in ,

Ανασαίνοντας Δύσκολα στη Θεσσαλονίκη: Γιατί Χρειαζόμαστε Περισσότερο Πράσινο και Καθαρό Αέρα

Έρευνα του ΚΕΠΥ αναδεικνύει ως κρίσιμη την απόφαση για το μέλλον της ΔΕΘ

Το εύρος του πιθανού κινδύνου από τη σχεδιαζόμενη ακύρωση της ευκαιρίας για τη δημιουργία μητροπολιτικού πάρκου στη Θεσσαλονίκη, ενός δηλαδή δημόσιου χώρου αναπνοής, αναψυχής και κοινωνικής συναναστροφής, προσβάσιμο σε όλο τον πληθυσμό, αναδεικνύει έρευνα του Κέντρου Έρευνας και Εκπαίδευσης στη Δημόσια Υγεία, την Πολιτικής Υγείας και την Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας (ΚΕΠΥ) του ΑΠΘ.

Η ερευνητική ομάδα των επιστημόνων Μανόλη Κογεβίνα και Georgia Dyer από το Ινστιτούτο Παγκόσμιας Υγείας στην Βαρκελώνη σε συντονισμό και επιμέλεια του καθηγητή Αλέξη Μπένου από το Τμήμα Ιατρικής του ΑΠΘ και συντονιστή του ΚΕΠΥ παρεμβαίνει στη εντεινόμενη συζήτηση για τα σχέδια της καλούμενης «ανάπλασης της ΔΕΘ» αποκαλύπτοντας την πρόκληση που αυτά κρύβουν για τη δημόσια υγεία.

Όπως περιγράφεται στην έρευνα η Θεσσαλονίκη είναι μια υπερδομημένη πόλη στην οποία η υγεία των κατοίκων της συνθλίβεται εκτός από την ανεργία, τη φτώχεια και την εντατικοποιημένη πρόσκαιρη εργασία, και ανάμεσα στο τσιμεντοποιημένο περιβάλλον και τη δικτατορία του αυτοκινήτου.

Ωστόσο «οι πρωτιές της πόλης στην Ευρώπη σχετικά με τα επίπεδα ρύπανσης και έλλειψης πρασίνου φαίνεται ότι όχι μόνον δεν ανησυχούν κανέναν, αλλά μάλλον κάνουν και υπερήφανους τους υπεύθυνους για το σχεδιασμό της ανάπλασης της ΔΕΘ». Οι επιστήμονες είναι σαφείς ως προς τους πραγματικούς σκοπούς της σχεδιαζόμενης ανάπλασης.

Όπως λένε συγκεκριμένα, «η καταστροφική, για την Αθήνα, απώλεια της ευκαιρίας να γίνει μητροπολιτικό πάρκο στο Ελληνικό φαίνεται ότι τροφοδοτεί την κερδοσκοπική απληστία των εργολαβικών συμφερόντων». Είναι προφανές, ότι η συζήτηση αυτή δεν αφορά μόνον τους όποιους ειδικούς αλλά όλους τους κατοίκους της πόλης. Και το αντικείμενο της συζήτησης δεν είναι αποκλειστικά τεχνικό [πολεοδομικό, αρχιτεκτονικό,κλπ]. Είναι καίριο ζήτημα Δημόσιας Υγείας. «Η συσχέτιση της ατμοσφαιρικής ρύπανσης, της έλλειψης πρασίνου και του θορύβου με άμεσες και μεσοπρόθεσμες βλάβες στην υγεία του πληθυσμού αποτελεί σήμερα αδιαμφισβήτητη γνώση η οποία τεκμηριώνεται από πλούτο επιστημονικών δεδομένων σε διεθνές επίπεδο» (Δείτε ολόκληρη την έρευνα εδώ)

Μια Ανάσα Ανησυχίας: Η Ατμοσφαιρική Ρύπανση στη Θεσσαλονίκη

Η ατμοσφαιρική ρύπανση στη Θεσσαλονίκη είναι ανησυχητικά υψηλή, με συγκεντρώσεις λεπτών σωματιδίων (PM2.5) και διοξειδίου του αζώτου (NO2) να υπερβαίνουν σταθερά τα συνιστώμενα όρια του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ). Αυτή η ρύπανση προέρχεται κυρίως από τις εκπομπές της κυκλοφορίας, τις βιομηχανικές δραστηριότητες και τη θέρμανση κατοικιών. Επιστημονικά δεδομένα συνδέουν τη μακροχρόνια έκθεση σε τέτοιους ρύπους με μια σειρά από προβλήματα υγείας, όπως αναπνευστικές ασθένειες, καρδιαγγειακές παθήσεις, καρκίνο, ψυχιατρικές παθήσεις και ακόμη και πρόωρο θάνατο. Έχει υπολογιστεί ότι περίπου 166.000 θάνατοι τον χρόνο στην Ευρώπη οφείλονται στην ατμοσφαιρική ρύπανση Nieuwenhuijsen 2024). Τα παιδιά, οι ηλικιωμένοι και τα άτομα με προϋπάρχουσες παθήσεις είναι ιδιαίτερα ευάλωτα.

Aποτρέψιμοι θάνατοι ετησίως στην Ευρώπη αν εφαρμόζονταν τα μέτρα πρόληψης για την ατμοσφαιρική ρύπανση που προτείνει ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας

Οι επιστήμονες ξεκαθαρίζουν τα εξής: η ατμοσφαιρική ρύπανση δεν είναι μόνο πρόβλημα δημόσιας υγείας, αλλά και ζήτημα κοινωνικής δικαιοσύνης καθώς οι πιο ευάλωτες κοινότητες που δεν διαθέτουν πόρους τείνουν να υποφέρουν περισσότερο από τις αρνητικές επιπτώσεις της ρύπανσης. Σύμφωνα με την έρευνα, τα επίπεδα ρύπανσης από μικροσωματίδια (PM2.5) και από διοξείδιο του αζώτου (δύο βασικοί ρύποι) κατανέμονται άνισα στο ευρύτερο χώρο της Θεσσαλονίκης το 2021.

Γεωγραφική κατανομή επιπέδων ατμοσφαιρικής ρύπανσης στην ευρύτερη Θεσσαλονίκη για μικροσωματίδια PM2.5
Γεωγραφική κατανομή επιπέδων ατμοσφαιρικής ρύπανσης στην ευρύτερη Θεσσαλονίκη για μικροσωματίδια NO2

Μια ανάλυση εκατοντάδων πόλεων της Ευρώπης (isglobalranking.org) κατηγοριοποίησε τη Θεσσαλονίκη στην 64η θέση [Θέση 1 υψηλότερη ρύπανση, θέση 866 χαμηλότερη ρύπανση], αναδεικνύοντας πολύ καθαρά το έλλειμμα περιβαλλοντικών και προληπτικών μέτρων για την υγεία.

Κατάταξη 866 Ευρωπαϊκών πόλεων ως προς την ατμοσφαιρική ρύπανση (Θεσσαλονίκη θέση 64. Θέση 1 υψηλότερη ρύπανση, θέση 858 χαμηλότερη ρύπανση) και υπολογισμός των ετησίων θανάτων στην Θεσσαλονίκη λόγω της υψηλής ρύπανσης

Το κόστος της ασφυκτικής κατάστασης στις ανθρώπινες ζωές είναι τρομακτικό. Όπως τονίζεται στην έρευνα «η ρύπανση από μικροσωματίδια υπολογίστηκε ότι προκαλεί κάθε χρόνο στην ευρύτερη Θεσσαλονίκη 719 πρόωρους θανάτους».

Αμελητέο δεν είναι και το οικονομικό κόστος της ατμοσφαιρικής ρύπανσης: Όπως αναφέρει η έρευνα του ΚΕΠΥ «μια μεγάλη Ευρωπαϊκή μελέτη που αναφέρει η έρευνα εξέτασε 432 πόλεις στις οποίες δεν περιλαμβάνονταν η Θεσσαλονίκη (συνολικός πληθυσμός: 130 εκατομμύρια κάτοικοι), ποσοτικοποίησε το κοινωνικό κόστος της ατμοσφαιρικής ρύπανσης το 2018 σε πάνω από 166 δισεκατομμύρια ευρώ (deVries 2020). Μια παλαιότερη μελέτη στην Θεσσαλονίκη (Vlachokostas 2012) εκτίμησε το οικονομικό κόστος της ατμοσφαιρικής ρύπανσης για το 2002 σε περίπου 1 δισεκατομμύριο ευρώ. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι αυτές οι οικονομετρικές εκτιμήσεις έχουν μια σημαντική αβεβαιότητα».

Το Έλλειμμα του Πρασίνου

Η έρευνα εστιάζει στη ζωτική σημασία των πράσινων χώρων για την αστική υγεία τονίζοντας ότι είναι κάτι περισσότερο από αισθητικές βελτιώσεις. «Πάρκα, κήποι και δενδροφυτεμένοι δρόμοι βοηθούν στη μείωση της ατμοσφαιρικής ρύπανσης, στη ρύθμιση της θερμοκρασίας στις πόλεις και στην προώθηση της σωματικής δραστηριότητας και της ψυχικής ευεξίας. Διεθνείς μελέτες (Nieuwenhuijsen 2024) έχουν υπολογίσει ότι η έλλειψη χώρων πρασίνου προκαλούν περίπου 43.000 θανάτους ετησίως στην Ευρώπη με δεδομένο ότι πάνω από 60% του πληθυσμού έχει ανεπαρκή πρόσβαση σε πράσινο».

Aποτρέψιμοι θάνατοι ετησίως στην Ευρώπη άν εφαρμόζονταν τα μέτρα πρόληψης για τους πράσινους χώρους που προτείνει ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας

Ωστόσο, η Θεσσαλονίκη υστερεί σε πράσινο ανά κάτοικο σε σύγκριση με πολλές ευρωπαϊκές πόλεις (isglobalranking.org). Όσον αφορά τον «δείκτη βλάστησης» (NDVI – Normalized Difference Vegetation Index) βρίσκεται στην 46η χειρότερη θέση από τις 866 πόλεις που αξιολογήθηκαν, και όσον αφορά τους χώρους πρασίνου στην 24η χειρότερη θέση.

Κατάταξη 866 Ευρωπαϊκών πόλεων ως προς το δείκτη βλάστησης (Θεσσαλονίκη θέση 46. Θέση 1 λιγότερη βλάστηση, θέση 866 υψηλή βλάστηση) και ως προς τους χώρους πρασίνου (Θεσσαλονίκη θέση 27.Θέση 1 λιγότεροι χώροι πρασίνου, θέση 866 η μεγαλύτερη κάλυψη πρασίνου) και υπολογισμός των ετησίων θανάτων στην Θεσσαλονίκη λόγω της πολύ χαμηλής βλάστησης και κάλυψης πρασίνου

Η έλλειψη πρασίνου οδηγεί επίσης σε πρόωρους θανάτους

Υπολογίστηκε ότι 87% του πληθυσμού της Θεσσαλονίκης βρίσκεται κάτω από το υγιές όριο που έχει ορίσει ο ΠΟΥ (Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας) και ότι αυτή η έλλειψη οδηγεί σε 245 πρόωρους θανάτους ετησίως. Αυτή η έλλειψη στερεί από τους κατοίκους φυσικά περιβάλλοντα που, παράλληλα, μπορούν να μειώσουν το άγχος, να βελτιώσουν τη διάθεση και να ενθαρρύνουν ενεργούς τρόπους ζωής, μειώνοντας έτσι τους κινδύνους για χρόνιες παθήσεις όπως η παχυσαρκία, ο διαβήτης και η υπέρταση.

Ο Ανεπαίσθητος Κίνδυνος: Η Ηχορύπανση

Η έρευνα αναλύει όμως και ένα άλλο μεγάλο πρόβλημα που προκύπτει από τη πυκνή αστική δόμηση και την έντονη κυκλοφορία των οχημάτων για το οποίο  τα δεδομένα είναι λιγότερο εκτενή. Σύμφωνα με την έρευνα οι διαθέσιμες πληροφορίες δείχνουν ότι αποτελεί σημαντικό πρόβλημα και αυτό γιατί «η χρόνια έκθεση σε θόρυβο δεν είναι απλώς ενοχλητική· αποτελεί σοβαρό κίνδυνο για την υγεία».

«Έχει υπολογιστεί ότι περίπου 60 εκατομμύρια κάτοικοι της Ευρώπης είναι εκτεθειμένοι σε υψηλά επίπεδα θορύβου που σχετίζονται με την υγεία. Μελέτες έχουν δείξει ότι ο επίμονος θόρυβος μπορεί να οδηγήσει σε αυξημένα επίπεδα άγχους, διαταραχές ύπνου, καρδιαγγειακές παθήσεις, διαβήτη, και εξασθενημένη γνωστική ανάπτυξη στα παιδιά (Nieuwenhuijsen 2024).

Κλιματική Αλλαγή και Αστική Θερμική Νησίδα: Ένας Αόρατος Εχθρός

Φυσικά στο επίκεντρο της έρευνας βρίσκεται η κλιματική αλλαγή που, όπως επισημαίνεται  επιδεινώνει τις προκλήσεις για την υγεία στις πόλεις, με την άνοδο της θερμοκρασίας να αυξάνει τη συχνότητα και την ένταση των κυμάτων καύσωνα (van Daalen 2024).

Η Θεσσαλονίκη δεν αποτελεί εξαίρεση, καθώς οι πυκνοκατοικημένες περιοχές της ενισχύουν το φαινόμενο της αστικής θερμικής νησίδας, όπου οι θερμοκρασίες είναι σημαντικά υψηλότερες από τις γύρω αγροτικές περιοχές. Τα στοιχεία είναι αμείλικτα: «το κύμα καύσωνα του 2022 προκάλεσε περισσότερους από 60.000 θανάτους στη Δυτική Ευρώπη, και περίπου 3.000 στην Ελλάδα (Ballester και συν., 2024). Ο δείκτης θνησιμότητας του ελληνικού πληθυσμού (παίρνοντας υπόψη το μέγεθος και τη δομή των πληθυσμών της Ευρώπης) ήταν από τους υψηλότερους στην Ευρώπη. Οι ευάλωτες ομάδες όπως οι ηλικιωμένοι, τα μικρά παιδιά, οι υπαίθριοι εργάτες και όσοι πάσχουν από χρόνιες ασθένειες είναι ιδιαίτερα ευαίσθητοι στις επιπτώσεις των καυσώνων».

Τι θα μπορούσε να γίνει; Οι επιστήμονες αποφαίνονται ότι «η ενίσχυση των πράσινων χώρων και η μείωση της ατμοσφαιρικής ρύπανσης δεν αποτελούν μόνο περιβαλλοντικές παρεμβάσεις, αλλά και αποτελεσματικά μέτρα προσαρμογής στην κλιματική αλλαγή. Οι δενδροφυτεύσεις και τα πάρκα δροσίζουν τις αστικές περιοχές, μειώνοντας την ανάγκη για ενεργοβόρες λύσεις ψύξης, ενώ ο καθαρότερος αέρας μειώνει την επιβάρυνση του οργανισμού σε ακραίες θερμοκρασίες».

Μια Κρίσιμη Απόφαση: Το Μέλλον του χώρου της Διεθνούς Έκθεσης Θεσσαλονίκης

Έτσι η μελλοντική χρήση του χώρου της Διεθνούς Έκθεσης Θεσσαλονίκης θα μπορούσε να επηρεάσει θετικά την υγεία των πολιτών. Ωστόσο, όπως υπενθυμίζει το ΚΕΠΥ, τα τρέχοντα σχέδια προβλέπουν την ανοικοδόμηση της περιοχής. «Μια πιο λογική και ωφέλιμη για τη υγεία των κατοίκων της Θεσσαλομίκης εναλλακτική θα ήταν η μετατροπή της σε έναν μεγάλο, ανοιχτό πράσινο χώρο. Ένας τέτοιος χώρος θα μπορούσε να λειτουργήσει ως πνεύμονας για την πόλη, συμβάλλοντας στη μείωση της ατμοσφαιρικής ρύπανσης, στη βελτίωση της ποιότητας ζωής και στην προώθηση της σωματικής και ψυχικής ευεξίας των κατοίκων.

Αντίθετα η οικοδόμηση του χώρου, χωρίς καμία αμφιβολία, θα επιδεινώσει τα χρόνια περιβαλλοντικά προβλήματα που σχετίζονται με την υγεία και που ήδη βρίσκονται σε μία κρίσιμη καμπή. Η Θεσσαλονίκη έχει ξεκινήσει βήματα για να αντιμετωπίσει την κλιματική αλλαγή και τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις της. Η πόλη συμμετέχει στην πρωτοβουλία των “100 Climate-Neutral and Smart Cities”, με στόχο την κλιματική ουδετερότητα έως το 2030. Η συμμετοχή σε τέτοιου είδους πρωτοβουλίες είναι εξαιρετικά σημαντική αλλά δεν φτάνει: αυτό που είναι ακόμα πιό σημαντικό είναι η εφαρμογή των μέτρων για να γίνει πιο πράσινη η πόλη, να μειώσει επίπεδα ατμοσφαιρικής ρύπανσης και θορύβου, να βελτιωθεί η ανθεκτικότητας της Θεσσαλονίκης στην κλιματική αλλαγή. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί μόνο με μέτρα δραστικά και συνεχή. Ωστόσο, φαίνεται να υπάρχει αποσύνδεση μεταξύ της συμμετοχής της Θεσσαλονίκης σε αυτή τη φιλόδοξη πρωτοβουλία και των τοπικών σχεδίων αστικής ανάπτυξης, ιδιαίτερα όσον αφορά τον χώρο της ΔΕΘ».

Προς μια Υγιέστερη Θεσσαλονίκη

«Η αντιμετώπιση αυτών των προκλήσεων για την αστική υγεία απαιτεί συντονισμένες προσπάθειες από τους φορείς χάραξης πολιτικής, τους πολεοδόμους και την τοπική κοινότητα. Η εφαρμογή μέτρων για τη μείωση των εκπομπών από την κυκλοφορία, η επέκταση των πράσινων χώρων και η διαχείριση της ηχορύπανσης δεν είναι μόνο περιβαλλοντικές προτεραιότητες—είναι κρίσιμες παρεμβάσεις δημόσιας υγείας. Πόλεις σε όλη την Ευρώπη όπως η Βαρκελώνη όπου εργαζόμαστε τα τελευταία χρόνια, έχουν δείξει ότι ο μετασχηματισμός είναι εφικτός. Τα μέτρα βελτίωσης της αστικής δομής και λειτουργίας σε αυτές τις πόλεις έχουν σημαντικά θετικά αποτελέσματα τόσο στην υγεία όσο και στην οικονομία των πόλεων» καταλήγει η έρευνα του ΚΕΠΥ συμπεραίνοντας ότι η Θεσσαλονίκη μπορεί να ακολουθήσει το παράδειγμά τους δίνοντας προτεραιότητα στη βιώσιμη αστική ανάπτυξη που προάγει καθαρότερο αέρα, πιο πράσινα περιβάλλοντα και πιο ήσυχες γειτονιές. Η υγεία και η ευημερία των πολιτών της εξαρτώνται από αυτό».

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Tι με νοιάζει εμένα ο Καντ; Του Χρήστου Λάσκου

Πίσω από τον σπειροειδή πόλεμο των δασμών του Τραμπ