Πριν από τριάντα χρόνια ο Immanuel Wallerstein ισχυριζόταν ότι «η περίοδος μεταξύ 1900 και 2025/2030 θα είναι πιθανότατα μια περίοδος ελάχιστης ειρήνης, ελάχιστης σταθερότητας και ελάχιστης νομιμότητας» (Peace, stability and legitimacy, 1990-2025/2050).
Με αυτόν τον τρόπο διαπίστωνε την κατάρρευση του φιλελευθερισμού και την έλευση μιας περιόδου χαοτικών και ασταθών διακυμάνσεων. Η ανάλυσή του για την κρίση του παγκόσμιου συστήματος και την παρακμή των Ηνωμένων Πολιτειών ήταν τόσο ακριβής όσο και προδρομική και σφράγισε τις συζητήσεις μας για τη μετάβαση που ήταν ήδη σε εξέλιξη.
Η ικανότητά του να βλέπει σε βάθος χρόνου τού επέτρεψε να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι πάντα υπήρχε ανταγωνισμός μεταξύ δύο ισχυρών κρατών «για το ποιο θα γίνει ο διάδοχος της προηγούμενης ηγεμονικής εξουσίας, άρα ποιο θα γίνει το κέντρο της συσσώρευσης του κεφαλαίου».
Ο Wallerstein θεωρούσε ότι η χρήση της στρατιωτικής δύναμης θα χρησιμοποιηθεί στο τελικό στάδιο της συστημικής μετάβασης, ότι πρόκειται για μια μακρά διαδικασία και μια περίοδο χάους, και ότι στο τέλος ενός «πολλαπλασιασμού διακλαδώσεων» θα επιβληθεί μια νέα συστημική τάξη.
Τα πράγματα έχουν αλλάξει ριζικά τα τελευταία τριάντα χρόνια, αν και η κρίση του παγκόσμιου συστήματος συνεχίζει να ακολουθεί τις ίδιες διαδρομές. Την εποχή εκείνη, ο κοινωνιολόγος πίστευε ότι οι υποψήφιοι που θα ανταγωνίζονταν για τη θέση της παρακμάζουσας ηγεμονικής δύναμης θα ήταν η Ιαπωνία και η Ευρωπαϊκή Ένωση, κάτι που σήμερα είναι αδύνατο και να το φανταστεί κανείς, όντας αμφότερες σταθερά ευθυγραμμισμένες με τις Ηνωμένες Πολιτείες και με ελάχιστη επιρροή σε παγκόσμιο επίπεδο.
Σήμερα είναι προφανές ότι μόνο η Κίνα αποτελεί μια πραγματική εναλλακτική στην ισχύ των ΗΠΑ, αν και, στα βόρεια του πλανήτη, σχηματίζεται αυτό που ο Βραζιλιάνος Jose Luis Fiori αποκαλεί «παγκόσμια στρατιωτική αυτοκρατορία».
Ωστόσο, δεν αποκλείονται νέες εκπλήξεις, όπως η ακατάπαυστη άνοδος της Ινδίας, που απέχει πολύ από το να είναι παγκόσμιος παράγοντας, και η πιθανή παρακμή χωρών αποφασιστικής σημασίας, όπως η Βραζιλία και η συμμαχία της, BRICS+10.
Ένας άλλος αστάθμητος παράγοντας είναι η βιωσιμότητα της συμμαχίας Ρωσίας-Κίνας, καθώς κορυφαίοι γεωπολιτικοί αναλυτές υπερεκτιμούν την ικανότητα της Μόσχας να διατηρηθεί ως μεγάλη δύναμη, αγνοώντας τα τεράστια δημογραφικά της μειονεκτήματα και την νομιμότητα του καθεστώτος της.
Η ανάλυση του Fiori εμπλουτίζει αυτή του Wallerstein, εμβαθύνοντας την έννοια της μετάβασης προς μια νέα συστημική τάξη πραγμάτων. Στο άρθρο του «La multipolaridad y el declive crónico de Ovest» (Στο IHU online, 17/5/24), επισημαίνει ότι «η λέξη μετάβαση υποδηλώνει γραμμικότητα, κατεύθυνση, την επίγνωση του από πού ξεκινάμε και πού φτάνουμε, σήμερα, όμως, δεν είναι καν σαφές πού βρίσκεται ο μετασχηματισμός του παγκόσμιου συστήματος, πόσο μάλλον, τι είναι αυτό που θα εξελιχθεί σε μια νέα πολυπολική παγκόσμια τάξη πραγμάτων».
Σε αντίθεση με άλλες περιόδους, υποστηρίζει ο Fiori, δεν βρισκόμαστε στο τέλος ενός πολέμου με σαφώς καθορισμένους νικητές, βρισκόμαστε σε «μια μακρά περίοδο αναταραχής, αστάθειας και α-προβλεψιμότητας, με μια διαδοχή συγκρούσεων και τοπικών πολέμων», μια «μετάβαση στην πολυπολικότητα που θα είναι έντονη και θα διαρκέσει πολλά χρόνια ή και δεκαετίες».
Καθώς δεν υπάρχουν ακόμη νικητές μεταξύ των χωρών και των μπλοκ που βρίσκονται σε σύγκρουση, σε αντίθεση με προηγούμενες μεταβατικές περιόδους, ενδέχεται να εισερχόμαστε σε μια περίοδο αποτελμάτωσης και αποσύνθεσης, που επιδεινώνεται από την περιβαλλοντική κρίση η οποία δεν έπαιξε κανένα ρόλο στις προηγούμενες διαδικασίες των αλλαγών.
Αλλά προσθέτει ένα άλλο στοιχείο το οποίο νομίζω ότι είναι ανησυχητικό: δεν υπάρχει η παραμικρή συναίνεση για το πώς θα μπορούσε να μοιάζει αυτή η νέα παγκόσμια τάξη πραγμάτων, η οποία πιθανότατα θα είναι πολυπολική και δεν θα είναι η μονοπολική τάξη με επίκεντρο τις Ηνωμένες Πολιτείες και τη Δύση.
Και οι δύο μελετητές συμφωνούν ότι αυτή η νέα τάξη πραγμάτων θα είναι, ενδεχομένως, χειρότερη από τη σημερινή, αν επιβληθούν δυνάμεις (έθνη, επιχειρήσεις και κοινωνικές τάξεις) πιο αυταρχικές, πιο αποικιοκρατικές και πιο πατριαρχικές από τις υφιστάμενες, παρόλο που μπορεί και να μην είναι πια καπιταλιστικές.
Υπάρχουν τόσες βεβαιότητες όσο και αμφιβολίες, γιατί υπάρχουν πολλές μεταβλητές και εν εξελίξει μετασχηματισμοί που θα μπορούσαν να ανατρέψουν τα επιθυμητά αποτελέσματα. Από τη σκοπιά όσων αντιστεκόμαστε στον καπιταλισμό, μένει να αναλογιστούμε την κατεύθυνση των αντισυστημικών κινημάτων. Για τον Wallerstein ήταν ευκταία η ανάδυση νέων δυνάμεων, αλλά δεν ήταν βέβαιος ότι αυτό θα συνέβαινε.
Παρ’ όλα αυτά, βλέπουμε πώς το οργανωμένο μέρος των κοινωνιών μας παίζει θετικό ρόλο στη σύγκρουση στη Γάζα, ασκώντας πίεση στις κυβερνήσεις και μποϊκοτάροντας το Ισραήλ στη διεθνή σκηνή.
Μας ενθαρρύνει η αξιοσημείωτη αντίσταση του παλαιστινιακού λαού – πολύ περισσότερο από την άθλια πολιτική της Χαμάς – και ενός μέρους των Εβραίων και των Ισραηλινών, πέρα από τον σιωνισμό και τον γενοκτόνο Νετανιάχου. Δεν είναι και λίγο σε αυτούς τους καιρούς.
Με δεδομένη την αποσύνθεση του παγκόσμιου συστήματος και την κρίση της νομιμότητας των κρατών, ίσως έφτασε η ώρα για τα κινήματα και τους λαούς. Μπορούμε να δημιουργήσουμε δυνάμεις ικανές να προάγουν την ισότητα, την κοινωνική δικαιοσύνη και τον εκδημοκρατισμό στις κοινωνίες μας.
Δεν είναι εύκολο, αλλά δεν έχουμε άλλη επιλογή.