Ανομική δημοκρατία ή ολιγαρχικός πειρασμός; Του Νικόλα Σεβαστάκη

Από διάφορες πλευρές μας κατακλύζει η εικόνα μιας κοινωνίας που βρίσκεται σε ομηρεία από λίγους παντοδύναμους κακούς. Η φωτογραφία φτιάχνεται με σπαράγματα της επικαιρότητας που ανήκουν σε διαφορετικά «είδη» γεγονότων: αγριότητες που εμπίπτουν στη σφαίρα του αστυνομικού δελτίου, απεργιακά συμβάντα, μορφές συλλογικής ανυπακοής για την πληρωμή των διοδίων ή την κατασκευή ΧΥΤΑ. Το πιο σημαντικό είναι εδώ το δημόσιο σχόλιο το οποίο φροντίζει να ενοποιήσει όλες αυτές τις διαφορετικές φέτες της κοινωνικής πραγματικότητας.

Για να προκύψει εντέλει ένας πίνακας ανωμαλιών, μια λίστα ανομημάτων και παρεκκλίσεων από τη λογική. Το στόρι προβλέπει οργανωμένες μειοψηφίες στρεφόμενες σαδιστικά εναντίον απροστάτευτων πολιτών, επαγγελματικές κάστες που εκβιάζουν τον δύσμοιρο καταναλωτή, πολιτικούς ακτιβισμούς οι οποίοι εκμεταλλεύονται τα δεινά των πιο αδύναμων για να κάνουν το καπρίτσιο τους. Και το σχήμα προβάλλει περίπου το ίδιο για όλες τις περιπτώσεις. Αν πιστέψουμε αυτή την ιστορία, οι απεργοί γιατροί, για παράδειγμα, δεν κάνουν τίποτε άλλο από το να «βλάπτουν» την υγεία των ασθενών τους. Με τον ίδιο τρόπο άλλωστε βεβαιώθηκε αρμοδίως ότι όσοι συμπαραστάθηκαν ενεργά στην επιλογή των τριακοσίων μεταναστών για απεργία πείνας ζημίωσαν την υπόθεση των ίδιων των μεταναστών. Με άλλα λόγια, σε μια κοινωνία που πέρασε φάσεις ευημερίας δεν επιτρέπεται καμιά εκδοχή ανυπακοής: αυτή είναι κατάλληλη μόνο για τριτοκοσμικές δικτατορίες.

Η πιο πάνω προσέγγιση ανακαλύπτει κατά κανόνα το θέμα της «υπέρβασης των θεμιτών ορίων» με αφορμή κυρίως κινητοποιήσεις, μορφές και τρόπους διαμαρτυρίας. Οσοι την υιοθετούν έχουν την τάση να αποσπούν επιμέρους στιγμιότυπα από το πλαίσιο μέσα στο οποίο παράγονται και αναπαράγονται τα ρήγματα στο κοινωνικό συμβόλαιο. Αν δεν παραβλέπουν τελείως, υποτιμούν ωστόσο τη βάναυση διασάλευση που έχουν υποστεί οι όροι ζωής ευρύτερων στρωμάτων της κοινωνίας και παρατηρούν αφ΄ υψηλού- αν δεν τις αμφισβητούν ανοιχτά – τις σημαντικές υλικές και ψυχικές απώλειες των υποκειμένων. Βλέπουμε έτσι να ταυτίζεται η ευνομία με κάποια μεταφυσική υπέρβαση των κοινωνικών ανταγωνισμών και της διαπάλης των συμφερόντων. Ενώ και η ορθή κοινωνική συνείδηση συγχέεται με τη συμμόρφωση των πολιτών σε μία και μοναδική ερμηνεία για το γενικό συμφέρον και το δημόσιο αγαθό.

Πριν από λίγα χρόνια είχε γίνει πολύς λόγος για την περίφημη φράση το «νόμιμο είναι και ηθικό». Σήμερα φαίνεται ότι το συγκεκριμένο ρητό αποτελεί το σημείο αφετηρίας των περισσότερων φωνών που διεκτραγωδούν τις πιο διαφορετικές καταστάσεις ως κρούσματα ανομίας. Η δημοκρατία συρρικνώνεται στην τυπική νομιμότητα ακόμη και όταν καταπατούνται βασικοί όροι δικαιοσύνης.

Η παραπάνω προσέγγιση δεν είναι φυσικά ελληνική ιδιοτυπία. Στις πρόσφατες μεγάλες κινητοποιήσεις στη Γαλλία για το συνταξιοδοτικό, στους αγώνες των βρετανών φοιτητών για τα δίδακτρα, στις απεργίες ιταλών δημοσίων υπαλλήλων ή εκεί όπου απεργούν ευαίσθητες κατηγορίες όπως το ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό, συναντούμε την ίδια εχθρική περικύκλωση των «καταχρηστικών δικαιωμάτων». Ολα αυτά δεν σημαίνουν ότι η συζήτηση για νέες μορφές ανομίας και αντικοινωνικότητας στερείται νοήματος. Πρέπει ωστόσο να αναρωτηθούμε πολύ πιο σοβαρά για το πώς εκτρέφονται οι ασύντακτες συμπεριφορές, οι όποιες παθολογίες της συλλογικής δράσης, οι μηδενιστικές παλινδρομήσεις. Η ηθικολογική διαπόμπευση όλων σχεδόν των μορφών λαϊκής αντίδρασης τις περισσότερες φορές δηλώνει απροθυμία για κατανόηση των συνθηκών κοινωνικής έντασης στη συγκεκριμένη περίοδο. Διότι δεν χρειάζεται ιδιαίτερος κόπος σκέψης για να καταλάβει κανείς ότι η διακυβέρνηση της «έκτακτης ανάγκης» εκλύει υψηλής έντασης και διαρκή βία. Οι νέοι όροι του παιχνιδιού δημιουργούν ήδη ένα τοπίο των αμοιβαίων φόβων, της έντονης ανασφάλειας, του ανταγωνισμού για την εξασφάλιση. Δεν διακυβεύονται απλώς εισοδήματα αλλά το αίσθημα αξιοπρέπειας και η υπαρξιακή ισορροπία μεγάλου αριθμού ανθρώπων. Πώς χειρίζονται αυτή την εξέλιξη οι κυρίαρχες ελίτ; Μάλλον καταφεύγουν σε έναν περίκλειστο και αυτονομημένο «ορθολογισμό» δαιμονοποιώντας τις κοινωνικές αντιδράσεις. Την ίδια στιγμή αποπολιτικοποιούν, με περιφρονητικά επίθετα, τα αιτήματα άρσης των αδικιών τα οποία εκδηλώνονται με μη συμβατικούς τρόπους (οι «τζαμπατζήδες», οι αντικοινωνικοί κ.λπ.). Και σε αυτό το εγχείρημα πολλές από τις αρχές και εγγυήσεις της φιλελεύθερης δημοκρατίας λογαριάζονται πλέον παρωχημένα εμπόδια στη νεοφιλελεύθερη αποτελεσματικότητα και στα διατάγματα που την εγχαράσσουν στο κοινωνικό σώμα.

Το επείγον ζήτημα των καιρών δεν είναι λοιπόν η κατάχρηση των δημοκρατικών ελευθεριών αλλά η ορατή μετάλλαξη της δημοκρατίας. Η αποκατάσταση του ολιγαρχικού ελιτισμού ως κυρίαρχου κανόνα και αναντίρρητης ερμηνείας αντιπροσωπεύει τον σημερινό μεγάλο κίνδυνο για τους ευρωπαϊκούς λαούς και όχι μια ακόμη ελληνική ιδιαιτερότητα.

Δημοσιεύθηκε στο Βήμα, στις 13/02/2011.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Πανό διαμαρτυρίας στο Σούνιο για τη χωματερή της Κερατέας

«Μαζί τους φέραμε»…