σε αυτοσχέδια καταλύματα στις παραλίες,περιλαμβάνονται έγκυες γυναίκες, μωρά και άνθρωποι με χρόνια προβλήματα υγείας. Η μόνη ουσιαστική βοήθεια που τους έχει παρασχεθεί είναι από ομάδες αλληλέγγυων που παρέχουν είδη πρώτης ανάγκης και υποτυπώδη ιατρική περίθαλψη. Γίνεται, λοιπόν, ξεκάθαρο ότι με αυτή την κατάσταση διαμορφωμένη δε δικαιούμαστε να μιλάμε για καμία επιδημιολογική επιτήρηση.
Δεύτερον, το έγγραφο του Υπουργείου δίνει την οδηγία του καθαρισμού των εσωτερικών χώρων και την απολύμανση πόμολων και θυρών, τη στιγμή που οι περισσότεροι και περισσότερες μένουν εκτός του χώρου του επίσημου στρατοπέδου, δηλαδή στον ελαιώνα γύρω του καμπ, κατά κύριο λόγο σε αυτοσχέδιες σκηνές, που ως γνωστόν δε διαθέτουν ούτε πόμολα, ούτε θύρες.
Τρίτον, περιορίζει τις μετακινήσεις εκτός του καμπ: αποτέλεσμα, από τις 20.000 άτομα που διαμένουν εκεί, περίπου 100 παίρνουν την άδεια από την αστυνομία για να εξέλθουν από τις 7:00 π.μ. έως τις 7:0 μ.μ., μέτρο που έχει χαρακτήρα περισσότερο τιμωρητικό (το είδαμε άλλωστε και με την ευκολία που ήδη από τις πρώτες μέρες επιβλήθηκαν πρόστιμα σε πρόσφυγες και μετανάστριες, που η χρηματική τους αξία ξεπερνάει ακόμα και τη μηνιαία χρηματική βοήθεια που λαμβάνουν), παρά προστατευτικό, καθώς αυξάνει το συνωστισμό στο εσωτερικό του στρατοπέδου και προσθέτει ακόμα μία ουρά στις ήδη υπάρχουσες.
Τέταρτον, εκμηδενίζει τις δραστηριότητες στο εσωτερικό του στρατοπέδου, όσες δηλαδή είχαν παραμείνει μετά και τις ακροδεξιές κινητοποιήσεις μερίδας των ντόπιων κατοίκων, σε μια ανώφελη προσπάθεια να αποφευχθεί ο συνωστισμός. Αυτό έχει σημασία να θυμόμαστε ότι επιχειρείται στη Μόρια, που είναι ολόκληρη μια ατελείωτη ουρά. Την πλειοψηφία της μέρας τους οι άνθρωποι δηλώνουν ότι την περνούν στεκόμενοι σε μια ουρά. Υπάρχει μόνιμα ουρά για την τουαλέτα, τις ντουζιέρες, το ιατρείο (100, 200), το φαγητό (2 ή 3 ώρες κατά μέσο όρο), τις διοικητικές υπηρεσίες. Τώρα έχει προστεθεί και η ουρά για την έγκριση εξόδου. Φανταστείτε να προταθεί το μέτρο της τήρησης απόστασης 1.5 μέτρου στη Μόρια, με 20.000 πληθυσμό: η ουρά για φαγητό που θα σχηματιζόταν των 30 χλμ θα έφτανε μέχρι το χωριό του Μανταμάδου! Αυτή είναι η πραγματικότητα, για ένα καμπ με πληθυσμό έξι φορές πολλαπλάσιο αυτού για τον οποίο σχεδιάστηκε. Εξάλλου, συνωστισμός δεν παρατηρείται μόνο στις ουρές. Σε μία σκηνή μπορεί να μένουν 6, 7 ή και πάνω από 10 άτομα. Προσωρινή εγκατάσταση σε όλα τα ΚΥΤ επίσης, μπορεί να γίνει σε μεγάλες σκηνές, στις οποίες μπορεί να μένουν ακόμα και εκατοντάδες άτομα.
Ένα πέμπτο σημείο του εγγράφου προβλέπει τη διανομή πολύγλωσσου φυλλαδίου που θα ενημερώνει τον πληθυσμό για οδηγίες ατομικής προστασίας, όπως πλύσιμο χεριών. Το φυλλάδιο αυτό όντως μοιράστηκε. Πέρα όμως από την ενημέρωση, υπάρχει και η πραγματική υλική καθημερινότητα της Μόριας και των υπόλοιπων καμπ, στα οποία δεν έχει μοιραστεί εξοπλισμός ατομικής προστασίας, δεν υπάρχει καν σαπούνι, ενώ έχει υπολογιστεί ότι μια βρύση αντιστοιχεί σε πάνω από 1000 άτομα, και δεν υπάρχει όλες τις ώρες τρεχούμενο νερό. Η μόνη πρόοδος που έχει γίνει σ’ αυτό τον τομέα –τουλάχιστον στη Μόρια– οφείλεται αποκλειστικά στην αυτοοργανωμένη δράση των προσφύγων που προσπαθούν με ό,τι μέσα έχουν να αυτοπροστατευτούν και να προστατέψουν και τον υπόλοιπο πληθυσμό του στρατοπέδου.
Δέκα μέρες μετά, εκδίδονται οδηγίες και για δύο ακόμα πράγματα:
Πρώτον, αποφασίζεται η αναστολή της μηνιαίας χρηματικής βοήθειας των 90 ευρώ το μήνα, με σκοπό την αποφυγή της μετακίνησης πληθυσμού από το καμπ στην πόλη προς χρήση του μηχανήματος ΑΤΜ. Μόλις το Σάββατο εγκαταστάθηκε ΑΤΜ στο στρατόπεδο, το οποίο δεν είναι ακόμα λειτουργικό. Το μέτρο αυτό, σε συνδυασμό με το lockdown, έχει αυξήσει δραματικά τις ουρές για φαγητό και νερό, και άρα και το συνωστισμό σε αυτές, καθώς δεν υπάρχει καμία άλλη δυνατότητα για κάλυψη στοιχειωδών αναγκών σίτισης και επίσης έχει στερήσει τη δυνατότητα πρόσβασης σε αγαθά που δεν παρέχονται από επίσημους φορείς.
Δεύτερον, ανακοινώνεται η δημιουργία υγειονομικών σταθμών ελέγχου που όμως μέχρι σήμερα δεν έχει γίνει γνωστό με τι πρωτόκολλα θα διαχειρίζονται πιθανά ή επιβεβαιωμένα κρούσματα, πώς θα γίνεται η απομόνωση, τι προβλέπεται για τη διενέργεια τεστ κοκ.
Άρα, είναι σαφές ότι η επιβολή της καραντίνας με αυτό το σχέδιο, ή μάλλον την απουσία σχεδίου, στην πράξη καταδικάζει σε νόσηση, δεν προστατεύει απ’ αυτήν.
Φυσικά, αυτές οι παρατηρήσεις και αυτή η πολιτική του lockdown που επιβάλλεται με αυτό τον εγκληματικό τρόπο, δεν είναι πρωτοτυπία που ισχύει μόνο στη Μόρια της Λέσβου ή στη ΒΙΑΛ και τα υπόλοιπα καμπ της επικράτειας. Ισχύει και εφαρμόζεται σε οποιονδήποτε χώρο το κράτος έχει μετατρέψει σε ειδική υγειονομική ζώνη: φυλακές, στρατόπεδα, παράγκες όπου ζουν οι εργάτες γης στη Μανωλάδα κοκ.
Δεδομένο είναι ότι η κατάσταση που παρατηρείται στα κέντρα κράτησης στο εσωτερικό των καμπ (ΠΡΟΚΕΚΑ), είναι ακόμα χειρότερη. Στους χώρους αυτούς, η δυνατότητα πρόσβασης φορέων και οργανώσεων έχει ελαχιστοποιηθεί, ενώ οι συνθήκες αναδείχθηκαν από τους ίδιους τους κρατούμενους, που οδηγήθηκαν σε απεργία πείνας διαμαρτυρόμενοι, η οποία έληξε βίαια από τις αστυνομικές δυνάμεις.
Ταυτόχρονα, η ήδη ελλιπής παροχή ιατρικών υπηρεσιών έχει ελαχιστοποιηθεί λόγω της πανδημίας, άρα κινδυνεύουν άτομα από πλην covid19 νοσηρότητα, την οποία το σύστημα υγείας δεν προτεραιοποιεί ή αδυνατεί να αντεπεξέλθει σε αυτήν. Ας θυμηθούμε ότι μιλάμε για τη Λέσβο, με το Γενικό Νοσοκομείο υποστελεχωμένο, όπως όλα της ελληνικής περιφέρειας, που διαθέτει μόλις 6 κλίνες ΜΕΘ, ή ακόμα χειρότερα για τη Χίο, που δε διαθέτει καμία.
Επίσης, με την έναρξη της περιόδου του ραμαζανιού αυτή η κατάσταση αναμένεται να επιδεινωθεί, καθώς γνωρίζουμε ότι η ανθρώπινη δραστηριότητα μεγιστοποιείται τις απογευματινές και νυχτερινές ώρες, όπου οι υπηρεσίες είναι πρακτικά ανύπαρκτες στο χώρο του καμπ, τουλάχιστον οι υγειονομικές.
Συμπερασματικά, η διαβίωση στη Μόρια, στη ΒΙΑΛ, στο Βαθύ, σε όλα τα στρατόπεδα, ήταν πριν την πανδημία επικίνδυνη. Τώρα, ο εξαναγκασμός στη διαβίωση σε τέτοιου είδους δομές είναι στην πράξη εγκληματικός. Αυτό είναι κάτι που το γνωρίζει το Υπουργείο, γι’ αυτό λήφθηκε η απόφαση για μετακίνηση μερίδας του πληθυσμού. Όμως, τα άτομα που σκοπεύουν να μεταφέρουν είναι ελάχιστα σε σχέση με το συνολικό πληθυσμό. Επίσης, με βάση το σχεδιασμό θα προηγηθούν οι ευπαθείς ομάδες, κάτι που έχει νόημα για την ατομική προστασία των ανθρώπων που ανήκουν σ’ αυτές , όχι όμως για τη συλλογική προστασία του πληθυσμού, που είναι θεμελιώδης σε επιδημικές καταστάσεις.
* Πρώτον, τα νέα και υγιή άτομα είναι αυτά που μεταδίδουν περισσότερο γιατί είναι συχνότερα ασυμπτωματικά.
* Δεύτερον, δεν είναι δυνατόν να υπάρξει σχεδιασμός για ευπαθείς ομάδες, εφόσον τα προβλήματα υγείας των διαμενόντων στα στρατόπεδα δεν είναι ούτε γνωστά, ούτε καταγεγραμμένα, ενώ σε πολλές περιπτώσεις δεν έχουν καν διερευνηθεί. Εκτός του ότι ακόμα δεν ξέρουμε ποιες παθήσεις θα προτεραιοποιηθούν από τον ΕΟΔΥ και το Υπουργείο, δεν ξέρουμε και από τι πάσχει ο πληθυσμός γιατί δεν είχε ποτέ πρόσβαση σε ολοκληρωμένη φροντίδα υγείας. Φανταστείτε, λοιπόν, αυτό που έγινε στο Κρανίδι, όπου οι θεσμικά υπεύθυνοι έψαχναν τελευταία στιγμή να δουν ποιος πάσχει από τι, να επιχειρηθεί να γίνει μετά από τυχόν θετικό κρούσμα στη Μόρια των 20.000 ατόμων. Αξίζει να αναφερθεί ότι στη Μόρια, εκατοντάδες ασθενείς έχουν παραπεμφθεί στο Γενικό Νοσοκομείο, έχουν λάβει βεβαίωση ότι χρήζουν άμεσης και επείγουσας μετακίνησης σε πόλη με τριτοβάθμιο νοσοκομείο ικανό να καλύψει τις ανάγκες τους, που δε γίνεται να καλυφθούν στη Λέσβο και παρόλα αυτά παραμένουν για 3,4 ή 5 μήνες σε σκηνές περιμένοντας τη μεταφορά τους. Άλλωστε, η περίφημη ευαλωτότητα δεν ήταν ποτέ εργαλείο για την αναγνώριση και την κάλυψη των αναγκών των επονομαζόμενων «ευάλωτων» πληθυσμών. Αντιθέτως, με τα διαρκώς μεταβαλλόμενα και αντιεπιστημονικά κριτήριά της, ήταν απλώς ένα εργαλείο διαχείρισης των ροών ανάλογα με το εκάστοτε κυβερνητικό σχέδιο.
Κλείνοντας, θεωρώ ότι με αυτές τις πληροφορίες ως δεδομένες, δεν απαιτείται να είναι κανείς ειδικός για να σιγουρευτεί ότι μια πανδημία τέτοιου είδους δεν μπορεί να ελεγχθεί σε χώρους τέτοιου ακραίου επιβεβλημένου συνωστισμού, με αυτές τις συνθήκες υγιεινής, και με αυτό τον υγειονομικά παραμελημένο πληθυσμό. Η εκκένωση όλων των δομών και η μεταφορά του συνόλου του πληθυσμού σε συνθήκες αξιοπρεπούς στέγασης, η ένταξή τους στο δημόσιο σύστημα υγείας και ο έλεγχος για πιθανή προσβολή από covid19 είναι μονόδρομος, αν θέλουμε να αποφύγουμε τις ανείπωτες συνέπειες που θα έχει η πιθανή εξάπλωση της νόσου στα καμπ: σε ανθρώπινες ζωές πρωτίστως, και στο Εθνικό Σύστημα Υγείας δευτερευόντως.
Η Λυδία Λιοδάκη είναι γιατρός και μέχρι πρότινος εργαζόταν στη Λέσβο. Το κείμενο στηρίζεται στην παρέμβασή της στη διαδικτυακή συνέντευξη τύπου που οργάνωσε η Πρωτοβουλία «Εκκενώστε Άμεσα τα Κέντρα Υποδοχής», τη Δευτέρα 27 Απριλίου 2020, με τη συμμετοχή των Δημήτρη Αγγελίδη, Βασίλη Παπαστεργίου και Ειρήνης Γαϊτάνου.