Η αντιπλημμυρική προστασία της Θεσσαλονίκης έχει μείνει δραματικά πίσω, τονίζει η «Οικολογία-Αλληλεγγύη». Το στρεβλό μοντέλο πολεοδομικής ανάπτυξης στην εποχή της κλιματικής κρίσης και των καταιγίδων δεν αντιμετωπίζονται με εμβαλωματικές λύσεις -υποστηρίζει- αλλά με γενναίες παρεμβάσεις, που αναδεικνύουν τους αρχαίους δρόμους του νερού, με σεβασμό στο περιβάλλον και την ιστορία της πόλης.
«Οι λογικές της υπερεκμετάλλευσης της αστικής γης δεν αμφισβητήθηκαν τις τελευταίες δεκαετίες της μεταπολίτευσης, με αποτέλεσμα να συνεχίζεται το στρεβλό μοντέλο πολεοδομικής ανάπτυξης, που εξελίχθηκε αγνοώντας οποιεσδήποτε αρχές σχεδιασμού μεταπολεμικά», δηλώνει ο Δημοτικός Σύμβουλος Θεσσαλονίκης Μιχάλης Τρεμόπουλος. «Έτσι, φτάσαμε στην εποχή της κλιματικής κρίσης, όπου οι καταιγίδες που χαρακτηρίζονται ως “ακραία καιρικά φαινόμενα” και παλαιότερα σημειώνονταν κάθε 100, 200 ή και 500 χρόνια, τώρα έχουν αυξηθεί σε συχνότητα, όπως διαπιστώσαμε και από το δραματικό παράδειγμα της Θεσσαλίας. Οι αβελτηρίες και οι υπεκφυγές χρόνων λοιπόν έχουν κόστος και η Περιφέρεια και οι Δήμοι δεν μπορούν να απαντούν με εμβαλωματικές λύσεις, που έχουν το ελάχιστο δυνατό των προϋπολογισμών».
Στη συνέχεια η Οικολογία-Αλληλεγγύη επισημαίνει:
Πρόσφατα ο δήμαρχος Θεσσαλονίκης, Στέλιος Αγγελούδης, ζήτησε την επίσπευση υλοποίησης έργων αντιπλημμυρικής προστασίας που έχουν σχεδιαστεί από την Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας (ΠΚΜ), θέτοντας αίτημα για συνδρομή της. Πρόκειται για 4 περιοχές που πλήττονται σφοδρά κάθε φορά που βρέχει και αφορούν την οδό Αγίων Πάντων, την ευρύτερη περιοχή των δικαστηρίων (οδός Κουντουριώτη και λιμάνι), την οδό Εθνικής Αμύνης και τη Δ.Ε.Θ. Όλες είναι περιοχές από όπου διέρχονταν κατά το παρελθόν χείμαρροι, κάτι που δεν είναι ευρύτερα γνωστό και συνήθως δεν αναφέρεται.
Η Περιφέρεια έχει ήδη συνάψει προγραμματική σύμβαση με την ΕΥΑΘ, με στόχο να εκπονηθούν μελέτες για έργα αντιπλημμυρικής θωράκισης στα 4 αυτά σημεία, τα οποία θα χρηματοδοτηθούν από την ΠΚΜ. Παράλληλα η Περιφέρεια έχει συμφωνήσει να αναλάβει τη διευθέτηση των ρεμάτων της ΥΦΑΝΕΤ και της Τριανδρίας, με πόρους των Επιχειρησιακών Περιφερειακών Προγραμμάτων της ΠΚΜ αλλά τη διαδικασία προκήρυξης των διαγωνισμών θα την αναλάβει ο Δήμος.
Ωστόσο, προκαταβάλλοντας τις μελέτες, ο αντιπεριφερειάρχης Υποδομών & Δικτύων Πάρις Μπίλλιας ήδη δήλωσε ότι τα 4 έργα αφορούν είτε την εγκατάσταση αγωγών για τη διοχέτευση των ομβρίων υδάτων, όπου δεν υπάρχουν, είτε την αντικατάσταση των υπαρχόντων με άλλους μεγαλύτερης διατομής, καθώς οι σημερινοί δεν είναι ικανοί να απορροφήσουν τον όγκο νερού που κατεβαίνει σε έντονες βροχοπτώσεις. Επίσης, δήλωσε ότι οι δύο μελέτες για τα ρέματα ΥΦΑΝΕΤ και της Τριανδρίας είναι ολοκληρωμένες και χρειάζονται μόνο επικαιροποίηση στο κομμάτι του προϋπολογισμού. Από εκεί και πέρα ο Δήμος μπορεί να προλάβει να ολοκληρώσει τις διαγωνιστικές διαδικασίες εντός του 2024 και να ξεκινήσουν τα έργα, τα οποία θα κοστίσουν συνολικά περί τα 5 εκατομμύρια ευρώ. Στην πράξη, διευθέτηση σημαίνει διευθέτηση της υδραυλικής διατομής των ρεμάτων, καθαρισμός και εγκατάσταση συρματοκιβωτίων όπου απαιτείται.
Όταν θα παραδοθούν αυτά τα αντιπλημμυρικά έργα η πόλη θα ανακουφιστεί, εκτιμά ο κ. Μπίλλιας, αλλά ταυτόχρονα σπεύδει να διευκρινίσει ότι αυτή η εκτίμηση αφορά βροχοπτώσεις που σημειώνονται κάθε 50-100 χρόνια. Εάν εκδηλωθεί βροχόπτωση που καταγράφεται κάθε 1.000 χρόνια, τότε ούτε αυτά τα έργα θα αποδειχθούν επαρκή, καθώς τα κόστη είναι πολλαπλάσια και κάθε φορά η πολιτεία βάζει συγκεκριμένους κανόνες για να μπορεί να υλοποιηθεί το έργο.
Σε κάποιες περιοχές, όπως η οδός Αγίων Πάντων, δεν χρειάζονται απλά αγωγοί ομβρίων, αλλά μια αναθεώρηση του οδικού δικτύου, εφόσον η διέλευσή του χαμηλότερα από το επίπεδο του εδάφους και κάτω από την υπάρχουσα σιδηροδρομική γραμμή, αναπόφευκτα θα προκαλεί προβλήματα σε μια περιοχή που από γεωγραφική νομοτέλεια καταλήγουν διάφορες διαδρομές επιφανειακών υδάτων.
Όσο για την οδό Εθνικής Αμύνης, όπου ο κ. Μπίλλιας θεωρεί ότι «αν κάνουμε σχεδιασμό χιλιετίας μπορεί να χρειαστεί ένας αγωγός όσο είναι η οδός», θα πρέπει να γνωρίζει ότι μέχρι και τον 19ο αιώνα υπήρχε εδώ ένας από τους σημαντικότερους χειμάρρους εκτός των τειχών της πόλης. Όταν λέμε ότι η κλιματική κρίση μας θέτει μπροστά σε αδιανόητες επιλογές, τότε όχι μόνο θα πρέπει να σκεφτούμε έναν αγωγό τέτοιου μεγέθους αλλά και την πιθανή επαναδιάνοιξη της κοίτης του χειμάρρου και απόδοσής της ως ένα πάρκο νερού στην πόλη, με διαβάσεις πεζών, όπως συμβαίνει όλο και συχνότερα σε ευρωπαϊκές πόλεις, ακόμη και των Βαλκανίων.
Τέλος, τα σαρζανέτια για τα ρέματα ΥΦΑΝΕΤ και Τριανδρίας είναι πλέον μια παρωχημένη προσέγγιση, που δεν συμβαδίζει με την ανάδειξη του προϊστορικού οικισμού της Τούμπας και του βιομηχανικού μνημείου που αρμόζει στην πόλη.
Υπάρχουν εμπειρίες παρεμβάσεων αρχιτεκτονικής τοπίου, ακόμη και στη χώρα μας, όπως π.χ. στις πηγές Βαρβάρας της Δράμας, όπου οι αρχαίοι δρόμοι του νερού μπορούν να αναδειχθούν με σεβασμό στο περιβάλλον και την ιστορία της πόλης.